Sunday, January 11, 2015

Με το φακό των λέξεων

Ελένης Αρτεμίου-Φωτιάδου

Πόσα σκαλιά μπορεί να ανέβει μια αγάπη; Και να μην αγκομαχήσει! Να μην λαχανιάσει! Αν είναι τα σκαλιά που οδηγούν στον ουρανό και στον επίγειο παράδεισο, το μέτρημα δεν έχει τέλος. Η είδηση ίσως να πέρασε σχεδόν αδιάφορα από τους πολλούς στις στήλες των εφημερίδων. Κάπου, λέει, στη μακρινή Ασία, πριν πενήντα και πλέον χρόνια, ένας δεκαεννιάχρονος ερωτεύτηκε μια γυναίκα δέκα χρόνια μεγαλύτερή του. 

Η κοινωνία, οι θεσμοί, οι προκαταλήψεις θα ήταν σίγουρα τροχοπέδη στην άνθιση αυτού του ηθικά μη αποδεχτού έρωτα. Και τότε αυτός, υπερπηδά κάθε κοινωνική σύμβαση, παίρνει την καλή του και καταφεύγει σε ένα βουνό να ζήσει ελεύθερος τη μαγεία της μοναδικής αυτής αγάπης που του χάρισαν οι Μοίρες. Στην αγαπημένη του δίνει την πιο στιβαρή υπόσχεση, αυτήν που κάθε γυναίκα λαχταρά να ακούσει και κυρίως να πιστέψει. 

Πως θα είναι πάντα δίπλα της, να τη φροντίζει και να την προστατεύει. Κόντρα στις πεποιθήσεις των πολλών, ενάντια σε ένα ρεύμα με σταθερές παραδοχές για την ηλικία του άντρα και της γυναίκας σε μια σχέση, οι δυο τους αφήνονται σε μια συμβίωση για δύο, μακριά από σχόλια, επικρίσεις και κατακρίσεις που θα μπορούσαν να αμαυρώσουν έστω και στο ελάχιστο το δώρο που τους χαρίστηκε από την Αφροδίτη των καιρών.

Κι εκεί , στο βουνό της ηθελημένης απομάκρυνσής τους, στήνουν ένα δικό τους κόσμο, άχραντο κι αμόλυντο σαν ιερό μυστήριο. Εκείνος, δε, για να μπορεί η αγαπημένη του να φτάνει ίσαμε τους πρόποδες του βουνού, αρχίζει να σκαλίζει το καταφύγιό τους, να φτιάχνει σκαλοπάτια , κατασκευαστής μιας ιδιαίτερης σκάλας που ενώνει τη γη που υποχρεώνονται να ζήσουν με τον ουρανό που τους ανεβάζουν τα ιδιαίτερα συναισθήματά τους. Σύνολο έξι χιλιάδες σκαλοπάτια ν΄ ανεβοκατεβαίνει η αγάπη τους και να γυμνάζει την αντοχή της. Ζούνε πλάι πλάι για μισό περίπου αιώνα , όταν εκείνος είναι τελικά ο πρώτος που φεύγει. Κι εκείνη σκέφτεται πως έστω και άθελά του, δεν μπόρεσε να κρατήσει την υπόσχεση που της είχε δώσει. Δεν ήταν δίπλα της μέχρι το δικό της τέλος. 


΄Ηθελε , όμως, τόσο πολύ, να σταματήσει εκείνη το δικό του. Μέρες και νύχτες ξάπλωνε πλάι στο νεκρό κορμί του αγκαλιάζοντάς το σφικτά με όλη τη θέρμη της σπάνιας αγάπης τους, προσδοκώντας ίσως πως η φλόγα της θα επανέφερε στη ζωή τα νεκρά του μέλη και κυρίως την καρδιά του, που ήταν σίγουρη πως ακόμα και στο αιώνιο ταξίδι δεν είχε πάψει, δεν θα μπορούσε να πάψει να χτυπά για χάρη της .

Και μπροστά σε μια τέτοια ζωή απίστευτου έρωτα, μπροστά σε αυτά τα απίθανα σκαλοπάτια πρωτόφαντης αγάπης, ποια κοινωνία, αλήθεια, δικαιούται να στήνει οδοφράγματα ηλικίας, ποια προκατάληψη μπορεί να σταματήσει ή δικαιούται να σταματήσει δυο ψυχές που ενώνονται πέρα από ληξιαρχικές πράξεις γεννήσεως, με γνώμονα μόνο την ένταση ενός έρωτα; 


Όπως είπε κι ο Αριστοτέλης, ζούμε με συναισθήματα και όχι με τις ώρες στο ηλιακό ρολόι. 
Θα έπρεπε, λοιπόν, να μετράμε τον χρόνο με τους χτύπους της καρδιάς.

Ελένη Αρτεμίου-Φωτιάδου


No comments: