Η Αρμενία, Hayastan στα αρμενικά, βρίσκεται ανάμεσα στη Μαύρη και την Κασπία Θάλασσα. H “ιστορική” Αρμενία, με σύνορα πολύ διαφορετικά από τα σημερινά, απλωνόταν σε ένα εκτεταμένο υψίπεδο που περικλειόταν μεταξύ των οροσειρών του Καυκάσου στο βορρά και του Ταύρου στο νότο. Σήμερα έχει πρωτεύουσα το Ερεβάν και μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, ανακηρύχθηκε ανεξάρτητη Δημοκρατία.
Ο Έλληνας ιστορικός Ηρόδοτος (5ος αι. π.Χ.) καταγράφει στην ιστορία του αρχαίες ελληνικές παραδόσεις, σύμφωνα με τις οποίες η καταγωγή των Αρμενίων έχει τις ρίζες της στα θρακο-φρυγικά φύλα που πέρασαν γύρω στα 1200 π.X. στη Mικρά Aσία και αργότερα γύρω στα 600 π.X. έφτασαν στη χώρα που ονομάστηκε Oυραρτού (Αραράτ). Το ομώνυμο όρος, γνωστό από την Παλαιά Διαθήκη, καθώς εκεί άραξε η κιβωτός του Νώε μετά τον κατακλυσμό, παρόλο που βρίσκεται εκτός των ορίων της σημερινής Αρμενίας, αποτελεί για τους Αρμένιους το σύμβολο της πατρίδας τους και απεικονίζεται στο σημερινό τους εθνόσημο. Η Αρμενία ήταν το πρώτο κράτος που καθιέρωσε το χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία του το 301 μ.Χ.
Στο πέρασμα των αιώνων, η έκταση της Αρμενίας άλλοτε αυξήθηκε και άλλοτε συρρικνώθηκε και οι Αρμένιοι γνώρισαν την ακμή και τη δόξα, αλλά και κατακτήσεις και διωγμούς. Ο αρμενικός πολιτισμός ήρθε σε επαφή με τους Mήδες, τους Πέρσες, τα ελληνιστικά κράτη και αργότερα με τη ρωμαϊκή και τη βυζαντινή αυτοκρατορία. Μεγάλη Αρμενία, Κιλικία, Συρία και Λίβανος υπήρξαν περιοχές όπου εγκαταστάθηκαν οι Αρμένιοι και οι οποίες συνδέθηκαν με την ιστορία της Αρμενίας. Λόγω της στρατηγικής της σημασίας, αλλά και της διάσπασης των εδαφών της, η Αρμενία άλλαζε διαδοχικά κυρίαρχους, ακόμα και μετά την υποδούλωσή της στους Οθωμανούς το 1524.
Παρά τις αντίξοες συνθήκες που αντιμετώπισαν στην ιστορία τους, το εμπόριο ήταν ένα πεδίο στο οποίο οι Αρμένιοι ξεχώρισαν, κάνοντας αισθητή την παρουσία και τη δημιουργικότητά τους στα μήκη και τα πλάτη της γης, στο πλαίσιο μιας δυναμικής «διασποράς».
Η διασπορά αυτή είχε επίδραση και στην αρμενική τέχνη, που κατόρθωσε να συγκεράσει δημιουργικά επιδράσεις από τις παραδόσεις της Περσίας, του Βυζαντίου, της Συρίας αλλά και του Ισλάμ. Στα αντικείμενα της συλλογής Καλφαγιάν διαφαίνεται τόσο η θρησκευτική καλλιτεχνική έκφραση και πίστη των Αρμενίων, όσο και η έντονη εμπορική τους δραστηριότητα.
Εμπόριο και διασπορά
Από τον 16ο αιώνα και μετά οι Αρμένιοι έμποροι άρχισαν να διακρίνονται στο εμπόριο και να αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη επιρροή στην οικονομία της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Τον 18ο αιώνα η τάξη των πλούσιων Αρμενίων εμπόρων, λόγω της στενής επαφής της με τις οθωμανικές αρχές, ασκούσε επιρροή υπέρ της αρμενικής κοινότητας και του Αρμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης. Επίσης, Αρμένιοι έμποροι διακρίθηκαν και στις κοινότητες της αρμενικής διασποράς, όπως στη Νέα Τζούλφα, προάστιο του Ισφαχάν, της πρωτεύουσας της Περσίας.
