Ο Μπακογιάννης ήταν ένας άνθρωπους που μιλούσε για αντι-δικτατορικό αγώνα και αν και δεξιός είχε προσπαθήσει για την Εθνική Συμφιλίωση και την επούλωση των πληγών του Εμφυλίου και του Διχασμού. Η δολοφονία του, λοιπόν, προκάλεσε έκπληξη, ακόμη και στους όποιους υποστηρικτές της 17 Νοέμβρη, καθώς εθεωρείτο ένας άνθρωπος με σύνεση, δημοκράτης και ενωτικός.
«Αποφασίσαμε λοιπόν να εκτελέσουμε τον απατεώνα και ληστή του λαού Μπακογιάννη. Ο κύριος αυτός είναι υπεύθυνος όχι μόνο γιατί έκλεψε τα πρώτα 60 εκατομμύρια του ιδρυτικού κεφαλαίου της Γραμμής αλλά και για τις εκατοντάδες εκατομμύρια που είτε έκλεψε μαζί με τον συνεργάτη του Κοσκωτά για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου Γραμμής, αλλά και για την αγορά μέσω της Γραμμής της Τράπεζας Κρήτης», σημειώνει απόσπασμα από τη 12σέλιδη προκήρυξη με ημερομηνία 18 Σεπτεμβρίου 1989 που εστάλη στην «Ελευθεροτυπία» στις 9 Οκτωβρίου 1989.
Την ημέρα της δολοφονίας του εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση η χρηματοδότηση του προγράμματος για την Ευρυτανία, που ο ίδιος είχε καταρτίσει.
Ο Μπακογιάννης κηδεύτηκε στο Καρπενήσι στις 29 Σεπτεμβρίου 1989, παρουσία πλήθους κόσμου, που φώναζε συνθήματα κατά της τρομοκρατίας.
Ο Παύλος Μπακογιάννης γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 1935 στο χωριό Βελωτά της Ευρυτανίας. Ήταν ο μεγαλύτερος γιος του παπα – Κώστα και της Ειρήνης Μπακογιάννη. Γυμνάσιο πήγε στο Θέρμο Τριχωνίδας, για ένα χρόνο στο Καρπενήσι (1950) και το τελείωσε στην Πάτρα στο Β’ Γυμνάσιο Πατρών. Σπούδασε Πολιτικές και Κοινωνικές Επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Συνέχισε τις σπουδές του στη Γερμανία, παίρνοντας πτυχίο Πολιτικής Οικονομίας και Πολιτικών Επιστημών των Πανεπιστημίων Μονάχου, Τύμπιγκεν και Κωνσταντίας (Konstanz), στο Πανεπιστήμιο της οποίας ανακηρύχθηκε κατόπιν Διδάκτωρ των Κοινωνικών Επιστημών. Δίδαξε Πολιτικές Επιστήμες και Δημοσιογραφία στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, ενώ από τα μέσα της δεκαετίας του ΄60 και για 10 περίπου χρόνια διηύθυνε το ελληνόφωνο πρόγραμμα της ραδιοφωνίας της Βαυαρίας.
Ηταν διευθυντής του ελληνικού προγράμματος της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας, όταν έγινε το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967. Από τη θέση αυτή αντιτάχθηκε στο δικτατορικό καθεστώς και έκανε εκπομπές με σχόλια και ειδήσεις που αναμεταδίδονταν και από την Deutsche Welle και πολύ γρήγορα έγιναν σημείο αναφοράς του αντιδικτατορικού αγώνα.
Στο Μόναχο γνώρισε τη Ντόρα Μητσοτάκη, κόρη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, η οποία σπούδαζε στο Πανεπιστήμιο της ίδιας πόλης και την οποία και παντρεύτηκε το 1974. Μαζί της απέκτησε δύο παιδιά, την Αλεξία και τον Κώστα.
Με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, το 1974 επέστρεψε στην Ελλάδα. Εργάσθηκε στην εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ» και το 1982 ανέλαβε εκδότης – διευθυντής του εβδομαδιαίου περιοδικού «ΕΝΑ» ως το Φεβρουάριο του 1985. Από το Νοέμβριο του 1985 μέχρι το Σεπτέμβριο του 1989 διετέλεσε πολιτικός σύμβουλος του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Κώστα Μητσοτάκη. Τον Ιούνιο του 1989 εκλέχθηκε βουλευτής της μονοεδρικής περιφέρειας Ευρυτανίας. Ακολούθησε η Κυβέρνηση Τζαννετάκη, στο σχηματισμό της οποίας έλαβε ενεργό ρόλο, ως διαπραγματευτής μεταξύ του κόμματός του και του Συνασπισμού.
Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την ανάπτυξη της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Ευρυτανίας. Το πρώτο του μάλιστα βιβλίο είχε τίτλο: «Η Ευρυτανία και οι οικονομικές της δυνατότητες» (Αθήνα, 1960). Κατήρτησε ολοκληρωμένο σχέδιο ανάπτυξης της περιοχής, το οποίο υπέβαλε στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ως πολιτικός θεωρούνταν ήπιος και συναινετικός. Θεωρούσε επιβεβλημένη την υπέρβαση των διαχωριστικών γραμμών, την επούλωση των πληγών του Εμφυλίου και του Διχασμού και την Εθνική Συμφιλίωση. Στα πλαίσια αυτής του της πεποίθησης εργάστηκε για την επιτυχία του πρωτοποριακού, για την εποχή, εγχειρήματος συγκυβέρνησης Αριστεράς και Δεξιάς. Για τους ίδιους λόγους ήταν εισηγητής, εκ μέρους της Ν.Δ., του νομοσχεδίου για την απάλειψη των συνεπειών του εμφυλίου πολέμου που υπερψηφίστηκε και έγινε Νόμος το καλοκαίρι του 1989.
Πηγή: Eurokinissi
Τα λόγια ενός Έλληνα πολιτικού, του Παύλου Μπακογιάννη (δολοφονήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 1989 από την τρομοκρατική οργάνωση 17 Νοέμβρη) που ήταν εν τέλει πιο μπροστά από την εποχή του:
«Παραποίηση, μονομέρεια, αποπροσανατολισμός του αναγνώστη, κιτρινισμός, λασπολογία, ακόμα και χυδαιότητα έχουν αντικαταστήσει τη δημοσιογραφική δεοντολογία… Ο Έλληνας είναι ο πιο κακοπληροφορημένος πολίτης, αλλά και δέκτης των πιο φανταστικών και αποκρουστικά αλλοιωμένων γεγονότων από τα μέσα πληροφόρησης και τα πολιτικά κόμματα, σε τέτοιο σημείο που να μην είναι πια σε θέση να εκτιμήσει σωστά τον κόσμο και αυτά που συμβαίνουν γύρω του. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης: Ο Έλληνας πολίτης δεν βρίσκεται μόνο σε αδυναμία να δώσει σωστές λύσεις και να κάνει ορθές αναλύσεις. Κάνει συνέχεια λάθη στην εκτίμηση των καταστάσεων, των προοπτικών και των αντιδράσεων. Του λείπει με δυο λόγια η αναγκαία υποδομή για να αποφασίζει». (1983)
Τα λόγια ενός Έλληνα πολιτικού, του Παύλου Μπακογιάννη (δολοφονήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 1989 από την τρομοκρατική οργάνωση 17 Νοέμβρη) που ήταν εν τέλει πιο μπροστά από την εποχή του:
«Παραποίηση, μονομέρεια, αποπροσανατολισμός του αναγνώστη, κιτρινισμός, λασπολογία, ακόμα και χυδαιότητα έχουν αντικαταστήσει τη δημοσιογραφική δεοντολογία… Ο Έλληνας είναι ο πιο κακοπληροφορημένος πολίτης, αλλά και δέκτης των πιο φανταστικών και αποκρουστικά αλλοιωμένων γεγονότων από τα μέσα πληροφόρησης και τα πολιτικά κόμματα, σε τέτοιο σημείο που να μην είναι πια σε θέση να εκτιμήσει σωστά τον κόσμο και αυτά που συμβαίνουν γύρω του. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης: Ο Έλληνας πολίτης δεν βρίσκεται μόνο σε αδυναμία να δώσει σωστές λύσεις και να κάνει ορθές αναλύσεις. Κάνει συνέχεια λάθη στην εκτίμηση των καταστάσεων, των προοπτικών και των αντιδράσεων. Του λείπει με δυο λόγια η αναγκαία υποδομή για να αποφασίζει». (1983)
No comments:
Post a Comment