Monday, November 18, 2024

Η ηδονή της Τραγωδίας

Γράφει η Δρ. Έλσα Νικολαΐδου

«Η Τραγωδία δεν είναι μίμηση ανθρώπων αλλά πράξεων και ζωής και ευδαιμονίας και κακοδαιμονίας» Αριστοτέλης, Ποιητική 1450a16-17 

Στην Ποιητική ο Αριστοτέλης δεν δείχνει λιγότερο ενδιαφέρον για το αντικείμενό του από ό,τι στα φυσικά του έργα. Στο εργώδες εγχείρημά του, παραθέτει αποσπάσματα από δεκάδες έργα, κρίνει ήρωες και συγγραφείς, για να τολμήσει εν τέλει να αποφανθεί για το καλύτερο λογοτεχνικό είδος. Ο φιλόσοφος πρώτος θα ασχοληθεί ενδελεχώς με το ζήτημα της Τραγωδίας και του έπους στην προσπάθεια του να συστήσει σε ποιητές και στο κοινό τα χαρακτηριστικά τους, ώστε να αξιολογήσει τα έργα. Ωστόσο, δεν είναι μόνο αυτός ο σκοπός του. 

Η ποίηση για τον Αριστοτέλη -είτε πρόκειται για κείμενο είτε για θεατρική παράσταση- πρέπει να εξυπηρετεί τον δικό της στόχο, όπως φαίνεται εξάλλου και από τον ορισμό της. Ο θεατής, ακόμη και ο ακροατής ή αναγνώστης -γιατί ο Αριστοτέλης δεν στηρίζει την επιτυχία ενός έργου στη σκηνογραφία, αλλά στην απόδοση του μύθου από τον ποιητή- πρέπει να φτάσει στην πολυπόθητη «κάθαρση» μέσω του ελέους και του φόβου. Αυτή είναι και η ηδονή που αποκομίζει ο θεατής από την Τραγωδία, η «οικεία ηδονή» που αναμένουμε από ένα έργο αυτού του είδους. 

Ο Αριστοτέλης εξηγεί: «Όσοι λοιπόν προετοιμάζουν με το θέαμα μόνο κάτι τερατώδες και όχι κάτι φοβερό δεν έχουν σχέση με την Τραγωδία. Γιατί δεν πρέπει να επιζητούμε οποιαδήποτε ηδονή από την Τραγωδία αλλά μόνο τη δική της (ο γρ πσαν δε ζητεν δονν π τραγδίας λλ τν οκείαν). Επειδή ο ποιητής πρέπει να προετοιμάζει την ηδονή (δονν παρασκευάζειν) με τη μίμηση μέσω του ελέους και του φόβου, είναι φανερό ότι αυτό συμβαίνει μέσα στα πράγματα. Ας ξεκινήσουμε τότε από το ποια συμβάντα φαίνονται δεινά ή ποια οικτρά» Αριστοτέλης, Ποιητική 1453b8-14

Το κριτήριο της «οικείας ηδονής» είναι εκείνο που διακρίνει την καλή από την κακή Τραγωδία. Σκοπός είναι ο θεατής να αισθανθεί ουσιαστικά το συναίσθημα του ελέους (απέναντι στον ήρωα για τα παθήματά του) και του φόβου (για τα ίδια δεινά που θα μπορούσαν να συμβούν στον ίδιο). Η κάθαρση, η οικεία ηδονή της Τραγωδίας, είναι απαραίτητο συστατικό της και ο Αριστοτέλης θα υπερθεματίσει, αναλύοντας τους συνδυασμούς που θα οδηγήσουν σ’ αυτήν.

«Είναι ανάγκη επομένως ο καλός μύθος να είναι μάλλον απλός παρά διπλός, όπως ισχυρίζονται κάποιοι, και να μεταβάλλει τον ήρωα όχι σε κατάσταση ευτυχίας από αυτή της δυστυχίας, αλλά αντίθετα από την κατάσταση της ευτυχίας στη δυστυχία (ξ ετυχίας ες δυστυχίαν) και όχι από μοχθηρία αλλά από μεγάλο σφάλμα είτε ενός προσώπου όπως αυτά που αναφέραμε είτε κάποιου καλύτερου από εμάς παρά χειρότερου» Αριστοτέλης, Ποιητική 1453a11-16.

Πρότυπο είναι ο μύθος του Οιδίποδα και ο Αριστοτέλης δεν κρύβει τον θαυμασμό του για τον Σοφοκλή που, όσο και να συγκριθεί με τον «τραγικότερο των ποιητών», Ευριπίδη, υπερτερεί. Ο Αριστοτέλης θα υπερασπιστεί όμως και τον Ευριπίδη απέναντι στις κατηγορίες ότι τα έργα του τελειώνουν με δυστυχία: «Αυτό είναι το σωστό, όπως είπαμε» υπενθυμίζει. Η οικεία ηδονή της Τραγωδίας επιβάλλει το «δυστυχές» τέλος. Η πραγμάτευση οδηγεί στην οικεία ηδονή της Κωμωδίας (που προφανώς ο συγγραφέας πραγματεύεται στο, χαμένο, Β΄ βιβλίο της Ποιητικής) η οποία διαφέρει από εκείνη της Τραγωδίας. Εδώ έγκειται και το λάθος των Τραγικών ποιητών οι οποίοι, προσπαθώντας να εξυπηρετήσουν τις επιθυμίες των θεατών, ακολουθούν τη δομή της Κωμωδίας, συμφιλιώνοντας στην τελική έκβαση ακόμη και τους χειρότερους εχθρούς.

Ο Αριστοτέλης είναι δάσκαλος. Τα έργα του απευθύνονται κυρίως στους μαθητές του. Ως εκ τούτου, θέτει μία τελευταία απορία, ώστε να κινητοποιήσει τη σκέψη τους: «Ποια είναι καλύτερη, η μίμηση της εποποιίας ή της Τραγωδίας;». Εκείνη που μιμείται τα πάντα είναι βαρετή (φορτική). Το προσωπικό γούστο δεν αναφέρεται ποτέ ως κριτήριο. Εξάλλου, διαμορφώνεται μέσω της ορθής παιδείας, που θα διδάξει στους νέους να χαίρονται και να λυπούνται με αυτά που πρέπει («χαίρειν τε κα λυπεσθαι ος δε» Ηθ. Νικ.1104b 11-13).

Το τελευταίο κεφάλαιο της Ποιητικής είναι αφιερωμένο στην υπεράσπιση (που καταλήγει σε υπεροχή) της Τραγωδίας έναντι του Έπους. Η ανωτερότητα της πρώτης οφείλεται κυρίως στην επίτευξη του στόχου της, δηλαδή της αισθητικής απόλαυσης. Η Τραγωδία δεν δημιουργεί τυχαία ηδονή, αλλά τη δική της (οικεία). Αισθανόμαστε ευχάριστα, όταν επέρχεται η κάθαρση. Και, μάλιστα, όταν δεν επιζητούμε την ευτυχία του ήρωα.

 *Η Δρ Έλσα Νικολαΐδου είναι συγγραφέας του βιβλίου Φιλοσοφία για όλους (Γιατί να διαβάζουμε τους αρχαίους φιλοσόφους;) Μεταίχμιο, 2022

 philosophy.elsanicolaidou@gmail.com

No comments: