Γράφει ο
Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας
Από τη Λευκωσία
Με την άφιξη των Βρετανών στην Κύπρο τον Ιούλιο του 1878, η Λευκωσία δεν ήταν παρά μια πολίχνη με περίπου 11.000 κατοίκους (οι μισοί Χριστιανοί και οι άλλοι μισοί Μουσουλμάνοι), περιορισμένη στα 1,68 Km² των βενετσιάνικων τειχών της, των οποίων οι μοναδικές τρεις πύλες άνοιγαν με το χάραμα του ήλιου και έκλειναν με τη δύση του. Έξω από τα τείχη υπήρχαν μόνο δύο μουσουλμανικά κοιμητήρια, ένα αρμενικό, ένα βυρσοδεψείο και ένα μικρό καφενείο. Η Λευκωσία τότε είχε είκοσι τρεις (23) μαχαλλάδες: Abdi Chavoush, Αγία Σοφία, Άγιος Αντώνιος, Άγιος Ιωάννης, Άγιος Κασσιανός, Άγιος Λουκάς, Άγιος Σάββας, Ak Kavouk, Arab Ahmed Pasha, Haydar Pasha, Ibrahim Pasha, Iplik Bazar & Korkout Effendi, Karaman Zade, Mahmoud Pasha, Nebet Hane, Omeriye, Tabak Hane, Taht-el-Kaleh, Top Khane (μετέπειτα Άγιος Ανδρέας), Τρυπιώτης, Φανερωμένη, Χρυσαλινιώτισσα και Yeni Jami.
Ωστόσο, οι νέοι αφέντες της Κύπρου βρήκαν την πόλη σε μια πολύ άσχημη κατάσταση, μετά από τρεις αιώνες οθωμανικής κακοδιαχείρισης, κι έτσι αποφασίσουν να διοικούν το νησί έξω από τα τείχη. Τα κυβερνητικά γραφεία κτίστηκαν νοτιοδυτικά, το Αρμοστείο (αργότερα Κυβερνείο και σήμερα Προεδρικό) εγκαταστάθηκε στο Λόφο των Φιδιών (1878), κοντά στους Αγίους Ομολογητές, το νοσοκομείο κτίστηκε νοτιοδυτικά της Πύλης Πάφου (1897), ενώ οι Φυλακές κτίστηκαν στα δυτικά (1894). Με εξαίρεση τον Ιππόδρομο (1888-1936) και το σιδηροδρομικό σταθμό (1905-1951), είναι σαφές πως οι Άγγλοι προτίμησαν να εγκατασταθούν στα νότια και τα δυτικά της περιτειχισμένης πόλης.
Το 1879 έγινε το πρώτο άνοιγμα στα τείχη, παρά την Πύλη Πάφου, ενώ για την απρόσκοπτη συγκοινωνία με τα κυβερνητικά γραφεία, το 1882 έγινε το άνοιγμα Λεμεσού ή Τρυπιώτη, η άλλοτε Πλατεία Χατζησάββα, αργότερα Μεταξά και σήμερα Ελευθερίας• ακολούθησαν και άλλα ανοίγματα, το τελευταίο από τα οποία έγινε στη Πύλη Κερύνειας το 1931, για τη διευκόλυνση της κυκλοφορίας των λεωφορείων. Τον Ιούνιο του 1882 τα δημοτικά όρια επεκτάθηκαν σε «ένα κύκλο σχεδιασμένο σε απόσταση πεντακοσίων υάρδων πέραν των γωνιών που εξέχουν από τους προμαχώνες των οχυρώσεων»• με την ανάπτυξη της πόλης προς τις διάφορες κατευθύνσεις, επεκτείνονταν και τα όριά της, ενώ επτά από τις εντός των τειχών ενορίες επεκτάθηκαν και εκτός των τειχών.
Η φθηνή αξία της γης έξω από τα τείχη και η οικονομική ευημερία οδήγησε αρκετούς Ελληνοκύπριους και Βρετανούς στο να κτίσουν εκεί, κυρίως στα δυτικά και νότια (Άγιος Ανδρέας και Κουπάτι), ιδίως από τη δεκαετία του 1910 και μετά• ακολούθησαν οι Αρμενοκύπριοι, μαζί με Ελληνοκύπριους συμπατριώτες τους βορειοδυτικά και βόρεια (Keushk Chiftlik, Κωνστάντια και Νεάπολη) από τη δεκαετία του 1940 και μετά. Οι Τουρκοκύπριοι άρχισαν να βγαίνουν έξω από τα τείχη μόλις στα μέσα της δεκαετίας του 1950, κυρίως στο Keushk Chiftlik, τη Νεάπολη και την Ομορφίτα (το 1963 εκτός των τειχών λειτουργούσαν επτά εκκλησίες και κανένα τζαμί).
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1940 η Λευκωσία είχε αρχίσει να ενώνεται με τον Τράχωνα, τον Άγιο Δομέτιο, τους Αγίους Ομολογητές (ενσωματώθηκαν στο Δήμο στις 01/01/1944), την Ομορφίτα, την Παλλουριώτισσα και το Καϊμακλί, ενώ μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960 είχε αρχίσει να ενώνεται και με το Στρόβολο, την Αγλαντζιά και το Ορτά Κιογιού. Στις 29/03/1968, η Χωριτική Αρχή Ομορφίτας και τα Συμβούλια Βελτιώσεως Παλλουριώτισσας και Καϊμακλίου ενσωματώθηκαν στη Λευκωσία, πενταπλασιάζοντας την τότε έκτασή της, ενώ στις 13/04/1973 21,6 εκτάρια από το Συμβούλιο Βελτιώσεως Στροβόλου περιλήφθηκαν στην ενορία Αγίων Ομολογητών. Στις 01/08/1977 η Παλλουριώτισσα διαχωρίστηκε στις ενορίες Παναγίας και Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.
Την απρόσκοπτη ανάπτυξη του Δήμου Λευκωσίας προς όλες τις κατευθύνσεις ήρθε να ανακόψει η τουρκοκυπριακή ανταρσία του 1963-1964 και η βάρβαρη τουρκική εισβολή του 1974• καθώς η πράσινη γραμμή απέκοψε την ανάπτυξη προς τα βόρεια, η οποιαδήποτε ανάπτυξη είναι εφικτή κυρίως στα βορειοανατολικά (Βόρειος Πόλος), ανατολικά (περιοχή ΣΟΠΑΖ) και νοτιοανατολικά (περιοχή ΒΜΗ). Η καθημερινή πληγή της τουρκικής κατοχής είναι ιδιαίτερα εμφανής στο Δήμο Λευκωσίας, του οποίου το 14,80% της έκτασης βρίσκεται εντός της νεκρής ζώνης και το 57,58% κατέχεται από τα τουρκικά στρατεύματα για πάνω από 35 χρόνια. Τέλος, λόγω της αυξημένης αστικοποίησης, από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 ενώθηκαν με τον αστικό ιστό η Λακατάμια, η Ανθούπολη και τα Λατσιά.
Η έκταση της Λευκωσίας σε εκτάρια (100 εκτάρια = 1 τετραγωνικό χιλιόμετρο). Με αστερίσκο οι ενορίες που ξεπήδησαν από τα τείχη και εκτός αυτών.
Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας