Tου Ανδρέα Δ. Μαυρογιάννη
*Πρέσβεως, μονίμου αντιπροσώπου της Kύπρου στον ΟΗΕ
Μία από τις σταθερές του κυπριακού ζητήματος, ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’50, ήταν η εξάρτησή του από τα συμφέροντα της Τουρκίας κατά τρόπο που περιόριζε ασφυκτικά το πλαίσιο εντός του οποίου ήταν εφικτό να αναζητήσουμε λύσεις και οικοδόμηση του μέλλοντος του τόπου μας. Οι συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου ήρθαν να επισημοποιήσουν τη διαρκή ομηρεία της Κύπρου και να υπογραμμίσουν τη sui generis θέση της Κύπρου στη διεθνή πολιτική γεωγραφία. Οι περιπέτειες και οι δραματικές εξελίξεις που ακολούθησαν επιβεβαίωναν και υπενθύμιζαν κατά τραγικό τρόπο τη βασική αυτή συνισταμένη για όσους νόμιζαν ότι μπορούσαν να την αγνοήσουν (πραξικόπημα και εισβολή, υπόθεση των S300 κ.λπ.).
Το Σχέδιο Ανάν για τη λύση του Κυπριακού βασίσθηκε στην ίδια αυτή σταθερή, διαψεύδοντας οριστικά κάθε ελπίδα για απαλλαγή από την ομηρεία, ή κάποια μείωση επιτέλους, έστω και όχι άμεσα αλλά σε συσχετισμό με την ένταξη στην Ε.Ε. ή έστω ακόμα και σε συνάρτηση με την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Η όλη ιστορία της παράλογης τουρκικής αξίωσης να καταστεί η πράξη προσαρμογής της λύσης πρωτογενές δίκαιο της Ε.Ε. (που τελικά παρά τις έντονες αντιδράσεις μας ικανοποιήθηκε τουλάχιστον πολιτικά), οι περιορισμοί στον εναέριο χώρο, στο FIR, δικαιώματα της Κύπρου ως παράκτιου κράτους κ.λπ., η πανταχού του Σχεδίου μνεία των τουρκικών «ζωτικών συμφερόντων» είναι επίσης μικρά παραδείγματα της εξάρτησης αυτής.
Δυστυχώς, μάλιστα, και αυτή είναι η κεντρική θέση της ανάλυσης αυτής, το πρόβλημα επιτείνεται περισσότερο απ’ ό,τι εκ πρώτης όψεως φαίνεται. Μία από τις πιο σημαντικές πτυχές της όλης διαδικασίας λύσης του Κυπριακού τα τελευταία χρόνια, και που δεν έχει ακόμα καταγραφεί στις πραγματικές της διαστάσεις, είναι ότι οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια, πέρα από την επιδείνωση και την επέκταση της ομηρείας της Κύπρου, και σε μία οιονεί ομηρεία της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της Ευρώπης.
H Eυρωπαϊκή Aμυνα και Aσφάλεια
Η Κύπρος καθίσταται η κερκόπορτα που ανοίγει για να περάσει ο δούρειος ίππος εκείνων που αντιτίθενται στη δημιουργία αυτόνομης Ευρωπαϊκής Αμυνας και Ασφάλειας. Δεν είναι εκπληκτικό και δεν πρέπει να μας προβληματίσει ο στενός εναγκαλισμός από την Ουάσιγκτον της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας, μήνες μόνο μετά την οδυνηρή ρήξη στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις πριν από τον πόλεμο στο Ιράκ, που όλοι μάς έλεγαν πως τις έχει τραυματίσει ανεπανόρθωτα;
Περαιτέρω, το Σχέδιο Ανάν απαγορεύει τη χρήση του κυπριακού εδάφους για στρατιωτικές επιχειρήσεις χωρίς τη συγκατάθεση της Ελλάδας και της Τουρκίας, μέχρι την ένταξη της τελευταίας στην Ε.Ε. Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειές μας για εξαίρεση τουλάχιστον των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, η διάταξη αυτή παρέμεινε ως είχε.
Να θυμίσουμε επίσης ότι ακόμα και η ελπίδα που μας είχε δώσει η τρίτη έκδοση του Σχεδίου για πλήρη απόσυρση των τουρκικών στρατευμάτων, έχει αναθεωρηθεί και προβλέπει πλέον πως, αφού περάσουμε από διάφορα ενδιάμεσα στάδια (6।000 από το 2007 έως το 2011, 3.000 από το 2011 έως το 2018) θα έχουμε τελικά τα αποσπάσματα που προβλέπονται απο τις συνθήκες του 1960. Υπάρχει φυσικά ο ισχυρισμός πως καθοριστική είναι η τεράστια μείωση των κατοχικών στρατευμάτων από τις 35.000 που είναι σήμερα. Να θυμίσουμε, ωστόσο, τη μικρή απόσταση της Τουρκίας (η εμπειρία του 1974 παραμένει νωπή στις μνήμες) και ότι τελικά αυτό που έχει σημασία δεν είναι μόνον οι αριθμοί, είναι η a posteriori νομιμοποίηση της εισβολής και της κατοχής, είναι η διαιώνιση της εξάρτησης, είναι η συνέχιση των επεμβατικών δικαιωμάτων.
Tυφλό «ναι» στην ένταξη της Tουρκίας
Με βάση το Σχέδιο, η Κύπρος πρέπει να υποστηρίζει, ό,τι και να γίνει, την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. όχι ως θέμα πολιτικής αλλά δυνάμει συμβατικής και συνταγματικής υποχρέωσης. Ούτε τους ίδιους τους Τουρκοκύπριους δεν εμπιστεύονται βεβαίως. Είτε δημοκρατική είναι η Τουρκία είτε δικτατορική, είτε ισλαμική είτε σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα είτε όχι, είτε θέλει να ενταχθεί στην Ε.Ε., είτε όχι, εμείς θα επαναλαμβάνουμε, σαν παλιό γραμμόφωνο, ότι εμείς υποστηρίζουμε την ένταξη της Τουρκίας. Κατά τα άλλα, η Κύπρος θα είναι φιμωμένη, ένας τραγικός κομπάρσος, που δεν θα μπορεί να μιλάει, που δεν θα συμμετέχει ενεργά στο καθημερινό γίγνεσθαι, που θα απέχει σχεδόν συστηματικά στις ψηφοφορίες, πάρεξ για να υποστηρίζει, όπως αναφέραμε, την Τουρκία.
Επιπλέον, είναι σαφές από τα χρονοδιαγράμματα και τις ισορροπίες του Σχεδίου ότι όλα εξαρτώνται από μια λεπτή κλωστή, που είναι η ομαλή ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας και της απόφασης της Ε.Ε. να της δώσει τον προσεχή Δεκέμβριο ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Δεν χρειάζεται να επεκταθούμε στο πόσο αβέβαια και εύθραυστη είναι η προοπτική αυτή ούτε να περιγράψουμε ξανά μια σχέση της οποίας η πολυπλοκότητα και οι συνεχείς παλινδρομήσεις και σκαμπανεβάσματα είναι γνωστά, προβλεπτά και αναμενόμενα. Αρκεί μόνο να θυμίσουμε τη σαφή τοποθέτηση της Γαλλίας πριν από μερικές ημέρες, ότι δεν πρόκειται να δεχθεί έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία στο προσεχές μέλλον. Ελπίζουμε να γίνεται κατανοητό ότι η εξάρτηση της εφαρμογής της λύσης από την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας συνιστά προεξάρχουσα εγγενή αδυναμία του οικοδομήματος που λέγεται Σχέδιο Ανάν. Πιστεύουμε ότι αυτός είναι ο πλέον αδύνατος κρίκος του Σχεδίου που έχουμε ενώπιόν μας και που καθιστά την αποδοχή του εξόχως επικίνδυνη και, ως εκ τούτου, εξόφθαλμα λανθασμένη και ιστορικά ασυγχώρητη.
Αυτή η τυφλή αποδοχή της εξάρτησης του δικού μας μέλλοντος από την ομαλή εξέλιξη της ευρωτουρκικής σχέσης είναι, λοιπόν, μία από τις πιο συγκλονιστικές διαστάσεις της τραγωδίας που εκτυλίσσεται ενώπιόν μας. Παρά την τεράστια προσπάθεια που καταβάλαμε, η διάσταση αυτή παρέμεινε ως ένας από τους βασικούς πυλώνες της προτεινόμενης λύσης, αφού όπως αποδεικνύεται, αποτελούσε ένα από τα βασικά αξιώματα που επέβαλαν το καταληκτικό χρονοδιάγραμμα πριν από την 1η Μαΐου και που καθόρισαν τα ασφυκτικά στενά όρια και περιθώρια πραγματικής διαπραγμάτευσης και που καθιστούν τελικά ακαδημαϊκή τη συζήτηση περί ρεαλιστικών δυνατοτήτων πάρε–δώσε σε τέτοια θεμελιώδη ζητήματα. Eπιπλέον, δεν αποτελεί πια μυστικό για κανέναν πως τα Ηνωμένα Εθνη ικανοποίησαν όλες ουσιαστικά τις απαιτήσεις της Τουρκίας, με τη δικαιολογία ότι ήταν ο μόνος τρόπος για να πείσει ο κ. Ερντογάν τους στρατιωτικούς να αποδεχθούν τη λύση.
Oργανο τουρκικών πιέσεων στην E.E.
Ούτε στη φαντασία των πιο απαισιόδοξων από εμάς, που είχαμε από καιρό υποδείξει ότι ο στόχος των τρίτων δεν ήταν η επίλυση του Kυπριακού αυτή καθ’ εαυτή αλλά η διευκόλυνση της Τουρκίας στην Ευρώπη, δεν είχε περάσει αυτό που τελικά συμβαίνει στην πραγματικότητα. Είχαμε σκεφθεί ότι είτε η Τουρκία λύσει το Κυπριακό με τους δικούς της όρους (η διαφορά της παρούσας τουρκικής κυβέρνησης από τις προηγούμενες είναι ότι ενώ οι προηγούμενες θεωρούσαν ότι το Κυπριακό έχει λυθεί επί του εδάφους με τα τετελεσμένα της εισβολής και της κατοχής και το μόνο που απαιτούνταν ήταν η αναγνώριση των «πραγματικοτήτων», η παρούσα τουρκική κυβέρνηση δέχεται να λύσει το πρόβλημα αλλά με τους δικούς της όρους), είτε εμφανίζεται ως η πλευρά που επιδιώκει τη λύση, θα έχει καταφέρει εν πάση περιπτώσει να απαλλαγεί από το εμπόδιο της Κύπρου αφού κανένας δεν θα την ψέγει πλέον. Ετσι, μεγιστοποιεί τις πιθανότητές της να προχωρήσει στην Ευρώπη.
Αυτό που μας είχε διαφύγει όμως και που εμφανίζεται τώρα πλέον ως συγκλονιστική αποκάλυψη, είναι πως η λύση δεν δίνει απλώς συγχωροχάρτι για την Τουρκία, αλλά μετατρέπει την Κύπρο σε όργανο της Τουρκίας στην Ευρώπη. Με την προτεινόμενη λύση η Τουρκία παίρνει στα χέρια της τον μοχλό που της έλειπε μέχρι τώρα για να μπορεί να εκβιάζει την Ευρωπαϊκή Ενωση για τη δική της ένταξη με τους δικούς της όρους. Η Κύπρος μετατρέπεται, με τη λύση, σε πειθήνιο όργανο αυτής της πολιτικής και η μέχρι τώρα ομηρεία της έναντι της Τουρκίας μετατρέπεται σε οιονεί ομηρεία της Ευρώπης έναντι της Τουρκίας. Η Ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία ως μέλος της Ευρωπαϊκής Eνωσης θα είναι η πέμπτη φάλαγγα της Τουρκίας στην Ε.Ε. και θα συμβάλει καταλυτικά στην επίτευξη του στόχου της παρεμπόδισης της στρατιωτικής αλλά και πολιτικής και οικονομικής αυτονόμησης της Ευρώπης μέσα από την ένταξη της Τουρκίας, που αποτελεί τον δούρειο ίππο μιας κοντόφθαλμα ατλαντικής πολιτικής των ΗΠΑ και της Βρετανίας έναντι της Ευρώπης.
Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, να αναφέρουμε παρενθετικά ότι αυτό που απορρίπτουμε δεν είναι η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας αυτή καθ’ εαυτή ούτε και το θεμιτό της επιδίωξης σταθεροποίησης και οριστικής πρόσδεσης της Τουρκίας στη Δύση μέσα από την ένταξή της στην Ε.Ε. Αντιθέτως, πιστεύουμε ότι μια ευρωπαϊκή Τουρκία είναι η καλύτερη εγγύηση και για το μέλλον του τόπου μας εδώ που μας έταξε η γεωγραφική μας θέση. Ομως, εδώ δεν μιλάμε για εξευρωπαϊσμό της Τουρκίας αλλά για προσαρμογή της Ευρώπης προς τις νατοϊκές επιταγές όπως τις αντιλαμβάνεται ο άξονας ΗΠΑ – Ηνωμένο Βασίλειο – Τουρκία· μιλούμε για αντιστροφή των δεδομένων και για προσαρμογή του ευρωπαϊκού οικοδομήματος προς τις απαιτήσεις και τις ιδιαιτερότητες του τουρκικού παράγοντα. Δεν θεωρούμε ούτε μοιραία ούτε αναπόφευκτη την αντιπαράθεση Ε.Ε. – ΗΠΑ ούτε και τις ΗΠΑ εξ ορισμού τον μεγάλο μπαμπούλα της Ευρώπης με μακιαβελικά και σατανικά σχέδια. Το διακύβευμα υπάρχει όμως και συνίσταται στη δυνατότητα ύπαρξης μιας Ευρώπης με τον δικό της ιδιαίτερο χρωματισμό, την ποικιλομορφία και τις αξίες της, μιας Ευρώπης–θέσης και όχι μιας Ευρώπης—αντίθεσης.
Η Ε.Ε. από τα σπάργανά της και μέχρι σήμερα είναι κυρίως υπέρβαση της αντιπαράθεσης αυτής. Βεβαίως, εκείνο που σίγουρα τίθεται υπό αμφισβήτησιν είναι ο μελλοντικός ρόλος του ΝΑΤΟ στη διατλαντική σχέση υπό το φως των προσπαθειών για οικοδόμηση της ΕΠΑΑ. Γνωρίζουμε επίσης ότι με την ένταξη των οκτώ χωρών της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης και με τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς αυτές καθώς και προς τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, η ΝATO–κεντρική προσέγγιση καλπάζει ήδη με γοργούς ρυθμούς και το κέντρο βάρους έχει ήδη επικίνδυνα μετατοπιστεί. Ομως ο γαλλογερμανικός άξονας και άλλες χώρες της παλιάς Ευρώπης έχουν ακόμα τη δύναμη να αντισταθούν και να καθορίσουν την πορεία των εξελίξεων. Ο βολονταρισμός τους, που αποτέλεσε την κινητήρια δύναμη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, μπορεί να κάμει ακόμα το θαύμα του και η ενοποιητική διαδικασία μπορεί να οδηγήσει σταδιακά σε ενίσχυση της ευρωκεντρικής προσέγγισης. Η Τουρκία ετάχθη να τους δώσει όμως τη χαριστική βολή. Η συζήτηση για την εμβάθυνση versus μεγέθυνση φτάνει στο τέλος της με τη διάλυση ουσιαστικά της ιδιαιτερότητας της Ε.Ε. ως οργανισμού πολιτικής ολοκλήρωσης που θα διαμορφώσει το κοινό γίγνεσθαι της Ευρώπης του 21ου αιώνα. Μακριά από συνωμοτικές θεωρίες και καταστροφολογικά σενάρια, η διαμορφούμενη πολιτική δυναμική και τα σημεία των καιρών δικαιολογούν μεγάλη ανησυχία.
Aίρονται τα στρατηγικά γεωγραφικά πλεονεκτήματα
Προβάλλεται από πολλούς το επιχείρημα ότι με την αποδοχή του Σχεδίου Ανάν δημιουργείται μία κατάσταση όπου είμαστε όλοι κερδισμένοι (wiwisituation). Αυτό βεβαίως αληθεύει μόνον αν η Κύπρος είχε ως μοναδική φιλοδοξία να έχει την ίδια σχέση με την Τουρκία όπως το βλήμα με το περίστροφο. Το Σχέδιο Ανάν απροκάλυπτα περιγράφει τους όρους της εξάρτησης και της υπαγωγής μας στις τουρκικές επιδιώξεις, με τη συμβατική και συνταγματική υποχρέωσή μας να υποστηρίζουμε την ένταξη της Τουρκίας, με τον έλεγχο της Τουρκίας της χρήσης του εδάφους μας για στρατιωτικές επιχειρήσεις (εδώ να υπογραμμίσουμε ότι η απαγόρευση του Σχεδίου Ανάν είναι ευρύτερη από τους περιορισμούς των συμπερασμάτων της Κοπεγχάγης, που αναφέρονται μόνο στη μη συμμετοχή της Κύπρου και της Μάλτας σε επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν μέσα του ΝΑΤΟ) ακόμα και από την Ε.Ε. της οποίας θα είμαστε μέλος, με την απαγόρευση συμμετοχής μας σε οποιοδήποτε στρατιωτικό θέμα της Ε.Ε., πρελούντιο στην εξάρθρωση της στρατιωτικής διάστασης από την Ε.Ε. αφού εξαρθρώνεται εκ προοιμίου η δυνατότητα της Ε.Ε. να χρησιμοποιεί έδαφος χώρας–μέλους της για δικές της επιχειρήσεις. Αυτή είναι η ευρωπαϊκή λύση του Κυπριακού. Αυτό θα είναι το ευρωπαϊκό πρόσωπο της Κύπρου;
Αν η Κύπρος είχε κάτι απτό και μετρήσιμο να προσφέρει στην Ε.Ε. είναι κυρίως η γεωγραφική της θέση και η δυνατότητα να αποτελέσει την πολιτική, την οικονομική και στρατιωτική προέκταση της Ενωσης προς την ευρύτερη περιοχή μας και τη γέφυρα προς τον χώρο της Μέσης Ανατολής. Επίσης, η μόνη πραγματικά στρατηγική σημασία της Κύπρου είναι η δυνατότητά της να αποτελέσει εναλλακτική σε σχέση με την Τουρκία πρόσβαση προς τον χώρο αυτόν. Είναι ενοχλητική για την Τουρκία, γιατί μειώνει τη δική της στρατηγική σημασία και την ικανότητά της να μονοπωλεί και να εξαργυρώνει ακριβά τη θέση της και να εκβιάζει οποιαδήποτε ανταλλάγματα επιθυμεί. Το Σχέδιο Ανάν καταργεί πλήρως την Κύπρο ως εναλλακτική πρόσβαση και εξυπηρετεί έτσι στο ακέραιο τα συμφέροντα και έναν πρωταρχικό στόχο της Τουρκίας. (Για το ειδικό αυτό θέμα πιστεύουμε ότι και οι ΗΠΑ θα είχαν συμφέρον για διατήρηση της Κύπρου ως εναλλακτικής πρόσβασης και είναι μυωπική η προσέγγισή τους, εκτός και αν ικανοποιούνται επαρκώς από την παρουσία των βρετανικών βάσεων.) Η Κύπρος δεν μπορεί να είναι χρήσιμη ούτε στην ίδια την Ευρώπη στην οποία θα ανήκει. Και αβίαστα έρχεται στη σκέψη το ερώτημα: Ποιον λόγο έχουν τελικά οι Ευρωπαίοι να θέλουν την ένταξη της Κύπρου; Δυστυχώς για μας, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς και να βλέπουμε την αλήθεια στα μάτια, με την προτεινόμενη λύση η Ευρωπαϊκή Ενωση μόνο να χάσει έχει και μόνο μπελάδες θα φορτωθεί. Αυτή είναι τελικά η ευρωπαϊκή Κύπρος; Eνα ανεπιθύμητο βάρος και μια θηλειά στον λαιμό της Ευρώπης; Το μεγάλο επίτευγμα της Ελλάδος, η ένταξη της Κύπρου, θα αποδειχθεί τελικά άνθρακες για την Ευρώπη, για την Ελλάδα, για την Κύπρο, και φλέβα χρυσού για την Τουρκία; Και οι Τουρκοκύπριοι; Xαμένοι και αυτοί καθ’ οδόν;
Aς σκεφθούμε ποια θα είναι τα ανταλλάγματα που θα ζητήσει η Τουρκία από την Ε.Ε. για να συγκατανεύσει στη χρησιμοποίηση του κυπριακού εδάφους. Γι’ αυτό και η ένταξη της Κύπρου χωρίς λύση είναι άκρως ανεπιθύμητη για την Τουρκία. Δυστυχώς, αντί οι τρίτοι να αντιληφθούν ότι προκειμένου να αποφύγει την εξέλιξη αυτή θα ήταν διατεθειμένη να κάνει σοβαρές παραχωρήσεις, έσπευσαν να ικανοποιήσουν όλες της τις απαιτήσεις ως αναθήματα για να την ημερέψουν. Χρειάζεται να υπενθυμίσουμε ότι η επένδυσή μας, ιδιαίτερα, στην ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. για να επιδράσει καταλυτικά για τη λύση του Κυπριακού, δεν είχε ποτέ το νόημα της προσφοράς της ως θυσία εξιλαστήρια προς την Τουρκία για να συγκατανεύσει στην ιδέα της λύσης έστω και με βάση τις δικές της απαιτήσεις;
Δυστυχώς για μας και τα ευρωπαϊκά μας όνειρα, οι Ευρωπαίοι ξυπνούν δειλά δειλά στην πραγματικότητα αυτή. Δυστυχώς επίσης για όλους μας, η κεκτημένη συνθηματολογία τους δεν τους επιτρέπει να αντιδράσουν έγκαιρα και διορθωτικά. Ετσι, ο ψυχρός εκτελεστής χρησιμοποιεί τον όμηρό του για να εκβιάσει τα λύτρα από την Ε.Ε., που στην ουσία θα οδηγήσουν στον παροπλισμό και τον ευνουχισμό της. Ετσι, η επίλυση του Κυπριακού με βάση το Σχέδιο Ανάν, όχι μόνο διαιωνίζει την ομηρεία και την εξάρτηση της Κύπρου, αλλά οδηγεί τελικά σε φινλανδοποίηση της Ευρώπης. H πολυθρύλητη λύση του Κυπριακού δεν θα είναι λοιπόν τελικά παρά μια παράπλευρη απώλεια στην επίθεση που υφίσταται η Ευρώπη του 21ου αιώνα. Και η Κύπρος, εμείς, παρά τη θέλησή μας, πολεμούμε πάλι στη λάθος μεριά όπως στη ναυμαχία της Σαλαμίνας; Ποια λύση, ποια Κύπρος, ποιαα ένταξη τελικά, ποια Ευρωπαϊκή Ενωση; Είναι στη μοίρα μας γραμμένο να συμβάλουμε στην αποδυνάμωση της Ευρώπης; Δεν δικαιούμαστε στοιχειωδώς καλύτερης μοίρας; Με το τέλος της μικρής μας πολιτείας θα πρέπει να μετατραπούμε σε καμικάζι, για να οδηγήσουμε σε εκφυλισμό το όραμα μιας ισχυρής και ενωμένης Ευρώπης;
Θα είμαστε χαμένοι ούτως ή άλλως
Εν κατακλείδι, με όλα αυτά η Τουρκία δεν θα έχει πλέον κανένα λόγο να πληροί κριτήρια. Θα έχει την Κύπρο. Στο τέλος του χρόνου θα ζητήσει την ημερομηνία για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της και αν, όπως δείχνουν τα πράγματα, δεν την πάρει τότε θα εκβιάσει με διάλυση το οικοδόμημα της λύσης στην Κύπρο, δεν θα αποχωρούν τα στρατεύματα, δεν θα επιστρέφονται εδάφη, δεν θα λαμβάνονται αποφάσεις, η Κύπρος θα παρεμποδίζει την ομαλή λειτουργία της Ε.Ε., και αν αυτός ο εκβιασμός δεν περάσει, τότε η λύση θα καταρρεύσει. Εμείς θα είμαστε χαμένοι εν πάση περιπτώσει. Αν περάσει γιατί θα φέρουμε το βάρος και την ευθύνη της επιβολής της Τουρκίας στην Ευρώπη και, αν δεν περάσει, γιατί δεν θα έχουμε πια τίποτα εδώ, η λύση θα είναι στάχτη, και εμείς χωρίς κράτος και χωρίς ερείσματα θα επαιτούμε για την επιβίωσή μας. Για μία ακόμα φορά μόνο μας στήριγμα η Ελλάδα, μια Ελλάδα που πιστεύαμε πως ήταν πια καιρός να συνυπάρξουμε μαζί της ως εταίροι στην Ενωση και ως μικρό δικό της αποκούμπι, και όχι πλέον ως το βάσανό της. Να υπενθυμίσουμε επίσης ότι πάνω και πέρα από οικονομικά και άλλα οφέλη, η κύρια προσδοκία της Κύπρου από την ένταξή της στην Ενωση ήταν η ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας, αντικειμενικά μέσα από την ιδιότητα του μέλους της μεγάλης ευρωπαϊκής οικογένειας. Τώρα η ασφάλεια θα συνεχίσει να εξαρτάται από την Τουρκία.
Η Iστορία θα καταγράψει στο κεφάλαιο των αξιοπερίεργων την ιστορία ενός τόπου που, τη στιγμή που για πρώτη φορά στην ιστορία του μπορεί να φτερουγίσει με τα δικά του φτερά, αποφασίζει να αυτοκαταστραφεί μετατρεπόμενος σε εκρηκτικό βλήμα που ελέγχει ο αίτιος των δεινών του.
*O πρέσβυς Ανδρέας Δ. Μαυρογιάννης είναι μέλος της Διαπραγματευτικής Oμάδας για το Kυπριακό. Στο κείμενο αυτό εκφράζει προσωπικές απόψεις.
Εφημερίδα "Καθημερινή", Κυριακή, 18 Απριλίου 2004
No comments:
Post a Comment