Μακρινοί Ορίζοντες
Συγγραφέας: Γιώργος Πολυράκης
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Οπισθόφυλλο
Μάιος 1888. Επτά χρόνια μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας, ο κάμπος μοιάζει με καζάνι που σιγοβράζει• τα τσιφλίκια των Τούρκων μπέηδων αγοράζονται από βαθύπλουτους Έλληνες, ενώ η γύρω από τον κάμπο περιοχή ληστοκρατείται. Στο κονάκι του Άρη Χατζηπαυλή, ένα τρυφερό ειδύλλιο πλέκεται ανάμεσα στην Μπονιφάθεια, κόρη του γαιοκτήμονα, και στον Κωστή Αραβαντινό, γιο του αρχιεπιστάτη του. Οι δύο νέοι απολαμβάνουν την ευτυχία χωρίς να υποψιάζονται τα παιχνίδια της Μοίρας. Σιγά σιγά θα συνειδητοποιήσουν ότι έχουν πέσει θύματα μιας δεσποτικής δύναμης, και, μέσα από τις φλόγες των πολέμων που θα κάψουν πρώτα τα Βαλκάνια κι ύστερα δύο φορές τον κόσμο όλο, θα προσπαθήσουν να ξαναπλάσουν τη ζωή με την απόλυτη ακτινοβολία της Ένα μυθιστόρημα-ταξίδι στην Ιστορία της Ελλάδας!
Ο Γιώργος Πολυράκης είναι ένας ταλαντούχος λογοτέχνης! Είμαι σίγουρη, πως ο ίδιος πρέπει να είναι και εξαιρετικός γιατρός, αυτό το συμπέρασμα βγαίνει μέσα από τις σελίδες των βιβλίων του.... Η ιστορία και ο μύθος δένουν τέλεια μεταξύ τους! Πολύ πιθανόν, κάποια σημαντικά ιστορικά γεγονότα να σημάδεψαν με κάποιο τρόπο τη ζωή του συγγραφέα ... όμως, με πολύ έξυπνο τρόπο ο συγγραφέας θέλει τους ήρωές του να συνεχίζουν τη ζωή τους και να μην παραμένουν στον πόλεμο και τα εμπόδια. Αυτό είναι και το μεγάλο του μυστικό...
Σύμφωνα με το Γιώργο Πολυράκη, ο πλούτος και τα υλικά αγαθά δεν πρέπει να ορίζουν τη ζωή μας, νόημα στη ζωή μας δίνουν η γνώση, η σύνεση, η ειρήνη με τον εαυτό μας ...
Στους «Μακρινούς Ορίζοντες» η ιστορία ή ο μύθος περνά από δίπλα μας και μας συναρπάζει, όπως η ίδια η ζωή, αντικειμενική, πολυκύμαντη, θαυμαστή. Πάθη, συμφορές, φιλία, έρωτας, χαρά, αγωνία, περηφάνια, φόβος, θυμός, λύπη ρέουν όπως το νερό σ’ ένα ποτάμι.
Άνοιξη του 1888! Στο τσιφλίκι του μεγαλογαιοκτήμονα του Θεσσαλικού κάμπου, Άρη Χατζηπαυλή, μεγαλώνουν δύο έφηβοι, η Μπονιφάθεια Χατζηπαυλή (κόρη του γαιοκτήμονα) και ο Κωστής Αραβαντινός (γιος του αρχιεπιστάτη των κτημάτων) που μεταξύ τους αναπτύχθηκε, από τα πρώτα χρόνια της ζωής τους, μια ισχυρή φιλία. Η φιλία των δύο νέων εξελίσσεται σιγά σιγά σ’ ένα πλατωνικό έρωτα... Χωρίς κανείς να το γνωρίζει, με έξοδα του Άρη Χατζηπαυλή, ο Κωστής σπουδάζει στη σχολή Ευελπίδων και η Μπονιφάθεια ονειρεύεται να παντρευτεί τον μέλλοντα αξιωματικό.
Η Μοίρα όμως, σύμφωνα με το συγγραφέα, έχει ορίσει διαφορετικό μέλλον για τον καθένα τους... Η ζωή της Μπονιφάθεια αλλάζει πορεία και αναγκάζεται να φύγει για την Κωνσταντινούπολη και από ότι φαίνεται οι ψυχές των ερωτευμένων νέων αποχωρίζονται για πάντα...
Ανάμεσα στις σελίδες του βιβλίου, παρελαύνουν μεγάλες προσωπικότητες όπως ο Χαρίλαος Τρικούπης, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Παύλος Μελάς και ο Ιωάννης Μεταξάς.
Ομολογώ πως διαβάζοντας τους «Μακρινούς Ορίζοντες», έκλαψα πολύ. Μέσα από την ιστορία της Μπονιφάθειας, βίωσα ξανά μια προσωπική δυσάρεστη εμπειρία. Νοητά, βρέθηκα δίπλα της και της κρατούσα το χέρι σα να ήμουν η καλύτερή της φίλη. Ήταν η δική μου συμπαράσταση σε άσχημη περίοδο της ζωής της!
Αποσπάσματα
Η Μαργαρίτα Χατζηπαυλή έκανε χίλια όνειρα, χωρίς να της περνά από το νου ότι πολλές φορές η ζωή επιβάλει στο κορμί και στη ψυχή τις πιο δεινές δοκιμασίες. Ούτε ότι για κάθε άνθρωπο έχει χαραχτεί ένας δρόμος που δεν γνωρίζει, αφού δεν τον επέλεξε εκείνος., μα κάποια μέρα θα υποχρεωθεί να τον διαβεί και τότε οποιοδήποτε όνειρο μπορεί να πραγματοποιηθεί και το χαμόγελο να γίνει γέλιο. Μα πάλι, μπορεί τ’ όνειρο να γίνει συντρίμμια και το χαμόγελο μορφασμός οδύνης.
Ο Κωστής νοσταλγούσε την εποχή της πιο τρυφερής του ηλικίας. Τώρα, για πρώτη φορά στη ζωή του συνειδητοποιούσε ότι τότε που αναρωτιόταν για τις ζάρες που έβλεπε στο πρόσωπο του πατέρα του, ζάρες που είχαν σκάψει το δέρμα του οι άγριες και ακραίες συνθήκες του κάμπου, ότι τότε που παρακολουθούσε τα χέρια της μάνας του να μουλιάζουν στη σκάφη, ότι τότε που ένιωθε την αυλή του σπιτιού του σαν μια καταθλιπτική φυλακή, μα και τότε που μύριζε το ζεστό ψωμί και τα σουσαμένια λαδοκούλουρα που έβγαζε η μάνα του από το φούρνο της, ακριβώς τότε, εκείνες τις στιγμές, το μυαλό και το σώμα του ζούσαν το μεγαλείο και το υπέροχο μυστήριο της ανθρώπινης ψυχής .... της ανθρώπινης ύπαρξης.
Ο άνθρωπος αντιμετωπίζει συχνά στη ζωή του καταστάσεις που τον λυγίζουν ή τον συνθλίβουν και τον κάνουν να μη βρίσκει πια κανένα ενδιαφέρον στη ζωή, σαν να έχει πέσει σε νάρκη. Έρχεται όμως μια στιγμή που ξυπνάει αναπάντεχα από τη νάρκη του και τότε γίνεται τόσο δυνατός που και βουνά ολόκληρα θα μπορούσε να μετακινήσει. Ο άνθρωπος μοιάζει με την ίδια τη φύση που κοιμάται το μεγάλο χειμωνιάτικο ύπνο της. Κάποια στιγμή όμως, έρχεται η άνοιξη. Και τότε, η φύση ανακλαδίζεται απ’ την μεγάλη χειμωνιάτικη νάρκη της. Το ίδιο συμβαίνει και στον άνθρωπο, αρκεί να έχει πίστη.
Η Μπονιφάθεια είχε σκεφτεί ότι αυτή θα ήταν από δω και μπρος η ζωή της, κάτι που τη γέμισε φόβο κι απέφυγε να κάνει ξανά τη σκέψη αυτή, σαν να’ θέλε να την ξορκίσει. Ωστόσο, η ζωή είναι γεμάτη από αναπάντεχα γεγονότα και συμπτώσεις που πολλές φορές σηματοδοτούν απρόβλεπτες εξελίξεις.
Ποιος λεει ότι τα μωρά, από την πρώτη στιγμή που έρχονται στον κόσμο, δεν καταλαβαίνουν, ότι δεν νιώθουν το φόβο .... την αγωνία ,,, την εγκατάλειψη... κι ότι στο μυαλουδάκι τους δεν καταγράφονται ανάλογες εικόνες; Ποιος ισχυρίζεται ότι αυτό το μωράκι δεν ένιωσε έναν απερίγραπτο τρόμο όταν η μάνα του το πέταξε στην τουαλέτα και κυρίως όταν τα νερά που έπεσαν πάνω του κόντεψαν να το πνίξουν; ποιος λεει ότι ο τρόμος αυτός δεν ήταν μεγαλύτερος από τον σωματικό πόνο και κρύο;
Τους φίλους τους μετράς άμα σταθούν δίπλα όταν η ζωή σε χτυπήσει σκληρά κι ο πόνος σε τσακίσει τόσο πολύ, που κάθε αντίδραση σου έχει σβήσει. Και εισπράττεις τη φιλία τους όχι μόνο στα καλά, στα ευχάριστα και στα εύκολα, μα σαν σε κυκλώσει η παγωμένη μοναξιά της ζωής.
Θυμόταν τον Άρη Χατζηπαυλή, τον ευεργέτη του, να λεει συχνά ότι οι πιο γνήσιες και σταθερές φιλίες που αντέχουν στο πέρασμα του χρόνου, είναι αυτές που, από αλάθητο ένστικτο, αναπτύσσονται ανάμεσα σε δυο ανθρώπους από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας τους. Τώρα, ήταν σίγουρος ότι είχε μπροστά του ζωντανό ένα τέτοιο παράδειγμα. Τούτα τα παλικάρια θα δώσουν και τη ζωή τους το ένα για το άλλο.
Ο παπα – Γιώργης σ’ όλη του ζωή αντλούσε δύναμη από την προσευχή ... τώρα όμως υπήρχαν στιγμές που ένιωθε την προσευχή αποδυναμωμένη ... σαν κραυγή που ανέβαινε ψηλά και τον εγκατέλειπε... Ωστόσο, όταν συνερχόταν, ύψωνε το βλέμμα προς τον ουρανό και ζητούσε ταπεινά συγγνώμη... Κι ύστερα η θύμησή του ξαναγύριζε στο παρελθόν, θα ΄θελε να μπει βαθιά στο παρελθόν και να μείνει εκεί .. μα η θύμηση ήταν ανελέητη: ποτέ πια .. το παρελθόν ήταν πεθαμένο. Από τότε που έγινε ιερωμένος είχε συμβιβαστεί με την ιδέα του θανάτου – κι από τότε ήταν πιο ήρεμος. Επειδή το τρομερό δεν είναι ο ίδιος ο θάνατος, αλλά η ιδέα του θανάτου, που τον κάνει να ζει μες την ανθρώπινη ψυχή.
Κι έτσι με τα μάτια κλειστά, η Μπονιφάθεια σκέφτηκε πως το παρελθόν μένει πάντα αδυσώπητα ακίνητο, μοιάζοντας με θεότητα, και πως είναι στη φύση του ανθρώπου να λογαριάζει και να μετρά τις θύμησες ανάλογα με την έκφραση του πόνου και της χαράς που τις συνοδεύουν.
Η σιωπή που βασίλευε παντού, αργά και σταθερά την έπνιγε... την εκμηδένιζε. Πλησίασε στο παράθυρο στρέφοντας το πρόσωπο προς τον ουρανό, ένιωσε την ασημαντότητα της ανθρώπινης ύπαρξης μπροστά στο άπειρο... μα και τη ματαιότητα του πλούτου και της ομορφιάς. Άξαφνα, είχε μια αίσθηση ότι για πρώτη φορά αναλογιζόταν ότι η ζωή ίσα που προφταίνεις να τη δεις. Αρχίζεις το πρωί μεν την άνοιξη και φτάνει γρήγορα στο φθινόπωρο και το χειμώνα. Ακόμη, για πρώτη φορά αναλογιζόταν πως σε οτιδήποτε ωραίο ο υπάρχων και ψήγματα ασχήμιας και σε οτιδήποτε αγνό υπάρχει και ή βρομιά. Το μόνο που παραμένει σταθερό και αναλλοίωτο, από κτίσεως του κόσμου, είναι ο θάνατος. Από τη μέρα που θα γεννηθεί ο άνθρωπος βαδίζει προς αυτόν. Μα δεν το σκέφτεται καθώς από τη φύση του έχει μέσα του την εξαίσια ψευδαίσθηση της ακινησίας του χρόνου.
Ύστερα απ’ όσα πέρασα, έχω κατασταλάξει ότι τη ζωή μας δεν την καθορίζουν οι δύσκολες καταστάσεις, όποιες και αν είναι αυτές που μας τυχαίνουν, αλλά η δύναμη της ψυχής μας που μας βοηθάει να τις προσπερνάμε. Επίσης, έχω την πεποίθηση πως έπειτα από μια σκληρή δοκιμασία, είμαστε πιο ικανοί να κάνουμε βήματα προς την απολύτρωση. Πιστεύω, ότι διαθέτουμε αστείρευτες ψυχικές δυνάμεις και ότι οι προσωπικές μας δοκιμασίες γίνονται γερή βάση για να οικοδομήσουμε ευτυχισμένες στιγμές και η ζωή μας να αποκτήσει καινούριο σπίτι.
Και ξέρω ότι τα χρόνια αυτά που πέρασαν έκαναν πιο σταθερή, πιο μεγάλη και πιο τρυφερή την αγάπη μας. Τα γνώρισα όλα, και τα καλά και τ΄ άσχημα της ζωής. Λοιπόν, αγάπη μου γλυκιά, πίστεψε με, έχω προετοιμαστεί γι’ αυτό που με περιμένει και ξέρω ότι κι αυτό θα το νικήσω. Ξέρεις, πόσα σχέδια έχω κάνει; Ξέρεις πόσα μπορεί να κατορθώσει ο άνθρωπος ακόμη κι όταν κάθεται σε μια αναπηρική πολυθρόνα; Είναι απίστευτα πολλά, σε διαβεβαιώ. Αρκεί να διαφεντεύει αυτός την πολυθρόνα και να μην της επιτρέπει να βαραίνει και να μαυρίζει την ψυχή του. Εγώ δε θα της το επιτρέψω ποτέ.
Άξαφνα είχε την αίσθηση ότι έβλεπε πάνω της κάτι μεγαλειώδες. Τα μάτια της έλαμπαν σαν να έκλαιγαν, μα όχι, ξεχείλιζοταν μόνο από φέγγος. Τα μάτια της δεν ήταν απλώς ένα φως – ήταν όλο το φως. Αυτό το φως του προκάλεσε θεϊκή ταραχή.
