Monday, March 7, 2016

Με το φακό των λέξεων

Ελένης Αρτεμίου Φωτιάδου 
Την κοίταζε και πάλι με μάτια θολά, κόκκινα από θυμό που δεν μπορούσε να ελέγξει. Και το στόμα του άνοιγε μπροστά της σαν θεόρατη σπηλιά που απειλούσε να την καταβροχθίσει, να την κάνει μια τόση δα κουκκίδα ασημαντότητας και να την εξαφανίσει. Κι αυτή, γυναίκα καριέρας, χρόνια στην εταιρεία, με πτυχία, γνώσεις, εμπειρία, με επιτυχίες στο διαφημιστικό τμήμα, που κανείς δεν θα μπορούσε να αγνοήσει ή να διαγράψει, ένιωθε τώρα ένα μικρό μηδενικό να τη σκεπάζει, καθώς τα λόγια του άγαρμπα, εγωιστικά, εκτινάσσονταν σαν δηλητήριο φιδιού από την έπαρσή του και έπεφταν κατευθείαν στα τελευταία ίχνη της αξιοπρέπειάς της. 

Είχε βρει, λέει, προχειρότητα στο νέο σχέδιο που του είχε καταθέσει. Ένα σχέδιο το οποίο δούλευε εντατικά με την ομάδα της τους τελευταίους τρεις μήνες. Που είχε περάσει από την κρίση τόσων ειδικών στο θέμα της διαφήμισης. Και από τα νέα ακόμα παιδιά, που είχαν πρόσφατα στελεχώσει το Τμήμα και είχαν έρθει με φρέσκιες ιδέες και ενθουσιασμό. Κι αυτός το απέρριπτε ασυζητητί με το πρόσχημα της… προχειρότητας. Θα κατανοούσε ίσως κάποιες απόψεις του περί πρωτοτυπίας. 


Κάποιες επιφυλάξεις του για το έντονο ίσως πρωτοποριακό στοιχείο της όλης ιδέας. Όταν κανείς ξεφεύγει τόσο πολύ από τα συνήθη πλαίσια, ελλοχεύει πάντα και ο κίνδυνος της πλήρους αποτυχίας. Μα υπαρκτή είναι και η προοπτική της πλήρους επιτυχίας. Όλα ρευστά και ενδεχόμενα. Απλώς, αν είσαι έτοιμος, αναλαμβάνεις το ρίσκο. Κι αυτός προφανώς δεν ήταν.

Και γιατί άλλωστε να είναι; Η ζωή του υπήρξε πάντοτε μια πλατιά λεωφόρος. Ποτέ δεν αγκομάχησε, ποτέ δεν του στέρησαν τα όπλα να κερδίσει όλες τις μάχες του. Μόνο οι άλλοι έστεκαν ανυπεράσπιστοι μπροστά του κι αυτός περνούσε και μάζευε αιχμαλώτους. Ύστερα τους κρατούσε δέσμιους μέσα στην ύπαρξή του, γονείς, αδέρφια, φίλους, σχέσεις, έτσι που όλοι να προσκυνάνε κάθε μέρα τον εγωισμό του και να καταθέτουν εμπρός του ό,τι ακριβότερο και πολυτιμότερο είχαν. Την ψυχή τους.

Τα μάτια του εξακολουθούσαν να την καρφώνουν, όμοια με λιοντάρι που ζυγιάζει την αντίσταση του θύματός του προτού επιτεθεί. Και τότε, σαν στιγμιαία έκλαμψη, έπιασε στο κοίταγμά του εκείνο το βλέμμα του σαρκοβόρου αρσενικού, που ορέγεται καινούρια λεία, τρυφερή, που τη μετράει με την πείρα του άντρα κυνηγού και ανάλογα εκστρατεύει εναντίον της με τα ανάλογα μέσα για την πτώση ή την παράδοσή της. Ναι, δεν τη γελούσε το ένστικτό της. 

Είχε απέναντί της έναν άντρα που εκδικητικά μείωνε μια γυναίκα που δεν τολμούσε να πλησιάσει από το φόβο της απόρριψης. Ποτέ δεν θα του επέτρεπε κάτι τέτοιο ο παχύσαρκος εγωισμός του. Ποτέ δεν θα της έδινε το ελάχιστο έστω περιθώριο να νιώσει ανώτερή του. Γι΄αυτό προτιμούσε να κρύβει την επιθυμία του πίσω από αναίτιες προσβολές, αψυχολόγητες επιθέσεις, θαρρώντας πως έτσι έπαιρνε την εκδίκησή του για το ανεκπλήρωτο που έτρεχε ηδονικά στο κορμί της. Άφησε μέσα της να χαρακτεί ένα μειδίαμα ικανοποίησης, ακριβώς πάνω από το σημείο που είχε πέσει το τελευταίο του ράπισμα. 

Ύστερα όρθωσε το λυγερό κορμί της, τίναξε δήθεν ανέμελα προς τα πίσω τα μαλλιά, αφήνοντας την υπέροχη ξανθή χαίτη να σκορπίσει στον χώρο την ομορφιά και το άρωμά της, στύλωσε το πράσινο, καθάριο βλέμμα της μέσα στην έλλειψή του και σάλπισε υποχώρηση με σταθερά βήματα από μια ένδοξη νίκη της. 
Ελένη Αρτεμίου Φωτιάδου

No comments: