Πρόκειται για λογοτεχνικό είδος, που διακωμωδεί με δηκτικό τρόπο τα δημόσια ή ιδιωτικά ήθη, χαρακτήρες ανθρώπων ή καταστάσεις.Χρησιμοποιεί τη διακωμώδηση σαν μέσο για άσκηση κριτικής και όχι σαν αυτοσκοπό. Η σάτιρα ασκείται με διάφορους τρόπους: μέσω της τηλεόρασης (εκπομπές), στο θέατρο (επιθεωρήσεις), στο Τύπο (σκίτσα), στο Διαδίκτυο, ακόμα και στον τοίχο.
Στοιχείο της σάτιρας είναι η επιθετικότητα. Η σάτιρα «επιτίθεται» ιδίως σε πολιτικούς θεσμούς και στους εκπροσώπους τους. Επίσης, τα βέλη της μπορεί να στραφούν σε κοινωνικές ομάδες ή ακόμα και εναντίον μεμονωμένων ατόμων. Τα κύρια μέσα που χρησιμοποιεί η σάτιρα για να «επιτεθεί» είναι η εικόνα και ο λόγος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα σατιρικών εικόνων είναι τα σκίτσα. Ιδιαίτερα, στη μορφή του λόγου (είτε προφορικού είτε γραπτού), η σάτιρα πάντα χρησιμοποιεί την ειρωνεία.
Η σάτιρα συνιστά και μορφή τέχνης. Η συμβολή της τέχνης στην πνευματική ολοκλήρωση του ανθρώπου είναι μεγάλη. Η τέχνη αποτελεί ένα από τους πιο σημαντικούς τρόπους εξωτερίκευσης του ανθρώπινου πνεύματος. Για τους πιο πάνω λόγους η σάτιρα, ως μορφή έκφρασης γνώμης, τυγχάνει συνταγματικής προστασίας. Προστατεύεται από το Άρθρο 19 του Συντάγματος και το Άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η οποία με τον Κυρωτικό Νόμο 39 του 1962 αποτελεί μέρος του εσωτερικού δικαίου της Κύπρου με αυξημένη ισχύ.
Η σάτιρα, ως μορφή έκφρασης γνώμης, μπορεί να έχει όρια; Το άρθρο 10, παρ. 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αναγνωρίζει ότι η ενάσκηση του δικαιώματος της έκφρασης γνώμης, καθώς συνεπάγεται καθήκοντα και ευθύνες, μπορεί να υπόκειται σε διατυπώσεις, όρους και περιορισμούς ή κυρώσεις εφόσον αυτές περιγράφονται στον νόμο και είναι αναγκαίες σε μια δημοκρατική κοινωνία για λόγους, μεταξύ άλλων, προστασίας της ηθικής, της υπόληψης ή των δικαιωμάτων των άλλων.
Παρόμοιοι είναι και οι περιορισμοί που προβλέπονται στο Άρθρο 19, παρ. 3 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Απαραίτητη προϋπόθεση για τη νόμιμη επιβολή των πιο πάνω περιορισμών είναι όπως τα μέτρα που λαμβάνονται να είναι «αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία». Θεωρείται «αναγκαίο» το μέτρο που λαμβάνεται όταν υφίσταται «πιεστική κοινωνική ανάγκη» (pressing social need) και το μέτρο είναι ανάλογο με τον επιδιωκόμενο νόμιμο σκοπό. Ισχύει και εδώ η αρχή της αναλογικότητας.
Κανόνες δεοντολογίας ρυθμίζουν το δικαίωμα έκφρασης γνώμης του δημοσιογράφου. Οι κανόνες αυτοί ορίζουν, μεταξύ άλλων, ότι οι δημοσιογράφοι κατά την άσκηση του λειτουργήματός τους οφείλουν να τηρούν τις αρχές του σεβασμού της προσωπικότητας, της υπόληψης και της ιδιωτικής ζωής του ατόμου και του σεβασμού των ιδεωδών της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επίσης, έχουν υποχρέωση να αποφεύγουν οποιαδήποτε αναφορά ή ενέργεια εναντίον προσώπου η οποία περιέχει στοιχεία προκατάληψης με βάση στη φυλή, το χρώμα, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις, την εθνική ή κοινωνική προέλευση ή συνιστά χλευασμό, διαπόμπευση ή διασυρμό ατόμων ή ομάδων ή περιλαμβάνει παρότρυνση σε μίσος λόγω διαφορών φυλής, φύλου, θρησκείας ή ιθαγένειας.
