Η προσαρμογή του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου στο νομορυθμιστικό πλαίσιο
της Ευρώπης και στα δεδομένα της οικονομικής κρίσης
Του Ανδρέα Χριστοδούλου
Επικοινωνιολόγος-Ειδικός
για τα Μέσα
Το αντικείμενο της σημερινής μου ομιλίας
είναι, πρώτον, να εκτιμήσει το βαθμό προσαρμογής του ΡΙΚ στα ευρωπαϊκά νομικά
πρότυπα και να εντοπίσει τυχόν κενά, και, δεύτερο, μέσα από το ίδιο ευρωπαϊκό
δίκαιο, να αναζητηθούν πιθανές λύσεις στα λειτουργικά προβλήματα που δημιουργεί η οικονομική κρίση
στο Ίδρυμα.
Όταν η Κύπρος εντασσόταν στην ΕΕ
την 1η Μαϊου 2004 ο ραδιοτηλεοπτικός τομέας της Κύπρου ήταν
νομοθετικά ήδη πλήρως εναρμονισμένος με
το κοινοτικό κεκτημένο, όσον αφορά το περιεχόμενο εκπομπών, σύμφωνα με πρόνοιες
της οδηγίας «τηλεόρασης χωρίς σύνορα».
Μετά το 2010 έγινε σχετική
προσαρμογή του εθνικού νομορυθμιστικού πλαίσιο με τη διαδόχο οδηγία «υπηρεσιών
οπτικοακουστικών μέσων». Από την ημερομηνία ένταξης η κύρια αλλαγή όσον αφορά
τον έλεγχο των εκπομπών τόσο της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης όσον και της
ιδιωτικής συνίσταται στον επιπρόσθετο έλεγχο για την εφαρμογή των
εναρμονιστικών πτυχών της εθνικής νομοθεσίας
από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης CONNECT.
Η επιπρόσθετη διαδικασία αφορά την
ετοιμασία από την Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου σχετικών περιοδικών εκθέσεων σε
κύριες πρόνοιες της οδηγίας για όλους τους τηλεοπτικούς οργανισμούς που είναι
εγκατεστημένοι στη Δημοκρατία, που στη συνέχεια αποστέλλονται στις αρμόδιες
αρχές της Commission για ενημέρωση και έλεγχο ανά τακτά
χρονικά διαστήματα. Η όλη διαδικασία ελέγχου συμπληρώνεται με την έκδοση από
την Commission σχετικής έκθεσης για συγκεκριμένη
πρόνοια στην οποία υποδεικνύονται τυχόν αποκλίσεις από τις πρόνοιες και
καλούνται τα κράτη μέλη να προβούν στις αναγκαίες ενέργειες.
Η πιο σημαντική έκθεση της Commission αφορά την τήρηση της πρόνοιας για ποσοστώσεις 50%+ για ευρωπαϊκά έργα και
10%+ για ανεξάρτητες παραγωγές. Σύμφωνα
την τελευταία έκθεση της Commission που καλύπτει την περίοδο 2009-2010 το ΡΙΚ υπερκάλυψε τις εν λόγω ποσοστώσεις.
Εκτός από την οδηγία «υπηρεσιών
οπτικοακουστικών μέσων» το ΡΙΚ συμμορφώνεται, μετά την ψήφιση του
τροποποιητικού νόμου περί ΡΙΚ 96(Ι) του 2004 και σχετικών κανονισμών, και με πρόνοιες
της Ανακοίνωσης της Commission του 2001, στην οποία καθορίζονται οι όροι σύμφωνα
με τους οποίους τα κράτη μέλη παραχωρούν κρατική χορηγία έναντι δημόσιας
ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας σε δημόσιους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς. Στους εν
λόγω κανονισμούς καθορίζονται, μεταξύ άλλων, οι ποσοστώσεις ενημερωτικών,
ψυχαγωγικών και πολιτιστικών προγραμμάτων, που μεταδίδει το ραδιόφωνο και η
τηλεόραση του ΡΙΚ.
Σύμφωνα με τον νόμο η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης ετοιμάζει ετήσια
έκθεση,στην οποία πιστοποείται αν το ΡΙΚ υλοποίησε τις πρόνοιες του πιο πάνω
νόμου και κανονισμών. Η εν λόγω έκθεση αποστέλλεται, μέσω Υποuργείου Εσωτερικών, στη
Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας για τον νενομισμένο έλεγχο.
Σύμφωνα με τις μέχρι σήμερα ετήσιες
εκθέσεις της Αρχής Ραδιοτηλεόρασης το ΡΙΚ φαίνεται, ότι σε γενικές γραμμές και
με λίγες εξαιρέσεις, να ικανοποιεί τις πρόνοιες της κείμενης νομοθεσίας.
Η νέα παράμετρος που μπήκε στην
εξίσωση του ραδιοτηλεοπτικού τομέα ήταν
η «εισβολή» της οικονομικής κρίσης στην Κύπρο με το Μνημόνιο και το κούρεμα
καταθέσεων στις αρχές του 2013. Αυτές οι αρνητικές εξελίξεις σήμαναν την είσοδο
και του ευρύτερου ραδιοτηλεοπτικό τομέα
σε μια δύσκολη περίοδο αφού κατέστησαν περιορισμένοι τόσο οι κρατικοί όσο και οι
ιδιωτικοί πόροι σε όλους τους τομείς οικονομικής δραστηριότητας.
Ο προϋπολογισμός του Ιδρύματος, που ήδη είχε
μειωθεί σημαντικά τα προηγούμενα δυο χρόνια, αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω το
2014 ενώ υπάρχουν σκέψεις από τη Βουλή για απαγόρευση των διαφημίσεων από τις
ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές του ΡΙΚ.
Περαιτέρω ανακοινώθηκε από το
αρμόδιο Υπουργείο Εσωτερικών η διεξαγωγή μελέτης για τον επανακαθορίσμο του
ρόλου και της αποστολής της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης σύμφωνα με τα νέα οικονομικά δεδομένα. Η εν λόγω
μελέτη αναμένεται να συμπληρωθεί τα μέσα του 2014.
Στην προσπάθεια της κυβέρνησης για
επαναξιολόγηση του ρόλου και της
αποστολής του ΡΙΚ θα πρέπει να ληφθούν
υπόψη, μεταξύ άλλων, τα υφιστάμενα
νομικά εργαλεία τόσο της ΕΕ όσο και του Συμβουλίου της Ευρώπη, οι πολιτικές για το θέμα των θεσμικών οργάνων
της ΕΕ, όπως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,οι
βέλτιστες πρακτικές εταιρικής διεύθυνσης ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών που
ακολουθούνται σε άλλα προηγμένα κράτη μέλη καθώς και οι δεδομένες υποχρεώσεις
της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης έναντι του συνόλου της κυπριακής κοινωνίας και
ομάδων του πληθυσμού.
Πιο συγκεκριμένα, το ΡΙΚ, στα
πλαίσια της δημόσιας υπηρεσίας της προσφέρει
προγράμματα που, μεταξύ άλλων, απευθύνονται στους τουρκοκύπριους , τους πρόσφυγες, τους εγκλωβισμένους,
τους απόδημους, τους αγρότες, τους στρατεύσιμους, τη νεολαία, τους καταναλωτές,
τους καλλιτέχνες κλπ. Επιπρόσθετα έχει θεσμοθετημένες υποχρεώσεις για κάλυψη
δραστηριοτήτων της εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας και της Εκκλησίας της
Κύπρου καθώς και των διαφόρων εκλογικών αναμετρήσεων και έκτακτων γεγονότων.
Για τη μείωση του λειτουργικού
κόστους του ΡΙΚ, που είναι ένα από τα ζητούμενα ενόψει οικονομικής κρίσης, θα πρέπει να αναζητηθούν λύσεις όχι στην
υποβάθμιση των προγραμμάτων, αλλά σε μελετημένες δομικές αλλαγές, που θα
διασφαλίζουν την πλέον κοστοστεφή αξιοποίηση του ανθρώπινου και τεχνικού
δυναμικού που διαθέτει ή μπορεί να χρησιμοποιήσει το Ίδρυμα.
