“Ο Διοικητής μου Μάικλ Στιούρτον ήταν ο αληθινός ήρωας, όχι εγώ, γιατί εκείνος ήταν που αποκάλυψε τι συνέβαινε. Ελπίζω μόνο η δράση που αναλάβαμε τότε, να εμπόδισε να χαθούν κι άλλες ζωές…”
Τον γνώρισα πριν τρία χρόνια όταν για πρώτη φορά αποφάσισα να του στείλω ένα μήνυμα ζητώντας του να με βοηθήσει σε μία έρευνα που μόλις ξεκινούσα. Η έρευνα είχε να κάνει με εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που είχαν διαπραχθεί στην Κύπρο από τις βρετανικές αποικιοκρατικές δυνάμεις την περίοδο ’55-59, σε βάρος συλληφθέντων αγωνιστών της ΕΟΚΑ.
Όταν πάτησα το κουμπί «ΑΠΟΣΤΟΛΗ» δεν ήλπιζα σε πολλά πράγματα... ή μάλλον δεν ήλπιζα σε τίποτα, γιατι αν εγώ ήμουν στη θέση του και μία άγνωστη δημοσιογράφος μου ζητούσε να μιλήσω για ένα έγκλημα στο οποίο ήμουν μάρτυρας και που δράστες του ήταν αξιωματικοί της ίδιας μου της χώρας, η απάντησή μου θα ήταν αρνητική.
Ο κ. Τζέιμι Έικιν όμως με εξέπληξε ευχάριστα, γιατί όχι μόνο είχε την ευγένεια να απαντήσει αμέσως στο μήνυμά μου, αλλά είχε και την προθυμία να μου μιλήσει για όλα όσα έζησε μία παγωμένη νύχτα του Οκτώβρη του 1958, όταν είχε διαταχθεί από το στράτευμά του να εκτελέσει χρέη φρουρού έξω από μια παλιά χαρουπαποθήκη στους λόφους του χωριού της Κυθρέας.
Στην πρώτη μας κιόλας κουβέντα κατάλαβα ότι είχα να κάνω με έναν άνθρωπο που είχε μάθει να πορεύεται κοιτώντας την αλήθεια κατάματα, όσο άβολη κι αν είναι, κι αυτό για την έρευνα που έκανα δεν θα μπορούσε παρά να είναι ευλογία.
Ενδεικτικό της στόφας του ανθρώπου που είχα απέναντί μου, μία από τις πρώτες του εξιστορήσεις...
«Μια μέρα κάπου στη δεκαετία του ’90 συναντήθηκα στο δρόμο με έναν φίλο μου Κύπριο. Είχαμε καιρό να τα πούμε και πιάσαμε τη κουβέντα περπατώντας. ‘Ξέρεις τι μέρα είναι σήμερα’, με ρώτησε. ‘Πρωταπριλιά’, του απάντησα. ‘Eίναι 1η Απριλίου, επέτειος της έναρξης του αγώνα της ΕΟΚΑ στην Κύπρο’, μου απάντησε. ‘Τέλεια!’, αναφώνησα, ‘πάμε να κάτσουμε κάπου να πιούμε και να το γιορτάσουμε’, του είπα και πήγαμε...»
Το 1958 σε μία Κύπρο που αγωνιζόταν για το πανανθρώπινο δικαίωμα της ελευθερίας, ο 19χρονος τότε Τζέιμι Έικιν είχε σταλεί να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία στο πλευρό των αποικιοκρατικών δυνάμεων που πάσχιζαν με κάθε τρόπο να καταπνίξουν τον αγώνα.
Από τότε μέχρι σήμερα έχουν περάσει 63 χρόνια και ο Βρετανός βετεράνος διανύει την ένατη δεκαετία της ζωής του, απολαμβάνοντας ήσυχους περιπάτους στη φύση μαζί με τη γυναίκα του Άντζελα. Οι ρυτίδες στο πρόσωπό του βαθιές, όχι όμως τόσο ώστε να τον κάνουν να ξεχάσει... Αυτό που εκμυστηρεύτηκε τότε στον Διοικητή του και αδελφικό του φίλο, δεν έπαψε ποτέ να το καταθέτει σε όσους είχαν τη διάθεση να ακούσουν, με την ελπίδα ότι κάποτε η ιστορική αυτή αλήθεια θα καταγραφεί.
Ίσως στο πρόσωπό μου να βρήκε αυτόν τον πρόθυμο ακροατή που αναζητούσε χρόνια, ίσως πάλι το σύμπαν, με μία καθυστέρηση έξι και κάτι δεκαετιών, να συνωμότησε τελικά και να μας έφερε κοντά.
Το μόνο σίγουρο πάντως, είναι πως από την πρώτη στιγμή της επικοινωνίας μας μέχρι σήμερα, τρία χρόνια μετά, ο κ. Έικιν με την αφοπλιστική του ειλικρίνεια με βοήθησε να κάνω πραγματικότητα, αυτό που τότε ξεκινούσα δειλά, δειλά και που σε καμία περίπτωση δεν φανταζόμουν να το δω τυπωμένο στην μορφή ενός βιβλίου. Μάλιστα στο τελευταίο του e-mail πριν μερικές μέρες μού επιφύλασσε μία έκπληξη: Μια φωτογραφία του, καθισμένος στο σαλόνι του σπιτιού του, να κρατά στα χέρια του το βιβλίο μου. Στο πρώτο του κεφάλαιο, η δική του κατάθεση ψυχής.
Κατά τη διάρκεια του αγώνα ‘55-59 αρκετοί αγωνιστές κλείστηκαν μέσα σε φυλακές και κρατητήρια και ανακρίθηκαν από άνδρες των βρετανικών αποικιοκρατικών αρχών σε μία προσπάθεια να συλλεγούν πληροφορίες που θα οδηγούσαν στα ίχνη και τη σύλληψη του Αρχηγού Διγενή. Ανάμεσα τους, οι πρωταγωνιστές των «14 Εγκλημάτων μιας Αυτοκρατορίας», 14 άνδρες που αφού συνελήφθησαν, βασανίστηκαν από τους ανακριτές τους και πέθαναν κατά τη διάρκεια αυτών των βασανιστηρίων.
Ένας από αυτούς, ο Σπύρος Χατζηγιακουμή, 27 ετών, βοσκός στο επάγγλεμα και πατέρας τεσσάρων παιδιών. Ήταν ο άνθρωπος που ο κ. Έικιν το βράδυ της 16ης Οκτωβρίου του 1958, άκουσε να σφαδάζει από τους πόνους ενώ τον βασάνιζαν σε μία αποθήκη, προσπαθώντας να του αποσπάσουν πληροφορίες για τον αγώνα και την ΕΟΚΑ.
Το γεγονός ότι ο νεαρός Έικιν πολεμούσε στο ίδιο στρατόπεδο, δεν ήταν αρκετό για να τον κάνει να σωπάσει. Την επόμενη μέρα του περιστατικού, όταν ένας από τους δολοφόνους του Χατζηγιακουμή τον ενημέρωσε κυνικά για τον θάνατό του και τού έδωσε οδηγίες να ισχυριστεί σε περίπτωση που ερωτηθεί, ότι πέθανε στην προσπάθειά του να αποδράσει, εκείνος ειδοποίησε τον μοναδικό άνθρωπο που εμπιστευόταν απόλυτα, τον Διοικητή και καλό του φίλο, Μάικλ Στιούρτον. Ο Βρετανός αξιωματικός αφού άκουσε όσα του αποκάλυψε ο Έικιν, αποφάσισε χωρίς δεύτερη σκέψη να καταγγείλει το θέμα στη διοίκηση, παρακάμπτοντας τον στρατό, φοβούμενος τη συγκάλυψη.
Αν και δεν είχα την τύχη να γνωρίσω τον Μάικλ Στιούρτον, γιατί απεβίωσε αρκετά χρόνια πριν ξεκινήσω την έρευνά μου, νιώθω σαν τον ξέρω. Θυμάμαι ακόμη πώς ένιωσα ανοίγοντας τον φάκελο με το προσωπικό του αρχείο το οποίο φύλαγε μέχρι και το τέλος της ζωής του, και που με τη μεσολάβηση του κ. Έικιν, μου το εμπιστεύθηκαν οι δύο γιοί του, Τομ και Χάρι.
Διαβάζοντας με προσοχή ένα προς ένα τα έγγραφα που μάζευε για το περιστατικό της Κυθρέας, αισθανόμουν σαν να τον είχα καθισμένο απέναντί μου σε ένα τραπέζι, να μού εξιστορεί όλα όσα έγιναν τότε και θάφτηκαν για πάντα στο σκοτάδι.
Ανάμεσα στα έγγραφα που έφτασαν στα χέρια μου, ένα με ημερομηνία 18 Οκτωβρίου 1958 –δύο μέρες μετά τον φρικτό θάνατο του Χατζηγιακουμή- και με τη λέξη «SECRET» γραμμένη στο πάνω αριστερό μέρος της σελίδας. Ήταν η γραπτή καταγγελία που συντάχθηκε από τον Στιούρτον με αποδέκτη τον τότε Κυβερνήτη Σερ Χιού Φουτ. Στην επιστολή αυτή ο Βρετανός αξιωματικός έγραφε συγκεκριμένα:
Κατά τη διάρκεια της 17ης Οκτωβρίου ένας αξιωματικός του στρατού τον οποίο γνωρίζω και σέβομαι ήρθε και με είδε και μου ζήτησε να μιλήσουμε ιδιαιτέρως. Μου είπε πως πήρε μέρος σε μία επιχείρηση στην Κυθρέα και τρομοκρατήθηκε από τις μεθόδους ανάκρισης που χρησιμοποιήθηκαν. Μου είπε ότι κατά τη διάρκεια της πρώτης νύχτας της επιχείρησης δεν είδε κάτι παράνομο, αλλά δύο μέρες αργότερα άκουσε δυνατές κραυγές να έρχονται από μία μικρή αποθήκη στην οποία διεξάγονταν ανακρίσεις.
Μου ανέφερε πως ακόμη ένας αξιωματικός και ένας στρατιώτης άκουσαν τις κραυγές – και ο στρατιώτης όχι μόνο άκουσε άλλα και είδε μέσα στην αποθήκη να γίνονται βασανιστήρια. Ο στρατιώτης μάλιστα περιγράφοντας όσα είδε, του είπε πως κρατούσαν το κεφάλι του κρατούμενου προς τα πίσω και τον χτυπούσαν επανειλημμένα στο λαιμό, ενώ σε κάποιες άλλες στιγμές τον χτυπούσαν στην κοιλιά και στο πίσω μέρος των γονάτων με μπλοκς πάγου. Του είπε επίσης ότι είδε να τοποθετούν στο πρόσωπο του κρατουμένου ένα πανί και να ρίχνουν από πάνω του νερό.
Μου ανέφερε, εξάλλου, ότι όταν έφτασε αρχικά στην περιοχή ο Λόχος, ο D.I.O. (αξιωματικός υπηρεσίας πληροφοριών) συμβούλευσε τον Διοικητή του Λόχου να κρατήσει τους άνδρες του μακριά από την αποθήκη που διεξάγονταν οι ανακρίσεις, γιατί κατά τη διάρκεια της νύχτας μπορεί να ενοχλούνται. Ο πληροφοριοδότης μου, μού είπε ότι τα βασανιστήρια διεξάγονταν πάντα νύχτα, ενώ μού περιέγραψε με λεπτομέρεια το δωμάτιο όπου γίνονταν οι ανακρίσεις, την αποθήκη χαρουπιών που κρατούνταν οι ύποπτοι, αλλά και τους ανακριτές.
Μου είπε πως ένας άνδρας πέθανε και αυτό ήταν που τον έκανε να έρθει να με δει. Με ρώτησε αν αυτά τα πράγματα ήταν επισήμως επιτρεπτά γιατί είχε την εντύπωση ότι κάποιοι ανώτεροι αξιωματικοί που ήταν παρόντες αποκλείεται να μην γνώριζαν για το τι συνέβαινε και παρόλα αυτά δεν έκαναν απολύτως τίποτα για να το σταματήσουν. Γι αυτό και ήθελε να μιλήσει με ανώτερους αξιωματικούς του και ήρθε σε μένα επειδή ήμουν ο μόνος που γνώριζε προσωπικά, προκειμένου να μάθει ποια ήταν η επίσημη στάση πάνω σε αυτό το θέμα. Σίγουρα μου άφησε την εντύπωση ότι ο άνδρας εκείνος πέθανε ως αποτέλεσμα των βασανιστηρίων στα οποία υποβλήθηκε, αν και ο ίδιος δεν ήταν αυτόπτης μάρτυρας αυτών.
Θεώρησα καθήκον μου να σας ενημερώσω γι’ αυτή την αναφορά, αλλά επιτρέψτε μου να μην κατονομάσω τον πληροφοριοδότη μου, ούτε εμένα.
18.10.58
“Εκείνη την εποχή, ο Μάικλ έπρεπε να υπομείνει αρκετά αρνητικά σχόλια λόγω της δράσης που είχε αναλάβει. Τόσο αυτός όσο και εγώ υποβληθήκαμε σε ανάκριση ειδικού κλάδου του στρατού, η οποία ήταν τουλάχιστον επιθετική. Στο μεταξύ, ο Μάικλ δεν αμφιταλαντεύτηκε ποτέ, είτε σε σχέση με την εμπιστοσύνη του σε μένα και στα στοιχεία που του είχα δώσει, είτε σε αυτό που θεωρούσε ως ευρύτερο καθήκον του, να αποκαλύψει δηλαδή τι συνέβαινε. Αυτό ήταν κάτι που χρειάστηκε πραγματικά κότσια και ήταν χαρακτηριστικό του ανθρώπου που γνώριζα, όχι μόνο ως Διοικητή μου, αλλά και ως πολύτιμου φίλου μου. Ήταν χαρακτηριστικό γι’ αυτόν και το γεγονός ότι ποτέ δεν έδειξε μνησικακία για όλους εκείνους τους συναδέλφους του αξιωματικούς που δεν τον στήριξαν σε εκείνη τη δύσκολη στιγμή”
Με αυτά τα λόγια για επικήδειο, ο Τζέιμι Έικιν αποχαιρετούσε το 2001 για πάντα τον καλό του φίλο Μάικλ, τον άνθρωπο που όσο κι αν προσπάθησε το 1958 να αποδώσει δικαιοσύνη για το έγκλημα της Κυθρέας, δεν τα κατάφερε. Σε κάθε μας συζήτηση ο 82χρονος βετεράνος δεν παραλείπει μάλιστα να μου υπενθυμίζει ότι ο άνθρωπος που έπραξε τότε ηρωικά ήταν ο Μάικλ και μόνο, αφού εκείνος ανέλαβε να πάρει στους ώμους του το βάρος μιας τόσο σοβαρής υπόθεσης, με ό,τι συνέπειες αυτό μπορεί να είχε αργότερα.
“Χωρίς αμφιβολία, αν είχαν χρησιμοποιηθεί επίσημα κανάλια για την καταγγελία μας, το περιστατικό της Κυθρέας θα είχε αποσιωπηθεί. Ήταν τύχη που ο Μάικλ γνώριζε προσωπικά τον ιδιαίτερο γραμματέα του Κυβερνήτη, Ρομπ Μπράουνινγκ”
Στο ταξίδι μου για την ανακάλυψη της αλήθειας της Κυθρέας, χωρίς να το επιδιώξω, έγινα κάποια στιγμή σύνδεσμος δύο κόσμων που απαντήθηκαν για μια νύχτα πριν 63 χρόνια κι ύστερα χάθηκαν για πάντα.
Από την μία ο κόσμος του Έικιν και του Στιούρτον και από την άλλη ο κόσμος του νεαρού αγωνιστή Χατζηγιακουμή που έμεινε πίσω συντετριμμένος μετά τον φρικτό θάνατό του. Όταν συναντήθηκα με την οικογένεια του ήρωα φρόντισα να τούς παραδώσω σε έναν φάκελο όλα όσα είχα καταφέρει να συλλέξω για την υπόθεση, μαζί και τα στοιχεία επικοινωνίας του κ. Έικιν, αφού πρώτα φυσικά είχα πάρει την άδειά του.
Ένα μεσημέρι, λοιπόν, πριν από δύο χρόνια περίπου, χτύπησε το τηλέφωνό στο σπίτι του κ. Έικιν στο μακρινό Σιρενσέστερ της Αγγλίας. Στην άλλη γραμμή ήταν ένας νεαρός. Ήταν ίσως η πιο άβολη στιγμή για τον 82χρονο βετεράνο, στον απόηχο αυτής της ιστορίας, γιατί ο άνθρωπος που του μιλούσε δεν ήταν άλλος από τον εγγονό του Χατζηγιακουμή, του ανθρώπου δηλαδή που πριν από 63 χρόνια είχε ακούσει να δολοφονείται μέσα σε εκείνη την αποθήκη.
“Για μένα ήταν μία εξωπραγματική εμπειρία όταν άκουσα στο τηλέφωνο τον εγγονό του Χατζηγιακουμή. Πώς μπορεί κανείς να ζητήσει συγγνώμη για μια τέτοια συμπεριφορά; Φοβάμαι ότι ήμουν πολύ ανέτοιμος για εκείνο το τηλεφώνημα”
Σε μία αποτίμηση που θέλησε να κάνει ο κ. Έικιν έχοντας πια στα χέρια του το βιβλίο μου, αρχικά εξέφρασε την ελπίδα κάποια στιγμή να το δει στις προθήκες βιβλιοπωλείων στην Αγγλία μεταφρασμένο στα αγγλικά, κάτι που για να είμαι ειλικρινής αποτελει και δική μου επιθυμία.
“Το βιβλίο σου τεκμηριώνει με αξιοθαύμαστο τρόπο το τι πραγματικά συνέβη τότε στην Κυθρέα. Εξακολουθώ να μην ξέρω ποιος εξουσιοδότησε τη χρήση βασανιστηρίων για απόσπαση πληροφοριών. Είμαι βέβαιος ότι αυτός δεν ήταν ο Κυβερνήτης Σερ Χιού Φουτ, που έγινε έξαλλος μετά την καταγγελία μας, και ο οποίος δεν παραπλανήθηκε από το γεγονός ότι όταν έφτασε στην Κυθρέα, όλα όσα είχαν σχέση με την αποθήκη των βασανιστηρίων είχαν εξαφανιστεί. Ήξερε ότι η επικείμενη έφοδός του στο σημείο είχε διαρρεύσει”
Κατά τη διάρκεια της θητείας της ως επικεφαλής της βρετανικής υπηρεσίας πληροφοριών MI5, η Eliza Manningham –Buller είχε πει ενώπιον της Βουλής των Λόρδων ότι τα βασανιστήρια δεν πρέπει ποτέ να χρησιμοποιούνται για την απόσπαση πληροφοριών. Τα λόγια της έμειναν χαραγμένα στο μυαλό του κ. Έικιν, αλλά με μία δόση θλίψης αφού όταν έλαβε χώρα το περιστατικό της Κυθρέας, όπως πολύ χαρακτηριστικά μου έγραψε ο κ. Έικιν, η ίδια δυστυχώς ήταν μόλις 9 ετών…
“Φυσικά, υπήρχαν μέλη της ΕΟΚΑ που σκοπός τους ήταν να μας σκοτώσουν. Παρόλα αυτά, το ανθρώπινο δικαίωμα σε δίκαιη δίκη είναι πρωταρχικής σημασίας, όποιες κι αν είναι οι περιστάσεις. Κανείς μας δεν θα ήθελε να επιστρέψει σε καθεστώτα όπως αυτά του Χίτλερ ή του Στάλιν”
Ο Τζέιμι Έικιν έκλεισε το τελευταίο του γράμμα προς εμένα, ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που πριν τρία χρόνια είχε απαντήσει στο πρώτο δειλό μου μήνυμα.
“Ελίνα, σε παρακαλώ να θυμάσαι πάντα πως για την υπόθεση της Κυθρέας, δεν ήμουν εγώ ο ήρωας, αλλά ο Μάικλ…”
Πηγή: OMEGAlive