Ολόγυρα επικρατούσε απόλυτη σιγή ... Μέσα στη σιγαλιά άρχισε να βλέπει ξανά το παρελθόν της κομμάτια – κομμάτια .. Άλλα απ΄ αυτά που ήταν γαλάζια και διάφανα σαν τον αιθέρα, άλλα παρέμεναν μες στην υγρή σκοτεινιά της ομίχλης ... κι εκείνη, τυλιγμένη από την ομίχλη, συλλογιζόταν τον ήλιο. Τη μια στιγμή σκεφτόταν ότι η ζωή δεν είναι τίποτε και την άλλη έλεγε πως η ζωή είναι το παν... Δεν κρατούσε λογαριασμό σ’ αυτή την αναπόληση ούτε στη σειρά όσων είχαν γίνει... Τα κρατούσε όλα, όμως στα βάθη του νου της: και τις αδυσώπητα σκληρές μέρες και τις μέρες που ονειρευόταν τ’ αστέρια... Κρατούσε στο νου της στιγμές αφάνταστης δυστυχίας μα και επικού μεγαλείου. Κι όλα όσα φύλαγε στο νου της, τα έβλεπε τούτο το λυκαυγές να ξεπροβάλλουν σαν υπέρτατες νίκες... «Ο νους είναι η πηγή του παντός. Από εκεί πρέπει να αρχίζουμε πάντα.
.
.
Ο Γιώργος Πολυράκης γεννήθηκε στα Σφακιά της Κρήτης όπου τελείωσε τη στοιχειώδη εκπαίδευση. Μαθητής γυμνασίου ακόμη ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και έγραψε δύο θεατρικά έργα που παίχτηκαν σε μαθητικές παραστάσεις. Τελείωσε την Ιατρική στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης του οποίου είναι διδάκτωρ. Σήμερα εργάζεται ως χειρουργός στη Θεσσαλονίκη, όπου και ζει. Το 1994 κυκλοφόρησε το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο ΛΥΤΡΩΣΗ και το 1995 το δεύτερο βιβλίο του με τίτλο ΜΑΘΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ και τα δύο προσωπικές εκδόσεις. Ένα χρόνο αργότερα κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ το μυθιστόρημα ΕΚΕΙΝΗ Η ΣΤΙΓΜΗ. Ακολούθησε, το Δεκέμβριο του 1998, το μυθιστόρημα ΧΟΡΕΥΟΝΤΑΣ ΣΤΗ ΣΙΩΠΗ, το οποίο αγαπήθηκε αμέσως απ? το αναγνωστικό κοινό και τιμήθηκε με το Βραβείο Πεζογραφίας της Ελληνικής Εταιρείας Χριστιανικών Γραμμάτων. Μάλιστα, γυρίστηκε σε σίριαλ, το οποίο προβλήθηκε το χειμώνα του 2003 από την τηλεόραση του Alpha. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν επίσης τα βιβλία του ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟ ΧΘΕΣ (Α΄ Βραβείο Μυθιστορήματος από τον Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός»), Η ΚΟΡΗ ΤΗΣ ΑΝΕΜΩΝΗΣ που σύντομα θα κυκλοφορήσει στα τούρκικα, ΜΕ ΤΗΝ ΠΝΟΗ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ, ΜΑΚΡΙΝΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ (στην τελική πεντάδα για το βραβείο ΣΚΑΪ αναγνωστών) και ΣΑΝ ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΡΑΣΕ ΜΙΑ ΜΕΡΑ.
Γράφει η
Ναταλία Ιωαννίδου
Από τη Λευκωσία
2 comments:
ΣΙΓΟΥΡΑ ΘΑ ΕΧΕΙ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ!!ΚΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΦΙΛΕ ΜΟΥ.
Πολύ ενδιαφέρον το θέμα του βιβλίου που ξετυλίγεται την εποχή των τσιφλικάδων στο Θεσσαλικό κάμπο.
Να είναι καλοτάξιδο.
Καλή εβδομάδα αγαπητέ Φοίβο!
Post a Comment