Σε αυτή την προσπάθεια βέλτιστες
πρακτικές εταιρικής διεύθυνσης και οικονομικής διαχείρισης σε άλλα προηγμένα
κράτη μέλη μπορούν να βοηθήσουν και πρέπει να ληφθούν υπόψη στην παρούσα
αναθεωρητική διαδικασία.
Όσον αφορά τα ευρωπαϊκά νομικά
εργαλεία σημαντική για τον προσδιορισμό του ρόλου και της αποστολής της
δημόσιας ραδιοτηλεόρασης θεωρείται η
Ανακοίνωση της Commission του 2009 αφού περιγράφει στο κεφάλαιο 2
(παράγραφοι 9 μέχρι 19) με μεγαλύτερη λεπτομέρεια το ρόλο των ευρωπαϊκών δημόσιων ραδιοτηλεοράσεων.
Ιδιαίτερα σημαντική ως κατευθυντήρια
γραμμή για τον καθορισμό του χαρακτήρα του προγράμματος του ΡΙΚ είναι η αναφορά
στην παράγραφο 12 ότι «η δημόσια ραδιοτηλεόραση πρέπει να είναι σε
θέση να συνεχίσει να προσφέρει ένα ευρύ
φάσμα προγραμμάτων σύμφωνα με την αποστολή της, όπως καθορίζεται από τα κράτη
μέλη, έτσι ώστε να απευθύνεται στο σύνολο της κοινωνίας. Στο πλαίσιο αυτό είναι θεμιτό να απευθύνεται
στο ευρύ κοινό».
Με άλλα λόγια η δημόσια
ραδιοτηλεόραση, ως πυλώνας του διττού
ραδιοτηλεοπτικού συστήματος, που υιοθετήθηκε από την ΕΕ ως το Ευρωπαϊκό μοντέλο
ραδιοτηλεόρασης, δεν θα πρέπει να περιθωριοποιηθεί με μικρά ποσοστά
τηλεθέασης/ ακροαματικότητας για τα τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά της προγράμματα
αντίστοιχα. Συνεπώς, ένα πρόγραμμα ευρέως φάσματος θα πρέπει να περιλαμβάνει
και ποιοτικά ενημερωτικά και ψυχαγωγικά προγράμματα ντόπιας παραγωγής, που
αποδεδειγμένα συντηρούν την υψηλή τηλεθέαση/ ακροαματικότητα.
Μια άλλη θέση, που επίσης,
περιέχεται στην ίδια παράγραφο της Ανακοίνωσης και που πρέπει να ληφθεί υπόψη
είναι ότι «η δημόσια ραδιοτηλεόραση
πρέπει να επωφεληθεί από την τεχνολογική πρόοδο
για να μεταφέρει στο κοινό τα πλεονεκτήματα από τις νέες
οπτικοακουστικές υπηρεσίες (όπως το βίντεο κατά παραγγελία), τις υπηρεσίες
πληροφόρησης και τις νέες (διαδραστικές) διαδικτυακές τεχνολογίες και να
αναλάβει τη διαφοροποίηση δραστηριοτήτων στην ψηφιακή εποχή». Και τα πιο πάνω είναι σημαντικά και δείχνουν προς
το μέλλον όπου σημαντικό μέρος των δραστηριοτήτων των δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών
οργανισμών θα διεξάγεται διαδικτυακά (online).
Μια παράλληλη σημαντική παράμετρος
που πρέπει, επιπρόσθετα, να ληφθεί υπόψη
στη διαδικασία αναθεώρησης του ρόλου και της αποστολής της δημόσιας
ραδιοτηλεόρασης στον τόπο μας είναι η Ευρωπαϊκή πολιτική για τη δημόσια
ραδιοτηλεόραση, όπως αυτή καθορίζεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Commission.
Συγκεκριμένα κρίνεται καίριας
σημασίας η αξιολόγηση στην οποία προέβη το Νοέμβριο 2011 η Επιτροπή Πολιτισμού
(CULT Committee) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την πορεία
εφαρμογής της πολιτικής για τη δημόσια ραδιοτηλεόρασης, όπως αυτή καθορίζεται
στο Ψήφισμα του ΕΚ του Νοεμβρίου 2010 με τίτλο «Δημόσια Ραδιοτηλεόραση ως μέρος
του διττού ραδιοτηλεοπτικού τοπίου».
Σύμφωνα με την αξιολόγηση αυτή,
μεταξύ άλλων, «υπενθυμίζεται στα κράτη μέλη η
δέσμευσή τους με τα πρότυπα (του Συμβουλίου της Ευρώπης για την ανεξαρτησία της
των οργανισμών ραδιοτηλεόρασης), και συνιστάται όπως αυτά παρέχουν κατάλληλη,
αναλογική και σταθερή χρηματοδότηση των οργανισμών δημόσιας ραδιοτηλεόρασης,
έτσι ώστε να μπορέσουν να εκπληρώσουν την αποστολή τους, να εγγυώνται την πολιτική και οικονομική
ανεξαρτησία τους και να συμβάλλουν σε
μια περιεκτική πληροφόρηση και την κοινωνία της γνώσης. Στο πλαίσιο αυτό, η
Επιτροπή του Κοινοβουλίου καλεί την Commission να ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να ανταλλάσσουν βέλτιστες πρακτικές σε διάφορα
επίπεδα.
Πιο σημαντικά, η Επιτροπή καλεί τα
κράτη μέλη της ΕΕ και την Commission να δώσουν στο Ευρωπαϊκό Οπτικοακουστικό
Παρατηρητήριο υλικό για τη συλλογή στοιχείων και τη διεξαγωγή έρευνας σχετικά
με την εφαρμογή των κανόνων σχετικά με την οικονομική και πολιτική ανεξαρτησία
των δημόσιων μέσων αδυνατούν να εκπληρώσουν αυτές τις δεσμεύσεις».
Συνεπώς, στην περίπτωση της Κύπρου,
θα πρέπει να γίνουν οι αναγκαίες αλλαγές στο νομορυθμιστικό πλαίσιο, που διέπει
το ΡΙΚ, έτσι που από τη μια να παρέχεται στον οργανισμό δημόσιας
ραδιοτηλεόρασης η αναγκαία χρηματοδότηση
για να εκπληρώνει την αποστολή του -
με παράλληλη επιδίωξη την εκλογικευμένη
μείωση των λειτουργικών της εξόδων - ενώ από την άλλη να εφαρμοστούν πλήρως οι πρόνοιες νομικών εργαλείων του Συμβουλίου της
Ευρώπης (Σύσταση 10 του 1996, Σύσταση
καθώς και οι Συστάσεις του 2003,
του 2007 και η 2 του 2012) όπως περιγράφεται και στο ψήφισμα του ΕΚ.
Στα πιο πάνω νομικά εργαλεία
καθορίζονται πρότυπα, με την εφαρμογή των οποίων διασφαλίζεται
η πολιτική και οικονομική ανεξαρτησία των δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών έναντι κάθε εξουσίας, εκτελεστικής και
νομοθετικής, και, επιπρόσθετα περιγράφονται επακριβώς τα πρότυπα εταιρικής διακυβέρνησης
των δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών, μεταξύ άλλων, όσον αφορά τους
ρόλους που πρέπει να έχουν η διευθυντική
ομάδα και τα διοικητικά συμβούλιά τους, η διαφάνεια που διέπει τις
δραστηριότητες τους και η αξιοπιστία των προσφερόμενων υπηρεσιών που πρέπει οπωσδήποτε
να διαθέτει η δημόσια ραδιοτηλεόραση.
Σε σχέση με τα πιο πάνω υπενθυμίζεται
ιδιαίτερα ότι η Σύσταση 10 του 1996 της
Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, που είχε εκδοθεί μετά τις
σχετικές αποφάσεις της Υπουργικής Διάσκεψης για τα Μέσα που πραγματοποιήθηκε στην Πράγα το 1995, είχε ως στόχο να προωθήσει την
εγκαθίδρυση της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης
στις πρώην κομμουνιστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης σε αντικατάσταση της
κρατικής τηλεόρασης που διέθεταν μέχρι την πτώση του συστήματος.
Στην Κύπρο το σημερινό μοντέλο
δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, που προέρχεται από την αποικιακή περίοδο, διατηρεί
ακόμη σημαντικά στοιχεία κρατισμού τα
οποία, δυστυχώς, δεν αποβλήθηκαν πλήρως. Συνεπώς, θα πρέπει, με την ευκαιρία της αναθεώρησης του ρόλου και
της αποστολής του ΡΙΚ, η Κυπριακή
Πολιτεία να προχωρήσει, επιτέλους, και στην πλήρη εφαρμογή των προτύπων για την
ανεξαρτησία της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης και την εταιρική της διακυβέρνηση,
όπως αυτά περιγράφονται στα σχετικά νομικά εργαλεία του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Συμπεράσματα
Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε
ότι το ΡΙΚ, με την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ το 2004, προσαρμόστηκε με επιτυχία
στο εναρμονισμένο με το κοινοτικό κεκτημένο κυπριακό νομορυθμιστικό πλαίσιο
όσον αφορά τον έλεγχο περιοχομένου εκπομπής και τον καθορισμό της αποστολής της
δημόσιας ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας που προσφέρει το Ίδρυμα έναντι της κρατικής
χορηγίας που λαμβάνει από το κράτος.
Ταυτόχρονα διαφαίνεται η ύπαρξη
νομικών και διοικητικών κενών όσον αφορά εξαρτήσεις από την εκτελεστική και
νομοθετική εξουσία και το χαρακτήρα της εταιρικής διακυβέρνησης στο ΡΙΚ.
Η νέα πρόκληση, που τελευταία
προβάλλει, είναι η πρόσφατη οικονομική κρίση, που προβλέπεται να έχει
επιπτώσεις στο ΡΙΚ, ανάλογα με τις αλλαγές, που θα αποφασιστούν από τα
εμπλεκόμενα μέρη, όσον αφορά το ρόλο και την αποστολή του στα νέα οικονομικά
δεδομένα.
Στη διαδικασία αυτή πρέπει να ληφθεί
σοβαρά υπόψη από τους διαμορφωτές
πολιτικής η Ευρωπαϊκή πολιτική, που θεωρεί τη δημόσια ραδιοτηλεόραση ως πυλώνα
του διττού ραδιοτηλεοπτικού τοπίου και παράγοντα στήριξης του πλουραλισμού των
μέσων γενικότερα και που, συνεπώς, χρειάζεται την ανάλογη οικονομική στήριξη
από το κράτος για να διατηρήσει μια σημαντική παρουσία στο τοπίο των μέσων.
Επιπλέον, εκκρεμεί εδώ και πολλές δεκαετίες η πλήρης
μετάβαση του ΡΙΚ από το υφιστάμενο ξεπερασμένο μοντέλο εταιρικής διακυβέρνησης,
που περιέχει ακόμη σημαντικά στοιχεία κρατισμού, στο μοντέλο δημόσιας
ραδιοτηλεόρασης σύμφωνα με τα Ευρωπαϊκά πρότυπα, όπως καθορίζονται στα νομικά
εργαλεία του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών με άλλα
κράτη μέλη της ΕΕ, όπως εισηγείται το σχετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου, θα αποβεί πολύ βοηθητική.
Τέλος, για την επίτευξη ενός από
τους κύριους στόχους ενόψει οικονομικής
κρίσης - της μείωσης του λειτουργικού
κόστους του ΡΙΚ - αυτός θα πρέπει να
αναζητηθεί όχι σε δραστικές αλλαγές στο ρόλο και την αποστολή του Ιδρύματος,
που ήδη είναι εν πολλοίς συμβατός με τα
Ευρωπαϊκά πρότυπα, αλλά σε μελετημένες δομικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας
του ΡΙΚ, που θα διασφαλίζει την πλέον
κοστοστεφή αξιοποίηση του ανθρώπινου και τεχνικού δυναμικού που διαθέτει ή
μπορεί να χρησιμοποιήσει με την χρήση και βέλτιστων πρακτικών που ακολουθούνται
από ραδιοτηλεοράσεις προηγμένων κρατών μελών της ΕΕ.
Ανδρέας Χριστοδούλου
Επικοινωνιολόγος-Ειδικός
για τα Μέσα
No comments:
Post a Comment