Του Τάσου Μητσόπουλου
Βουλευτή
Όταν εμείς οι πολιτικοί κάνουμε αναφορά στο ρουσφέτι θα πρέπει να είμαστε ιδιαιτέρως προσεκτικοί. Οφείλουμε πρώτα απ’ όλα μια δημόσια απολογία προς τους πολίτες για το γεγονός ότι, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, αναπαράγουμε ένα νοσηρό φαινόμενο που ευτελίζει και καταρρακώνει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και προσβάλει την ποιότητα της δημοκρατίας μας. Πολιτική και ρουσφέτι, στον τόπο μας τουλάχιστον, είναι δύο έννοιες ακατάλυτα σχεδόν συνυφασμένες.
Το ρουσφέτι που ετυμολογείται από την τουρκική λέξη rusvet, αποτελεί μια μακρά παράδοση που έχει διαπλάσει συνειδήσεις και έχει διαμορφώσει ολόκληρη πολιτική κουλτούρα μεταξύ των πολιτών. Μια κουλτούρα η οποία αδιατάρακτα δυστυχώς αναπαράγεται με ευθύνη όλων ημών των πολιτικών αλλά και των πολιτών οι οποίοι τις περισσότερες φορές συναρτούν την ψήφο τους από τις κάθε μορφής εξυπηρετήσεις και από τον αριθμό των ρουσφετιών που θα έχει διεκπεραιώσει ο πολιτικός της προτίμησής τους.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων αισθάνομαι πως έχουμε αναλάβει, είτε ελλείψει πολιτικού λόγου που να απαντά στα μεγάλα και συλλογικά προβλήματα αυτής της κοινωνίας είτε λόγω άλλων εγγενών αδυναμιών του συστήματος, τον άχαρο ρόλο να λειτουργούμε ως κλητήρες, ως καταγραφείς αιτημάτων, ως διεκπεραιωτές πάσης φύσεως διευκολύνσεων. Και όποιος δεν έχει την τόλμη και το θάρρος να αναγνωρίσει αυτή την πραγματικότητα και να απολογηθεί δημοσίως στον πολίτη για την αναπαραγωγή αυτής της αναχρονιστικής πρακτικής που παραπέμπει σε φεουδαρχικές κοινωνίες του μεσαίωνα, τότε πολύ φοβούμαι ότι υποκρίνεται.
Κατά βάθος όμως και ο πολιτικός ενδίδει στον πειρασμό των πελατειακών σχέσεων αφού γνωρίζει ότι στο τέλος της ημέρας δεν θα κριθεί από την συνέπεια της κοινοβουλευτικής του παρουσίας, από την έκταση και την ποιότητα του πολιτικού του λόγου αλλά από τον αριθμό των προσωπικών εξυπηρετήσεων που θα έχει με επιτυχία υλοποιήσει.
Αφορμή ασφαλώς για τις σκέψεις μου αυτές είναι η πρόσφατη απόφαση για την ποινική δίωξη δύο δημοσίων υπαλλήλων. Απόφαση που προκάλεσε αίσθηση όχι γιατί είναι η πρώτη φορά που δέκα ολόκληρα χρόνια μετά την ψήφιση της σχετικής νομοθεσίας που ποινικοποιεί το ρουσφέτι διώκεται κάποιος γι αυτό, αλλά γιατί η δίωξη αντί να στρέφεται κατά πολιτικών προσώπων, στρέφεται κατά δημοσίων υπαλλήλων. Υπάρχει βεβαίως και η κυρίαρχη άποψη ότι οι πολιτικοί δεν διώκονται ποινικά, αλλά κρίνονται πολιτικά από το λαό. Είδαμε βεβαίως και με ποια κριτήρια. Και με τον τρόπο αυτό ο φαύλος κύκλος καλά κρατεί.
Είναι όμως για μένα ταυτόχρονα και υποκριτικό αλλά και εξοργιστικό οι ποινικές διώξεις να εξαντλούνται κατά δημοσίων υπαλλήλων. Οι υπάλληλοι είναι προφανές ότι δεν λειτουργούν σε πολιτικό, θεσμικό ή νομικό κενό. Στη χειρότερη περίπτωση δέχομαι ότι είναι τα εκτελεστικά όργανα αλλά δυσκολεύομαι ειλικρινά να πιστέψω ότι λειτούργησαν αφ’ εαυτών θέλοντας να εξυπηρετήσουν τον φιλικό τους περίγυρο. Για μια ακόμη φορά αποδεικνύεται τόσο τραγικά ότι σε αυτό τον τόπο η πολιτική ευθιξία, η έννοια της πολιτικής ευθύνης είναι είδη εν ανεπαρκεία.
Κανείς μα κανείς, πέραν ελαχίστων και φωτεινών εξαιρέσεων, δεν έχει το θάρρος και την ευτολμία να ορθώσει το παράστημά του και να αναλάβει λεβέντικα το μερτικό της ευθύνης που του αναλογεί. Έστω κι αν η κοινωνία και το σύστημα αξιών γύρω μας κατακρημνίζονται εκκωφαντικά. Είμαστε έτοιμοι να εξαντλήσουμε την αυστηρότητα της κριτικής μας αρκεί να στρέφεται προς τον άλλο και να μην αφορά εμάς. Το αψεγάδιαστο ήθος και τις ανεπίληπτες και υπεράνω πάσης υποψίας συμπεριφορές μας.
Με αυτή όμως τη λογική ένα πράγμα είναι βέβαιο. Θα βαυκαλιζόμαστε ότι αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα ενώ αυτό θα παίρνει διαστάσεις. Θα βρίσκουμε κάθε φορά τα εξιλαστήρια θύματα για να φορτώνουμε τις συλλογικές μας ευθύνες. Θα διευρύνουμε το χάσμα αξιοπιστίας μεταξύ πολιτών και πολιτικής. Και όλα αυτά την ώρα που τα φαινόμενα κοινωνικής αποσύνθεσης και εκφυλισμού θα μας προκαλούν δυσάρεστες εκπλήξεις τις οποίες εκ των υστέρων με ιερή αγανάκτηση θα αποδοκιμάζουμε αλλά και με περισσή σοβαροφάνεια και επιστημονική εμβρίθεια θα επιχειρούμε να ερμηνεύσουμε. Να το χαιρόμαστε λοιπόν το σύστημα που ασχολείται με τα επιφαινόμενα και όχι με την ουσία.
Τάσος Μητσόπουλος
Βουλευτής Λάρνακας
Επίτροπος Ευρωπαϊκών Υποθέσεων
2 comments:
"Κατά βάθος όμως και ο πολιτικός ενδίδει στον πειρασμό των πελατειακών σχέσεων αφού γνωρίζει ότι στο τέλος της ημέρας δεν θα κριθεί από την συνέπεια της κοινοβουλευτικής του παρουσίας, από την έκταση και την ποιότητα του πολιτικού του λόγου αλλά από τον αριθμό των προσωπικών εξυπηρετήσεων που θα έχει με επιτυχία υλοποιήσει".
Αυτή είναι η μόνη αλήθεια.
Η ψηφοθηρία και η διατήρηση της "καρέκλας".
Και φυσικά δεν φταίει ο πολιτικός μόνο, αλλά και οι πολίτες που έχουν κάνει την ψήφο τους γραμμάτιο προς εξόφληση.
Βάσσια. Δεν έχω παρά να συμφωνήσω και συνυπογράψω σε αυτά που τόσο παραστατικά εκφράζεις.
Post a Comment