Δρ Χριστόφορος Χριστοφόρου
Γράφει από τη Λευκωσία
.
.
Η επάνοδος για πολλοστή φορά της πρόθεσης για αλλαγή του εκλογικού συστήματος και αύξηση το ορίου για είσοδο στη Βουλή φέρει στο προσκήνιο παλιά και αναλλοίωτα επιχειρήματα, ενώ εγείρει νέα ερωτήματα. Μετά από 15 χρόνια απλής αναλογικής, ένταξη στην Ευρώπη και άλλα, αναμένουμε μάταια να μια κάποια πρόοδο (κομματικών και άλλων) νοοτροπιών και έργων.
Η επιλογή της απλής αναλογικής τον Ιούνιο του 1995 υπήρξε ένα τεράστιο βήμα προόδου, για εκδημοκρατισμό του συστήματος, πιο δίκαιη και πολυφωνική εκπροσώπηση στη Βουλή. Αυτά έγιναν χωρίς να επιβαρύνεται το πολιτειακό σύστημα με αβαρίες κοινοβουλευτικών συστημάτων, όπου η κυβέρνηση έχει ανάγκη κομματικές πλειοψηφίες και ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής. Στην περίπτωση της Κύπρου, το προεδρικό σύστημα επενεργεί προς διαφορετικές και συγκρουόμενες κατευθύνσεις που καταλήγουν σε μια ισορροπία: Από τη μια, είναι μοχλός πίεσης για σύναψη κομματικών συμμαχιών για να εκλέξουν τον πρόεδρο, από την άλλη, η απουσία κινδύνου κατάρρευσης της κυβέρνησης επιτρέπει πολυφωνία και δικαίωμα των κομμάτων σε δικές τους επιλογές, ακόμα και διαφωνώντας με την κυβέρνηση στην οποία μετέχουν (άλλο – δικό τους θέμα αν κάποιες πλήττουν την αξιοπιστία τους).
Με την εφαρμογή της αναλογικής κατανομής εδρών για τη Βουλή, όσα υπερβολικά είχαν λεχθεί για κατακερματισμό δυνάμεων, για διαφθορά κ.λπ. απεδείχθησαν σαθρά. Αντίθετα, η εμπειρία οδήγησε στο συμπέρασμα ότι ένα κόμμα που η συγκυρία το ευνόησε να πάρει μια έδρα ή δυο ΔΕΝ μπορεί να έχει μέλλον χωρίς πραγματική αντιπροσωπευτικότητα και άλλες υλικές προϋποθέσεις για επιβίωση σε ένα δύσκολο ανταγωνιστικό περιβάλλον. Έτσι από το μεγάλο άλμα για την απλή αναλογική είχαμε οκτώ κόμματα στη Βουλή το 2001, έξι το 2006. Πού είναι ο κατακερματισμός;
Λέχθηκε και γράφτηκε ότι δεν μπορεί να εκλέξει βουλευτή ένα κόμμα που το σύνολο των ψήφων του, σε πιο μεγάλες χώρες, εκλέγει απλώς μουχτάρη. Μα το ερώτημα τίθεται αλλιώς: Μπορεί με σοβαρότητα να ισχυριστεί κάποιος ότι οι οκτώ και πλέον χιλιάδες πολίτες που ψήφισαν τους Οικολόγους ΔΕΝ δικαιούνται φωνή στη Βουλή; Αντίθετα, να σκεφτούμε πόσο πιο φτωχή είναι η Βουλή χωρίς τους ΕΔΗ ή άλλες δυνάμεις που απέτυχαν. Στο κάτω, κάτω, ο λαός θα αποφανθεί με την ψήφο τους αν ένα κόμμα αξίζει ή όχι να έχει έδρα.
Αν υπάρχει πρόβλημα στο σύστημα, έγκειται στο ότι, στις εκλογές του 2006, έστω και με μείωση του διπολισμού και όριο 1,8%, σημαντικό μέρος πολιτών που έδωσαν έγκυρη ψήφο δεν αντιπροσωπεύεται στη Βουλή. Πάνω από 17.000 έγκυρες ψήφοι ή 4% ή 2,3 έδρες πήγαν σε άλλα κόμματα. Αυτό σημαίνει ότι με όριο 3%, πιθανό πάνω από 10% των ψηφοφόρων θα χάνουν την αντιπροσώπευση τους, γιατί η ψήφος τους δεν μεταφράστηκε σε έδρα για το κόμμα που ψήφισαν.
Από τα πιο πάνω εγείρονται διάφορα ερωτήματα: Πού είδαν πρόβλημα τα κόμματα που επιδιώκουν αλλαγή; Πώς είναι δυνατό το ΑΚΕΛ που ήταν υπέρ της αναλογικής από το 1959 και ο ΔΗΣΥ που πρωτοστάτησε στην αλλαγή το 1995 να θέλουν να επιστρέψουν το σύστημα στο παρελθόν;
Τυχόν επιμονή στην αλλαγή, με αύξηση του ορίου πλήττει ανεπανόρθωτα την ήδη κακή εικόνα και την αξιοπιστία κομμάτων και του κομματικού συστήματος. Την ίδια ώρα, πλήττεται πιο πολύ η πολιτεία και η δημοκρατία. Ένα κράτος που αλλάζει κάποιο θεσμό χωρίς επαρκή λόγο, χωρίς να πείθει και, κυρίως, επιστρέφοντας στο παρελθόν - αντί να ενισχύει τη δημοκρατία, εκπέμπει εικόνα που πάσχει από σοβαρότητα και αξιοπιστία. Έγνοια ας γίνει η ενίσχυση θεσμών και δημοκρατίας, όχι το κουτσούρεμα τους.
Χριστόφορος Χριστοφόρου
Πολιτικός αναλυτής
Εμπειρογνώμονας Συμβουλίου της Ευρώπης
στα ΜΜΕ και τις εκλογές
Γλαύκου 22
1085 Λευκωσία
τηλ 22 490 761
c274@cablenet.com.cy
1 comment:
Olá my friend, obrigada por sua visita e coments!
Kisses for you!
Gena
Post a Comment