Tuesday, December 17, 2013

ΡΙΚ «60 Χρόνια Δημόσιας Ραδιοφωνίας - Ιστορία, Προσφορά, Προσδοκίες για το Μέλλον»

Ας ληφθεί υπόψη η εμπειρία της ΕΡΤ
Της Σοφίας Ιορδανίδου
Για να εξετάσω ένα τόσο σημαντικό ζήτημα, νοιώθω ότι είναι απαραίτητο να μας τοποθετήσω αρχικά στο μεγάλο, παγκοσμιοποιημένο σκηνικό. Αβίαστα και με αυτόπτη μάρτυρα την Ιστορία, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι ζούμε μια εποχή επάλληλων κρίσεων: η οικονομική και κοινωνική κρίση στην Κύπρο και την Ελλάδα εγγράφεται σε μια ευρύτερη κρίση που καλύπτει όλη τη νότια Ευρώπη και αυτή σε μια πολύ μεγαλύτερη που πλήττει τις αναδυόμενες οικονομίες και γενικότερα την καπιταλιστική περιφέρεια. Όσο οι ελέγχοντες τις αγορές και το χρηματοπιστωτικό σύστημα αρνούνται την ενδοσκόπηση, η εικόνα που θα συνεχίζει να πείθει εύκολα είναι μία: «για όλα φταίει η κακή διαχείριση των τοπικών παραγόντων και κοινωνιών των μικρών κρατών του Νότου». Χωρίς αυτό να αποκλείει την ανάγκη ανάληψης όποιων ευθυνών έχουμε οι μικρές κοινωνίες του Νότου,  δεν είναι παραγωγικό και εποικοδομητικό για την ιδιότητά μας ως πολίτες και όχι ως ιδιώτες – idiots, να παρακάμπτουμε (ωσάν να μην υπάρχει) τη στρεβλή πορεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, δηλαδή του κεφαλαίου, που ελέγχει και καθοδηγεί αυτήν τη στιγμή την πολιτική, άρα και τις κοινωνίες. Αδιαφορώντας φυσικά και παρακάμπτοντας τη βασική παραδοχή ότι οι κοινωνίες βελτιώνονται και ευημερούν μόνον όταν καθοδηγούνται από τις δυνάμεις της πολιτικής και ποτέ των αγορών και του κεφαλαίου.

Σ’ αυτό το ευρύτερο πλαίσιο ανάλυσης και μόνο θα τολμούσα να τοποθετηθώ και για το ρόλο της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης. Η κρίση στη δημόσια ραδιοτηλεόραση στην Ελλάδα και στην Κύπρο είναι αντίστοιχη, εγγράφεται και αυτή σε μια ευρύτερη κρίση που έχει σχέση με την υπερσυγκέντρωση των Μέσων Ενημέρωσης στα χέρια λίγων πανίσχυρων επιχειρηματικών κολοσσών. Γι’ αυτούς, η ενημέρωση είναι ένας μόνο τομέας εταιρικής δράσης και σίγουρα, όχι ο σημαντικότερος. Ενώ και αυτή η ίδια η κρίση στα Μέσα είναι μέρος και συνέπεια μιας ευρύτερης αλλαγής παραδείγματος που συμβαίνει, και που είναι συνέπεια της υιοθέτησης των νέων τεχνολογιών. Μέσα από την συγκεκριμένη αλλαγή, τίθεται σε αμφισβήτηση και η παραδοσιακή δομή των Μέσων Ενημέρωσης, αλλά και των σχέσεών τους με το κοινό τους. Πιστεύω μας είναι ολοφάνερο ότι κανένα Μέσο ιδιωτικό δεν είναι σε θέση να «γλιστρήσει» τελικά απ’ αυτήν την κρίση, πολλώ δε μάλλον η όποια δημόσια ραδιοτηλεόραση. 

Το ερώτημα που έχει τεθεί, εδώ και πολύ καιρό, σε ό,τι αφορά τα Μέσα Ενημέρωσης και ειδικά την ραδιοτηλεόραση, έχει να κάνει με το ποιος αποφασίζει τι θα προβληθεί και τι όχι. Και τονίζω ότι στέκομαι στην ραδιοτηλεόραση γιατί στα έντυπα που και αυτά, έτσι κι αλλιώς φθίνουν, τα πράγματα είναι ελαφρώς διαφορετικά. Στην περίπτωση των ιδιωτικών ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών, ο κάποιος αυτός είναι η ιδιοκτησία. Στις χώρες λοιπόν, όπου η ιδιοκτησία είναι συγκεντρωμένη στα χέρια λίγων ατόμων ή μιας οικογένειας, η οποία έχει σχέσεις εξάρτησης και διαπλοκής με την πολιτική ή και την επιχειρηματική ελίτ της χώρας, το ζήτημα είναι ιδιαίτερα έντονο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχει ζήτημα και στα Μέσα ενημέρωσης με λιγότερο συγκεντρωτική ιδιοκτησιακή δομή.

Στην Ελλάδα, η ιδιωτική τηλεόραση δημιουργήθηκε και οι πρώτες άδειες παραχωρήθηκαν, κατά τη διάρκεια της οικουμενικής του 1989-1990, όταν το παιχνίδι μοιραζόταν διακομματικά και με πλήρη αδιαφάνεια. Ακόμη και σήμερα, 25 σχεδόν χρόνια μετά, ισχύει το ίδιο καθεστώς. Οι άδειες υπάρχουν και δεν υπάρχουν. Αυτό όμως είναι ένα άλλο μεγάλο θέμα. Τα περισσότερα κανάλια της Κύπρου είναι θυγατρικές ή αδελφές εταιρείες των ελληνικών. Τι σημαίνει αυτό; Μεγάλο μέρος της νοοτροπίας και των πρακτικών στο νησί μεταφέρθηκε από την Ελλάδα, όπου ήδη ήταν στραβό το κλίμα... και αυτό συνέβη και σε άλλους τομείς, όπως είναι τα πανεπιστήμια, περιβάλλον που το βιώνω έντονα τα τελευταία τρία χρόνια.

Στην περίπτωση της δημόσιας ραδιοφωνίας και της δημόσιας τηλεόρασης, το ζήτημα τίθεται με τους ίδιους όρους, αλλά συχνά με πολύ πιο ισχυρή κεντρική παρέμβαση. Στις λιγότερο ανεπτυγμένες θεσμικά χώρες, στις οποίες ανήκουν κράτη τόσο του ευρωπαϊκού νότου, όσο και της ευρωπαϊκής ανατολής, η κρατική, που στην πραγματικότητα είναι κυβερνητική - αλλά όχι πάντα - η κρατική λοιπόν παρέμβαση είναι καταλυτική. Και στέκομαι ιδιαίτερα σ’ αυτό το σημείο για να βεβαιωθώ ότι αντιλαμβανόμαστε όλοι το ίδιο πράγμα. Όταν λέμε δημόσια ραδιοτηλεόραση, αντιλαμβανόμαστε όλοι ένα κοινό αγαθό, δηλαδή,  στην υπηρεσία όλων των πολιτών, ενώ όταν λέμε κρατική ραδιοτηλεόραση, στην πραγματικότητα εννοούμε  κυβερνητική τηλεόραση και ραδιόφωνο. 

Το παράδειγμα της Ελλάδας είναι χαρακτηριστικό, αλλά κατ’ ουδένα τρόπο μοναδικό: το ραδιόφωνο γεννήθηκε επί δικτατορίας της 4ης Αυγούστου και η τηλεόραση ουσιαστικά την εποχή της δικτατορίας της 21ης Απριλίου. Οι συνθήκες αυτές καθόρισαν το ήθος, τη λογική, αλλά και τα περιθώρια ελευθερίας των Μέσων Ενημέρωσης. 

Μετά την αποκατάσταση των όποιων συνταγματικών θεσμών, οι κυβερνήσεις άσκησαν ασφυκτικό  έλεγχο σε σειρά θεμάτων: από το ποιος διορίζεται σε ποια θέση, μέχρι το ποιο πρόγραμμα θα παιχτεί ποια μέρα. Στο μεταξύ, ειδικά μετά τη Μεταπολίτευση, οι επικεφαλής των δημόσιων Μέσων Ενημέρωσης, κομματικά πάντοτε διορισμένοι και οι συνδικαλιστές με άμεσες κομματικές σχέσεις και εξαρτήσεις, συνδημιούργησαν ένα πλέγμα διαδικασιών, κεκτημένων και περιορισμών, τέτοιο, που είχε σαν αποτέλεσμα να μπλοκάρεται όποια εκπομπή ή δραστηριότητα δεν τύχαινε να έχει την έγκριση είτε της μιας γραφειοκρατίας είτε της άλλης. Γνωστή σε όλους πια η περιγραφή!!!

Η κρίση στην ΕΡΤ, κρίση που τελικά δημιούργησε περισσότερα προβλήματα από αυτά που υποτίθεται ότι προσπάθησε να λύσει, ανέδειξε όλες αυτές τις στρεβλώσεις, τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις, τον ασφυκτικό κλοιό ελέγχου που ασκούσαν στη δημόσια ραδιοτηλεόραση οι επάλληλες ελίτ, κρατικές, κομματικές, συνδικαλιστικές, μαζί με τα προσωπικά φέουδα και τις απαιτήσεις κάποιων ευνοημένων σταρ.

Η τελική λύση είχε τα εξής εξαιρετικά αποτελέσματα:
1.                   οδήγησε στην απόλυση 2600 ατόμων και την αποζημίωσή τους
2.                  ενώ είχε εξαγγελθεί η επαναπρόσληψη σχεδόν του συνόλου των εργαζομένων, 2.000 δηλαδή περίπου, αφού πολλοί έβγαιναν στη σύνταξη, μόνο οι 500 από αυτούς εντάχθηκαν τελικά στο μεταβατικό φορέα με σύμβαση ορισμένου χρόνου και κάποιες φορές με αδιαφάνεια. Οι υπόλοιποι, επιτυχόντες στη μοριοδότηση ακόμα περιμένουν.
3.                  δημιουργήθηκε νέο υφυπουργείο με απαιτητική στελέχωση και γενναίο προϋπολογισμό
4.                  σχεδιάστηκαν νέες διαδικασίες δημιουργίας νέου μόνιμου φορέα με αδιαφανείς διαδικασίες και
5.                  επαναπρόσληψη εκείνων που απολύθηκαν και όχι προσωπικού προσαρμοσμένου στις ανάγκες της αγοράς. Τέλος,
6.                  η Ελλάδα εκτέθηκε δημόσια στις αποφάσεις της EBU που καταδικάζουν ως παράνομη τη συγκεκριμένη διαδικασία στη χώρα μας. 
 
Να δούμε, όμως και την άλλη πλευρά; Για ποιον λόγο δηλαδή, ισχυριστήκαμε στην Ελλάδα ότι έγινε όλη αυτή η ανακατωσούρα; Είπαμε ότι ήταν απαίτηση της Τρόϊκα και το κάναμε για να τους ικανοποιήσουμε.  Και ήρθε λοιπόν σήμερα η Τρόϊκα και φαίνεται ότι καθόλου καλά δεν το εισέπραξε όλο αυτό το περίπλοκο κουβάρι: γιατί τελικά
1.                   το κόστος πολύ μεγαλύτερο από το προϋπολογιζόμενο
2.                  η απελευθέρωση πολύ μικρότερη από την ζητούμενη και
3.                  η αδιαφάνεια εξ ίσου μεγάλη με την προηγούμενη.

Εξ αυτού και μόνο, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι η διαδικασία δεν έγινε τελικά για να εξευμενιστούν οι δανειστές, αλλά για να διασφαλιστεί ο ακόμα στενότερος έλεγχος του υπό διαμόρφωση και ήδη πολύ καθυστερημένου νέου ραδιοτηλεοπτικού φορέα. Δρόμο που ακολούθησε πιστά και ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτωρ Ορμπάν.  

 Ίσως να φταίνε όντως, τα λάθη του παρελθόντος και η διαπλοκή των κρατικών, κομματικών, συνδικαλιστικών ελίτ, μαζί με τα προσωπικά φέουδα και τις απαιτήσεις των ευνοημένων σταρ. Ίσως να φταίει η ολοένα και μεγαλύτερη εξάρτηση από το τραπεζικό σύστημα και την άμεση διαπλοκή του με την πολιτική και το κεφάλαιο. Ίσως σήμερα, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, η ανασφάλεια και οι αστοχίες, τα λάθη του περιφερειακού καπιταλισμού να απαιτούν και να επιβάλλουν πλήρη έλεγχο των Μέσων, είτε αυτά είναι δημόσια είτε είναι ιδιωτικά. Ίσως να υπάρχουν κι αλλού εξηγήσεις. Ένα είναι σίγουρο πάντως. 

Ο ρόλος της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης δεν θα είναι ποτέ ο ίδιος με τον χθεσινό κι εμείς, ως πολίτες, παρακολουθούμε την έντονη μεταβολή του τοπίου. Η Κυπριακή Δημοκρατία όμως δεν είναι θεατής, η Κυπριακή Δημοκρατία, δίπλα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, συνδιαμορφώνει τις εξελίξεις και στο τοπίο των Μέσων, παραδοσιακών και νέων. Θα ήταν σοφό λοιπόν εκ μέρους της να σκεφτεί διπλά. 

Αν η Κυπριακή Δημοκρατία προτίθεται να προχωρήσει προς την ίδια κατεύθυνση με την Ελλάδα, θα έχει να λάβει σοβαρά υπόψιν της δύο παράγοντες:
1.                   Στην Κύπρο, η κοινωνία είναι πολλαπλά μικρότερη και
2.                  Τα διαθέσιμα κεφάλαια είναι σημαντικά πενιχρότερα.

Τελειώνοντας, θέλω να παρατηρήσω ότι οι κοινωνίες των πολιτών σήμερα ζουν σε καθεστώς βίας, μιας πρωτόγονης βίας που οδηγεί στον αφανισμό. Η μόνη απάντηση στη βία είναι ο θεσμικός έλεγχος, δηλαδή, η πολιτική. Η πολιτική είναι η μόνη που μπορεί να καθοδηγήσει τις κοινωνίες, σε αντιπαράθεση με τις αγορές και το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Η μοναδική λύση για να αντιμετωπιστεί λοιπόν η βία είναι η επιστροφή στη γόνιμη και εποικοδομητική πολιτική. 
Σοφία Ιορδανίδου


www.siordanidou.gr


No comments: