Tuesday, May 31, 2011

Το νησί της Αφροδίτης χωρίς την Αφροδίτη!

Μια άποψη, του Φοίβου Νικολαΐδη
Ανάμεσα στα πολλά και χρονίζοντα προβλήματα του τουρισμού της Κύπρου, κυρίαρχη θέση κατέχει αυτό της αδυναμίας υλοποίησης του στρατηγικού σχεδιασμού και της μακροπρόθεσμης τουριστικής πολιτικής. Το πρόβλημα δε αυτό, καθίσταται εντονότερο, λόγω της διεθνούς οικονομικής ύφεσης από τη μια και του έντονου ανταγωνισμού από την άλλη.

Είναι δε, ατυχής συγκυρία, ότι, παρά τις εκάστοτε κυβερνητικές διαβεβαιώσεις, μέχρι σήμερα δεν έγινε δυνατό, να εφαρμοστεί μια κυρίαρχη πολιτική σε βάθος χρόνου, άκρως απαραίτητη για την επιβίωση και περαιτέρω πορεία του.

Ο τομέας των υπηρεσιών, που περιλαμβάνει τον τουρισμό, συνεισφέρει τα μέγιστα στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν.  Από το 2001 όμως, άρχισε μια συνεχής πτώση του τουρισμού, με κατάληξη τη δραματική συρρίκνωση του.  Η συνεισφορά στο ΑΕΠ από 21% που ήταν το 2003, μειώθηκε το 2010 στο 9%. Ταυτόχρονα, τα έσοδα από τον τουρισμό μειώθηκαν από €1.734,2 δις. το 2003 στα €1,549,8 δις. το 2010, πέραν, της αύξηση της ανεργίας.

Το σημαντικότερο πρόβλημα που επηρεάζει τον τουρισμό σήμερα, είναι η  ανταγωνιστικότητα. Συνεπώς, επιβάλλεται αλλαγή στρατηγικής, η οποία θα αναπτύξει άλλο συγκριτικό πλεονέκτημα. Όχι μόνο αναβάθμιση, αλλά και διαφοροποίηση του τουριστικού προϊόντος από τους κυρίως ανταγωνιστές, με έντεχνη προβολή για καθιέρωση του (Branding). 

Έχουν γίνει πολλές εισηγήσεις από τουριστικούς και άλλους φορείς. Εκείνο όμως, που πραγματικά έχει ανάγκη ο τουριστικός τομέας, είναι αυτό ακριβώς, που μας λείπει. Ο νεωτερισμός, η καινοτομία, η φαντασία και η απαραίτητη αναπροσαρμογή στα συνεχώς μεταβαλλόμενα δεδομένα.

Ούτε οι φυσικές ομορφιές της Κύπρου, ούτε ο πολιτιστικός πλούτος, η ιστορία και οι παραδόσεις, από μόνα τους, είναι ικανά να προσελκύσουν ένα τουριστικό κοινό, ολοένα και πιο απαιτητικό.  Αναπτυξιακά έργα (δρόμοι, μαρίνες, γήπεδα γκολφ, τουριστικές εγκαταστάσεις) ναι, αλλά συνδυασμένα πάντοτε και υποστηριζόμενα απαραίτητα με συγκεκριμένες πολιτικές.

Είναι απαραίτητος ο ευφάνταστος συνδυασμός και των δυο, με υποστήριξη φυσικά της ανάλογης στρατηγικής. Απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχή υλοποίηση πολιτικής, είναι η συνεργασία μεταξύ του δημοσίου, του ιδιωτικού τομέα, των δημοτικών αρχών και άλλων οργανισμών με το ρόλο εκάστου προκαθορισμένο.

Χρειάζονται να γίνουν συνδυασμένες πολιτιστικές δραστηριότητες, θεματικά πάρκα (πάρκο Ελληνικής μυθολογίας, όπως κάποτε εισηγήθηκε ο Γιώργος Μαυρογένης, ένα πάρκο για την Ευρώπη και κ.ά). Ο σεβασμός στο περιβάλλον, οι πολεοδομικές προδιαγραφές,  η ρυμοτομία, σχέδια κινήτρων κά, δεν μπορούν να αγνοηθούν. Κτίρια με αρχιτεκτονική αξία, μνημεία, αγάλματα συνδυασμένα με ιστορικούς χώρους, αναπαλαιώσεις παλαιών κτισμάτων σε πόλεις και χωριά, να αναδειχθούν και να προβληθούν κατάλληλα.

Διαφημίζουμε την Κύπρο ως το νησί της Αφροδίτης και ένα άγαλμα της, δεν υπάρχει τοποθετημένο δημόσια πουθενά. Ούτε καν στην Πάφο, τη γενέτειρα της! Αντίθετα, μνημεία και αγάλματα χαμηλής αισθητικής βρίσκονται παντού.  Στη Λεμεσό  ο τουρίστας που φτάνει με το κρουαζιερόπλοιο, τον υποδέχονται τα… εμπορευματοκιβώτια. Άραγε, είναι η ίδια εικόνα στο λιμάνι της Ρόδου; Στην Αλικαρνασσό (Μποντρούμ) το λιμάνι θυμίζει Κάννες…

Η Κέρκυρα ονομάζει το αεροδρόμιο της ‘Ιωνάννης Καποδίστριας’. Στην Κύπρο η παλιά εισήγηση του ΣΤΕΚ για μετονομασία των νέων αεροδρομίων σε «Larnaca Zenon International Airport» και «Paphos Aphrodite International Airport», έτσι ώστε να υπενθυμίζουν τον ιστορικό και πολιτιστικό πλούτο της πατρίδας μας,  ούτε καν συζητείται. Γιατί όμως; Γιατί απλούστατα, δεν υπάρχει πολιτιστικό αισθητήριο, πίσω από τις πολιτικές μας.

Τα αρνητικά αυτά αποτελέσματα από λάθη και τις προχειρότητες άλλων δεκαετιών, όπως και ο ανεξέλεγκτος οικοδομικός οργασμός το 2005-2008 που έπληξε τον χαρακτήρα του τοπίου, εμφανίστηκαν σταδιακά και ταλανίζουν σήμερα τον τομέα. Αν τα λάθη όμως, τότε μπορεί σε κάποιο βαθμό να γίνουν κατανοητά, σήμερα, οποιαδήποτε άλλη ολιγωρία δεν δικαιολογείται.

Ίσως, εν’ όψει και της ανάληψης της Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης το δεύτερο εξάμηνο του 2012 να αναγκαστούμε να ξεφύγουμε από τα τετριμμένα και καθιερωμένα…
Φοίβος Νικολαΐδης
 
 Είσοδος του λιμανιού στις Κάννες, Γαλλία
Είσοδος του λιμανιού στο Μποντρούμ (Αλικαρνασσός), Τουρκία

Sunday, May 29, 2011

Το πιο όμορφο ταξίδι


 Το πιο όμορφο ταξίδι
Συγγραφέας: Λίλη Μαυροκέφαλου
Εκδόσεις: Άγκυρα
Το πιο όμορφο ταξίδι
Ο Αγγελος ψιλοβαριέται το σχολείο και ονειρεύεται περιπέτειες. Ξαφνικά, ένα απίθανο πρόσωπο μπαίνει στη ζωή του και τα πάντα αλλάζουν, γίνονται συναρπαστικά! Στην παρέα του, εκτός από τον Ανέστη τη "φυτούκλα", τον Μάνο με τα αστεία του και τον Χρήστο το πειραχτήρι, είναι και η Ομορφούλα, μια σκυλίτσα, ο Βρυώνης, ένα γατάκι, ο κύριος Στριμμένος, ο μονόφθαλμος καπετάνιος του "Κουρσάρου", η ακατάδεχτη Τίνα και άλλοι ... Τα κωμικοτραγικά τους μπλεξίματα, τα ξεκαρδιστικά "κατορθώματά" τους κι εκείνο το ταξίδι με τον "Κουρσάρο", όπου λίγο έλειψε να βρουν έναν θησαυρό, τα διηγείται ο ίδιος ο Αγγελος με πολύ κέφι. Και δεν διστάζει να αποκαλύψει πως την ... πάτησε κι ερωτεύτηκε την ανυπόφορη Τίνα!
Το βιβλίο αυτό πήρε το 1ο βραβείο εφηβικού μυθιστορήματος.
Η συγγραφέας:
 Η Λιλή Μαυροκεφάλου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Στα δεκαοκτώ της μετακόμισε οικογενειακώς στην Αθήνα και σπούδασε Αγγλική Φιλολογία και Ιστορία στο πανεπιστήμιο της Αθήνας. Εργάστηκε ως καθηγήτρια στη Μέση Εκπαίδευση και στον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού, στο Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων.
Στο χώρο της λογοτεχνίας εμφανίστηκε το 1977 με το ιστορικό μυθιστόρημα «Αγης».

Το 1981 εκδίδεται ο «Κλεομένης», συνέχεια του προηγούμενου, βραβευμένου από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών και το 1986 το «Αλλο».
Ακολουθούν «Μέρες Καυτού Καλοκαιριού», 1990, «Δύο στον Καθρέφτη», το ιστορικό μυθιστόρημα «Βίος και Πολιτεία του Γερακάρη Λιμπεράκη», 1993, «Το πιο όμορφο ταξίδι», 1997, παιδικό μυθιστόρημα βραβευμένο από τη «Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά», «Της Φωτιάς και της Ερημιάς», 1997.
           Η γιαγιά έχει παράξενα γούστα. Όσους συμπαθεί του βρίσκει όμορφους, όσους δεν συμπαθεί άσχημους. Κι επειδή συμπαθεί σχεδόν όλο τον κόσμο, όλοι της φαίνονται όμορφοι.

*      Αλλά το περίεργο είναι πως δεν θέλει τίποτε για τον εαυτό της! «Μα για μένα φροντίζει ΕΚΕΙΝΟΣ»... Είναι ωραίο Άγγελε να νοιάζεσαι για τους άλλους. Μεγαλώνοντας θα το καταλάβεις και μόνος σου.

*      Τι παράξενη που ‘ναι η θάλασσα! Πριν από λίγη ώρα λυσσομανούσε και τώρα είναι ήσυχη και αστραφτερή κάτω από τη λιακάδα, σαν να μην θυμάται τίποτε απ’ το άγριο ξέσπασμά της.

*      Δεν μπορείς να απαιτείς την αγάπη, Τίνα μου, η αγάπη είναι δώρο... δεν είναι υποχρέωση. Κι εγώ, τι θαρρείς; Γέννησα τρία παιδιά... Τρεις λεβέντες... Σίγουρα, μ’ αγαπούν Τίνα μου! Σε κάποια γωνίτσα της καρδιάς τους, σίγουρα μ’ αγαπούν. Όμως έχουν πολλές έγνοιες και με ξεχνούν.  Αχ, τι ωραία που είναι η ζωή! Ωραία σαν την Τίνα και καλή σαν τη γιαγιά κι εύθυμη σαν τον καπετάνιο. 
   Γράφει από τη Λευκωσία η 
   Ναταλία Ιωαννίδου

Friday, May 27, 2011

Ο Αρμενομαχαλλάς - Γυναικείες αναμνήσεις

                     1927 Απόφοιτοι της Σχολής Μελικιάν
Γράφει από τη Λευκωσία ο
Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας 

Μέχρι το Δεκέμβριο του 1963, στην εντός των τειχών Λευκωσία υπήρχε η αρμενική συνοικία, που θα μπορούσαμε να την καθορίσουμε ως εξής: βορείως της Πύλης Πάφου, ανατολικά της τάφρου, νότια της φουντάνας της οδού Ζεχρά και δυτικά της νοητής γραμμής που σχημάτιζε η προέκταση της οδού Αθανάσιου Διάκου προς τον προμαχώνα Μούλα. Αν και η πλειοψηφία των κατοίκων ήσαν Αρμενοκύπριοι, ο Αρμενομαχαλλάς κάθε άλλο παρά μονόχρωμος ήταν, αφού εκεί κατοικούσαν επίσης αρκετοί Τουρκοκύπριοι, καθώς και μερικοί Ελληνοκύπριοι, Μαρωνιτοκύπριοι, Λατινοκύπριοι και Βρετανοί. Μάλιστα δε, μέχρι τα πρώτα χρόνια της Αγγλοκρατίας, η περιοχή ήταν γνωστή και ως Φραγκομαχαλλάς· αργότερα μοιράστηκε ανάμεσα στις ενορίες Καραμάν Ζατέ και Αράπ Αχμέτ.

Ένα πρωινό του Μάρτη συναντήθηκα με πέντε Αρμενοκύπριες (Αναχίτ Εσκιτζιάν, Ρόζμαρι Ζιαμγκοτσιάν, Σιρβάρτ Κουγιουμτζιάν, Έλση Ουτιτζιάν, Αννίκ Τουριάν), οι οποίες μου διηγήθηκαν τις νοσταλγικές τους αναμνήσεις από τον πολύχρωμο, πολύγλωσσο, πολυεθνικό και γεμάτο μυρωδιές Αρμενομαχαλλά.
«Πώς ήταν η ζωή για τους Αρμένιους στον Αρμενομαχαλλά»; Από αυτή την ερώτηση οδηγηθήκαμε σε όλα τ’ άλλα. «Ξυπνούσαμε το πρωί με το άκουσμα της καμπάνας της εκκλησίας μας» λέει η κα Σιρβάρτ «οι μεγάλοι πήγαιναν στις δουλειές τους, ενώ εμείς πριν πάμε σχολείο περνούσαμε από την εκκλησία, όπου ανάβαμε κερί στη θαυματουργή εικόνα του Αγίου Γεωργίου, στην οποία έκαναν τάματα και οι Ελληνοκύπριοι». Εδώ παρεμβαίνει η κα Έλση: «Μέναμε στο σχολείο μέχρι τις 12:30, πηγαίναμε σπίτι μέχρι τις 2 και μετά ξανά στο σχολείο μέχρι τις 4». Τι έκαναν οι γυναίκες που έμεναν στο σπίτι; Η κα Αννίκ χαμογελαστά μου απαντά «τις καθημερινές δουλειές γιε μου: κέντημα, μαγείρεμα, πλύμα, καθάρισμα κτλ».
Με εξαίρεση την κα Έλση, της οποίας η μητέρα ήταν ντόπια Αρμένισσα, των άλλων οι οικογένειες ήσαν πρόσφυγες της Γενοκτονίας, γι’ αυτό και συνήθως ενοικίαζαν τα σπίτια στα οποία έμεναν. «Το μαγείρεμα γινόταν με πετρέλαιο, όχι γκάζι» θυμάται η κα Σιρβάρτ, ενώ η κα Αννίκ θυμάται πως «το ηλεκτρικό ρεύμα μπήκε στα σπίτια γύρω στο 1935 και αυτό μόνο για φωτισμό…». Καθώς το ψυγείο ήταν μια πολυτέλεια, τα φαγητά φυλάσσονταν σε μια αρμαρόλλα με σύρματα και το κρέας αγοραζόταν το Σάββατο το απόγευμα. Το φαΐ και τα γλυκά ήταν πλούσια, ενώ κάθε σπίτι που είχε γιορτή πρόσφερε και στους γείτονες. Οι κυρίες λένε πως τα πλείστα αρμένικα φαγητά είναι παρόμοια με τα κυπριακά, με κύρια διαφορά τον τρόπο παρασκευής τους.
Η κα Έλση, της οποίας το σπίτι βρισκόταν στην οδό Τανζιμάτ, αντικρύζοντας την τάφρο, κάνει ιδιαίτερη αναφορά στο μικρό δάσος του προμαχώνα Ρόκκας, το επονομαζόμενο «αντάρ», από την αρμενική λέξη για το δάσος. Η κα Ρόζμαρι θυμάται ότι «πηγαίναμε εκεί μετά το σχολείο και τα σαββατοκυρίακα για να ξεκουραστούμε», ενώ η κα Αναχίτ και η κα Έλση θυμούνται τα μικρά πικνίκ που έκαναν εκεί με το σχολείο. Οι κυρίες θυμούνται ότι περπατώντας στις γειτονιές άκουγες σχεδόν παντού Αρμένικα, κάτι που σήμερα δεν συμβαίνει, αφού οι Αρμενοκύπριοι είναι διασκορπισμένοι στη Λευκωσία. Και εγώ θυμάμαι, από συνομιλίες που είχα παλαιότερα με τον αγαπητό φίλο και τέως Διευθυντή των Αρμενικών Σχολείων Ναρέκ, κο Αρτίν Αϊβαζιάν, ότι ακόμη και ο Ελληνοκύπριος μπακάλης της οδού Βικτωρίας, ο κύριος Κώστας, είχε μάθει Αρμένικα…
Οι κυρίες θυμούνται επίσης τους αρμενοκυπριακούς συλλόγους: η Αρμενική Λέσχη (ιδρύθηκε το 1902) είχε μέλη κυρίως ντόπιους Αρμένιους· το AGBU, που απόκτησε οίκημα το 1957, ήταν υπέρ της Σοβιετικής Αρμενίας· ο βραχύβιος, αλλά δραστήριος, Σύνδεσμος Φίλων της Αρμενίας (Paregamats, 1944-1948)· κυρίως, όμως, η AΥMA, που ιδρύθηκε το 1934 και έκτοτε αποτελεί το επίκεντρο της αρμενοκυπριακής κοινωνικής ζωής, διοργανώνοντας πληθώρα κοινωνικών, αθλητικών και ψυχαγωγικών εκδηλώσεων. Η κα Αννίκ μας υπενθυμίζει ότι το Χαμαζκαΐν (ιδρύθηκε το 1949), που σήμερα δραστηριοποιείται στο χώρο της AYMA, μεταξύ 1938-1949 αποτελούσε ξεχωριστό γυναικείο σύλλογο με την επωνυμία Ένωση Αρμενίδων Κιλικίας. Η κα Σιρβάρτ προσθέτει το Σώμα Αρμένιων Φιλόπτωχων της εκκλησίας, που ιδρύθηκε περί το 1945.
Ιστορικά και άλλα στοιχεία

Ο αγαπητός φίλος Τζων Ματοσιάν, Αρμενοκύπριος δικηγόρος που ζει από το 1973 στο Λονδίνο, έχει γράψει το υπέροχο βιβλίο «My fathers house, an Armenian boyhood in Nicosia» (2005), στο οποίο καταγράφεται ο αρμενοκυπριακός μικρόκοσμος της Λευκωσίας και το οποίο μπορεί να προμηθευτεί κάποιος από το βιβλιοπωλείο Moufflon. Πιο κάτω είναι λίγα λόγια που μου έγραψε ο ίδιος, με ευκαιρία το άρθρο αυτό:

«Η μικρή μας κοινότητα αποτελείτο από τους παλιούς ντόπιους Αρμένιους και τους πρόσφυγες από τη Γενοκτονία… Η ενορία μας έγινε αρμενική περί το 1567, όταν οι Βενετοί συμμάζεψαν τα τείχη της Λευκωσίας και σχεδόν 400 χρόνια μετά, το 1963, οι απόγονοι των Οθωμανών μας έδιωξαν. Εντυπωσιακή ήταν η διαστρωμάτωση: λόγιοι, οδοντίατροι, εργάτες, καθρεφτάδες, δικηγόροι, καπελούδες, έμποροι, οδηγοί ταξί, μουσικοί, μάγειροι, φωτογράφοι κτλ. Κοιτάζοντας πίσω, θυμάμαι πόσο γραφικοί άνθρωποι ήταν και διερωτώμαι πόσο τα παλιά τραύματα της Γενοκτονίας συνεισέφεραν στην ευθυμία τους…».

«Η αρμενοκυπριακή ζωή περιστρεφόταν γύρω από την εκκλησία της Παναγίας στην οδό Βικτωρίας, που κτίστηκε το 1308 ως βενεδικτινό αββαείο, γι’ αυτό και εκεί υπήρχαν μαγευτικές ταφόπλακες των σταυροφόρων… Στις αναμνήσεις μου ξεχωρίζουν οι φωνές των πλανόδιων πωλητών, η φλυαρία των νοικοκυρών από τις ανοιχτές πόρτες και τα κουρασμένα αυτοκίνητα που δυσκολεύονταν να περάσουν από τα στενά δρομάκια… Η ίδια η οδός Βικτωρίας ξεκινούσε από τη λατινική εκκλησία, ύστερα συναντούσαμε την αρμενορθόδοξη εκκλησία, ενώ στο τέρμα βρισκόταν το τέμενος του Αράπ Αχμέτ· στην προέκτασή της ήταν η Αρμενική Ευαγγελική εκκλησία. Κάποτε η φωνή του παπά, του πάστορα και του μουεζίνη αλληλοκαλύπτονταν…».

«Ο Αρμενομαχαλλάς ήταν γεμάτος με σπίτια που είχαν οθωμανικά κιόσκια με τα χαρακτηριστικά παραθυρόφυλλα, με λίγα πεζοδρόμια και ακόμη λιγότερα δέντρα, ενώ στους φανοστάτες θυμάμαι που ήταν αναρτημένες οι αναγγελίες κηδειών. Τα σπίτια μας είχαν μυστικούς κήπους (εσωτερική αυλή). Ο δρόμος μου, η οδός Τανζιμάτ, ήταν ένας μεικτός δρόμος (Αρμενοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι) με σπίτια από πουρόπετρα, όπου εκτός από τις αξιοπρεπείς οικογένειες διέμεναν και κάποιες κοκκινοβαμμένες γυναίκες της νύχτας…».
Επίλογος
Κάπως έτσι ήταν η ζωή στον Αρμενομαχαλλά, την όμορφη αυτή γειτονιά της παλιάς Λευκωσίας. «Ήταν πολύ διαφορετικά από τη σημερινή μας ζωή» λέει η κα Ρόζμαρι. Η ξεγνοιασιά αυτή διακόπηκε για πάντα, όταν κατά την τουρκοκυπριακή ανταρσία του 1963-1964, 231 αρμενοκυπριακές οικογένειες κατέστησαν τουρκόπληκτες. Μερικές οικογένειες κατέφυγαν για 2-3 μέρες στο χώρο του σχολείου Μελικιάν-Ουζουνιάν και της εκκλησίας της Παναγίας, μέχρι που καταλήφθηκαν και αυτοί οι χώροι, ενώ άλλες οικογένειες διέμειναν για μεγαλύτερο διάστημα στο χώρο του Εκπαιδευτικού Ινστιτούτου Μελκονιάν. «Εμείς οι πρόσκοποι τους φτιάξαμε προσωρινά αντίσκηνα» θυμάται ο γνωστός ζωγράφος και αρχιτέκτονας Τζων Γκεβεριάν, μαθητής τότε στο Μελκονιάν.
Μετά τη μερική άρση των περιορισμών στη διακίνηση από το κατοχικό καθεστώς, τον Απρίλιο του 2003, η κα Σιρβάρτ και η κα Ρόζμαρι επισκέφθηκαν το σπίτι τους σχεδόν αμέσως. Η κα Αναχίτ το επισκέφθηκε όταν πήγε μαζί με το Μητροπολίτη για να δουν την εκκλησία. Η κα Αννίκ δεν έχει πάει ακόμη, αλλά θα ήθελε να δει το σπίτι της και το μαγαζί της οικογένειας. Η κα Έλση δηλώνει: «δεν θέλω να πάω εκεί, να δω το σπίτι μου παραμελημένο, αφρόντιστο και χαλαμάντουρο». Τον Οκτώβριο του 2010 συγκινήθηκε έντονα όταν της έδωσα δύο φωτογραφίες του σπιτιού της, μια παλιά και μια καινούργια και σχολίασε την κακή κατάσταση της εξώπορτας.

Οι πλείστοι Αρμενοκύπριοι εκφράζουν τη λύπη τους για τα όσα συνέβηκαν την περίοδο 1963-1964. Θα ήθελαν να ξαναδούν να λειτουργεί η εκκλησία της Παναγίας (από τον Οκτώβριο του 2009 αναστηλώνεται από το UNDP), δηλώνουν ότι «πεθυμούμε τους γείτονές μας», αλλά ταυτόχρονα αναγνωρίζουν, με θλίψη και με σφίξιμο της καρδιάς, πως οι εποχές εκείνες έχουν περάσει ανεπιστρεπτί…
Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας

Monday, May 23, 2011

Ένας περίπατος στη φυσική ομορφιά της Καρπασίας Myrtus Communis – Μύρτος η κοινή


Συνεχίζουμε το ταξίδι μας αυτόν τον μήνα με μία στάση μπροστά από την πανέμορφη και αρωματική μυρτιά!

Η Μυρτιά είναι φυτό που ευδοκιμεί σε τροπικές κι υποτροπικές περιοχές. Αναπτύσσεται σε ηλιόλουστες, προστατευμένες από τους πολύ δυνατούς παγετούς θέσεις, σε άγονα και ξηρά εδάφη. Στην Κύπρο και στην Ελλάδα απαντάται ως αυτοφυής ή διακοσμητική και καλλιεργείται στην ύπαιθρο, σε γλάστρες αλλά και σε θερμοκήπια. Φυτεύεται σε ομάδες και φράχτες. Ευδοκιμεί κατά μήκος ποταμών, κοντά σε πηγές και άλλους υγρότοπους και είναι κατάλληλη και για παραθαλάσσιες φυτεύσεις. Είναι ανθεκτική στην ξηρασία, την αλατότητα, τα άγονα εδάφη και προτιμά θέσεις ηλιόλουστες και απάνεμες. Πολλαπλασιάζεται με σπορά ή ημιξυλώδη μοσχεύματα. Την συναντούμε σχεδόν σε όλη την Κύπρο όπως στην Καρπασία, στον Ακάμα, στο Ακρωτήρι, στην οροσειρά του Τροόδους, στην οροσειρά του Πενταδακτύλου και στην Λάρνακα.

Ανήκει στην οικογένεια των Μυρτοειδών, η οποία απαρτίζεται από περίπου 75 είδη και είναι ιθαγενής της Μεσογείου και της Βόρειας Αφρικής. Πρόκειται για αειθαλή, πυκνό θάμνο μέτριου μεγέθους και ύψους μέχρι και 3 μέτρα. Ο φλοιός του είναι χρώματος τεφροκάστανου ή κοκκινοκάστανου. Τα φύλλα του είναι γυαλιστερά, λογχοειδή ή οβάλ, κατ’ εναλλαγή ή αντίθετα, απλά, αδενώδη, πτερόνευρα, οξύληκτα, αρωματικά όταν συνθλιβούν, με χρώμα βαθύ πράσινο στην πάνω επιφάνεια, πιο ανοιχτό στην κάτω και μήκους 2 – 5 εκ. Τα φύλλα της μυρτιάς είναι γεμάτα από αδένες με αιθέριο έλαιο που δίνει και τη μυρωδιά στο φυτό. Οι αδένες αυτοί φαίνονται κόντρα στο φως σαν τρύπες. Κατά τη μυθολογία, τις τρύπες αυτές τις είχε κάνει η Φαίδρα, η σύζυγος του Θησέα, που από τη στεναχώρια της για την περιφρόνηση του πρόγονού της, Ιππόλυτου, που είχε ερωτευθεί, τρύπησε τα φύλλα της μυρτιάς πριν κρεμαστεί στα κλαδιά της.

Τα άνθη του είναι ερμαφρόδιτα, μασχαλιαία, συνήθως μονήρη, χρώματος λευκού, τα οποία αποτελούνται από 5 πέταλα και πολλαπλούς, μακριοί στήμονες. Φέρει λευκά άνθη, 1 -2 εκατοστών, που αποτελούνται από 5 πέταλα και πολλαπλούς στήμονες. Ανθίζει κατά τους μήνες Μάιο-Αύγουστο. Τον χειμώνα τα άνθη του γίνονται μαύροι καρποί και οι βλαστοί του χρησιμοποιούνται στα ανθοδοχεία μαζί με θρεπτά άνθη. Η μυρτιά έχει ένα χαρακτηριστικό, απαλό άρωμα.


Ο καρπός της είναι ωοειδής, σχεδόν σφαιρικός, σε σχήμα ράγας που μοιάζει με μικρή ελιά. Είναι μελανός ή λευκός, διαμέτρου περίπου ενός εκατοστού και περιέχει πολλά σπέρματα. Τα μερσινόκοκκα είναι ελαφρώς στυφά, αλλά όχι δυσάρεστα. Τρώγονται άνετα και ωμοί, με έντονη την αίσθηση της φρεσκάδας και μεθυστικό άρωμα. Θρεπτικοί και τονωτικοί, πιστεύεται από κάποιους ότι χαρίζουν μακροζωία. Συλλέγονται το φθινόπωρο και τον χειμώνα. Τα μερσίνια συνήθως συγχέονται με τα Μύρτιλλα, τα οποία, αν κι ως καρποί μοιάζουν κάπως εξωτερικά, ανήκουν στην οικογένεια των Βακκινίων Vaccinium, όπως τα Bilberry: Μύρτιλλο (Vaccinium Myrtillus) Cranberry: Οξύκοκκος Μύρτιλλoς) και δεν έχουν πραγματική συγγένεια με την Μυρτιά.

Η Μερσινιά ήταν γνωστή από την αρχαιότητα με διάφορες ονομασίες όπως μυρρίνη-μύρρινος (Θεόφραστος), μυρσίνη (Διοσκουρίδης) και μυρτίνη (Πίνδαρος). Αναφορές σε αυτήν έχουμε ακόμα από τον Πλίνιο, τον Ιπποκράτη καθώς και Άραβες συγγραφείς. Στις μέρες μας είναι γνωστή ως μερσινιά, μερτιά, μυρσίνη, μυρτιά και σμυρτιά.

Η αρχαία Μύρτος ήταν αφιερωμένη στην θεά Αφροδίτη μιας και ο μύθος θέλεις την θεά να κρύβει την γύμνια της με αυτήν καθώς αναδύεται από την θάλασσα κι αποτελούσε σύμβολο του έρωτα και της γονιμότητας. Αργότερα όμως συμβόλιζε την παρθενία και χρησιμοποιήθηκε στο στολισμό της νύφης.

Ένας δεύτερος μύθος θέλει την βασιλοπούλα της Συρίας, την Μύρρα, να καυχιέται ότι ήταν πιο όμορφη από την Αφροδίτη. Η θεά οργισμένη της προκάλεσε έναν ανόσιο έρωτα για τον πατέρα της, κατάφερε να τον ξεγελάσει και ενώθηκε μαζί του για δώδεκα νύχτες. Όταν συνήλθε από την παροδική τρέλα που της είχε στείλει η Αφροδίτη, κατάλαβε το θανάσιμο αμάρτημά της και έτρεξε στο δάσος να κρυφτεί. Η θεά τελικά τη λυπήθηκε και τη μεταμόρφωσε σε δέντρο, τη γνωστή Μυρσίνη. Αργότερα ο φλοιός του δέντρου έσκασε και βγήκε ένα παιδί που πήρε το όνομα Άδωνης.

Οι χρήσεις της ποικίλουν. Η μυρτιά ήταν ανέκαθεν γνωστή για τις θεραπευτικές της ιδιότητες. Τα δερματώδη φύλλα και οι σκούροι καρποί της περιέχουν αιθέρια έλαια και χρησιμοποιούνται επίσης για την παραγωγή ηδύποτων. Το ανθεκτικό της ξύλο χρησιμοποιείται στη λεπτοξυλουργική και τα κλαδιά της στην καλαθοπλεκτική.


Στην αρχαιότητα παρασκεύαζαν με μυρτιά ένα αρωματικό κρασί, τον "μυρτινίτη οίνο", καθώς και αρωματικό λάδι (μύρτινον έλαιον). Τα μύρτα τρώγονται ωμά και γίνονται μ' αυτά εξαιρετικές μαρμελάδες. Με φύλλα μυρτιάς ή μύρτα αρωματίζονται κρέατα, λουκάνικα, κυνήγι, ψάρι, τυριά, τυρόπιτες, λικέρ, κρασιά και ξερά σύκα. Μπορούμε να ψήσουμε κρέας ή ψάρι στο φούρνο πάνω σε στρώμα από φύλλα μυρτιάς. Οι κάτοικοι της Σαρδηνίας χρησιμοποιούν τους ώριμους καρπούς της για να παρασκευάσουν ένα εύγευστο και αρωματικό λικέρ (δείτε την συνταγή παρακάτω). Μπορούμε επίσης να το χρησιμοποιήσουμε για το υπέροχο μοβ χρώμα του. Το διατηρούμε σαν σιρόπι ή λικέρ και το χρησιμοποιούμε στα γλυκά μας.

Οι περίφημοι κοσμηματοποιοί της αρχαιότητας έφτιαχναν εξαιρετικά κοσμήματα σε σχήμα φύλλων και καρπών μυρτιάς. Ένα υπέροχο χρυσό στεφάνι από μυρτιά βρέθηκε στους μακεδονικούς βασιλικούς τάφους της Βεργίνας στη Βόρεια Ελλάδα. Επίσης, οι νικητές των Ολυμπιακών Αγώνων, πριν το στεφάνι κότινου (ελιάς), στεφανώνονταν με μυρτιές. Στην Κύπρο μας χρησιμοποιείται για το στεφάνωμα ηρώων και σημαντικών προσώπων της χώρας ενώ παλιότερα κλαδιά μυρτιάς τοποθετούνταν στο πάτωμα των εκκλησιών το Μεγάλο Σάββατο.

Στη Ρόδο, μια παλιά συνταγή για αποξηραμένα σύκα θέλει εκείνα που έχουν πέσει στο έδαφος, τα λεγόμενα ασκάδια, αφού ξεραθούν, να ζεματιστούν σε νερό αρωματισμένο με μούρα μυρτιάς (μυρσινόκοκκους), φασκόμηλο, σχίνο και φύλλα δάφνης. Στη συνέχεια αποξηραίνονται πάλι.

Ο Ιπποκράτης τη χρησιμοποίησε για πλύσεις των γεννητικών οργάνων και του πρωκτού, την διευκόλυνση του τοκετού και το αφέψημα των καρπών για τους βαριά πάσχοντες. Η σύγχρονη έρευνα αποκαλύπτει ότι τα φύλλα είναι στυπτικά (χάρη στη μυριτόλη), τονωτικά και αντισηπτικά. Το κατάπλασμά τους χρησιμοποιείται για επούλωση πληγών. Η μυρτιά δρα στους μοριακούς μηχανισμούς που έχουν σχέση με την μακροζωία των κυττάρων και των ιστών. Τονώνει την σύνθεση των σιρτουινών στο κύτταρο, που είναι γνωστές ως πρωτεΐνες της μακροζωίας. Έτσι δρα και ως ισχυρό αντιρρυτιδικό.

Το έλαιο της μυρτιάς καταπολεμά τον έντονο βήχα και τα συμπτώματα κρυολογήματος ενώ συχνά αποτελεί βασικό συστατικό καλλυντικών προϊόντων που έχουν να κάνουν με την καταπολέμηση της ακμής και της λιπαρότητας του δέρματος.


Επίσης, το έλαιο είναι γενικό αντισηπτικό (ιδιαίτερα του αναπνευστικού και ουρικού συστήματος), βαλσαμικό, απεκκριτικό, αντισπασμωδικό, υπογλυκαιμικό, αντιπυρετικό, διεγερτικό, επουλωτικό και παρασιτοκτόνο. Χρησιμοποιείται για αναπνευστικές παθήσεις (άσθμα, βρογχίτιδα, φυματίωση, γρίπη, ιγμορίτιδα), ουροποιητικές μολύνσεις, διαβήτη, πυρετό, ρευματισμούς και εντερικά παράσιτα (ακαρίαση, οξυουρία)

Μπορεί να καεί σε δοχείο καύσης ελαίων (αρωματιστής), να χρησιμοποιηθεί σε κεριά, να φορεθεί στο σώμα ή για την παρασκευή μειγμάτων. Προστίθεται πάντα σε έλαιο βάσης (πχ αμυγδαλέλαιο, ελαιόλαδο κτλ.) ή διαλυμένο σε νερό και ποτέ απευθείας πάνω στο σώμα.

Το διάσημο σικελικό λικέρ από μύρτα
 - Mirto liqueur

Υλικά: 1 kg καρπούς Μυρτιάς, 1 kg ζάχαρη, 1 lt νερό, 1 lt οινόπνευμα (95%)

Διάσημο λικέρ της Ιταλίας. Πολύ δημοφιλές στην Σαρδηνία και την Κορσική. Το Mirto rosso (κόκκινο) γίνεται από τους καρπούς της Μυρτιάς. Το Mirto bianco (άσπρο) γίνεται από τα φύλα της Μυρτιάς. Ολόκληρη η διαδικασία χρειάζεται 10-12 εβδομάδες. Πλένουμε τα μύρτα και τα αφήνουμε να στεγνώσουν για μερικές μέρες. Όταν στεγνώσουν, τα βάζουμε σε ένα πήλινο δοχείο* και τα καλύπτουμε με το αλκοόλ. Μετά από (τουλάχιστον) ένα μήνα, έχουμε ένα υγρό με μαύρο-μπλε χρώμα, το οποίο και φιλτράρουμε, στύβοντας και τα μύρτα.

Για να φτιάξουμε το σιρόπι από νερό και ζάχαρη, βάζουμε αρχικά το νερό να βράσει. Στη συνέχεια το κατεβάζουμε από τη φωτιά και ρίχνουμε την ζάχαρη, ανακατεύοντας. Όταν κρυώσει το σιρόπι, το προσθέτουμε στο φιλτραρισμένο υγρό που έχουμε πάρει από τα μύρτα και το αλκοόλ. Ρίχνουμε το νέο υγρό σε μπουκάλια, το αφήνουμε 1-2 μήνες και είναι έτοιμο.

*: Εναλλακτικά, μπορούμε να χτυπήσουμε τα μύρτα στο μίξερ πριν τα βάλουμε στο οινόπνευμα και να γλιτώσουμε έτσι κάποιο χρόνο.
Συνταγή για παράτριμμα (σύγκαμα μωρών):

Κονιοποιήστε αποξηραμένα φύλλα μυρτιάς μέχρι να πάρουν την μορφή πούδρας και αλείψτε στις πάσχουσες περιοχές.
Κείμενο – Επιμέλεια: Μαρία Κασιώνη

Επιμέλεια: Δέττη Χριστοφίδου - Βοτανοθεραπεύτρια

Δείτε το ιστολόγιο : Καρπασία