Γράφει ο
Αλέξανδρος-Μιχαήλ ΧατζηλύραςΑπό Λευκωσία
katoomba@cytanet.com.cy
Ας ξεκινήσουμε με λίγα λόγια για τους ευεργέτες του σχολείου. Οι δύο γιοι του Artin H. Melkonian γεννήθηκαν στη συνοικία Lousavoritch της Καισαρείας, ο Krikor το 1843 και ο Garabed το 1849. Με εφόδιο τη μόρφωση από το σχολείο Gumushian, το 1880 μετοίκησαν στην Αίγυπτο, όπου άνοιξαν εργοστάσια τσιγάρων και γρήγορα έγιναν από τους πλουσιότερους καπνέμπορους της εποχής τους. Η Αρμενική Γενοκτονία δεν άφησε ασυγκίνητους τους δύο φιλάνθρωπους αδελφούς, οι οποίοι μετά από την προτροπή του Επισκόπου των Αδάνων, Moushegh Seropian, πήραν την κοινή απόφαση να ιδρύσουν σχολείο για τα ορφανά της Γενοκτονίας. Αν και ο Krikor πέθανε στις 03/06/1920, ο Garabed πούλησε όλη την ακίνητη και κινητή περιουσία του, συγκεντρώνοντας 500.000 αιγυπτιακές ή 600.000 αγγλικές χρυσές λίρες και, με συμβολαιογραφική πράξη (25/07/1921) τις παραχώρησε στον Αρμένιο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, Zaven Der Yeghiayian, για την ίδρυση και συντήρηση τριών αρμενικών σχολείων στην Κιλικία.
Ωστόσο, τα πολιτικά γεγονότα στην Τουρκία κατέστησαν αδύνατη την πραγματοποίηση ενός τέτοιου έργου. Έτσι, με άλλη συμβολαιογραφική πράξη (05/01/1924) αφέθηκε ελεύθερη η τοποθεσία. Αν και αρχικά ο Garabed σκεφτόταν τη Συρία ή την Ελλάδα, τελικά κατέληξε στην Κύπρο, που είχε καλές σχέσεις με την Κιλικία, βρισκόταν κοντά στις αρμενικές παροικίες και τελούσε υπό βρετανική διοίκηση. Ως επακόλουθο, κτίστηκε το σύμπλεγμα κτιρίων στην Αγλαντζιά, με τα δύο ορφανοτροφεία (το κτίριο των αγοριών μεταξύ 15/02/1924 - 21/11/1925 και των κοριτσιών μεταξύ 12/12/1924 - 24/12/1925), την έπαυλη, το νοσοκομείο, το διώροφο κτίριο (αποθήκη και διαμερίσματα καθηγητών), τα μαγειρεία, το πλυσταριό, το σπίτι του φύλακα, τη φάρμα, τον ηλεκτροπαραγωγικό σταθμό, τους δύο ανεμόμυλους και το ντεπόζιτο, με συνολικό κόστος 75.000 χρυσές λίρες, εκ των οποίων οι 60.000 για τα δύο κεντρικά κτίρια. Αρχιτέκτονας ήταν ο ντόπιος Garo Balian και εργολάβοι οι Rolan & Co από το Κάιρο. Η θεμέλια λίθος κατατέθηκε στις 15/02/1924 από τον κυβερνήτη Sir Malcolm Stevenson, ενώ τα εγκαίνια τέλεσε στις 13/02/1926 ο Αρχιεπίσκοπος και πρώτος Διευθυντής, Zaven Der Yeghiayan.
Η γη αγοράστηκε για το ποσό των 350 λιρών από τον Αρχιεπίσκοπο Zaven, αφού την επέλεξε ο ίδιος ο Garabed Melkonian το 1923, περιλαμβάνοντας και εκτάσεις απέναντι από το σχολείο. Κατά την παράδοση, ο Garabed με τη συνοδεία του ξεκίνησε να κατευθύνεται νότια της Λευκωσίας κατά μήκος της σημερινής Λεωφόρου Λεμεσού· από ένα σημείο, κάθε 100-200 m σταματούσε, περιστρεφόταν και συνέχιζε. Φθάνοντας στο σημερινό χώρο, ακριβώς 3 Km από παλιά πόλη, επανέλαβε την ίδια διαδικασία και κτύπησε τη μαγκούρα του στη γη, λέγοντας ότι επιθυμούσε να κτιστεί εκεί το σχολείο. Όλοι απόρησαν, αφού ήταν μια άγονη και ερημική περιοχή (για την οποία αργότερα δαπανήθηκαν μεγάλα ποσά για να γίνει καλλιεργήσιμη), γνωστή ως «ο λόφος των φιδιών»: ο Garabed αιτιολόγησε την απόφασή του λέγοντας ότι καμιά κορυφή μιναρέ δεν ήταν ορατή από εκεί, αφού κάτι τέτοιο θα ήταν ανησυχητικό θέαμα για τα ορφανά της Γενοκτονίας που πρόσφατα είχαν ξεφύγει από τους Τούρκους. Στην Αγλαντζιά δε έκαμαν γλέντι, αφού ποτέ δεν πίστευαν ότι θα ήθελε κάποιος να αγοράσει εκείνη τη γη.
Οι εργάτες και το τσιμέντο ήρθαν από την Αίγυπτο, η ξυλεία από τη Νορβηγία και τη Σουηδία, ενώ η πουρόπετρα από τα λατομεία της Αγίας Παρασκευής. Αρχικά το σχολείο κτίστηκε ως ορφανοτροφείο, με σκοπό να στεγάσει μέχρι και 500 ορφανά από τη Συρία, το Λίβανο, την Παλαιστίνη, τη Μεσοποταμία, την Αίγυπτο και την Ελλάδα. Ξεκίνησε τον Ιανουάριο και το Μάιο του 1926 ως δημοτικό αρρένων και θηλέων, αντίστοιχα, με 4 τάξεις και 80 παιδιά, τα οποία σύντομα αυξήθηκαν, αριθμώντας κατά εποχές 300-350. Όσο ζούσε, ο Αγάς Καραμπέτ Μελκονιάν επέβλεπε περήφανα την πρόοδο των παιδιών. Ένα χρόνο μετά το θάνατο του στις 23/07/1934, μεταφέρθηκαν εδώ και τα λείψανα του Krikor και ενταφιάστηκαν σε μια ξύλινη κατασκευή, μέχρι που στις 24 Απριλίου 1954 κατατέθηκε η θεμέλια λίθος του σημερινού μαρμάρινου μνημείου των ευεργετών από τον Αρχιεπίσκοπο Ghevont Chebeyan, έργο του γλύπτη Leon Mouradoff και του αρχιτέκτονα Mardiros Altounian, το οποίο εγκαινιάστηκε στις 15/01/1956. Μετά το 1934 η έπαυλη χρησιμοποιείτο ως κατοικία του εκάστοτε διευθυντή, μέχρι το κτίσιμο των νέων κτιρίων.
Από το 1934 ξεκίνησε να λειτουργεί ως δευτεροβάθμια σχολή, και αναγνωρίστηκε ως τέτοια στις 13/03/1940. Μεταξύ 1935-1967 υπήρχε παιδαγωγικό τμήμα, προετοιμάζοντας εκπαιδευτικούς για την Αρμενική Διασπορά, ενώ μεταξύ 1936-1942 υπήρχε τεχνική σχολή με ειδικεύσεις μηχανουργού, ράφτη, τσαγκάρη και ξυλουργού για τα αγόρια και κοπτικής-ραπτικής για τα κορίτσια. Από το 1937-1938 λειτουργούσε εμπορικό τμήμα και από το 1949-1950 τμήμα θετικών επιστημών, οπότε και το πρόγραμμα προσαρμόστηκε στις εξετάσεις GCE. Το 1961 έγινε εφτατάξιο σχολείο, με την πρώτη τάξη να ήταν αρχικά προπαρασκευαστική. Μαζί με την Αγγλική και την Αρμενική, οι μαθητές διδάσκονταν και ξένες γλώσσες (Ελληνικά, Αραβικά, Βουλγαρικά, Γαλλικά, Ρωσσικά). Το Μελκονιάν εξέδιδε το περιοδικό Ayk (Αυγή), από το 1937 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990, την εφημερίδα Tsolk (Λάμψη), από τη δεκαετία του 1970 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980, και την εφημερίδα Hayatsk (Βλέμμα), από το 1998 μέχρι και το 2005, με τμήματα στα Αρμένικα, Ελληνικά, Αγγλικά, Βουλγαρικά και Ρωσικά.
Η διοίκηση βρισκόταν στο κτίριο των αγοριών, ενώ η αίθουσα εκδηλώσεων στο κτίριο των κοριτσιών· μέχρι τη δεκαετία του 1950, στην αίθουσα αυτή υπήρχε κινούμενο ξύλινο ιερό για τον εκκλησιασμό των μαθητών, συνήθως στις 15 Ιανουαρίου (parerarnerou or), τα Χριστούγεννα και το Πάσχα. Ανάμεσα στα δίδυμα κτίρια υπήρχε, μέχρι τη δεκαετία του 1960, διαχωριστικό κάγκελο. Ιδιαίτερη συναισθηματική αξία έχει το δάσος, τα δέντρα του οποίου φύτεψαν τα πρώτα ορφανά εις μνήμη των σφαγιασθέντων αδελφών, γονέων και συγγενών τους. Κατά τις αρχές της δεκαετίας του 1960, λόγω της διαπλάτυνσης της Λεωφόρου Λεμεσού, τμήμα του έγινε δρόμος και από την αποζημίωση κτίστηκαν τρία λυόμενα κτίρια καθηγητών στο σταυροδρόμι του νοσοκομείου. Είναι δε ενδιαφέρουσες οι φήμες, άλλες αληθινές και άλλες ψεύτικες, ότι το Μελκονιάν υπήρξε καταφύγιο αγωνιστών της ΕΟΚΑ, κομμουνιστών κατασκόπων, Κούρδων ανταρτών κ.τλ…
Ο ηλεκτροπαραγωγικός σταθμός τη δεκαετία του 1950 λειτουργούσε ως τυπογραφείο/βιβλιοδετείο. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1950 στη φάρμα υπήρχαν χοίροι και κοτόπουλα. Οι δύο ανεμόμυλοι, παράλληλοι με μια σειρά πέντε πηγαδιών, και το υδραγωγείο χρησιμοποιούταν μέχρι τη δεκαετία του 1960, ενώ το πλυσταριό και το νοσοκομείο μέχρι τη δεκαετία του 1970. Ο εντυπωσιακός υδατόπυργος, ύψους 35 m και χωρητικότητας 4 τόνων, έμεινε γνωστός για την αυτοκτονία ενός ερωτικά απογοητευμένου μαθητή τη δεκαετία του 1930 και το κυμάτισμα της σημαίας της ανεξάρτητης Αρμενίας στις 28 Μαΐου 1987. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 γκρεμίστηκε από φόβο μήπως οι δομικές του αδυναμίες προκαλέσουν κάποιο ατύχημα. Την ίδια εποχή το πέτρινο Ayp Pen Kim και η σύνθεση από το Mayr Hayastan, έργα του γνωστού καλλιτέχνη Sebouh Abcarian, μεταφέρθηκαν από το σταυροδρόμι του νοσοκομείου στους τοίχους των κεντρικών κτιρίων ανάμεσα στο μνημείο των ευεργετών.
Τον Σεπτέμβριο του 1964, μετά την κατάληψη του Αρμενομαχαλλά και του σχολείου Μελικιάν-Ουζουνιάν από Τουρκοκύπριους εξτρεμιστές, στο χώρο παρά το σημερινό κλειστό γήπεδο κτίστηκαν δύο προκατασκευασμένα κτίρια για χρήση ως αρμένικο δημοτικό. Παρά τις ρητές οδηγίες τα δύο σχολεία να μην έχουν επικοινωνία, αυτή η «συγκατοίκηση» έφερε το Μελκονιάν πιο κοντά στην αρμενοκυπριακή κοινότητα, αφού προηγουμένως η απόσταση (45’ με ποδήλατο), τα πολιτικά και η ίδια η νοοτροπία του το κρατούσαν μακριά. Όταν το Σεπτέμβριο του 1972 το Ναρέκ μεταφέρθηκε στη σημερινή του τοποθεσία, τα δύο λυόμενα στέγασαν το AGBU μέχρι το 1988, οπόταν και στεγάστηκε προσωρινά στην έπαυλη Μελκονιάν και από το 1990 στα σημερινά του κτίρια.
Στις 24/05/1987 ο Πρόεδρος Σπύρος Κυπριανού έθεσε τη θεμέλια λίθο για το νέο συγκρότημα κτιρίων του Μελκονιάν (αρχιτέκτονες αδελφοί Φιλίππου, εργολάβοι εταιρεία Λάρκο), τα οποία εγκαινιάστηκαν επίσημα από τον Προεδρεύοντα της Δημοκρατίας, Δρ Βάσο Λυσσαρίδη, στις 21/10/1989. Το 1986 πουλήθηκαν 6,2 εκτάρια από τη συνολική έκταση των 18,6 εκταρίων, και τα έσοδα διατέθηκαν για την ανέγερση των νέων κοιτώνων, του κλειστού γηπέδου και του εμπορικού κέντρου. Μεταξύ 1990-1991 ο γνωστός γλύπτης Levon Tokmadjian έφτιαξε αγάλματα από αμμόλιθο των εξής πυλώνων της αρμενικής ιστορίας, τα οποία τοποθετήθηκαν ανάμεσα στα παλιά και τα νέα κτίρια: Στρατηγός Andranik Ozanian, Gomidas Vartabed, Hagop Meghabard, Hovhannes Aivazovski, Mesrob Mashdots, Movses Khorenatsi και Vahan Tekeyan. Το μαρμάρινο άγαλμα του Alex Manougian τοποθετήθηκε μπροστά από τη πτέρυγα των νέων κτιρίων.
Το Μελκονιάν ήταν ξακουστό και για τις καλλιτεχνικές του δραστηριότητες: την εκτέλεση παραδοσιακών αρμένικων χορών, τις θεατρικές του παραστάσεις, τις γιορτές του, την ορχήστρα και τη φιλαρμονική του (που για χρόνια διεύθυνε ο μεγάλος μουσικός Vahan Bedelian), αλλά και για την παγκυπρίως γνωστή τετράφωνή του χορωδία, η οποία μάλιστα έψαλλε κάθε Πάσχα και Χριστούγεννα στην αρμενική εκκλησία της Παρθένου Μαρίας στην κατεχόμενη σήμερα εντός των τειχών Λευκωσία. Η χορωδία του Μελκονιάν ήταν τόσο διάσημη που το ετήσιο της ρεσιτάλ παρακολουθούσε ο εκάστοτε κυβερνήτης. Εκτός από το δικό του έμβλημα (κόκκινος θυρεός σε μπλε βάση με τα αρχικά ՄԿՀ και ένας ερυθρόλευκος αετός – παρόμοιος με τον αετό των τσιγάρων Μελκονιάν), είχε και το δικό του ύμνο: το “Anmah Louso” (Αθάνατοι του Φωτός), που καθημερινά τραγουδούσαν οι μαθητές στην πρωινή συγκέντρωση του σχολείου, έγραψε στις αρχές της δεκαετίας του 1930 ο θεολόγος Onnig Mahdessian και μελοποίησε ο μουσικός Vahan Bedelian.
Tο Μελκονιάν ήταν επίσης γνωστό και για τις αθλητικές του επιδόσεις, με ομάδες και γήπεδα ποδοσφαίρου, μπάσκετ, βόλεϋ και τένις. Μάλιστα δε, παλαιότερα συμμετείχε σε αγώνες με το Διδασκαλικό Κολλέγιο Μόρφου, τη Σχολή Σαμουήλ και το Τουρκικό Λύκειο, την Αγγλική Σχολή και την Αμερικανική Ακαδημία Λάρνακας. Στο παρελθόν διοργανώνονταν κατασκηνώσεις στα ορεινά θέρετρα, με τελευταία το 1954 στην Κακοπετριά. Το ινστιτούτο επίσης ήταν πρωτοπόρο στον προσκοπισμό, αφού στις 04/10/1932 ιδρύθηκε το 7ο Σύστημα Προσκόπων, το πρώτο επικυρωμένο αρμένικο σύστημα παγκοσμίως, με αξιόλογη δράση μέχρι και το 2006· στις 18/03/1950 ιδρύθηκε και το Σύστημα Οδηγών. Οι πρόσκοποι είχαν δικό τους χώρο συγκέντρωσης και συχνά κατασκήνωναν γύρω από το Αρμενομονάστηρο κοντά στην κατεχόμενη σήμερα Χαλεύκα. Τέλος, το σχολείο είχε διάφορους συλλόγους (σκακιού, δημοσιογραφίας κτλ), ενώ τις δεκαετίες του 1950 και 1960 γίνονταν στο χώρο του προβολές ταινιών.
Αυτά ήταν λίγα λόγια για την ιστορία του Μελκονιάν, ένα φαινόμενο και σύμβολο για ολόκληρη την Αρμενική Διασπορά. Συχνά το περιέγραφαν ως «ένα νησί μέσα σε ένα νησί», αφού ήταν ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα με υψηλά ακαδημαϊκά πρότυπα και με τόσες δραστηριότητες όσο ελάχιστα οικοτροφεία στον κόσμο. Υπολογίζεται ότι περίπου 12.000 Αρμένιοι έχουν φοιτήσει στο σχολείο, εκ των οποίων περίπου 2.500 αποφοίτησαν, προερχόμενοι κατά 80% από χώρες όπως Αρμενία, Ναγκόρνο-Καραμπάχ, Λίβανος, Συρία, Ιορδανία, Αίγυπτος, Ρωσία, Ιράν, Βουλγαρία, Ελλάδα, Η.Π.Α., Βρετανία, Τουρκία, Ρουμανία, Σερβία, Γερμανία, Γαλλία, Αλβανία, Καναδάς, Αιθιοπία, Ιράκ, Αργεντινή, Αυστραλία και Βραζιλία, καθώς και περίπου 10 Ελληνοκύπριοι, ξεκινώντας από το 1999. Ανάμεσα στους Melkoniantsi συγκαταλέγονται μουσικοί, συγγραφείς, ποιητές, ζωγράφοι, επιστήμονες, επιχειρηματίες, γιατροί και πολιτικοί. Μαζί με τη σχολή Tebrotzassere στο Παρίσι και τη σχολή Mourad Raphaelian στη Βενετία (1836-1998), το Μελκονιάν ήταν το μοναδικό Δυτικό Αρμενικό οικοτροφείο και ένα εκπαιδευτικό κέντρο παραγωγής εθνικής αρμενικής κουλτούρας και ταυτότητας σε ολόκληρο τον αρμενισμό.
Κοιτάζοντας πίσω, εντοπίζουμε τις πρώτες προσπάθειες του AGBU να καρπωθεί την ακίνητη περιουσία του Μελκονιάν στις αρχές της δεκαετίας του 1970, όταν εκφράστηκε η άποψη να μετακινηθεί στην αναπτυσσόμενη τότε περιοχή του Γερόλακκου. Ευτυχώς, η πρόταση αυτή δεν πραγματοποιήθηκε, αφού το καλοκαίρι του 1974 την περιοχή κατέλαβαν οι Τούρκοι Αττίλες. Στις 20 Ιουλίου του 1974 η τουρκική αεροπορία έριξε 34 βόμβες πάνω από το κτίριο των αγοριών, και για την ασφάλεια των μαθητών έξω από την είσοδο ήταν τοποθετημένη σκοπιά της Εθνικής Φρουράς για τα επόμενα 2-3 χρόνια. Λόγω της νέας κατάστασης, άρχισαν να γίνονται σκέψεις για τη μεταφορά του στο Λίβανο, μέχρι που ξέσπασε εκεί τον Απρίλιο του 1975 ο 15χρονος εμφύλιος πόλεμος. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και μετά το AGBU συνεχώς καραδοκούσε, ανεπιτυχώς λόγω των παρεμβάσεων των Εκπροσώπων και άλλων παραγόντων, μέχρι που στις 16/03/2004 το Διοικητικό Συμβούλιο του AGBU, καταστρατηγώντας τη διοικητική πράξη που υπογράφτηκε στις 28/12/1925, αποφάσισε να κλείσει το ιστορικό αυτό ίδρυμα, ωθούμενο από αλλότρια οικονομικά κίνητρα για τη γη αξίας £40.000.000.
Η Βουλή των Αντιπροσώπων απάντησε καταδικαστικά με ομόφωνο ψήφισμα (αρ. 142) στις 26/03/2004, ενώ το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε χορηγία £100.000 για το σχολείο. Παρά τις διαμαρτυρίες των μαθητών, των καθηγητών, του Συνδέσμου Αποφοίτων, του Πατριάρχη Mesrob Mutafyan, του Εκπροσώπου Bedros Kalaydjian και άλλων, το σχολείο τελικά έκλεισε τον Ιούνιο του 2005. Οι περίπου 200 μαθητές μεταφέρθηκαν κυρίως στο American Academy, ενώ το Σεπτέμβριο του 2005 ιδρύθηκε Γυμνάσιο στο χώρο του Ναρέκ Λευκωσίας. Οι Εκπρόσωποι Dr. Vahakn Atamyan και Vartkes Mahdessian συνέχισαν τον αγώνα, ενώ στις 02/03/2007 ο Υπουργός Εσωτερικών, Νεοκλής Συλικιώτης, εξέδωσε μόνιμο διάταγμα απαγορευτικό για κάθε εμπορική εκμετάλλευση, σύμφωνα με το οποίο το 60% της συνολικής έκτασης (124.100 m²) - περιλαμβανομένων των δύο ιστορικών κτιρίων, της έπαυλης, του μνημείου και του ιστορικού αλσυλλίου – χαρακτηρίζεται διατηρητέο και «ειδικού αρχιτεκτονικού, ιστορικού και κοινωνικού χαρακτήρα και φυσικής καλλονής» (το διάταγμα επικύρωσε το Υπουργικό Συμβούλιο στις 19/03/2008). Από το Σεπτέμβριο του 2007 στεγάζει προσωρινά το Γυμνάσιο Αγλαντζιάς, με συμφωνία του AGBU με το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού.
Ο αγώνας για την επαναλειτουργία του ιστορικού αυτού ιδρύματος είναι συνεχής και αδιάκοπος, αφού το κλείσιμό του έχει προκαλέσει πλήγμα σε ολόκληρο τον αρμενισμό. Αναπόσπαστο τμήμα της ιστορίας και της ανάπτυξης της Κύπρου, υπήρξε ίσως ο καλύτερος πρεσβευτής της χώρας μας για το εξωτερικό. Η πλούσια και ιστορική βιβλιοθήκη του, που ιδρύθηκε το 1927 και διαθέτει περίπου 30.000 τόμους βιβλίων, αρμένικες εφημερίδες και ανεκτίμητα χειρόγραφα του 19ου και 20ου αιώνα, παραμένει δυστυχώς απροσπέλαστη, αφού οι εδώ εκπρόσωποι του AGBU αρνούνται πεισματικά να την κάνουν προσωρινά προσβάσιμη στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Η πράξη του AGBU να κλείσει το σχολείο είναι καθ’ όλα παράτυπη, αφού όταν ο Garabed Melkonian εμπιστεύτηκε σ’ αυτό την περιουσία του στις 15/12/1926, το έκαμε για να υπάρξει καλή διαχείριση και με όρο το σχολείο να συνεχίσει να λειτουργεί ακόμη και στο ενδεχόμενο να έκλεινε το AGBU! Όπως εξελίχθηκαν οι καταστάσεις, μόνο καλή (οικονομική και πολιτική) διαχείριση δεν έγινε, με τα γνωστά αποτελέσματα. Amot, amot, amot…
Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας
katoomba@cytanet.com.cy