Ο μεγάλος πλούτος που συγκέντρωσε η ακμάζουσα εμπορική τάξη επέτρεψε την προστασία και την προώθηση της καλλιτεχνικής δραστηριότητας. Αρμένιοι έμποροι της διασποράς χρηματοδότησαν περί το 1511 τα πρώτα τυπωμένα αρμενικά βιβλία στη Βενετία και στο Άμστερνταμ το 1666 την πρώτη Βίβλο στην αρμενική γλώσσα. Η φήμη των Αρμενίων για τις εμπορικές τους ικανότητες είχε ως αποτέλεσμα οι δυτικές δυνάμεις να χρησιμοποιήσουν τις υπηρεσίες τους. Οι Αρμένιοι έκαναν αισθητή την παρουσία τους τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ανατολή και τις Ινδίες, εμπορευόμενοι μεταξύ άλλων βαμβάκι από τις Ινδίες και πορσελάνη από την Κίνα.
Η γεωγραφική εξάπλωση των Αρμενίων και των εμπορικών δικτύων τους επηρέασε τις πολιτιστικές και καλλιτεχνικές τους προτιμήσεις, γεγονός εμφανές στα αντικείμενα της συλλογής Καλφαγιάν.
Συλλογή
Η μακραίωνη συνύπαρξη Ελλήνων και Αρμενίων στη Μικρά Ασία και η παράλληλη ιστορία των δύο λαών είναι ένας από τους σημαντικότερους λόγους που οδήγησαν στην πραγματοποίηση της έκθεσης αυτής. Η συλλογή, η οποία παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο κοινό, εστιάζει στην αρμενική τέχνη από τα τέλη του 16ου μέχρι τον 19ο αιώνα και αποτελείται από αντικείμενα ιδιαίτερης σημασίας. Τα αντικείμενα της συλλογής είτε κατασκευάστηκαν από Αρμένιους καλλιτέχνες και τεχνίτες, είτε ανήκαν σε Αρμένιους, όπως μαρτυρείται από τις επιγραφές τους. Πολλά από τα εκθέματα αποτελούν δωρεές σε ναούς. Η συλλογή περιλαμβάνει μεταξύ άλλων χειρόγραφα, υφάσματα, εξαιρετικά πορσελάνινα αντικείμενα από την Κίνα, κεραμικά τύπου «Κιουτάχειας», διακοσμητικά καθώς και σπάνια εκκλησιαστικά και κοσμικά αντικείμενα μέσα από τα οποία αποκαλύπτονται ποικίλες πτυχές της αρμενικής ιστορίας. Η αρμενική τέχνη αυτής της περιόδου, που παρουσιάζεται στην έκθεση, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, καθώς έχει ισχυρές επιρροές από την ισλαμική τέχνη, αλλά και την τέχνη της Ανατολής εν γένει.
Η οικογένεια Καλφαγιάν
Η οικογένεια Καλφαγιάν έχει μακρά παράδοση στη Θεσσαλονίκη. Ο Ρουπέν Καλφαγιάν βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη με το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ύστερα από τους διωγμούς και τον ξεριζωμό των Ελλήνων και των Αρμενίων της Μικράς Ασίας και της Κωνσταντινούπολης. Ήταν γόνος της οικογένειας του γνωστού στην οθωμανική αυτοκρατορία αρχιτέκτονα Αβεντίς Καλφαγιάν. Παντρεύτηκε τη Νεβάρτ Γαζαριάν και συνδέθηκε έτσι με την επίσης γνωστή οικογένεια γαιοκτημόνων και τραπεζιτών από την Τοκάτ (Ευδοκία) της Μικράς Ασίας, εγκατεστημένης, όμως, ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα στη Θεσσαλονίκη με ενεργό συμμετοχή στα κοινά. Υπήρξε πρόεδρος της αρμενικής παροικίας στη Θεσσαλονίκη από το 1940 μέχρι το θάνατό του το 1972. Ήδη από το διάστημα του μεσοπολέμου μέλη των συγγενών πλέον οικογενειών Γαζαριάν και Καλφαγιάν, με πρωτοπόρο τον διάσημο τότε αντικέρ της Θεσσαλονίκης Γαζαρός Γαζαριάν, ξεκίνησαν τη συλλογή παλαιών, κυρίως αρμενικών, αντικειμένων πάσης φύσεως, νιώθοντας την ανάγκη να διασώσουν την ιστορία και τη μνήμη του αρμενικού πολιτισμού. Οι σημερινοί απόγονοι της οικογένειας, εγκατεστημένοι πάντα στη Θεσσαλονίκη με ενεργό παρουσία στην ελληνική και αρμενική κοινωνία της πόλης, συνεχίζουν με τον ίδιο ζήλο και αγάπη τον εμπλουτισμό της συλλογής.
1 comment:
Πολύ ενδιαφέρουσες οι πληροφορίες σου, όπως πάντα, Φοίβο μου.
Post a Comment