Και ξαφνικά μας έπιασε ο πόνος. Συγκλονιστήκαμε. «Έλληνες να σκοτώνουν Έλληνες; Ντροπή»! Μόνο ντροπή; Συμφορά, θα έλεγα. Αλλοδαπό, όμως; Όταν ο Έλληνας σκοτώνει Πακιστανό, Αλβανό, μαύρο; Τι ακριβώς είναι; Εθνική υπερηφάνεια; «Να ξεβρομίσει ο τόπος»! Σωστά; Αυτό δεν λέγαμε; Να ξεβρομίσει ο τόπος, να φοβηθούν οι απατεώνες οι πολιτικοί, να τρομάξει το σάπιο πολιτικό σύστημα… Το τέλειο άλλοθι. Γαρνίρισέ το με λίγη γαλανόλευκη, λίγο εθνικό ύμνο, λίγο αρχαίο πνεύμα αθάνατο και το ‘χεις το ελαφρυντικό. Άλλωστε, πόσες φορές δεν ξεστόμισες την ατάκα: «η Ελλάδα για να στρώσει χρειάζεται Χούντα»; Κι αν δεν την ξεστόμισες, πόσες φορές δεν τη σκέφτηκες; Πόσες φορές δεν σιώπησες στο άκουσμά της; Οπόταν; Οπόταν «αναγκαίο κακό» τα Χρυσαυγόπουλα. Σωστά; Σωστά. Εκτός αυτού, ένας Πακιστανός είναι απλώς ένας Πακιστανός. Ένας μαύρος, είναι απλώς ένας μαύρος. Χωρίς όνομα. Απλώς αλλοδαπός. Με χαρακωμένο το πρόσωπο, αλλά αλλοδαπός. Να χρησιμοποιούν σαν μπάλα ποδοσφαίρου το κεφάλι του, αλλά αλλοδαπός. Ξεκοιλιασμένος, αλλά αλλοδαπός. Ένας… «παρείσακτος», όπως θα πρόσθετε με αγάπη και ο Μακαριότατος.
Και τώρα; Πώς ήρθαν τα πάνω κάτω; Μα Έλληνα; Ναι, Έλληνα. Με όνομα, πρόσωπο, ηλικία, σπίτι, οικογένεια. Και ξεψύχησε στα χέρια της κοπέλας του; Και έπρεπε να το δω εγώ αυτό;. Ναι, έπρεπε να το δεις. Σίγουρα όχι από τον «κομιστή», αυτόν που ερωτοτροπούσε με τους φασίστες όλο αυτό τον καιρό, αλλά έπρεπε να το δεις. Κάποιος έπρεπε να μας το τρίψει στη μούρη. Να προσβάλει, όχι τον νεκρό, αλλά τις συνειδήσεις μας. Που κλείναμε τα μάτια και ανεχόμασταν (ίσως και αποδεχόμασταν) τα… «τάγματα εφόδου» και τις «ξιφολόγχες να ακονίζονται στο πεζοδρόμιο». Που δεν αργήσαμε να αντιληφθούμε, αλλά που σιωπήσαμε εν γνώσει μας. Που το αυγό του φιδιού, μπορεί μεν να μην το γεννήσαμε, αλλά σίγουρα το κλωσήσαμε. Και έπρεπε να γίνει δολοφονία Έλληνα για να συγκλονιστούν οι νοικοκυραίοι, να αφυπνιστούν οι υποκριτές δημοσιογράφοι, να μαζέψει και ν’ αρχίσει να ξεψαχνίζει o εισαγγελέας τις υποθέσεις… Μέχρι τότε, σιωπή. Ανοχή, κάλυψη, αποδοχή. Άλλοι το ένα, άλλοι το άλλο, κάποιοι όλα μαζί. Μα να με συμπαθείτε αγάπες μου, αλλά εάν ακόμα και μπροστά στο θάνατο λειτουργούμε επιλεκτικά πάει να πει ότι τα σκατώσαμε.
Καλή ώρα, στα δικά μας. Με τα… πατριωτόπουλα που παρελαύνουν σαν ΕΣ ΕΣ. Και απροκάλυπτα πλέον δηλώνουν: «Ναι, είμαστε η Χρυσή Αυγή της Κύπρου». Πόσοι πολιτικοί φλέρταραν μαζί τους; Πόσοι δημοσιογράφοι εξωράισαν ή και κάλυψαν τη δράση τους; Πόσοι πολίτες είδαν στο πρόσωπο τους το «αντίπαλο δέος» του σάπιου πολιτικού συστήματος; «Οι πλείστες απόψεις τους είναι κρυστάλλινες και με εκφράζουν», έλεγε προ ετών ο Αρχιεπίσκοπος. Ο οποίος Αρχιεπίσκοπος -μέχρι ο Ιωνάς Νικολάου να αποφασίσει εάν υπάρχουν ή όχι «νεοφασιστικές κινήσεις στην Κύπρο ή οργανώσεις που διακατέχονται από άκρατο εθνικισμό ή προωθούν είτε τον ρατσισμό είτε την ξενοφοβία»- έσπευσε, (τέσσερις μόλις ημέρες μετά τη δολοφονία του Φύσσα και την επομένη (!) της παραδοχής «είμαστε η Χρυσή Αυγή της Κύπρου»), να κάνει λόγο για «παιδιά που όσο ορθοφωνούν θα τα στηρίζω και όταν δεν θα ορθοφωνούν, δεν θα τα στηρίζω»! Ναι, για τέτοια ερμαφρόδιτη στάση ανοχής και αποδοχής μιλάμε, απέναντι στους ναζιστές και στους φασίστες - τους οποίους (ναζιστές και φασίστες) επειδή ακριβώς χρησιμοποιούν εύηχα συνθήματα και εκμεταλλεύονται εθνικά σύμβολα, τους χρησιμοποιούν κατά καιρούς παπάδες, κόμματα και ΜΜΕ αναλόγως των συμφερόντων και της… ορθοφωνίας τους. Μέχρι να λουστούμε την παραφωνία τους και διά λυγμών και αλαλαγμών αφυπνιστούμε συγκλονισμένοι.
Αν μας ξενίζει αυτή η ερμαφρόδιτη στάση; Κάθε άλλο. Γιατί το είπαμε παλαιότερα, το λέμε και τώρα: Εκτός από το απροκάλυπτο φασισταριό, υπάρχουν και οι «συγκαλυμμένοι» φασίστες. Και οι «συγκαλυμμένοι» φασίστες βγαίνουν σε πολλές αποχρώσεις. Σε μπλε, σε κόκκινο, σε μπασταρδί. Φορούν διαφορετικούς μανδύες. Και ευδοκιμούν σε πολλές κομματικές και επαγγελματικές καλύβες.
Θανάσης Φωτίου
Down Town 29.9.2013
Θανάσης Φωτίου
Down Town 29.9.2013
No comments:
Post a Comment