-Πόσο ενδιαφέρει την Τουρκία η ευρωπαϊκή της πορεία;
Αυτήν
την στιγμή, η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας δεν αποτελεί προτεραιότητα, της
κυβέρνησης Νταβούτογλου και κατά τούτο συμφωνούν και οι προθέσεις της Ε.Ε.
Βεβαίως και η Άγκυρα έχει προβλήματα στη σχέση της με την Ε.Ε. και τη Δύση
γενικότερα, αλλά αυτό προϋποθέτει μια Τουρκία που ενδιαφέρεται γι αυτές τις
σχέσεις. Και μέχρι πρόσφατα τουλάχιστον, από το 2007 μέχρι πολύ πρόσφατα, η
Τουρκία εμφανιζόταν να μην έχει ουσιαστικό ενδιαφέρον για την ευρωπαϊκή της
πορεία, γιατί θεωρούσε ότι μόνη της, τα πάει καλύτερα. Η προσφυγική κρίση
προσέφερε ένα νέο πλαίσιο συνεργασίας, με την Τουρκία, ωστόσο, να εμφανίζεται
ως σημαντικός εταίρος και όχι εν δυνάμει μέλος.
-Εάν δεν λυθεί το
Κυπριακό τους επόμενους μήνες, βλέπετε να ανοίγουν Κεφάλαια της Τουρκίας;
Το
θεωρώ δύσκολο. Σημασία έχει βεβαίως αν δεν λυθεί το Κυπριακό, το πώς θα γίνει ο
καταλογισμός των ευθυνών προς τούτο. Το Κυπριακό έχει σταματήσει να παράγει
στην Τουρκία πίεση και προβλήματα. Ειδικά μετά το 2004, μετά το δημοψήφισμα,
ένα μέρος της διεθνούς κοινής γνώμης θεώρησε ότι η Τουρκία εν μέρει απαλλάχθηκε
από την ευθύνη της, για την απουσία λύσης του Κυπριακού.
-Πώς εκτιμάτε ότι θα
κινηθεί η Τουρκία, το επόμενο διάστημα, σε σχέση με το Κυπριακό;
Υπάρχει
μια σημαντική ευκαιρία τους προσεχείς μήνες, καθώς η Τουρκία ενδιαφέρεται για
μια διπλωματική επιτυχία μετά από τα σοβαρά προβλήματα που ανέκυψαν στην
πολιτική της στην Συρία και το Ιράκ. Είναι αδύνατον να προβλέψει κανείς την
εξέλιξη των διαπραγματεύσεων, ωστόσο οι συνθήκες είναι οι ευνοϊκότερες των
τελευταίων ετών. Και το να κάνουν οι Ελληνοκύπριοι αυτό που η διεθνής κοινότητα
–Ε.Ε., Η.Ε. και άλλοι- προσδοκούν, είναι κάτι που ούτως ή άλλως αποφέρει οφέλη.
Δηλαδή, ακόμη και εάν η Τουρκία υπαναχωρήσει και φανεί ότι δεν ενδιαφέρεται για
τη λύση του Κυπριακού, οι Ελληνοκύπριοι θα έχουν ανακτήσει ένα πολύ μεγάλο
μέρος του πολιτικού κεφαλαίου που έχασαν από το 2004 και μετά.
-Ο Ταγίπ Ερντογάν ακόμα
δεν μίλησε σε σχέση με το Κυπριακό. Γιατί δεν μιλά ο Τούρκος Πρόεδρος;
Από
την ώρα που ο Στρατός κατανικάται από τον κ. Ερντογάν και πλέον δεν υπάρχουν
θεσμικά αντίβαρα στη χώρα για αποτροπή της συγκέντρωσης εξουσίας στα χέρια του
σημερινού Τούρκου Προέδρου, η κατάσταση μεταβάλλεται με την έννοια ότι ο Ταγίπ
Ερντογάν βρίσκεται στο κέντρο ενός συστήματος εξουσίας, το οποίο γίνεται πιο
αυταρχικό. Ο αυξανόμενος αυταρχισμός της σημερινής εξουσίας, όμως, μπορεί να
έχει και μια θετική πτυχή. Δηλαδή, εάν ο κ. Ερντογάν πεισθεί για τη λύση του
Κυπριακού, δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να τον σταματήσει. Είναι τόσο
ισχυρός εσωτερικά, που μπορεί να περάσει οποιαδήποτε λύση του Κυπριακού.
-Πολλοί Ελληνοκύπριοι
βλέπουν τη λύση του Κυπριακού σήμερα, να έχει ένα τεράστιο ρίσκο…
Και
το ρίσκο του στάτους κβο είναι επίσης πολύ μεγάλο. Τα κατεχόμενα εκτουρκίζονται
συνεχώς και οι κοσμικοί Τουρκοκύπριοι ίσως να θελήσουν να περάσουν στα ελεύθερα
μέρη της Κύπρου. Δηλαδή, ναι, κάθε αλλαγή εμπεριέχει και ένα ρίσκο, αλλά και το
στάτους κβο έχει ρίσκο. Αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε, γιατί η εικόνα δεν θα
συνεχίσει να είναι η ίδια, η κατάσταση δεν θα παγώσει στη σημερινή
πραγματικότητα. Εάν η δυναμική της λύσης του Κυπριακού αποδυναμωθεί, μπορεί τα
κατεχόμενα να μετατραπούν σε κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που ξέρουμε
σήμερα. Και αυτό ακριβώς ανησυχεί και τους Τουρκοκύπριους, να μην απορροφηθούν
από την Τουρκία κλπ. Γι αυτό πιστεύω ότι τώρα είναι μια μεγάλη ευκαιρία για
επίτευξη μιας συμφωνίας στο Κυπριακό.
-Ο ενεργειακός πλούτος
της ανατολικής Μεσογείου, πως επενεργεί πάνω στις προθέσεις και τους
σχεδιασμούς της Τουρκίας σε σχέση με την Κύπρο και το Κυπριακό;
Η
Τουρκία είναι η δεύτερη μεγαλύτερη αγορά φυσικού αερίου στην Ευρώπη, μετά τη
Γερμανία. Λογικό είναι να ενδιαφέρεται για το φυσικό αέριο της ανατολικής
Μεσογείου, ιδιαιτέρως δε μετά και την κρίση στις σχέσεις της με την Ρωσία. Η
ύπαρξη των κυπριακών υδρογονανθράκων μπορεί να αποτελέσει κίνητρο, ώστε η
Τουρκία να συναινέσει σε μια συμβιβαστική λύση, καθώς και σημαντικό εργαλείο
για την οικοδόμηση σχέσεων αμοιβαίως επωφελούς οικονομικής συνεργασίας και
αλληλεξάρτησης.
Ο Δρ. Ιωάννης Ν. Γρηγοριάδης είναι Επίκουρος Καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του του Πανεπιστημίου Μπίλκεντ και Ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Νομικής της Σχολής Νομικών, Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου διεθνών σχέσεων (Master of International Affairs) και πιστοποιητικού εξειδικεύσεως στις μεσανατολικές σπουδές (Advanced Certificate of Middle East Studies) από το School of International & Public Affairs (SIPA), Columbia University.
Το 2005 ολοκλήρωσε με επιτυχία την διδακτορική του διατριβή στις πολιτικές επιστήμες στο School of Oriental and African Studies (SOAS), University of London. Έχει εργασθεί ως επιστημονικός συνεργάτης στα πανεπιστήμια Columbia και Οξφόρδης. Μεταξύ 2004 και 2009 δίδαξε στα πανεπιστήμια Sabanci, Isik και το Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Ομιλεί άπταιστα Ελληνικά, Αγγλικά, Γερμανικά και Τουρκικά, πολύ καλά Ρωσικά και Γαλλικά και καλά Αραβικά και Ιταλικά. Οι πρόσφατες δημοσιεύσεις του περιλαμβάνουν: Trials of Europeanization: Turkish Political Culture and the European Union, (London & New York: Palgrave Macmillan, 2009), “Islam and Democratization in Turkey: Secularism and Trust in a Divided Society”, Democratization, Vol. 16, No. 6, December 2009, pp. 1194-1213 and “The Orthodox Church and Greek-Turkish Relations: Religion as Source of Rivalry or Conciliation?” in Jeffrey Haynes (ed.), Religion and Politics in Europe, the Middle East and North Africa (London: Routledge, 2009), pp. 51-70. Μπορείτε να βρείτε πολλά από τα άρθρα του στο προσωπικό του blog.
No comments:
Post a Comment