Ελένης Αρτεμίου-Φωτιάδου
Χέρια καθαρά, χέρια, όμως, που δεν τα νίπτουμε ως Πόντιοι Πιλάτοι. Αυτό είναι το ζητούμενο πλέον στην κοινωνία μας. Γιατί κάθε χειραψία γίνεται πια με την σκέψη πως σφίγγουμε δάχτυλα που βουτήχτηκαν στη διαφθορά . Και τα τραβάμε απότομα, από φόβο πως θα μείνουνε κολλημένες στις άκρες τους σάρκες και κηλίδες αίμα από το φονικό της τελευταίας πίστης μας στο ήθος.
Οι αλληλοκατηγορίες εκτοξεύονται ως πύραυλοι σε πεδίο μαχών με στόχο την εξόντωση της πιθανής αποκάλυψης. Φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη. Θα μπορούσε να ήταν κωμικό , αν δεν ήταν τόσο τραγικά δυσβάσταχτο. Κλοπές, υποκλοπές, διαπλοκές, περιπλοκές… Μονάχα η… πλοκή ενός σωστού κράτους αρνείται πεισματικά να μπει σε αυτό το γκρίζο σενάριο όπου στο τέλος όλα, απελπιστικά προβλέψιμα, σωριάζονται ως χάρτινοι πύργοι που τα φύσηξε ο άνεμος της αναίδειας, του θράσους, της απροκάλυπτης και ασύδοτης υπεξαίρεσης του μέλλοντος.
Έτσι καταλήγουμε καθημερινά να συρόμαστε θεατές σε ένα έργο που έχει χάσει από καιρό το ενδιαφέρον του, την ποιότητα και ικμάδα των πρωταγωνιστών του και όπου οι κομπάρσοι βγαίνουν έξαφνα από μια στροφή με τσαμπουκά ,πυροβολώντας την τελευταία ευφάνταστη απόπειρα για Happy End.
Kαι τότε επιτελείται η όλη καινοτομία και πρωτοτυπία σε αυτή τη θλιβερή συγγραφή, παραγωγή και σκηνοθεσία του παρόντος και της συνέχειάς μας. Απεγνωσμένοι άνεργοι ηθοποιοί διεισδύουν σε ρόλους της στιγμής, ρόλους χειρόγραφους, επιδιώκοντας να αλλάξουν έστω και την υστάτη την ανεπιθύμητη εξέλιξη των πραγμάτων. Και βλέπει κανείς, αμοντάριστα πλάνα από μικρές ή μεγάλες εξεγέρσεις σε δρόμους, πλατείες, Προεδρικό Μέγαρο, Βουλή, Νομική Υπηρεσία, οπουδήποτε νομίζει κανείς πως η φωνή του δεν θα επιστρέψει στα αυτιά του σαν ηχώ αλλά θα έχει την ανέλπιστη τύχη να διαδοθεί σε καλούς αγωγούς της θερμότητας του ανθρώπου.
Μα το σενάριο δεν επιδέχεται εύκολα αλλαγές. Το τέλος πρέπει να διαφυλαχτεί από τους γνωστούς άγνωστους και οι άνομοι κατά ένα περίεργο τρόπο να συνεχίσουν να προκαλούν με το θράσος του. Το απίστευτο και το απαράδεχτο παρελαύνουν σαν απαστράπτοντα παράσημα στα λευκά πουκάμισα και στις πανάκριβες γραβάτες τους. Και οι έξωθεν παρεμβάσεις, αφού δεν κατορθώνουν να φέρουν τη μεγάλη ανατροπή σε αυτό το θέατρο του παραλόγου, το μετατρέπουν τελικά σε βωβό κινηματογράφο.
Χείλη κινούνται, σώματα ομιλούν ποικιλοτρόπως μα φωνή καμιά. Λες και κάποιος έχει επιβάλει μιας ολόκληρης ζωής σιγή. Σιωπή σε ώτα μην ακουόντων την ευαισθησία, την απελπισία, την αγωνία συνανθρώπων μας. Ηχηρή σιγή, μα με θηλιά στο λαιμό , δεμένη πισθάγκωνα, πόσα βήματα μπορεί να κάνει ως την επανάστασή της; Πόση φωνή μπορεί να ενδυθεί στην αφωνία της;
Και παραμένουμε σε μία κωμική έως δραματική εξέλιξη, σε μία δραματική έως κωμική κατάληξη ανθρώπων, γεγονότων, θεσμών. Καθημερινά μπροστά μας , λες και υπόκειται όλη η κοινωνία σε κατεδάφιση, γκρεμίζονται αξίες και ιδανικά. Και στους δρόμους που προσμέναμε να ανοίξουν για τα νιάτα τούτης της πατρίδας στήνονται εν μια νυχτί πρόχειρες, ανορθόδοξες έως ανορθόγραφες πινακίδες ενημέρωσης: «ΑΙΔΩ ΦΤΥΝΩ ΜΠΑΖΩ ». Και με υλικά κατεδάφισης, πώς να χτίσεις καινούριο σπίτι; Αυθαίρετο θα΄ναι, κακοφτιαγμένο και εκτός σχεδίου μέλλοντος.
Ελένη Αρτεμίου-Φωτιάδου
No comments:
Post a Comment