Οι νόμοι και οι κανόνες δεοντολογίας θα πρέπει να ερμηνεύονται και να εφαρμόζονται μέσα στα πλαίσια που καθορίζονται στις προαναφερθείσες συνταγματικές διατάξεις. Όπως προαναφέρθηκε, το άρθρο 10, παρ. 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ορίζει ότι η ενάσκηση του δικαιώματος της έκφρασης γνώμης συνεπάγεται καθήκοντα και ευθύνες. Δεν είναι επιτρεπτή η κατάχρηση του δικαιώματος.
Τούτο συμβαίνει όταν η σάτιρα αυτοαναιρείται και γίνεται ρατσιστική προπαγάνδα ή μετατρέπει το χιούμορ σε ύβρη και χυδαιότητα, όπως στις πιο κάτω περιπτώσεις: Το περιοδικό Charlie Hebdo δημοσίευσε πριν λίγους μήνες σκίτσο στο οποίο τίθεται το ερώτημα τι θα γινόταν ο μικρός Αϊλάν αν δεν είχε πνιγεί και είχε καταφέρει να φτάσει στην Ευρώπη; Και ο σκιτσογράφος Riss απαντά: «Θα χούφτωνε γυναίκες στη Γερμανία». Επίσης, πριν λίγες εβδομάδες ο γνωστός για τον ευτελή λαϊκισμό του Λάκης Λαζόπουλος εκφράζοντας το μίσος του για τον κ. Σόιμπλε έφτασε στο σημείο να προσβάλει όλα τα άτομα με ειδικές ανάγκες.
«Ο Σόιμπλε έχει δύο εμμονές» είπε με το γνωστό του ύφος. «Όσο και αν φανεί σκληρό αυτό που θα πω, όταν ένας άνθρωπος είναι καθηλωμένος σε μία καρέκλα, σιγά - σιγά το μυαλό του καθηλώνεται σε μια ιδέα, εγώ το λέω παράνοια, το λέω παραφροσύνη». Σε μια άλλη περίπτωση, η οποία απασχόλησε και το Συμβούλιο Επικρατείας της Ελλάδας, στην ΣτΕ 4583/2015, θεωρήθηκε καταδικαστέα σατιρική εκπομπή Μαρτίου 2010, στην οποία προβλήθηκε κατ’ επανάληψη η εικόνα του κυβερνητικού εκπροσώπου ν’ αναγγέλλει οικονομικές ρυθμίσεις, για την αποκατάσταση της δημοσιονομικής ομαλότητας, εναλλάξ με σκηνή ερωτικής συνεύρεσης (με πρωταγωνίστρια γνωστή ηθοποιό), διανθισμένη με χυδαίες φράσεις.
Όμως, είναι γενικά αποδεκτό ότι οι νόμοι κι οι κανόνες δεοντολογίας θα πρέπει να εφαρμόζονται με τεράστια προσοχή και ο εφαρμοστής του να επιδεικνύει τη μεγαλύτερη δυνατή ανοχή. Οπωσδήποτε, στην σάτιρα πρέπει να αφήνεται ένα μεγαλύτερο πεδίο ελευθερίας. Αρκετά διαφωτιστική για το θέμα είναι μια απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) ημερομηνίας 25/04/2007 στην υπόθεση της Vereinigung Bildender Künstler κατά Αυστρίας, (Προσφυγή αρ. 68354/01). Το Δικαστήριο τόνισε ότι «η ελευθερία της έκφρασης, όπως διασφαλίζεται από την παράγραφο 1 του Άρθρου 10, συνιστά ένα από τα θεμέλια κάθε δημοκρατικής κοινωνίας και είναι όντως μια από τις βασικές προϋποθέσεις για την πρόοδό της και την αυτοπραγμάτωση του ατόμου.
Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, δεν εφαρμόζεται μόνο σε “πληροφορίες” ή “ιδέες” που γίνονται ευμενώς αποδεκτές ή θεωρούνται μη προσβλητικές ή ομοιόμορφες, αλλά επίσης και σε αυτές που προσβάλλουν, που σοκάρουν ή ενοχλούν το Κράτος ή ένα μέρος του πληθυσμού. Αυτά επιβάλλονται από τον πλουραλισμός, την ανεκτικότητα και την ευρύτητα πνεύματος, χωρίς τις οποίες δεν υπάρχει “μια δημοκρατική κοινωνία”. Όσοι δημιουργούν, παρουσιάζουν, διανέμουν ή εκθέτουν έργα τέχνης συμβάλλουν στην ανταλλαγή ιδεών και απόψεων, γεγονός που είναι θεμελιώδες για μια δημοκρατική κοινωνία.
Έτσι, το κράτος υποχρεούται να μην επεμβαίνει εσφαλμένα στην ελευθερία της έκφρασής τους. Οι καλλιτέχνες και όσοι προωθούν τα έργα τους δεν απολαμβάνουν βέβαια κάποιας ασυλίας από τους περιορισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του Άρθρου 10. Όποιος ασκεί την ελευθερία της έκφρασής του υπόκειται, σύμφωνα με την έκφραση αυτής της παραγράφου σε “καθήκοντα κι ευθύνες”». Περαιτέρω, στην απόφαση σημειώνεται ότι «η σάτιρα είναι μια μορφή καλλιτεχνικής έκφρασης και κοινωνικού σχολιασμού και με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της υπερβολής και της στρέβλωσης της πραγματικότητας, αποσκοπεί κανονικά στο να προκαλέσει και να ξεσηκώσει.
Συνακόλουθα, κάθε παρέμβαση στο δικαίωμα του καλλιτέχνη σε μια τέτοια έκφραση θα πρέπει να εξετάζεται με ιδιαίτερη προσοχή». Επίσης, σημείωσε ότι η δημόσια εικόνα του προσώπου που αφορούσε ο σχετικός πίνακας τού επέβαλλε «μια μεγαλύτερη ανεκτικότητα και σεβασμό στις επικρίσεις». Είναι δείγμα της ευστροφίας ενός πολιτικού ο βαθμός ανοχής του απέναντι στη σάτιρα.
Πριν μερικές δεκαετίες, στα φοιτητικά χρόνια του γράφοντος, βρέθηκαν σε κοσμική συγκέντρωση ένας πολιτικός, ο Σπύρος Μαρκεζίνης - που διακρινόταν για την οξύνοιά του, άσχετα με την κατάληξη της πολιτικής του σταδιοδρομίας – και ο σπουδαίος γελοιογράφος των «Νέων», ο Φωκίωνας (Φώκος) Δημητριάδης. Ο πολιτικός, απευθυνόμενος στον γελοιογράφο είπε: «Κύριε Δημητριάδη, έχετε πολύ καιρό να με εμφανίσετε σε γελοιογραφία! Έχετε κάτι μαζί μου;».
Τις πιο πάνω αρχές, που καθορίζουν τα επιτρεπτά όρια επέμβασης στην ελευθερία της γνώμης δια της σάτιρας, δεν φαίνεται να σεβάστηκε η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας (ΕΔΔ) στην πρόσφατη απόφασή της για τα δυο σκίτσα του ΠΙΝ (Πέτρου Παπαπέτρου). Η ΕΔΔ εξέτασε παράπονο αναφορικά με δύο σκίτσα του ΠΙΝ (Πέτρου Παπαπέτρου) που δημοσιεύθηκαν στο «Φιλελεύθερο». Το ένα από τα δύο σκίτσα παρουσιάζει μασκοφόρους ταραξίες σε γήπεδο ποδοσφαίρου με έναν από αυτούς να λέγει: «Να προσέχουμε ποιους δέρνουμε γιατί θα βγάλει ανακοίνωση ο Άϊντα ότι είμαστε ρατσιστές ξενοφοβικοί και δεν θέλουμε λύση».
Το δεύτερο σκίτσο παρουσιάζει δύο άτομα μπροστά σε πάσσαλο με οδικές πινακίδες προς πόλεις και χωριά στα κατεχόμενα με αλλαγμένα τα τοπωνύμια στην Τουρκική, με φόντο τον Πενταδάκτυλο και την Τουρκική σημαία, μπροστά στις οποίες στέκονται δύο άτομα. Το ένα άτομο ερωτά «Πώς μεταφράζεται στα Τούρκικα το …Τάκης Χατζηδημητρίου;» και το δεύτερο απαντά «Τάκης Χατζηδημητρίου». Η ΕΔΔ για το πρώτο σκίτσο αποφάνθηκε ότι «συνιστούσε εμφανή αναφορά στους Τουρκοκυπρίους, γεγονός που κρίθηκε ως δυσμενής διάκριση στη βάση της εθνοτικής καταγωγής. Η πιο πάνω φράση υποβάλλει κατά παραπλανητικό τρόπο ότι τις επιθέσεις εναντίον των Τουρκοκυπρίων είναι δυνατό να διενήργησαν χούλιγκαν των γηπέδων και όχι άτομα που είναι γενικά γνωστό ότι πρόσκεινται σε ομάδες, οργανώσεις ή κόμματα που αντιτίθενται σε λύση του Κυπριακού».
Αναφορικά με το δεύτερο σκίτσο η ΕΔΔ, αφού σημειώνει ότι «ο κ. Τάκης Χατζηδημητρίου είναι ευρέως γνωστό άτομο, το οποίο έχει ενεργό δράση στην προαγωγή των σχέσεων των δύο κοινοτήτων της Κύπρου και της επαναπροσέγγισης και έχει προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες για την προστασία και συντήρηση μνημείων της κοινής πολιτιστικής κληρονομιάς», καταλήγει ότι « η αναφορά στον κ. Χατζηδημητρίου αποτελεί αναίτια και ανεπίτρεπτη διασύνδεση του ονόματός του με την καταδικαστέα πρακτική της αλλαγής των τοπωνυμίων.
Η Επιτροπή θεώρησε ότι ο διάλογος στο σκίτσο μπορεί να ερμηνευθεί ως αποδοκιμασία για την ενασχόληση του κ. Χατζηδημητρίου στο πλαίσιο της επιτροπής για την πολιτιστική κληρονομιά ή και υπονοούμενο ότι η ενασχόλησης αυτή δυνατό να ενθάρρυνε ή να συνέβαλε στη μετονομασία των Ελληνικών τοπωνυμίων στα κατεχόμενα, ή ότι η πολιτική επαναπροσέγγισης την οποία εκφράζει ο κ. Χατζηδημητρίου δεν μπόρεσε ή έχει αποτύχει ή ότι ο κ. Χατζηδημητρίου δεν έχει ενδιαφερθεί για να αποτρέψει το φαινόμενο αυτό ή ενδεχομένως να προσπάθησε και απέτυχε».
Η ΕΔΔ με ταόσα εκθέτει, κατά τρόπο αυθαίρετο, ως συμπεράσματα και διαπιστώσεις, επεμβαίνει στο συνταγματικό δικαίωμα του ΠΙΝ να εκφέρει ελεύθερα τη γνώμη του. Από μια εξέταση του πρώτου σκίτσου προκύπτει η πρόθεση του σκιτσογράφου να σατιρίσει την προσπάθεια του κου Άϊντα να μεγαλοποιήσει το συμβάν κατά το οποίο μερικά άτομα – που σωστά χαρακτηρίζονται «χούλιγκαν» - επιτέθηκαν εναντίον Τουρκοκυπρίων. Οπωσδήποτε γίνεται «εμφανής αναφορά στου Τουρκοκυπρίους».
Τούτο, δικαιολογεί την κρίση για «δυσμενή διάκριση στη βάση της εθνοτικής καταγωγής»; Συνιστά τούτο προκατάληψη σε βάρος των Τουρκοκυπρίων ή περιλαμβάνει παρότρυνση σε μίσος τους; Και αν ακόμα είναι σωστή η διαπίστωση ότι τις επιθέσεις διενήργησαν «άτομα που είναι γενικά γνωστό ότι πρόσκεινται σε ομάδες, οργανώσεις ή κόμματα που αντιτίθενται σε λύση του Κυπριακού», συνιστά τούτο παραπλάνηση από μέρους του σκιτσογράφου ή, απλά, λανθασμένη εκτίμηση γεγονότων;
Αναφορικά με το δεύτερο σκίτσο, πρέπει να ομολογήσω ότι, διαβάζοντας το σχετικό μέρος της απόφασης, έμεινα κατάπληκτος. Όποιος «έχει ενεργό δράση στην προαγωγή των σχέσεων των δύο κοινοτήτων της Κύπρου και της επαναπροσέγγισης και έχει προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες για την προστασία και συντήρηση μνημείων της κοινής πολιτιστικής κληρονομιάς» είναι στο απυρόβλητο και δεν υπόκειται σε κριτική; Το σκίτσο τι άλλο είναι παρά μια οξεία και δηκτική κριτική κατά του κου Τάκη Χατζηδημητρίου ο οποίος μετέχει της επιτροπής για την πολιτιστική κληρονομιά, που διέπραξε το ανοσιούργημα της μετονομασία των Ελληνικών τοπωνυμίων στα κατεχόμενα; Δεν είχε δικαίωμα ο σκιτσογράφος να εκφράσει «την αποδοκιμασία του για την ενασχόληση του κ. Χατζηδημητρίου στο πλαίσιο της επιτροπής για την πολιτιστική κληρονομιά»; Τα μέλη της ΕΔΔ, όπως και κάθε πολίτης, είχαν κάθε δικαίωμα να έχουν αντίθετες απόψεις με αυτές που εξέφραζε ο ΠΙΝ με τα σκίτσα του.
Αλλά, δεν είχαν το δικαίωμα να επέμβουν στο δικαίωμα του ΠΙΝ να εκφράσει τις δικές του απόψεις. Η δημοκρατία δεν δέχεται δύο μέτρα και δύο σταθμά. Για την άσκηση της ελευθερίας της γνώμης δεν νοείται διάκριση ανάμεσα σε «ορθές» και «εσφαλμένες» γνώμες. Όλες οι απόψεις ισούνται και μπορούν να εκφράζονται με τον ίδιο βαθμό ελευθερίας και ανοχής, ακόμη και αν δεν συμφωνούμε όλοι με αυτές. «Διαφωνώ με αυτό που λες, αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες...» διακήρυξε ο Βολταίρος και όλοι ομνύουμε πίστη στη ρήση αυτή.
Όταν, όμως, έρχεται η στιγμή να αντικρύσουμε την αντίθετη άποψη, τη γνώμη που μας βρίσκει αντίθετους ή μας εξοργίζει, ξεκινούν οι εκπτώσεις. Ωστόσο, η ελευθερία της γνώμης ακριβώς για αυτές τις απόψεις έχει τη σπουδαιότητά της. Για τις απόψεις που δεν μας αρέσουν, που προκαλούν. Γιατί μόνο με την ελεύθερη διακίνηση και κυρίως τη σύγκρουση ιδεών και απόψεων νοείται μια πραγματική δημοκρατία. Επιβάλλεται ανοχή και στην κακής ποιότητα σάτιρα, που βρίθει στον τόπο μας. Αναφέρομαι, ειδικά, στα τηλεοπτικά σκουπίδια που πλασάρονται ως σατιρικές εκπομπές και διανθίζονται με «χαζοχάχανα». Σε μια δημοκρατική πολιτεία δεν διώκεται η βλακεία.
(Φιλελεύθερος, 25.4.2016)
No comments:
Post a Comment