Συνέντευξη του Δρ Αχιλλέα Αιμιλιανίδη στην εφημερίδα Σημερινή 7.11.2021
Η στήριξη του Κιουτσιούκ προς τον Μακάριο και η πίεση της Τουρκίας προς τη Βρετανία για λύση συνιστούσαν καθοριστικούς παράγοντες της επιτυχίας της διαπραγματευτικής τακτικής Μακαρίου
Κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Hippasus η νέα μελέτη του καθηγητή Αχιλλέα Κ. Αιμιλιανίδη, «Ένα μακρόσυρτο παιχνίδι σκακιού: Οι απόρρητες διαπραγματεύσεις για τις βρετανικές Βάσεις (1959-1960)»*. Στην έκδοση, την οποίαν προλογίζει ο τ. πρέσβης Τάσος Τζιωνής, παρουσιάζονται (όπως προκύπτει και από τον τίτλο) οι διαπραγματεύσεις της μεταβατικής περιόδου πριν από την κυπριακή ανεξαρτησία σχετικά με το καθεστώς και την έκταση των περιοχών των βρετανικών Βάσεων. Αξιοποιώντας πλειάδα αρχειακών βρετανικών πηγών (που περιλαμβάνουν αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών, του Υπουργικού Συμβουλίου, του Υπουργείου Άμυνας και του Γραφείου του Βρετανού Πρωθυπουργού), ο καθηγητής Αιμιλιανίδης παρουσιάζει τις διαπραγματεύσεις καθ’ εαυτές, καθώς και το παρασκήνιό τους. Αναδεικνύονται η συμβολή του νομικού Ζήνωνα Ρωσσίδη (1895-1990), η διαπραγματευτική στρατηγική του Προέδρου Μακαρίου (που επέφερε τον βρετανικό «συμβιβασμό» των 99 τ. μιλίων, έναντι του αρχικού «μαξιμαλιστικού» στόχου των 170 τ. μιλίων), οι διαφορετικές προσεγγίσεις Αθηνών – Λευκωσίας, αλλά και η διάσταση μεταξύ των θέσεων του Φαζίλ Κιουτσιούκ και της Άγκυρας. Επ’ ευκαιρία της έκδοσης συζητούμε με τον συγγραφέα, Κοσμήτορα της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας και μέλος της Ακαδημίας Επιστημών, Γραμμάτων και Τεχνών, για ένα ζήτημα που επανέρχεται κατά καιρούς στη δημόσια συζήτηση.
* Η παρουσίαση του βιβλίου έγινε την Πέμπτη, 18 Νοεμβρίου 2021, στην Αίθουσα Εκδηλώσεων Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄.
Στον απόηχο των Συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου άρχισαν οι διαπραγματεύσεις για τις βρετανικές Βάσεις. Ποιο ήταν το κεντρικό ζήτημα; Το καθεστώς ή η έκταση των Βάσεων;
Τόσο η Ελλάδα και η Τουρκία, όσο και ο Μακάριος, είχαν αποδεχθεί πριν από τη Ζυρίχη πως το Ηνωμένο Βασίλειο θα είχε κυρίαρχες στρατιωτικές Βάσεις. Αυτό ήταν και αναπόφευκτο, εφόσον η διατήρηση των Βάσεων ήταν θέμα κορυφαίου ενδιαφέροντος για το Ηνωμένο Βασίλειο. Ενώ όμως η ελληνική και η τουρκική κυβέρνηση θεωρούσαν πως η Βρετανία θα καθόριζε κατά βάση μονομερώς την έκταση και το καθεστώς των Βάσεων, ο Μακάριος άσκησε μια σκληρή διαπραγματευτική τακτική για αμφότερα τα ζητήματα. Ως προς την έκταση των Βάσεων η αρχική βρετανική θέση ήταν για 170 τ. μίλια, αν και γρήγορα υποχώρησαν στα 152 τ. μίλια. Οι Βρετανοί θεωρούσαν όμως για αρκετούς μήνες πως δεν θα ήταν καν νοητό να γίνει διαπραγμάτευση ως προς το θέμα της έκτασης και βρέθηκαν προ εκπλήξεως όταν ο Μακάριος αποδείχθηκε ανένδοτος. Ως προς το καθεστώς των Βάσεων, ο Μακάριος έθεσε δύο βασικές προϋποθέσεις: να καταστεί σαφές πως οι Βάσεις δεν θα ήταν αποικία και να διασφαλίζεται πως σε περίπτωση αποχώρησης των Βρετανών αυτές θα αποδίδονταν στην Κυπριακή Δημοκρατία. Μετά από εξαντλητική διαπραγμάτευση πέτυχε σε αμφότερα τα σημεία.
Υπήρξε διάσταση απόψεων στο εσωτερικό της ελληνικής κοινότητας του νησιού. Ο Γεώργιος Γρίβας πώς αντιμετώπισε τις εξελίξεις;
Οπωσδήποτε η στάση του Μακαρίου οφειλόταν εν μέρει και στην αντιπολίτευση που του είχε ασκηθεί από τους Δημάρχους και το ΑΚΕΛ, αλλά κυρίως από τον Γρίβα. Αν και υπήρξε πάντως στενή συνεννόηση για το θέμα μεταξύ Μακαρίου και Γρίβα, ο Γρίβας δεν έμεινε ικανοποιημένος από την τελική συμφωνία για τις Βάσεις και άσκησε έντονη κριτική στον Μακάριο, θεωρώντας πως είχε υποχωρήσει πολύ πέραν όσων καθορίζονταν στις Συμφωνίες Ζυρίχης–Λονδίνου. Ο Γρίβας ισχυρίστηκε πως, όταν του κοινοποιήθηκαν τα κείμενα των Συμφωνιών της Ζυρίχης, δεν του είχε αποσταλεί η δήλωση του Ηνωμένου Βασιλείου και οι περιοχές που κατά τη βρετανική αντίληψη θα παρέμεναν σε βρετανική κυριαρχία, ενώ άσκησε κριτική και για τις διευκολύνσεις που παρασχέθηκαν στους Βρετανούς. Η κριτική του Γρίβα δεν θεωρώ πάντως ότι είναι δικαιολογημένη. Εν προκειμένω ο Μακάριος είχε εξαντλήσει κάθε πιθανό περιθώριο διαπραγμάτευσης ως προς το θέμα των Βάσεων, αναβάλλοντας μέχρι και την επέλευση της Ανεξαρτησίας για έξι μήνες, ώστε να διαπραγματευθεί όσο πιο σκληρά ήταν υπό τις περιστάσεις εφικτό.
Στη μελέτη σας αναδεικνύετε την καθοριστική συμβολή του Ζήνωνα Ρωσσίδη στις συγκεκριμένες διαπραγματεύσεις. Ποια ήταν η βασική διαπραγματευτική του γραμμή;
Έχω αφιερώσει το βιβλίο στη μνήμη του Ζήνωνα Ρωσσίδη, μιας σημαντικής προσωπικότητας της κυπριακής Ιστορίας, που διορίστηκε ως ο Κύπριος αντιπρόσωπος στη Μεικτή Επιτροπή του Λονδίνου που διαπραγματεύθηκε τα ζητήματα των Βάσεων. Ο Ρωσσίδης συμβούλευσε τον Μακάριο όπως υιοθετήσει μια σκληρή διαπραγματευτική γραμμή και ο ίδιος εξ αρχής κατέστησε σαφές στους Βρετανούς πως δεν θα δεχόταν υποχωρήσεις επί θεμάτων αρχών και πως θα διαπραγματευόταν σκληρά. Εντούτοις, η διαπραγμάτευσή του δεν συνιστούσε απλώς αρνητική στάση, αλλά συνεχή υποβολή αντιπροτάσεων που έφερε σε δύσκολη θέση τους Βρετανούς. Οι Βρετανοί μάλιστα ζήτησαν επανειλημμένα την αντικατάσταση του Ρωσσίδη, ενώ και κάποιοι εξέχοντες Ελληνοκύπριοι πολιτικοί σε συζητήσεις τους με τους Βρετανούς εξέφρασαν τη δυσφορία τους για τη σκληρή διαπραγματευτική τακτική του. Ο Ρωσσίδης όμως επέμεινε και τελικά η διαπραγματευτική του τακτική αποδείχθηκε επιτυχής σε όλα τα κρίσιμα σημεία της διαπραγμάτευσης.
Η εκ μέρους των Βρετανών παράκαμψη του Ζ. Ρωσσίδη, με πρόσκληση του Μακαρίου σε συνομιλίες στη βρετανική πρωτεύουσα, φανερώνει, μήπως, την πεποίθηση ότι δεν υπήρχε καθορισμένη διαπραγματευτική τακτική;
Οι Βρετανοί πίστευαν πως αν παραμέριζαν τον Ρωσσίδη θα κατάφερναν να πείσουν τον Μακάριο. Αυτό προφανώς διαψεύστηκε. Κυρίως οι Βρετανοί υπολόγιζαν στην πίεση που θα μπορούσε να ασκήσει η ελληνική Κυβέρνηση, και κυρίως ο Υπουργός Εξωτερικών Ευάγγελος Αβέρωφ προς τον Μακάριο, κατά τρόπο αντίστοιχο όπως είχε γίνει πριν από την υπογραφή των Συμφωνιών Ζυρίχης–Λονδίνου. Ο Μακάριος ήταν αποφασισμένος να αποφύγει επανάληψη του σκηνικού της διάσκεψης του Λονδίνου, του Φεβρουαρίου 1959. Με την αποδέσμευσή του από την πίεση χρόνου που έθετε το χρονοδιάγραμμα κήρυξης της Ανεξαρτησίας, ο Μακάριος είχε ελευθερία να διαπραγματευθεί σκληρά και να ασκήσει ο ίδιος πίεση στη Βρετανία. Οι βαρύγδουπες αρνήσεις των Βρετανών να διαπραγματευθούν και οι επανειλημμένες απειλές περί τελευταίας ευκαιρίας κατέρρευσαν μπροστά στην αδιαλλαξία του Μακαρίου.
Από τις καταγραφές σας γίνεται κατανοητό ότι, στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, ο Μακάριος δεν είχε ουσιαστικά τη συμπαράσταση της ελληνικής Κυβέρνησης. Πώς εξηγείται το συγκεκριμένο φαινόμενο;
Η θέση του Αβέρωφ, που είχε εκφραστεί επίσημα προς τους Βρετανούς ήδη από τη Ζυρίχη, ήταν ότι το θέμα της έκτασης των Βάσεων ήταν αποκλειστικό θέμα των Βρετανών και δεν ενδιέφερε την ελληνική Κυβέρνηση. Ως εκ τούτου ο Αβέρωφ θεωρούσε ως ακραίες τις θέσεις Μακαρίου στο ζήτημα. Ο Αβέρωφ ήταν περισσότερο διατεθειμένος να υποστηρίξει τις θέσεις Μακαρίου ως προς το μελλοντικό καθεστώς των Βάσεων, εφόσον εκεί διέβλεπε τη στρατηγική σημασία της αποφυγής του κινδύνου να παραχωρηθεί στρατιωτική Βάση στην Τουρκία σε περίπτωση αποχώρησης των Βρετανών. Ειδικά μετά την αποτυχία της διάσκεψης του Λονδίνου τον Ιανουάριο του 1960, ο Αβέρωφ, αλλά και άλλοι, όπως ο Γλαύκος Κληρίδης, έδιναν πληροφορίες στους Βρετανούς ως προς τους διαπραγματευτικούς στόχους και την τακτική του Μακαρίου, αλλά και συμβουλές ως προς τη διαπραγματευτική τακτική που θα έπρεπε να ακολουθήσουν οι ίδιοι οι Βρετανοί ώστε να επιτευχθεί συμφωνία, με επίκεντρο στους τρόπους άσκησης πιέσεων προς τον Μακάριο.
Στις συνομιλίες συμμετείχε και η τουρκοκυπριακή πλευρά μέσω του Αντιπροέδρου Φαζίλ Κιουτσιούκ. Παρατηρήθηκε σύμπλευση με τις θέσεις του Μακαρίου; Αντιμετωπίστηκε δηλαδή το ζήτημα μέσω μιας κυπριακής προοπτικής ή στη βάση εξυπηρέτησης των εθνικών συμφερόντων;
Η στήριξη που παρείχε προς τον Μακάριο ο Κιουτσιούκ υπήρξε μια απροσδόκητη για τους Βρετανούς, αλλά και για την Τουρκία, τροπή των διαπραγματεύσεων. Η συμμαχία Μακαρίου και Κιουτσιούκ, δείγμα αγαστής συνεργασίας μεταξύ των ηγετών των δύο κοινοτήτων με σκοπό την επίτευξη κοινών συμφερόντων, καθώς και άρνησης του Τουρκοκύπριου ηγέτη να συμμορφωθεί προς τις υποδείξεις της Άγκυρας, υποχρέωσε την τουρκική Κυβέρνηση να μεταβάλει την πολιτική της και να πιέσει τους Βρετανούς για περαιτέρω παραχωρήσεις. Αυτή ήταν ίσως ιστορικά η μοναδική φορά που σημειώθηκε μια τέτοιας σημασίας συνεργασία σε υψηλό επίπεδο, που ανάγκασε τους Βρετανούς να ανησυχούν για τη δημιουργία ενός κυπριακού εθνικισμού. Ο Βρετανός διαπραγματευτής Τζούλιαν Έμερυ υποχρεώθηκε να ενθαρρύνει την επιστροφή του Ντενκτάς, ο οποίος απουσίαζε από την Κύπρο μετά τη διάσκεψη του Λονδίνου τον Ιανουάριο του 1960, ώστε να ασκηθεί επιπρόσθετη πίεση στον Κιουτσιούκ, ενώ υπήρξε και περισσότερο γενναιόδωρος απέναντι στην τουρκοκυπριακή κοινότητα σε μια προσπάθεια να πείσει τον Κιουτσιούκ να μεταβάλει τη στάση του. Η στήριξη όμως του Κιουτσιούκ προς τον Μακάριο και η πίεση της Τουρκίας προς τη Βρετανία για λύση συνιστούσαν καθοριστικούς παράγοντες της επιτυχίας της διαπραγματευτικής τακτικής Μακαρίου.
Ένα καταληκτικό σχόλιο υπό τη νομική σας ιδιότητα για τις Βάσεις σήμερα. Θεωρείτε ότι η εκ μέρους του κράτους συζήτηση για το καθεστώς των Βάσεων μπορεί να προκαλέσει προβλήματα σε σχέση με την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας (στη λογική ότι αμφισβητούνται οι συμφωνίες του 1960);
Δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα. Ιδιαίτερα ως προς τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης, θα πρέπει να τονιστεί πως αυτή δεν έχει συνταγματική ισχύ. Δεν είναι όμως αυτό το μείζον. Η ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν εξαρτάται πλέον από τις συμφωνίες του 1960, αλλά είναι ένα γεγονός που προέκυψε με την παροχή ανεξαρτησίας δυνάμει του περί Κύπρου Νόμου, 1960, και η ανεξαρτησία δεν μπορεί να τύχει ανάκλησης. Περαιτέρω, η αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας από τα άλλα κράτη ως μέλος του ΟΗΕ και άλλων οργανισμών δεν αφήνει κανένα περιθώριο για αμφισβήτηση. Και ούτε ισχύει φυσικά αυτό που ακούω κατά καιρούς ότι η Κυπριακή Δημοκρατία έγινε μέλος της ΕΕ ή του ΟΗΕ με το Σύνταγμά της. Κανένας διεθνής οργανισμός δεν μπορεί να επιβάλει σε κράτος ποιο θα είναι το Σύνταγμά του. Συνεπώς η συζήτηση για τις Βάσεις δεν επηρεάζει καθ’ οιονδήποτε τρόπο την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Θα πρέπει εντούτοις να σημειώσω πως η δημόσια συζήτηση για τις Βάσεις συχνά αγνοεί πλήρως το περιεχόμενο των συμφωνιών.
(δημοσιεύθηκε στη «Σημερινή της Κυριακής», 07/11/2021)
No comments:
Post a Comment