Της Eλένης Αρτεμίου-Φωτιάδου
Πέρασαν κάποιοι μήνες μαρτυρικής αναμονής με κανέναν απ’ τους δυο τους
να μην τολμά ξεκάθαρα να εκφράσει την προσδοκία του. Κι ένα πρωί, σαν χτύπησε
το κινητό του κι άκουσε στην άλλη άκρη της γραμμής το χαρμόσυνο νέο, μόνο που
δεν τραγούδησε από τη χαρά του. Υπήρχε ένα παιδί, ένα αγόρι τριών χρόνων, που
περίμενε την αγάπη μιας οικογένειας. Οι γονείς του είχαν σκοτωθεί σε τροχαίο,
άλλα αδέρφια δεν είχε. Μόνο που… «Μόνο που… τι;» αναρωτήθηκε κι ένα μικρό φίδι άρχισε
να δαγκώνει ύπουλα τον ενθουσιασμό του. «Θα δείτε…», μίλησε αινιγματικά η
Κοινωνική Λειτουργός και βιάστηκε να κλείσει το τηλέφωνο προτού δεχτεί άλλες
ερωτήσεις.
Το
αγόρι καθόταν μόνο του επάνω σε ένα κόκκινο χαλί και ήταν τεράστια η αντίθεση
ανάμεσα στο χλομό του πρόσωπο και το έντονο χρώμα γύρω του. Έπαιζε με κάποια πλαστικά παιχνίδια και ήταν
τόσο απορροφημένο από το παιχνίδι του, που άργησε να αντιληφθεί την παρουσία
τους. «Άγγελε, ο κύριος και η κυρία θα ήθελαν να μιλήσουν λίγο μαζί σου», είπε
συστήνοντάς τους η Κοινωνική Λειτουργός. Μόνο τότε το αγόρι άφησε τα παιχνίδια
του, γύρισε, τους κοίταξε.
Είχε τέτοια θλίψη εκείνο το βλέμμα, που θα μπορούσε
με την έντασή της να λυγίσει και την πιο σκληρή καρδιά. Ύστερα το παιδί
σηκώθηκε, στάθηκε απέναντί τους, έκανε δυο βήματα προς το μέρος τους. Αργά, με
δυσκολία. Έσερνε λίγο το αριστερό του πόδι. « Απ’ το τροχαίο», διευκρίνισε η
Κοινωνική Λειτουργός και διερεύνησε την αντίδρασή τους.
Η γυναίκα του δάκρυσε,
εκείνος στύλωσε τα μάτια στο αγόρι που
τον πλησίαζε με τα πληγωμένα του βήματα. Κι ήτανε λες και ένας Άγγελος εξ
ουρανού να γύρευε, να χωρέσει στη γήινη ανάγκη τους. Τα βλέμματα τους
αντάμωσαν. Ύστερα έγιναν και οι τρεις
μια αγκαλιά, αφήνοντας απ΄έξω την κρίση αυτών που δεν μπορούσαν να αγαπήσουν
τόσο πολύ!
Eλένη Αρτεμίου-Φωτιάδου
No comments:
Post a Comment