«Τώρα που ο εκδότης του ‘Φιλελευθέρου’», γράφει ο Άριστος Μιχαηλίδης στη στήλη του στις 8ης Νοεμβρίου, «εξέδωσε και την Ιστορία της Κύπρου για παιδιά (μια από τις σημαντικότερες εκδόσεις που έγιναν ποτέ στην Κύπρο) (!) θα του προτείναμε να εκδώσει παράλληλα και την πολιτική ιστορία για παιδιά. Να την προσφέραμε στους ταγούς του τόπου ως απαραίτητο βοήθημα.»
Δεν είμαι σε θέση να υπολογίσω πόση
σοβαρότητα απέμεινε στον τόπο, γιατί η πρώτη εντύπωση που υπάρχει είναι ότι
κρύβεται. Κρύψε να περάσουμε. Αλλά ορμά αμέσως ακάθεκτο το ερώτημα: Μα τι σόι
«σοβαρότητα» είναι αν κρύβεται να περάσει ως «τζείθε μέρου»; Άρα, μάλλον, δεν
υπάρχει. Παρήγορο είναι μόνο το γεγονός ότι υπάρχει πρόθεση σοβαρότητας, η
οποία, πάλι, βλέπει κάθε προσπάθειά της να συντρίβεται και να κονιορτοποιείται
μέσα στο γενικό κλίμα τής «πανχρηματοποίησης» που κυριαρχεί.
Σπάνια τόση επιπολαιότητα και τόση
ανακρίβεια (ο χειρότερος εχθρός της σοβαρότητας) μαζεύεται σε μισή μόνο
παράγραφο, όπως αυτή του Α.Μ. που αναφέρω πιο πάνω. Μια, έστω, φευγαλέα ματιά
να έριχνε στη διπλανή του στήλη ο κ. Μιχαηλίδης, την καθημερινή και
τιτλοφορούμενη «Σαν Σήμερα» θ’
απέφευγε, ίσως, τα χειρότερα: Στις 8 Νοεμβρίου 1964, όπως γράφει εκεί ο
«ιστορικός» τού «Φ», η εφημερίδα εξέφραζε την ανακούφιση τού κυπριακού λαού για
το γεγονός ότι η πολιτική τής Σοβιετικής
Ένωσης παρέμενε φιλοκυπριακή,
παρά την επίσκεψη τού Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών στη σοβιετική πρωτεύουσα! Την
δε προηγουμένη, 7 Νοεμβρίου 1964, ο «Φ» έγραφε ότι οι ΗΠΑ είναι η «χειροτέρα εχθρά»
τής Κύπρου και πρόβαλλε τη δήλωση τού σοβιετικού πρέσβη στη Λευκωσία, Πάβελ
Γερμόσιν, ότι «την δικαίαν υπόθεσιν του
κυπριακού λαού υποστήριζε στερρώς η Σοβιετική Ένωσις.»
Η πραγματικότητα ήταν άλλη εντελώς από αυτήν που περιέγραφε και πουλούσε ο «Φ»: Σε λιγότερο από ένα μήνα (3 Δεκεμβρίου 1964) μάταια ο Υπ. Εξ. τής Κύπρου Σπύρος Κυπριανού προσπαθούσε να «εξηγήσει» στον Υπ. Εξ της Σοβιετικής Ένωσης Αλεξέι Γκρομύκο ότι είναι απαράδεκτο να μιλά για «δύο κοινότητες» στην Κύπρο.[1] Και στις 21 Ιανουαρίου 1965 ο Γκρομύκο μίλησε στην «Ιζβέστια» για «ομοσπονδιακή μορφή διακυβερνήσεως της Κύπρου», πράγμα που δεν είχε καμμίαν απολύτως σχέση με την «δικαίαν υπόθεσιν» τού κυπριακού λαού! Την είδηση, πάντως, αναμετέδωσαν όλες οι κυπριακές εφημερίδες, τού «Φ» συμπεριλαμβανομένου την επομένη 22.1.1965. Η Σοβιετική Ένωση υποστήριζε την ομοσπονδία και όχι τη δίκαιη υπόθεση τής Ένωσης, όπως διέδιδε ο Μακάριος και οι σύμμαχοί του (ΑΚΕΛ, «Φιλελεύθερος» κ.α.).
Ήδη ο Αμερικανός
πρέσβης στην Άγκυρα Ρέυμοντ Χέαρ, είχε ακούσει
κατάπληκτος τον Υπ. Εξ. τής Τουρκίας Φεριντούν Ερκίν, από τις 22 Αυγούστου 1964 (έγγραφο 363 secret, N.S.F., Vol. 13, Box
122, L.B.J.
Library), να του λέει ότι «τώρα πέφτει φως στην ελπίδα για ομοσπονδία»! Κι όταν ο Χέαρ ρώτησε μα
πώς τώρα γεννήθηκε στους Τούρκους η ιδέα τής ομοσπονδίας, ο Ερκίν απάντησε ότι… δεν επρόκειτο για αποτέλεσμα
συνομιλιών με τους Ρώσους!! «Αλλά κάτι
τέτοιο», τελειώνει την αναφορά του προς το Στέητ Ντιπάρτμεντ ο Χέαρ, «εγώ δεν είχα καθόλου υπαινιχθεί.»! Μόνος
του ο Υπ. Εξ. τής Τουρκίας πληροφορούσε τούς
Αμερικανούς που επεδίωκαν την Ένωση, ότι οι Τούρκοι είχαν την υποστήριξη τής ΕΣΣΔ να επιδιώκουν την ομοσπονδία.
Την επομένη, 23 Αυγούστου 1964, ο ίδιος
ο Υπ. Εξ. των ΗΠΑ Ντην Ρασκ πρόσφερε την
άνευ όρων Ένωση τής Κύπρου με την Ελλάδα (έγγραφο 479 secret, D.S.,
C.F., POL
27 CYP, N.A.R.A.), προσφορά την οποία η Ελλάδα δεν
μπορούσε πλέον να αξιοποιήσει λόγω τού κλίματος συκοφαντίας και διαβολής
εναντίον της, εναντίον τής Ένωσης και των ΗΠΑ και υπέρ τής ΕΣΣΔ, που είχαν καλλιεργήσει στην Κύπρο ο κύκλος τού
Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, το ΑΚΕΛ και
άλλοι σύμμαχοί τους, μεταξύ των οποίων πρώτοι και καλύτεροι, χέρι-χέρι, η
«Χαραυγή» και ο «Φιλελεύθερος», προς εξυπηρέτηση ιδίων συμφερόντων, προσωπικών-εμπορικών
και κομματικών, σε βάρος των εθνικών συμφερόντων.
Βασική προϋπόθεση τής εν ελευθερία
επιβίωσής μας δεν μπορεί να είναι η ιστορική τύφλα μας ως προς τις πολιτικές που
ακολουθήσαμε και τις αποφάσεις που κατά καιρούς πήραμε για να καταλήξουμε στη
δεινή θέση που βρισκόμαστε σήμερα. Η δικτατορία τού ’67 έχει πολλά να κάμει με
την «αδέσμευτη» πολιτική που ανεξέλεγκτα και ασυντόνιστα με τον υπόλοιπο
ελληνισμό κι ετσιθελικά ακολούθησε η Κύπρος μετά την «ανεξαρτησία» της.
Των παρανομιών του ελληνικού πραξικοπήματος
και της τουρκικής εισβολής τού 1974 προηγήθηκαν κατά μια δεκαετία αποφασιστικής
σημασίας απερίσκεπτες επιλογές δικές
μας, επιλογές ασύνδετες, ασυνεπείς και αντίθετες
με τον αδιαμφισβήτητου μεγαλείου κυπριακό αγώνα απελευθέρωσης[2]
που άρχισε από το 1821, αναπτερώθηκε το 1878, μπήκε στην πράξη το 1931 και
κορυφώθηκε το 1955-59.
Θα πρέπει να γίνει κατανοητό από κάθε
έντιμο και υπεύθυνο πολίτη ότι, η σύνδεση προσωπικών, ιδιωτικών-εμπορικών και κομματικών
συμφερόντων με μια λανθασμένη εξωτερική πολιτική, τείνει να καθιστά πολύ
δύσκολη αν όχι αδύνατη την αναγνώριση τής ακαταλληλότητάς της και την
εγκατάλειψή της ώστε να δημιουργηθεί πεδίο υιοθέτησης νέας, ρεαλιστικής πολιτικής,
ταγμένης αληθινά στην εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων τού τόπου, του
συνόλου των πολιτών.
Το πιο πρόσφατο αποτέλεσμα αυτής μας τής
καταστροφικής αδυναμίας ήταν η προτίμηση που εξεδήλωσε το κατ’ εξοχήν
«μακαριακό» κόμμα τού τόπου, το ΔΗ. ΚΟ., προς το ΑΚΕΛ και τον υποψήφιό του στις
τελευταίες προεδρικές εκλογές, που κατέληξε σε περαιτέρω στασιμότητα και οπισθοδρόμηση στο Κυπριακό και σοβαρότατο πλήγμα στην
οικονομία τού τόπου.
Δεν είναι δυνατόν να έρχεται σήμερα ο Διευθυντής
Σύνταξης τού «Φ», ο μαχητικότερος των πολιτικών, τακτικών αρθρογράφων τής
εφημερίδας και να κατηγορεί τούς «ταγούς
τού τόπου», δηλαδή κυρίως τούς αριστερούς, πρώην πολιτικούς συνεργάτες και πρώην «συναγωνιστές» τής εφημερίδας του (μόλις στις 27 Μαρτίου 2011 ο
ειδικός επί ιστορικών θεμάτων του «Φ» έγραψε πως ο «Φ» ήταν μια αριστερίζουσα εφημερίδα), ότι δεν γνωρίζουν ιστορία
και καλά κάμνουν να τη μάθουν… από τον «Φιλελεύθερο.»!
Στον Τόμο 1 τής «Ιστορίας τής Κυπριακής
Δημοκρατίας» εκδόσεως «Φιλελευθέρου» Οκτωβρίου 2010, οι ιστορικοί συνεργάτες
του εμφανίζονται τουλάχιστο απληροφόρητοι και ασυγχρόνιστοι με τη δημοσίευση
εγγράφων (από το 2000 και πιο πριν) τού Στέητ Ντιπάρτμεντ αφορόντων στο
Κυπριακό. Χαρακτηριστικά αναφέρομαι στο Κεφάλαιο 13 της πιο πάνω έκδοσης, για
το «Σχέδιο Άτσεσον», όπου πέραν των άλλων σημαντικότατων παραλείψεων, η αφήγηση σταματά αιφνιδίως στις 22 Αυγούστου 1964, τη
στιγμή που ακόμα κι εδώ, σε αυτό το άρθρο, αναφέρεται το σημαντικότατο για την
πρόσφατη Ιστορία τής Κύπρου έγγραφο 479 secret, D.S.,
C.F., POL
27 CYP, της 23ης Αυγούστου 1964. Αυτού του εγγράφου προηγήθηκαν
κι άλλα εξίσου σημαντικά τα οποία προτιμά να αγνοεί η επίσης πολυδιαφημισμένη έκδοση
τού «Φ», όπως και άλλα τού Φόρεϊν Όφφις που ακολούθησαν, προς επίρρωση τού 479.
Θα πρέπει, λοιπόν, ο «Φ» να πάρει
επιτέλους είδηση ότι παρ’ όλα τα διαφωτισμικά και νεωτερικά επιτεύγματα τής
αποπροσωποποίησης τού δυτικού ανθρώπου, της τυποποίησής του σε ενός είδους
τηλεκατευθυνόμενο, τηλε-άνθρωπο, παρ’ όλη την πλήρη κυριαρχία συνθηκών εμπορευματοποίησης
και «πανχρηματοποίησης»,
όπου «οι ψυχές καταντούν ασθενείς και πουλημένες», κάποιοι
αντιστέκονται και θα αντιστέκονται με πείσμα στη διαστρέβλωση τής Ιστορίας και,
ειδικά σε αυτή την περίπτωση, στη χρήση ακόμα
και του Παγκυπρίου Γυμνασίου ως ντελαλιστικής
εξέδρας πούλησης ανεπαρκούς και παραποιημένης «Ιστορίας τής Κύπρου» στο
πρότυπο της ήδη αναφερθείσας έκδοσης. Το πράγμα μετατρέπεται σε εξόχως
αποκρουστικό όταν αυτού τού είδους η «Ιστορία» στοχεύει τη νέα γενιά των
Κυπρίων, τα παιδιά.
Άντης Ροδίτης
[2] Το «Καταστατικόν
τής Πολιτικής Οργανώσεως Κύπρου», Λευκωσία 7 Φεβρουαρίου 1921, δηλώνει
αμέσως στην πρώτη του σελίδα εκείνο που ήταν η ανέκαθεν κοινή αντίληψη: «Σκοπός
τής Πολιτικής Οργανώσεως τής Κύπρου ήναι η επιδίωξις τής απελευθερώσεως τής Κύπρου δια
της ενώσεως αυτής μετά τής μητρός Ελλάδος.»
No comments:
Post a Comment