Sunday, December 1, 2019

The Little Red Hen Redux

The Little Red Hen Redux

BRUCE F. KRUEGER·THURSDAY, NOVEMBER 7, 2019

One bright, sun-shiny day at the collective farm, the Little Red Hen came across some seeds of wheat on the road.


“I have found some wheat grains!”exclaimed the Little Red Hen. “Who will help me plant them?”
“Not I!” said the Fat Cat.
“Not I!” said the Running Dog.
“Not I!” said the Bourgeois Pig.
“Not I!” said the Dirty Rat.

“Then I shall,” said the Little Red Hen.


So she scratched the ground and buried the kernels. In time, they grew into tall stalks... all golden and fine.
“Who will help me cut and thresh the wheat?” asked the Little Red Hen.
“Not I!” said the Fat Cat.
“Not I!” said the Running Dog.
“Not I!” said the Bourgeois Pig.
“Not I!” said the Dirty Rat.
“Then I shall,” said the Little Red Hen.
So she cut the stems with her beak and threshed and winnowed the grain with her wings.
“Who will help me get this wheat milled?” asked the Little Red Hen.
“Not I!” said the Fat Cat.
“Not I!” said the Running Dog.
“Not I!” said the Bourgeois Pig.
“Not I!” said the Dirty Rat.
“Then I shall,” said the Little Red Hen.
So she took the wheat down the road to the Sovkhoz mill where comrade workers ground it into a fine powder. The Little Red Hen then carried the bag of flour all the way home.



“Now who will help me make the bread?” asked the Little Red Hen.
“Not I!” said the Fat Cat.
“Not I!” said the Running Dog.
“Not I!” said the Bourgeois Pig.
“Not I!” said the Dirty Rat.
“Then I shall,” said the Little Red Hen.
So she added water to the flour, and kneaded it with her feet. And the dry powder became a soft, pliable dough.



“I think you need to add yeast,” said the Silly Goose.
“Where the hell am I going to get yeast?!” asked the Little Red Hen as she placed the dough into in a preheated (350°) oven and baked the bread for forty minutes.
When the avocado green timer went off, the Little Red Hen asked, “Now who will help me eat this delicious, unleavened bread?”


“We will!” exclaimed the Fat Cat, the Running Dog, the Bourgeois Pig, and the Dirty Rat.
“Nuh-uhhh!” said the Little Red Hen. “No, you shan’t!” She then put on and adjusted her colorful cloth napkin, which she had purchased just a year ago when NEP was in place.
Shortly thereafter, a couple of Checkists arrived and sat to table along with the Little Red Hen. Together, they all enjoyed her tasty baked bread. Upon leaving, they took along the useless parasites for political reëducation.~


THE [LITTLE RED] END, SHEEPLE. 
Παραλλαγή του αγγλικού παιδικού παραμυθιού : "The little red hen."
Αποχή απο δουλειά, αλλά όλοι θυμούνται την ίσια μοιρασιά..
Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν μια μικρή κόκκινη κλώσσα, που σκάλιζε το χώμα στη φάρμα που ζούσε, μέχρι που ανακάλυψε μερικούς σπόρους σιταριού. Φώναξε τότε τους γείτονές της και τους είπε 'Αν φυτέψουμε αυτούς τους σπόρους, θα μπορέσουμε να έχουμε ψωμί να φάμε. Ποιος θα με βοηθήσει στο όργωμα και στο φύτεμα;' Ρώτησε η μικρή κόκκινη κλώσσα.

'Όχι εγώ', είπε η αγελάδα, 'τέλειωσε το ωράριο μου'.
'Όχι εγώ', είπε η πάπια, 'σήμερα έχω ημιαργία'.
'Όχι εγώ', είπε το γουρούνι, 'έχω πάρει άδεια αιμοδοσίας'.
'Όχι εγώ', είπε η χήνα, 'ψάχνω για δουλειά'. ....
'Θα το κάνω τότε μόνη μου', είπε η μικρή κόκκινη κλώσσα. Κι έτσι κι έκανε. Όργωσε το χωράφι, φύτεψε τους σπόρους, πότισε το χωράφι, το σιτάρι ψήλωσε κι ωρίμασε, που έγινε ψηλό και ολόχρυσο. 'Ποιος θα με βοηθήσει να θερίσω το
σιτάρι;' Ρώτησε τότε η μικρή κόκκινη κλώσσα.
'Όχι εγώ', είπε η πάπια, 'σήμερα κάνω στάση εργασίας.'
'Όχι εγώ, είναι εκτός της ειδικότητας μου', είπε το γουρούνι.
'Όχι εγώ, θα χάσω την αρχαιότητά μου', είπε η αγελάδα.
'Όχι εγώ, θα χάσω το επίδομα ανεργίας', είπε η χήνα.
'Θα το κάνω τότε μόνη μου', είπε η μικρή κόκκινη κλώσσα. Κι έτσι κι έκανε.
Θέρισε το σιτάρι, έφτιαξε το αλεύρι και έφτασε επιτέλους η ώρα να φτιαχτεί το ψωμί. 'Ποιος θα με βοηθήσει να ζυμώσω το ψωμί;' ρώτησε η μικρή κόκκινη κλώσσα.
'Όχι εγώ, θα ήταν υπερωρία αν σε βοηθούσα', είπε η αγελάδα.
'Όχι εγώ, θα έχανα το επίδομα της έγκαιρης προσέλευσης', είπε η πάπια.
'Όχι εγώ, θα έχανα το επίδομα ωρίμανσης, είπε το γουρούνι.
'Όχι εγώ, θα ήτανε ρατσιστικό να ήμουν εγώ η μόνος βοηθός', είπε η χήνα.
'Θα το κάνω τότε μόνη μου', είπε η μικρή κόκκινη κλώσσα. Ζύμωσε κι έψησε πέντε φρατζόλες. Μύρισε όμορφα το φρεσκοψημένο ψωμί, σε όλη η φάρμα και τότε
μαζεύτηκαν όλα τα ζώα. Όλα θέλανε - για την ακρίβεια απαιτούσανε -, μερίδιο απ' το ψωμί. Αλλά η μικρή κόκκινη κλώσσα είπε, 'Όχι, μπορώ να φάω και τις πέντε φρατζόλες μοναχή μου'.
'Αίσχος - Κερδοσκοπία!', φώναξε η αγελάδα.
'Καπιταλιστική βδέλλα!', ούρλιαξε η πάπια.
'Απαιτώ ίσα δικαιώματα!', διαμαρτυρήθηκε η χήνα.
Και το γουρούνι, απλώς γρύλισε, καθώς βαρέθηκε να κάνει κάτι παραπάνω.
Και γράψανε σε πλακάτ 'Αδικία', 'Η μικρή κόκκινη κλώσσα να φορολογηθεί', 'Να κρατικοποιηθεί το ψωμί', 'Τα πεινασμένα ζώα έχουν δίκιο', 'Νόμος είναι το δίκιο του γουρουνιού' και κάνανε πορεία γύρω - γύρω από τη μικρή κόκκινη
κλώσσα φωνάζοντας διάφορα συνθήματα.

Τότε ήρθε ο αντιπρόσωπος της κυβέρνησης και είπε στη μικρή κόκκινη κλώσσα.'Δε πρέπει να είσαι τόσο άπληστη, δεν μπορείς να το φας μόνη σου'.
'Μα εγώ δούλεψα μόνη μου, για να φτιαχτεί αυτό το ψωμί, κανένας άλλος δεν μe βοήθησε', είπε η μικρή κόκκινη κλώσσα. 'Ολομόναχη μου, τα έκανα όλα.'

'Ακριβώς', είπε ο αντιπρόσωπος της κυβέρνησης. 'Αυτή είναι η ομορφιά της ελεύθερης αγοράς. Καθένας μπορεί να δουλεύει όσο θέλει. Αλλά, με τους σύγχρονους κρατικούς κανονισμούς, το ψωμί θα πρέπει να μοιραστεί σε όλα τα ζώα και η εσύ μικρή κόκκινη κλώσα, θα πρέπει να δώσεις φόρο την μισή φρατζόλα ψωμιού στο κράτος, να πληρώσεις ακόμα φόρο ακίνητης περιουσίας για το χωράφι που όργωσες, να πληρώσεις για να δημοσιεύσεις στις εφημερίδες φωτογραφίες του ψωμιού που έψησες και να πληρώσεις εισφορές στα ταμεία των αγροτών, των μυλωνάδων και αρτοποιών, οπότε θα σου μείνει το ένα τέταρτο της φρατζόλας. 

Τι νομίζεις δηλαδή, ότι εσύ θα τρως και οι άλλοι θα πεινάνε;' Και έζησε η μικρή κόκκινη κλώσσα καλά -με το ένα τέταρτο της φρατζόλας-, και τα υπόλοιπα ζώα -με τις ολόκληρες φρατζόλες- ακόμα καλύτερα. Κι από τότε, η μικρή κόκκινη κλώσσα σταμάτησε να φτιάχνει το ψωμί της σε αυτήν τη φάρμα και πήγαινε σε άλλη φάρμα. Οι γείτονές της όμως, η πάπια, η αγελάδα, το γουρούνι και η χήνα αναρωτιόνται ακόμα μέχρι σήμερα γιατί η μικρή κόκκινη κλώσσα δεν έφτιαξε ποτέ ξανά άλλο ψωμί.
Παραλλαγή του αγγλικού παιδικού παραμυθιού : "The little red hen."


No comments: