Monday, June 24, 2013

Παρουσίαση των βιβλίων της Ελένης Αρτεμίου-Φωτιάδου

Για τη βραβευμένη ποιήτρα και συγγραφέα


Οι εκδόσεις Μανδραγόρας οργάνωσαν στην αίθουσα Εκδηλώσεων του Δημοτικού Σχολείου Κιτίου παρουσίαση των βιβλίων της
Ελένης Αρτεμίου-Φωτιάδου
α. Κατεπείγον –Ποίηση
β. Διμερής Συμφωνία –Ποίηση
γ. Αφύπνιση 800 mg –Διηγήματα
Τα βιβλία παρουσίασαν:
Κώστας Κρεμμύδας, ποιητής, εκδότης του λογοτεχνικού περιοδικού Μανδραγόρας
Αγγελική Ασπρογέρακα-Γρίβα, μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού Μανδραγόρα  


ΑΦΥΠΝΙΣΗ 800 MG
H συλλογή διηγημάτων που παρουσιάζουμε σήμερα, η Αφύπνιση των 800 mg, αποτελείται από 39 διηγήματα, που έχουν κοινά στοιχεία μεταξύ τους τόσο ως προς το ύφος τους και την τεχνική της γραφής, όσο και ως προς το περιεχόμενό τους. Καταρχάς ως προς τη μορφή τους. Όλα είναι μικρά, οι λέξεις που τα συνθέτουν κυμαίνονται γύρω στις 800, εξ ου και το ένα τρίτο του τίτλου, ο αριθμός 800. Η μικρή έκταση αποτελεί σημαντικό προτέρημα καθώς σ’ αυτές τις δυο τρεις σελίδες του κάθε διηγήματος, με αριστοτεχνικό τρόπο, η κυρία Αρτεμίου καταφέρνει να τα χωρέσει όλα. Και εξηγώ.

Στις 800 λέξεις κάθε διηγήματος εκτυλλίσσεται και ολοκληρώνεται η πλοκή μιας, ξεχωριστής ιστορίας. Γιατί όλα τα διηγήματα έχουν πλοκή, έχουν αρχή, μέση και τέλος. Αρχή, κορύφωση και κάθαρση. Δημιουργείται ένταση και διατηρείται αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι το τέλος.Με ελάχιστες λέξεις σκιαγραφούνται με επάρκεια οι χαρακτήρες των ηρώων. Κάθε διήγημα έχει ιδιαίτερους, διαφορετικούς χαρακτήρες. Είναι σε πρώτο πλάνο ο ήρωας-αφηγητής ή αφηγήτρια και σε δεύτερο, συνήθως, ο άνθρωπος που δημιουργεί την πρόκληση/το ερέθισμα για τη συναισθηματική κρίση του ήρωα.

Έτσι για να σας δώσω κάποια παραδείγματα, στο πρώτο διήγημα, αφηγήτρια είναι η μητέρα της Δανάης, της δεκαεξάχρονης θύελλας που είχε γνωρίσει τον έρωτα κι είχε ήδη σκιρτήσει μέσα της μια νέα ζωή, η μητέρα της Δανάης που διερωτάται πώς ξέφυγαν έτσι τα πράγματα από τον έλεγχό της, πώς, πιο πολύ, ξέφυγαν από την αγάπη της.  Στο επόμενο διήγημα είναι η τραγουδίστρια, που τη μεθούσε κυριολεκτικά η στιγμή που αντάμωνε το κοινό της, κι η ίδια ένιωθε τόσο γεμάτη, που άλλο δε γύρεψε για χρόνια στη ζωή της από τούτο το μεθύσι της ερμηνείας. Σε ένα άλλο, είναι ο άντρας που μια αέρινη, υπέροχη, νέα ζωντοχήρα συνάδελφός του έκανε την καρδιά του να κτυπά σαν εικοσάχρονου παλικαριού λίγους μήνες πριν βγει στη σύνταξη

Είναι ο κτηματομεσίτης που η έγγαμη ζωή του, μετά από ένα γάμο από προξενιό, τον έπνιγε σαν τη γραβάτα που έδενε στο λαιμό στις επίσημες εξόδους. Και δεκάδες άλλοι άνθρωποι λιγότερο ή περισσότερο καθημερινοί, όλοι όμως αντιπροσωπευτικοί της κοινωνίας μας, που ζωντανεύουν από τα ακριβή εκφραστικά εργαλεία της κ. Ελένης Αρτεμίου-Φωτιάδου. Κι αφού πρώτα η κ. Αρτεμίου μέσα σε μερικές σειρές έχει καταφέρει να δημιουργήσει στο μυαλό του αναγνώστη την ακριβή εικόνα του ήρωά της αλλά και του χώρου μέσα στον οποίο τον τοποθετεί, άλλος κινείται στον επαγγελματικό του χώρο, άλλος φτάνει μετά από χρόνια ξενιτιάς στο κλειστό και εγκαταλειμμένο σπίτι στο χωριό, μια γυναίκα βρίσκει καταφύγιο στη γεμάτη γλάστρες βεράντα της, ένας ζωγράφος τοποθετείται πίσω από το τζάμι του εργαστηρίου του να παρατηρεί τον έξω κόσμο και ούτω καθεξής, αφού λοιπόν η συγγραφέας έχει δημιουργήσει την εικόνα του ήρωα και του χώρου, αποτολμά και επιτυγχάνει να κάνει τον αναγνώστη συμμέτοχο της έντονης συναισθηματικής κατάστασης που βιώνει ο ήρωας του κάθε διηγήματος. Γιατί αυτό είναι το κοινό χαρακτηριστικό των διηγημάτων όσον αφορά στο περιεχόμενό τους. Ότι όλα αποτυπώνουν μια έντονη εσωτερική κρίση του πρωταγωνιστή η οποία κορυφώνεται και εκτονώνεται με πράξεις. 

Όλα αυτά λοιπόν  «χωράνε» στις 2-3 σελίδες του κάθε διηγήματος γιατί η κ. Ελένη Αρτεμίου-Φωτιάδου είναι μια εξαίρετη χειρίστρια της ελληνικής γλώσσας. Στην αφήγησή της καμία λέξη δεν περισσεύει. Αλλά και καμία λέξη δεν λείπει. Σ’ αυτές τις 800 λέξεις των διηγημάτων, υπάρχουν σχήματα λόγου και καλολογικά στοιχεία, ό,τι απαιτείται για να είναι το κείμενο γλαφυρό, ευσύνοπτο και κατανοητό. Για να ρέει, για να μη «σκοντάφτει» ο αναγνώστης πουθενά, για να μη χρειάζεται να γυρίσει ποτέ πίσω, επειδή κάτι δεν το παρακολούθησε σωστά. Χωρίς ποτέ, να υπάρχει η παραμικρή φλυαρία.
Χάρη σ’ όλα αυτά τα χαρακτηριστικά, τα διηγήματα διαβάζονται μονορούφι.

Όμως η λογοτεχνική αξία ενός πεζογραφήματος δεν εξαντλείται στα ζητήματα γλώσσας.  Όσο κι αν κατά την ανάγνωση, απολαμβάνουμε την ωραία και ρέουσα γλώσσα, αυτή δεν παρά μόνο το εργαλείο για να αναδειχθεί η ουσία των γραφομένων. Όταν υπάρχει. Και δεν είναι λίγες οι φορές που ένα καλογραμμένο κείμενο δεν έχει ουσία. Δεν γεννά σκέψεις, ιδέες, προβληματισμούς. Το ολοκληρώνουμε και δεν το ξανασκεφτόμαστε ποτέ. Δεν είναι όμως αυτή η περίπτωση των διηγημάτων της κ. Ελένης Αρτεμίου-Φωτιάδου. Το σύνολο των διηγημάτων προτείνει μια συγκεκριμένη στάση ζωής που αναδεικνύεται από τον αριστοτεχνικό τρόπο όχι μόνο γραφής αλλά και της παράθεσης των ιστοριών στην αλληλουχία τους. Τελειώνοντας την ανάγνωσή τους, σκεφτόμαστε και ξανασκεφτόμαστε πάνω στο νόημα και την πρότασή τους.  

Όπως είπα λοιπόν και προηγουμένως όλες οι ιστορίες της Ελένης είναι ιστορίες κρίσεων στη ζωή των ηρώων. Πρόκειται για δραματικές στιγμές στη σκοτεινή και δύσκολη, ή σε άλλες περιπτώσεις επιφανειακά ήρεμη αλλά άδεια ή προβληματική ζωή, των ηρώων. Η μητέρα που βρίσκεται αντιμέτωπη με την εγκυμοσύνη της 16χρονης κόρης και την πιθανότητα μιας έκτρωσης, η τραγουδίστρια που βιώνει την πιθανότητα του θανάτου και τις παρενέργειες της χημειοθεραπείας, ο πατέρας που συναντά για πρώτη φορά τη δεκαεπτάχρονη κόρη του-καρπό περιστασιακής ερωτικής συνεύρεσης, ο μετανάστης που καλείται να εγκαταλείψει τη δυνατότητα επιστροφής στην πατρίδα, ο άντρας που συνειδητοποιεί ότι πρέπει να αποδεχτεί τα γηρατειά που έρχονται, η κακοποιημένη γυναίκα που συνειδητοποιεί ξαφνικά την κατάντια του γάμου της είναι, ενδεικτικά, κάποιες από τις «κρίσεις» που βιώνουν οι ήρωες.
 
Δεν είναι όμως σκοπός της κυρίας Αρτεμίου να γράψει ιστορίες δυστυχίας και πόνου. Είναι να καταδείξει πώς μετά από κάθε κρίση επέρχεται η κάθαρση. Σκοπός της είναι να περιγράψει τη διαδικασία της «αφύπνισης», πώς ο ήρωας κάνει το καθοριστικό βήμα για να βγει από το σκοτάδι στα φωτεινά μονοπάτια της αισιοδοξίας και της πραγματικής ζωής. Εξ ου και το άλλο σκέλος του τίτλου, η λέξη «Αφύπνιση», που δεν είναι στην περίπτωση αυτής της συλλογής τίτλος ενός εκ των διηγημάτων, όπως συνήθως συμβαίνει, αλλά η λέξη η οποία συνοψίζει το στοιχείο της κάθαρσης που είναι παρούσα σε όλα τα διηγήματα. Ενδεικτικά θα σας διαβάσω κάποια αποσπάσματα, κάθε ένα από διαφορετικό διήγημα:
·         Ήθελε πολλά, θα αγωνιζόταν έστω και για τα λίγα.. Πρώτη φορά πρόσεχε τη λάμψη των αστεριών, πρώτη φορά ανέπνεε μες στη νύχτα τη μυρωδιά του νυχτολούλουδου. Στύλωσε τα μάτια της στα δικά του και του ψιθύρισε σιωπηλά πόσο πολύ αγαπούσε πια τη ζωή, πόσο πολύ εκτιμούσε την κάθε στιγμή που της χάριζε. Δεν είναι θαύμα η θέληση ενός ανθρώπου για ζωή. Κινητήριος δύναμη είναι, που ανατρέπει τα πικρά-τα δεδομένα.
·         Καιρός είναι να τραβήξουμε δρόμους χωριστούς. Άλλωστε, χωριστά ονειρευόμαστε όλα αυτά τα χρόνια. Μένουμε μαζί για τα μάτια του κόσμου, προβάλλοντας προς τα έξω μια ψεύτικη ευτυχία. Ίσως μου πεις πως είναι λίγο αργά, μα ποτέ δεν είναι τόσο αργά για να αντισταθεί κανείς σε μια μονότονη ζωή.

·         Μα ξάφνου κάτι άγγιξε τις πληγωμένες της αισθήσεις. Η αγαπημένη της γαρδένια, μετά από τόσο καιρό σιωπής, μίλησε με το μικρό, μυρωδάτο άνθος της που μόλις φαινόταν μέσα στο ταλαιπωρημένο φύλλωμά της. Έσκυψε, μύρισε τη ζωή που ανασταινόταν δίπλα της κι άφησε μια για πάντα πίσω της τους μικρούς καθημερινούς θανάτους της ψυχής της.
·         Στην πόλη γύρεψαν όσα τους στέρησε η μοίρα και οι άνθρωποι. Και μες στην πολύβουη αδιαφορία της, σκύψανε με έγνοια πάνω από τα κουρέλια της ψυχής τους και μπάλωσαν λίγο λίγο τις πληγές.
·         Το χάραμα τους βρήκε δίχως τα χρόνια τους φθοράς. Μπήκε ο γιος τους στο σαλόνι νωρίς το πρωί, με το φως της άνοιξης να κυνηγά όλα τα γκρίζα λόγια που ξεστόμισε κάποτε η απομάκρυνση. Έσκυψε, έλυσε τα σχοινιά τους, μαζί και την αγάπη τους και την άφησε ν’ αρμενίσει με νέα πανιά στο μέλλον.

·         Έβγαλε ένα κουτί σπίρτα απ’ την τσέπη. Το τέλος δε θ’ αργούσε. Βεβαιώθηκε ότι είχε κλειδώσει την πόρτα του υπογείου, πήρε βαθιά ανάσα, άναψε το σπίρτο. Το μηχάνημα γρήγορα τυλίχτηκε στις φλόγες. Εκείνη εκεί, με τη φωτογραφία αγκαλιά, περίμενε. Και τότε ένιωσε ένα σκίρτημα στο στήθος. Στο μέρος ακριβώς που κρατούσε τη φωτογραφία. Μια σπίθα πετάχτηκε πάνω στο βαλτωμένο της μυαλό. Αναρρίγησε. Τι πήγαινε να κάνει; Να προσφέρει άλλη μια θυσία στο ατσαλόμορφο τέρας; Ξεκλείδωσε γρήγορα την πόρτα, κοίταξε για στερνή φορά πίσω της κι ύστερα έστρεψε το βήμα προς τη σκάλα. Ο αέρας έξω μύριζε άνοιξη. Πήρε βαθιά ανάσα, να κατέβει τούτος ο αγέρας μέχρι τα κουρασμένα της πνευμόνια, έσφιξε γι’ άλλη μια φορά την αγάπη τους στα στήθια της κι ύστερα, με αργές κινήσεις, κάλεσε την πυροσβεστική. Αύριο θα ’ψαχνε για δουλειά. 

·         Στο τραπέζι λερωμένο ακόμα το μαχαίρι απ’ το πορτοκάλι που καθάρισε. Τ’ άρπαξε, τον ζύγωσε και τ’ όρθωσε μπροστά του σαν ξιφομάχος έτοιμος για τον πιο μεγάλο αγώνα του. Λέξη δεν είπε. Τον κοίταξε μόνο μ’ όλη τη θάλασσα που φύλαγε μέσα της για το καλοκαίρι. Μα εκείνη ήρθε με τη βουή ανέμου οργισμένου, άγρια θάλασσα, φουρτουνιαμένη, που ξέβραζε αλμύρα και κουφάρια. Τα ’χασε εκείνος μπροστά σε τέτοιο πέλαγο. Ανασηκώθηκε, κάτι μουρμούρισε που ποτέ δεν έφτασε σώο στ’ αυτιά της. Ύστερα άνοιξε την πόρτα κι άφησε τη νύχτα να τον κρύψει για πάντα απ’ τη ζωή τους.

Τα παραπάνω είναι η κατακλείδα κάποιων από τα διηγήματα, εκεί όπου η ζωή, πραγματικά σαν ισχυρός μαγνήτης έλκει τους ήρωες προς τη συνέχειά της, όπως η ίδια η κ. Αρτεμίου γράφει κάπου άλλού. Όμως υπάρχουν και περιπτώσεις διηγημάτων, πολύ λιγότερων όμως, στα οποία η κάθαρση επέρχεται όχι με τη ζωή αλλά με ένα θάνατο. Ακόμα και τότε όμως, ο θάνατος είναι το τίμημα που πληρώνει ο ήρωας για να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς με τις αμαρτίες της ζωής του, για να περάσει στην άλλη ζωή με το κεφάλι ψηλά, αποκαθαρμένος.

Κατά συνέπεια, αυτό που προσπαθεί και κατά την άποψή μου επιτυγχάνει η κ. Ελένη Αρτεμίου-Φωτιάδου μέσω των διηγημάτων της είναι να προβάλει με απόλυτη συνέπεια το στέρεο σύστημα αξιών της, στο οποίο τα όρια μεταξύ καλού-κακού, δίκαιου-αδίκου, έντιμου-ανέντιμου, ηθικού-ανήθικου είναι απολύτως ευδιάκριτα. Σε κάθε διήγημα, αποτυπώνεται ο διχασμός που αισθάνεται ο άνθρωπος όταν βρίσκεται στα σταυροδρόμια της ζωής του. Αποτυπώνεται ο αγώνας του καλού με το κακό και η τελική απόφαση, που γέρνει την πλάστιγγα πάντοτε στα διηγήματα της κ. Ελένης Αρτεμίου, προς την πλευρά του καλού, του δίκαιου, του έντιμου, του ηθικού, ακόμα κι όταν αυτό σημαίνει θάνατο. Κι ο αναγνώστης, ταυτιζόμενος με τον ήρωα, παίρνει κι αυτός θέση υπέρ του δίκαιου, του έντιμου και του ηθικού. 

Είναι, λοιπόν κατά τη γνώμη μου, απολύτως συνειδητή η επιλογή των ιστοριών θλίψης ή δυστυχίας. Γιατί μόνο σ’ αυτές αναδεικνύεται ανάγλυφα η εσωτερική διαπάλη και η «αφύπνιση» των ηρώων.Το συμπέρασμά μου λοιπόν. Η Ελένη Αρτεμίου-Φωτιάδου αποκαλύπτει ένα μήνυμα ζωής και αίσθησης δικαίου ακόμα και μέσα στις δυσκολότερες, στις ακραίες στιγμές πόνου και δυστυχίας. Κι αυτό είναι το μήνυμά της, η τελική νίκη της ζωής και του δικαίου.

Τελειώνοντας: Τα διηγήματα της κ. Αρτεμίου τα διάβασα πολλές φορές για τις ανάγκες της έκδοσης, της επιμέλειας και των διορθώσεων και δεν κουράστηκα ούτε μια στιγμή. Τα διάβαζα και τα ξαναδιάβαζα με ενδιαφέρον και σε κάθε ανάγνωση μου αποκάλυπταν ένα ακόμα μήνυμα ζωής. Και όσο διαρκούσε η εκδοτική διαδικασία, σκεφτόμουν αυτό το τελικό αισιόδοξο μήνυμά τους, την κοινή συνισταμένη τους, την Αφύπνιση των 800 λέξεων, ή των 800 μιλιγκράμ, γιατί η «Αφύπνιση» προσφέρεται στον αναγνώστη από την κ. Αρτεμίου σε δοσολογία φαρμάκου, ως ίαμα για τη ζωή, μια αφύπνιση/ίαμα 800 mg/λέξεων.
Ευχαριστώ

 Αποσπάσματα διαβάζουν οι ηθοποιοί: Αντρέας Τσουρής, Αντρέας Μελέκκης


Προσεκτικά θα συλλαβίσω δύσκολα φωνήεντα
προσέχοντας τους δίφθογγους σε κάποιες διασταυρώσεις

Η Ελένη Αρτεμίου-Φωτιάδου έχει ήδη στο ενεργητικό της έξι ποιητικές συλλογές, οκτώ βιβλία παιδικής λογοτεχνίας και μια συλλογή διηγημάτων. Σήμερα θα αναφερθούμε σε δυο από τα τελευταία της ποιητικά το Κατεπείγον που κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2011 και έχει ως εξώφυλλο το έργο του σημαντικού Έλληνα ζωγράφου Απόστολου Γιαγιάννου, και τη Διμερή Συμφωνία που φέραμε μαζί μας από την Αθήνα. Και τα δυο ποιητικά βιβλία περιέχουν μικρά σύντομα ποιήματα –το πρώτο εκατόν δεκάξι χαϊκού και το δεύτερο 186 δίστιχα.

Το συνδετικό των δύο ποιητικών συλλογών είναι ο ολιγόστιχος χαρακτήρας των ποιημάτων –σχεδόν αποφθεγματικός– όπου περικλείονται σκέψεις/ εικόνες/ συναισθήματα, προσεκτικά και κατ’ οικονομία διαρθρωμένα μέσα από την αυτονόητα απλή αλλά και καλλιτεχνικά κρίσιμη διαδικασία/επιλογή διάταξης απλών λέξεων σε τέτοια συχνότητα και με τέτοια σειρά ώστε να προκύπτει το αισθητικό αποτέλεσμα που ειναι και το αίτημα στην τέχνη: «Στα ποιήματα μια πεζή λέξη χτίζει το συναίσθημα».

Η Ελένη Αρτεμίου επιλέγει για να εκφραστεί αφενός μεν τα χαϊκού αφετέρου τα δίστιχα στα οποία η ποιήτρια δεν ακολουθεί την αυστηρή ποιητική φόρμα των χαϊκού αλλά επιλέγει και πάλι τον απόλυτα περιορισμένο χώρο των δυο στίχων για να καταγράψει τα ολοκληρωμένα νοήματά της. Τα δίστιχά της έχουν μια λογική ποιητικών σημειώσεων στις οποίες αποτυπώνονται αυθόρμητες σκέψεις που μετά την ωρίμασή τους και την τελική επεξεργασία τους δίνουν υπόσταση στην τελική ποιητική ύλη.

Τα παραδοσιακά/κλασικά εκφραστικά της μέσα είναι φυσικό να βρίσκουν οικείο το χώρο των γιαπωνέζικων 17σύλλαβων ποιημάτων των 5-7-5 συλλαβών, ίσως την πιο σύντομη ποιητική φόρμα, με αναφορά και εικόνες από και για, τη φύση, τις εποχές του χρόνου, αυτή τη δυναμική εναλλαγή και ταυτόχρονα ποικιλλία των φυσικών φαινομένων που αντιστοιχούν στην πολυπλοκότητα, τη πολυμορφία και την διαρκή κίνηση της ανθρώπινης φύσης.
 
Μέσα από λέξεις λοιπόν που προσδιορίζουν ακριβώς τις διαρκείς εναλλαγές, που ακολουθούν αυτή τη συνεχή κυκλική σπειροειδή πορεία/κίνησης της γης και των όντων της, επιχειρούν οι ποιητές να καταθέσουν το έργο τους, μέσω ακριβώς των χαϊκού. Αυτή η στενή σχέση/εξέλιξη φύσης και ανθρώπου ίσως να αιτιολογεί και τη μεγάλη άνθιση αλλά και απήχηση της φόρμας των χαϊκού που παραμένουν δημοφιλή από το 13ο αιώνα και εξακολουθούν να προκαλούν τους ποιητές. Αρχικά ήταν ομοιοκατάληκτα ποιήματα  παρότι στην εξέλιξή τους παρατηρούνται χαϊκού και σε ελεύθερη μορφή, διατηρώντας ωστόσο –πράγμα που επιβάλλεται στην ποίηση/σε κάθε ποίημα– ζωντανό το ρυθμό και το μέτρο. Η αξία ενός ποιητικού είδους βρίσκεται στη διαρκή ανανέωση και στον εμπλουτισμό του, κάτι που γίνεται και με τα χαϊκού καθώς πολλοί σύγχρονοι ποιητές τα τελευταία χρόνια επιλέγουν με την προσθήκη τίτλου, που λειτουργεί συμπληρωματικά και οργανικά στο περιεχόμενο του ποιήματος, να δώσουν ακόμα μεγαλύτερη δυναμική στο τελικό αποτέλεσμα, χωρίς αυτό να σημαίνει αλλαγή στην οικονομία του ύφους. 
Συχνά επίσης μετατοπίζονται και από την προσφιλή θεματική των χαϊκού, διευρύνοντας τους ορίζοντες του ποιήματος με κοινωνικές, ερωτικές, ακόμα και πολιτικές αναφορές.

Η Ελένη Αρτεμίου Φωτιάδου είναι ίσως από τους συνεπέστερους προς το πνεύμα των χαϊκού, καθώς τα θέματά της για τη φύση, οι συμβολισμοί της για τα φυσικά φαινόμενα και η σχέση/σύνδεσή τους με τον άνθρωπο την καθιστούν από τους πιστότερους προς την παραδοσιακή φόρμα ποιητές. Τόσο στο Κατεπείγον, όσο και στη Διμερή Συμφωνία διαβάζουμε ποιήματα για τα αμπέλια, συμβολισμούς για το κρασί, αναφορές στη θάλασσα, τον ήλιο, τα φεγγάρια, το γκρίζο σύννεφο που αποκτά ανθρώπινη υπόσταση –έκφραση ψυχισμού, ποιήματα που προσλαμβάνουν διαστάσεις και ιδιότητες ανθρώπων, ή πάλι αναφορές σε εποχές: (βλ. το ποίημα ΕΣΠΕΡΙΝΟ, Επαναστάτης/ ο ήλιος στη δύση του/ βάφει τις τύψεις), ή από το δίστιχο: Την άνοιξη κρατούσε πάντα μια επιφύλαξη/ για του καλοκαιριού την ακριβή ώρα της άφιξης. Και αλλού: Ανασαίνω επάνω απ’ το χώμα της βροχής όλη τη μέρα/ που με ιδρώτα και κόπο κυνηγά το πιο λαμπρο ηλιοβασίλεμα.  Ή: νησί κρατά/ μέσα στη θάλασσά του/ υγρή την ξηρά

Αν η άνοιξη/ δεν είχε χελιδόνια/ θα μ’ αγάπαγες; («ΕΑΡΙΝΟ»).  Ή: Δε μου μιλάνε πια οι εποχές με το γνωστό τους χρώμα/ Να ζωγραφίσω δεν μπορώ την πτώση και την άνοδό τους, διαβάζουμε σ’ ένα δίστιχο της πρόσφατης συλλογής «Διμερής συμφωνία», διαπιστώνοντας τη διαλεκτική σχέση/συγγένεια ανάμεσα στις ποιητικές μορφές και τα είδη της ποίησης.

Η ποιήτρια αξιοποιεί την ολιγόστιχη τεχνική των χαϊκού αλλά και την αυστηρή οικονομία των δίστιχων, για να εκφράσει ποιητικά τη σύγχρονη αντίληψη της ζωής: (βλ. ΑΠΟΞΗΡΑΝΣΗ, Έλλειψη νερού/ στη θάλασσα των πόθων/ με ερήμωσε), αλλά και τα αδιέξοδα του βίου: (Ένα Βατερλό/ εκθρονίζει μονίμως/ τους υπερόπτες). Ή ΕΚΟΥΣΙΩΣ, Φυλακισμένος/ έζησα τις μεγάλες/ ελευθερίες

Τα ποιήματά της, όπως άλλωστε και τα πεζογραφήματά της, διακρίνονται για τη δύναμη, την πυκνότητα του υπαινιγμού, τη λιτή τους φόρμα, αλλά και την υπαρξιακή τους ένταση: Ο ΠΡΩΤΟΣ ΑΝΤΙΠΑΛΟΣ, Κόντρα στο ρεύμα/ κυνήγησα πρωτίστως/ τον εαυτό μου.

Τόσο στα χαϊκού όσο και στα δίστιχα –μικρά σύντομα ποιήματα όπου περικλείονται με λιτό τρόπο ποιητικές εικόνες και συναισθήματα υπάρχουν όλα εκείνα τα γνωρίσματα που θέλει την ποίηση να πλάθει με φαντασία και τόλμη ιδέες, ελπίδες, επιθυμίες, να αποδιώχνει φόβους, να νοσταλγεί: Ξυπνώ μέσα στη νύχτα, ετοιμάζομαι για της αυγής το χρώμα/ καλοχτενίζω το κουράγιο μου αφήνοντας λυτές τις πεθυμιές μου.

Πολλά από τα ποιήματα επίσης της συλλογής έχουν έντονο το ερωτικό στοιχείο με την υπόσταση που δίνει στη μαγεία της ζωής και στην αδιάλειπτη συνέχεια της φύσης. Μια ακόμα απόδειξη της συγγένειας/συνέχειας της τέχνης δια μέσου των λαών και των αιώνων. Μια απόδειξη δηλ. του καθαρά ανθρωποκεντρικού συστατικού της.
Διαβάζω μερικά ποιήματα ενδεικτικά όπου παντρεύεται το στοιχείο ακριβώς της φύσης με τον έρωτα: (ΦΥΣΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ, Αγάπης ήχος/ ταξίδεψε γρήγορα/ σ’ ένα σου βλέμμα, ή Δε με φίλησε/ έρωτας εαρινός/ και δεν άνθισα), σκη­νές από την ιστορία και τη μυθολογία (ΠΕΡΙ ΘΥΣΙΩΝ, Ποτέ δεν ήρθε ο ούριος άνεμος/ Ιφιγένεια), όπου καταγράφονται υπαρξιακές αναζητήσεις κι ερωτηματικά (ΣΟΥΑΡΕ, Προσκαλείστε σε/ δείπνο απολογισμών/ κι ελαφρυντικών, ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΗ,  Έντιμο λάθος/ καλωσόρισες ξανά/ στην ύπαρξή μου). 
 
Τελειώνοντας, στα χαϊκού της Ελένης Αρτεμίου-Φωτιάδου, αλλά και στα δίστιχα που κατατίθενται από την ποιήτρια, συνυπάρχουν μια δυναμική αλλά κι ένα λεπτό συναίσθημα που περικλείει τη γραφή. Διαβάζοντας παράλληλα και τα δυο βιβλία διαπιστώνουμε πως στη δημιουργό υπάρχει ένα ενιαίο ύφος, μια προσφιλής θεματική μια σαφής ποιητική φόρμα που περνά από βιβλίο σε βιβλίο διατηρώντας το αυστηρά προσωπικό, καλλιτεχνικό, υφολογικό, ακόμα και ιδεολογικό σχήμα της ποιήτριας. Ήθη, συνήθειες, παραδόσεις, οικογενειακές σκηνές, έρχονται να προστεθούν στις αναζητήσεις του ανθρώπου γύρω από τη ζωή, τον έρωτα και το θάνατο, για να αποτελέσουν τον κορμό της ποιητικής τέχνης, της καλλιτεχνικής έκφρασης.

Γι’ αυτό αντιμετωπίζοντας ενιαία τα ποιήματα της Ελένης Αρτεμίου-Φωτιάδου ας μιλήσουμε για την ευστοχία που τα διακρίνει, την αισθαντικότητα, το δυναμισμό, το μέτρο και το ρυθμό τους: Κερκίδα δίχως οπαδούς, νυχτιά χωρίς τα άστρα/ Ο χρόνος κύλισε μακριά από το άγγιγμά σου, που μαζί με την οικονομία στην έκφραση –καθώς τόσο τα χαϊκού όσο και τα δίστιχα διακρίνονται για τη λιτότητά τους–, αλλά τον συναισθηματικά φορτισμένο κόσμο τους, κατακτούν τελικά την τεχνική τους αρτιότητα.
Κώστας Κρεμμύδας

Ύστερα μίλησε ο τρόμος/ Κι ήτανε λες κι άλλος κανείς δεν είχε πει κουβέντα
 Οι τεθλασμένες μου γραμμές / επάνω σ’ αδιόρατες καμπύλες ξεψυχούνε
 Κίτρινος καημός σαν φύλλο έπεσε από ’να φθινόπωρο/ Δάκρυ που κράτησε τη θάλασσα από το καλοκαίρι.

 

O φιλόλογος-κριτικός,  μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Λογοτεχνών, Aντρέας Χατζηθωμάς, απευθύνει χαιρετισμό.

Ο Κώστας Κρεμμύδας, εκδότης του περιοδικού Μανδραγόρας,  ποιητής, διδάκτωρ, παρουσιάζει τις ποιητικές συλλογές «Κατεπείγον» και «Διμερής Συμφωνία».

Η Αγγελική Ασπρογέρακα-Γρίβα, μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού Μανδραγόρας, παρουσιάζει τη συλλογή διηγημάτων «Αφύπνιση 800 mg».
Καλλιτεχνικό μέρος της εκδήλωσης
 
Απονομή τιμητικής πλακέτας από τον Πρόεδρο του Κοινοτικού Συμβουλίου Κιτίου στην Ελένη Φωτιάδου Αρτεμίου.

No comments: