Thursday, November 16, 2017

Οι δημοσκοπήσεις – αποθέωση και κενά ερμηνείας, του Χριστόφορου Χριστοφόρου

Στοιχεία της δημοσιεύτηκαν σε ρεπορτάζ 
στην εφημερίδα «Ο Φιλελεύθερος» 12.11.2017 
Οι δημοσκοπήσεις βρίσκονται στο επίκεντρο κάθε αναμέτρησης, σε κάθε χώρα. Δοξάζονται από όσους “ευνοούν” τα αποτελέσματα τους ή δαιμονοποιούνται αν δεν είναι τα αναμενόμενα. Και στις δυο περιπτώσεις, είμαστε μπροστά σε μια κατάχρηση, γιατί αποδίδεται σε αυτές υπόσταση και ιδιότητες που δεν έχουν. Οι δημοσκοπήσεις δεν είναι το αποτέλεσμα και, στις πλείστες περιπτώσεις, δεν είναι ούτε αυτό που πολλοί λένε συχνά, “αποτύπωση των τάσεων της στιγμής”. Η κατάχρηση πάει ακόμα πιο μακριά με τον ισχυρισμό πως “διαμορφώνουν” το αποτέλεσμα των εκλογών! Γι' αυτό, ανοήτως, μερικές χώρες απαγορεύουν δημοσίευση αποτελεσμάτων δημοσκοπήσεων. Εδώ βρίσκεται και η Κύπρος με εφταήμερη απαγόρευση, που είναι καιρός να καταργηθεί. Αναφέρω τα πιο πάνω για να γίνει κατανοητό το επόμενο σημείο, και οι μεγάλες αντιφάσεις, σε βαθμό παράλογου: Στη γενική αντίληψη, οι δημοσκοπήσεις απέτυχαν σαν “εργαλείο πρόβλεψης” και κηρύχτηκαν αναξιόπιστες. Και όμως, παρά την επικρατούσα αντίληψη, παρά τη δυσπιστία έναντι των αποτελεσμάτων τους, οι ίδιοι οι επικριτές ή αφορίζοντες συνεχίζουν δοξολογίες και, νέους, αφορισμούς!

Για να πάρει κάποιος θέση για τις δημοσκοπήσεις χρειάζεται να δει στοιχεία και διαδικασίες πραγματοποίησης τους. Ακόμα πιο δύσκολο είναι το επόμενο βήμα, η ερμηνεία των αποτελεσμάτων τους. Στις έρευνες των τελευταίων δέκα χρόνων στην Κύπρο, έχουμε αυξανόμενο αριθμό ατόμων που αρνούνται συμμετοχή, κλείνουν το τηλέφωνο. Το αποτέλεσμα “προβάλλει” εικόνα για το σύνολο των ψηφοφόρων και επομένως αν ένα μεγάλο μέρος λείπει γιατί αρνείται συμμετοχή, οδηγούμαστε σε πιθανό λάθος. Λέω “πιθανό” γιατί θα μπορούσαν οι απόντες να έχουν παρόμοια χαρακτηριστικά με τους μετέχοντες. Όμως, η πληροφορία σε πρόσφατη έρευνα ότι εννιά στους δέκα ήταν απόντες, γιατί αρνήθηκαν να απαντήσουν, μειώνει τη δυνατότητα να έχουμε αντιπροσωπευτική εικόνα. Η πρόθεση ψήφου, ο όγκος αποχής και οι συσχετισμοί υποψηφίων που καταγράφονται, πολύ πιθανόν να είναι σε μεγάλο βαθμό διαφορετικοί από την πραγματικότητα. Φυσικά, και χωρίς αυτό το φαινόμενο, αρκετοί άλλοι παράγοντες επηρεάζουν την αξιοπιστία των δημοσκοπήσεων. Πώς εξηγείται για παράδειγμα ότι έρευνες δίνουν στο Ν. Αναστασιάδη από 23 μέχρι 39%, και παρουσιάζουν τον Στ Μαλά να προηγείται του Ν. Παπαδόπουλου κατά δυο μονάδες ή να βρίσκεται πίσω έξι μονάδες; Παρόμοιες απορίες εγείρονται σε σχέση με πιθανή αποχή, λευκό κλπ.

Στην ίδια λογική των αποκλίσεων εντάσσεται και το πιθανό στατιστικό σφάλμα που εξαρτάται από πολλά στοιχεία, την αληθή ή ψευδή δήλωση των μετεχόντων, την απόκρυψη και στη σύγκριση προεδρικών με βουλευτικές. Στις βουλευτικές του 2016 είχαμε 33% αποχή, στις προεδρικές του 2013 ήταν 17%, που σημαίνει διαφορετικό σώμα ψηφοφόρων. Πρόσθετα με αυτά είναι το δείγμα, που στις πρόσφατες έρευνες κυμαινόταν από 600 μέχρι 1040 πρόσωπα και που παραπέμπει σε απόκλιση +-4 και +-3. Πχ το 17% του Στ. Μαλά και το 23% του Ν. Παπαδόπουλου στην έρευνα Σίγμα μπορεί να γίνει 20-20!

Επιβάλλεται να προσθέσω πως τα πιο πάνω δεν είναι φαινόμενα της Κύπρου. Ήδη από δεκαετίες τώρα υπήρξαν διεθνώς δημοσκοπήσεις με παταγώδη αποτυχία πρόβλεψης. Όσα αναφέραμε μέχρι τώρα οδηγούν σε μια απλή πρόταση, να δούμε τις δημοσκοπήσεις σαν εργαλεία που δίνουν κάποιες ενδείξεις και την ίδια ώρα να διατηρούμε τις αμφιβολίες μας. Προσωπικά, με βάση όσα γνωρίζουμε μέχρι τώρα δεν μπορώ να εκφράσω οποιαδήποτε βεβαιότητα για τον επόμενο πρόεδρο. Κάνω μια εξαίρεση, ακριβώς για την αποχή που ουδεμία δημοσκόπηση μπορεί να προβλέψει, απλούστατα γιατί το κύριο μέγεθος της απουσιάζει από τους μετέχοντες στην έρευνα. Με βάση την πείρα μου σε θέματα εκλογικής συμπεριφοράς, τοποθετώ την αποχή, τουλάχιστον, κοντά στο 28%.

Θα μπορούσε να εγερθεί το ερώτημα, κατά πόσο είμαστε κοντά στο τέλος των δημοσκοπήσεων ή των εργαλείων μέτρησης της κοινής γνώμης. Μάλλον όχι, και μάλιστα το αντίθετο συμβαίνει: Παρατηρούμε στα κοινωνικά δίκτυα και γενικά σε διαδικτυακά μέσα την τάση για διεξαγωγή ερευνών ανάμεσα σε χρήστες των μέσων αυτών. Πρόκειται για παραφθαρμένες μορφές έρευνας που έχουν εξαρχής το στίγμα της παρέκκλισης, μια και το κοινό που μετέχει δεν είναι με κανένα τρόπο, δεν μπορεί να είναι αντιπροσωπευτικό. Μόνο με επιλογή και στρωματοποίηση μπορεί να επιτευχθεί αξιόπιστο δείγμα. Ακριβώς, πριν λίγες μέρες, παρατηρήθηκε στη Γαλλία ότι η τηλεοπτική παρέμβαση του Προέδρου Μακρόν σε κάποιο κανάλι αξιολογήθηκε με διαμετρικά αντίθετο αποτέλεσμα σε έρευνες που έκαμε το ίδιο το κανάλι, αλλά με διαφορετικές μεθόδους. Σύμφωνα με τη μια ο Πρόεδρος ήταν πειστικός για 70% των μετεχόντων, ενώ, στη δεύτερη, 70% των μετεχόντων είπαν πως δεν ήταν πειστικός!

Αυτό που άλλαξε στην Κύπρο είναι ο περιορισμός του αριθμού δημοσκοπήσεων και των μέσων που χρησιμοποιούν, για λόγους κυρίως οικονομικούς.

Πέρα από τα πιο πάνω στοιχεία που μπορούν να αλλοιώσουν το αποτέλεσμα, είναι ανάγκη να έχουμε υπόψη πως το μέγεθος του δείγματος, ο αριθμός μετεχόντων παρουσιάζει περιθώρια λάθους. Έτσι, έρευνες με δείγμα 1067 άτομα έχουν πιθανή απόκλιση συν-πλην 3, δηλαδή το 20% μπορεί να είναι από 17 μέχρι 23% ενώ υπάρχει πιθανότητα 5% το αποτέλεσμα να είναι έξω και από την απόκλιση.

Ταυτόχρονα, επιβάλλεται επιφύλαξη στα αποτελέσματα, όχι κατ' ανάγκη εξαιτίας λάθους των ερευνών, αλλά εξαιτίας της στάσης των ψηφοφόρων. Άρνηση συμμετοχής, λάθος ή ψευδείς απαντήσεις, απόκρυψη ψήφου ή το κλίμα γενικά οδηγούν σε παραμόρφωση αποτελεσμάτων. Για παράδειγμα, διαχρονικά, από τη δεκαετία του 1980, η ισχύς του ΔΗΣΥ υπερεκτιμάται, συνήθως, στις έρευνες.
Η πολιτική επικοινωνία και η σχέση ψηφοφόρων και κομμάτων
Με αφετηρία την πρόνοια του σχετικού νόμου που θέτει στην εκλογική δαπάνη υποψηφίων για την προεδρία της δημοκρατίας “όριο” στο ένα εκατομμύριο ευρώ, ναι! ένα εκατομμύριο, εύλογα προβάλλει το ερώτημα: Σε ποιο βαθμό το ποσό της δαπάνης επηρεάζει την επιτυχία του υποψηφίου; Απλώς μπορεί να αυξήσει τις δυνατότητες επαφής και επικοινωνίας. Το αποτέλεσμα εξαρτάται από το περιεχόμενο και την ποιότητα της επικοινωνίας, που είναι σήμερα το πιο δύσκολο εγχείρημα για κάθε υποψήφιο σε εκλόγιμο αξίωμα. Τα δεδομένα στα τελευταία είκοσι περίπου χρόνια έχουν αλλάξει δραστικά, τόσο αναφορικά με τα χαρακτηριστικά του πολίτη όσο και στα μέσα επικοινωνίας, αλλά προπάντων στη σχέση κομμάτων με τον πολίτη.

Βρισκόμαστε σε ένα σκηνικό όπου η πολιτική /κομματική επικοινωνία δεν επικεντρώνεται στις προεκλογικές περιόδους, αλλά είναι φαινόμενο καθημερινό και διαρκές, με συνεχή παρουσία. Μέσα από τη συνεχή παρουσία των πολιτικών και υποψηφίων στο προσκήνιο, σε αυτό που επικρατεί να καλείται 'δημόσια σφαίρα', κάθε άτομο που ενδιαφέρεται μπορεί να μαθαίνει και να γνωρίζει τη ζωή και τις απόψεις των πολιτικών. Εδώ, όμως έγκειται το σημαντικό πρόβλημα: Τι απομένει να γνωρίσει ο ψηφοφόρος για τον κ. Αναστασιάδη ή τον κ Παπαδόπουλο ή τον κ. Μαλά. Υπάρχει κάτι που δεν λέχθηκε μέχρι σήμερα, μια υπόσχεση που ξέκοψε και δεν δόθηκε στο εκλογικό σώμα; Μετά από το ερώτημα αυτό, όταν οι πολίτες τοποθετήσουν τους υποψήφιους στο ευρύτερο πολιτικό και κομματικό τους περιβάλλον, δεν μπορεί να τους διαφεύγει ότι όλες οι πολιτικές δυνάμεις κυβέρνησαν τον τόπο. Αυτό που ζήσαμε και ζούμε σήμερα είναι αποτέλεσμα της διακυβέρνησης, των έργων και των παραλείψεων των κομμάτων αυτών. Του Δημοκρατικού Συναγερμού (15 χρόνια εξουσία), του ΑΚΕΛ (πέντε χρόνια εξουσία, τέσσερα και μισό συγκυβέρνηση και άλλα κοντά στην εξουσία), του ΔΗΚΟ (16 χρόνια εξουσία και 9 1/2 συγκυβέρνηση) και των άλλων δυνάμεων που συμπορεύονταν. Επομένως, πέρα από τα αποτελέσματα των διακυβερνήσεων τους, έχει μήπως κάτι άλλο, κάτι νέο να προτείνει κάθε υποψήφιος; Σε αυτό ακριβώς το σημείο παρεμβαίνει η δυσκολία των υποψηφίων: Απέναντι τους έχουν πολίτες πιο ενημερωμένους, οι οποίοι, σε μεγάλους αριθμούς δεν δεσμεύονται πλέον από ιδεολογίες και κομματικές εξαρτήσεις. Την ίδια ώρα, πολλαπλασιάστηκαν τα κανάλια ενημέρωσης και, προπάντων επικοινωνίας με άλλους. Με τα νέα μέσα, πριν το κόμμα ή ο υποψήφιος δώσουν γραμμή, ο πολίτης έχει κάνει τις ανταλλαγές ιδεών και απόψεων και, σε αρκετές περιπτώσεις διαμόρφωσε γνώμη πριν δεχθεί το μήνυμα του υποψήφιου ή του κόμματος. Βρισκόμαστε στην εποχή που η αυθεντία της κομματικής γραμμής και άποψης έχει εξασθενίσει σε βαθμό κατάρρευσης.

Φυσικά, παρά τα πιο πάνω, οι υποψήφιοι έχουν τη δυνατότητα να περάσουν το μήνυμα τους σε ευρύτερο κοινό πέρα από όσους έχουν πεισθεί εκ προοιμίου. Στερούνται όμως της ικανότητας, γιατί πάσχουν σε σχέση με το κρίσιμο στοιχείο, την ουσιαστική επικοινωνία και προβολή πειστικών προτάσεων.


Η συμμετοχή, η αποχή και οι επιδράσεις στο αποτέλεσμα
Στη σχέση πολιτών και κομμάτων, και των πολιτικών προσώπων παρατηρούμε μια παραδοξότητα: Αντί να επιτυγχάνεται επαφή μέσω της πολιτικής επικοινωνίας συμβαίνει το αντίθετο. Ο πολιτικός λόγος έφτασε στο σημείο να απωθεί. Πού έγκειται το πρόβλημα; Απλώς, το περιτύλιγμα έχει υποκαταστήσει το περιεχόμενο, με ωραία λόγια που επεξεργάζονται επικοινωνιολόγοι, αλλά με μικρή ή καθόλου σχέση με την αντιμετώπιση προβλημάτων. Το σύνθημα δεν αποτελεί απάντηση στις ανάγκες της κοινωνίας για λύσεις. Και η απουσία απαντήσεων προς το εκλογικό σώμα, κυρίως από αυτό που παρουσιάζεται απαιτητικό, οδηγούν απλώς σε αποξένωση και αποστροφή από την πολιτική συμμετοχή και δράση.

Φυσικά, η κρίση έχει σχέση με βαθύτερα αίτια, την απουσία οράματος, προτάσεων που θα πετύχουν την υλοποίηση συγκεκριμένου στόχου, για την κοινωνία ολόκληρη. Πέρα από αυτή την απουσία, η απομάκρυνση μεγάλου μέρους των πολιτών από την πολιτική και γενικά τη συλλογική δράση συνδέεται επίσης με την αποτυχία υλοποίησης μεγάλων υποσχέσεων και επαγγελιών. Στη δεκαετία του 1990 και αρχές του 2000 είχαν κυρίαρχη θέση προσδοκίες σχετικά με το κυπριακό, τα οφέλη σε διάφορα επίπεδα από την αναμενόμενη ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και άλλα. Οι προσδοκίες παραχώρησαν τη θέση τους σε μια κρίση που η κυρίαρχη άποψη χαρακτηρίζει οικονομική. Στην ουσία όμως, είναι κρίση αξιών που μαζί με άλλα προβλήματα οδήγησε την οικονομία σε σημείο κατάρρευσης. Δεν έχει σημασία αν στην πενταετία Τάσσου Παπαδόπουλου ή αν σήμερα η οικονομία παρουσίαζε /-άζει ψηλούς δείκτες. Η τιμή του πετρελαίου στις αρχές του 2003 ήταν κάτω από $30 και τον Ιούνιο του 2008 έφτασε το πιο ψηλό σημείο, πάνω από $140. Ποιες επιπτώσεις είχε αυτό στις τιμές και στην καθημερινή ζωή του πολίτη; Και σήμερα, με την ανάπτυξη να πλησιάζει το 3%, τίθεται το ερώτημα: Σε ποια βαλάντια συσσωρεύεται ο πλούτος που εισρέει στον τόπο; Γιατί αυξάνεται το ποσοστό ατόμων στο όριο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού; Κάποιοι θα πουν “ιδού ένας λόγος για να μετάσχει στις εκλογές και στα πολιτικά δρώμενα ο πολίτης, να αλλάξει την κατάσταση”. Όσο και αν φαίνεται παράδοξο, σε περιόδους κρίσης μειώνεται η συμμετοχή. Μειώνεται γιατί η φτώχεια ή ο κοινωνικός αποκλεισμός οδηγούν το άτομο στο περιθώριο και το αποκόπτουν από το σύνολο. Αυτός είναι ένας από τους λόγους της αποχής, όπως επίσης οι διαψεύσεις προσδοκιών που ανέφερα πιο πάνω. Οι βαθύτεροι λόγοι όμως, η πραγματική αιτία βρίσκεται στα αίτια των πιο πάνω προβλημάτων, στο φτώχεμα των αξιών, στην κρίση αξιών, που είναι ο ουσιαστικός λόγος της κατάρρευσης της οικονομίας. Η γενικευμένη διαφθορά απομάκρυνε τον πολίτη από την πολιτική και την κοινωνική παρουσία.

Θα αντιτάξει κάποιος: Μα δεν βλέπετε, βελτιώνονται οι δείκτες “κάνουμε βήματα μπροστά” (sic)! Για ποιους δείκτες μιλούμε και για ποιο στόχο; Προς τα πού είναι το “μπροστά”; Γιατί δεν πείθονται οι πολίτες και τέσσερις στους πέντε δικαιούχους ψήφου δεν εγγράφονται στους εκλογικούς καταλόγους, γιατί ένας στους τρεις ψηφοφόρους αναμένεται να μην προσέλθει στις κάλπες τον Ιανουάριο; Απλούστατα, οι 'αξίες' της διαφθοράς αλλά και της εξυπηρέτησης ορισμένων μόνο συμφερόντων σε βάρος του συνόλου των πολιτών παραμένουν αλώβητες.

Ποιο αποτέλεσμα θα έχει λοιπόν η αυξανόμενη αποχή; Κατ' αρχή, όλο και πιο μικρό μέρος του εκλογικού σώματος υπερψηφίζει Πρόεδρο. Τον Χριστόφια ψήφισε το 46,5% των εκλογέων, τον Αναστασιάδη το 43,5% και τον επόμενο Πρόεδρο σίγουρα λιγότερο από 40%. Αυτό, συνδυασμένο με πολιτικές που ευνοούν τους λίγους κάνει όλο και πιο πολύ κόσμο να λέει “δεν είναι ο Πρόεδρος μου”, άρα δεν μπορώ να συστρατευθώ μαζί του. Αυτό θέτει στο περιθώριο δυναμικά στελέχη της κοινωνίας, φτωχαίνει τον τόπο.

Το σκηνικό και οι υποψήφιοι
Το προεκλογικό σκηνικό παρουσιάζει τη συνήθη εικόνα των αναμετρήσεων στα τελευταία χρόνια, με παρόντες τους πολιτικούς και υποψηφίους επί σκηνής μπροστά σε ένα τουλάχιστον αδιάφορο εκλογικό σώμα. Μπροστά στην κατάσταση, η συνήθης ισχύς των κομματικών μηχανισμών έχει εξασθενίσει εδώ και αρκετά χρόνια. Οι αδυναμίες στο εσωτερικό των κομμάτων και η απόσταση που τηρούν οι εκλογείς αλλά και στελέχη είναι πολύ εμφανείς και καταγράφονται στο αποτέλεσμα. Μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα αντιμετωπίζει το ΑΚΕΛ, χωρίς να σημαίνει ότι ο ΔΗΣΥ ή και οι άλλες δυνάμεις βρίσκονται σε σαφώς καλύτερη κατάσταση. Το ΑΚΕΛ όμως αντιμετωπίζει θέμα ύπαρξης, την ίδια ώρα που η πολωτική προσέγγιση που λειτουργούσε σε παρόμοιες αναμετρήσεις και συσπείρωνε τους δυο πόλους δεν φέρει πλέον ιδιαίτερα σημαντικό αποτέλεσμα. Η πρόκριση Μαλά στο δεύτερο γύρο εξαρτάται όχι από τη συσπείρωση του κόμματος, αλλά από την ικανότητα του να πάρει τις ψήφους του 2013. Πήρε 118.000 ενώ το ΑΚΕΛ πήρε μόνο 90.000 το 2016.

Φυσικά, δεν είναι μέρος της δικής μου παρέμβασης να υποδείξω ή να εισηγηθώ σε υποψήφιους οτιδήποτε. Αναλύω και παίρνω θέση, όπως οφείλει και έχει δικαίωμα κάθε πολίτης. Όπως ανέφερα ήδη, ένα κενό σύνθημα ή το ωραίο περίβλημα του κενού ουδέν ενδιαφέρον δημιουργούν. Για παράδειγμα, αρκετοί το πρόσεξαν, χωρίς να πάνε λίγο πιο πέρα στο συλλογισμό τους: Τα βασικά συνθήματα και τα χρώματα των Ν. Παπαδόπουλου και του Ν. Αναστασιάδη είναι πιστά αντίγραφα από κόμματα της Αθήνας. Πάω ένα βήμα πιο πέρα, υποδεικνύοντας ότι αυτό παραπέμπει στην απουσία έστω στοιχειώδους δημιουργικού ενστίκτου. Αντί να έχουμε παραγωγή ιδεών, ακόμα και στο κύριο σύνθημα αρκούμαστε στην αντιγραφή. Την ίδια ώρα, ο καθένας αναμένει ότι έστω και συνθήματα έχουν τουλάχιστον νόημα, διαγράφουν το βασικό στόχο, περιέχουν όραμα για τον τόπο, ορισμένο και συγκεκριμένο. Είναι καλές οι 'νέες στρατηγικές', μόνο με ορισμό σαφούς στόχου, τα 'βήματα μπροστά' επικροτούνται όταν βελτιώνουν δείκτες αλλά δεν αφήνουν πίσω ή φτωχαίνουν σημαντικό μέρος των πολιτών. Σε ότι αφορά στο 'μας ενώνει το αύριο', ισχύει πάντα, σε καλά και συμφορές, γιατί εκόντες – άκοντες υφιστάμεθα τα αποτελέσματα αποφάσεων και ενεργειών.

Όπως συνήθως, φυσικά, οι μεγάλες προκλήσεις και η αξιοπιστία βρίσκονται στις λεπτομέρειες ή κρυμμένες στη “φυσικότητα” της έκφρασης. Διαφεύγει των υποψηφίων πως τα μέσα σήμερα δίνουν πιο πολλές δυνατότητες ελέγχου από τους πολίτες ή μήπως ελπίζουν πως η πλειοψηφία δεν παραμένει σε 'δευτερεύοντα'; Εντάσσω σε αυτό το πλαίσιο την περίφημη δήλωση Ν Παπαδόπουλου πως ψήφισε Αναστασιάδη το 2013(!), όπως μια αξιοσημείωτη παράγραφο στην αναγγελία υποψηφιότητας του Ν Αναστασιάδη, πως θα αποφύγει αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις όπως έκανε σε όλη την πενταετία! Σε παρόμοιο πλαίσιο τοποθετείται και η 'διευκρίνιση' του Σταύρου Μαλά σχετικά με τη δήλωση του για την παρουσία ελληνικών F16 στην παρέλαση της ανεξαρτησίας. 

Για να επανέλθει έστω στοιχειωδώς κάποιος βαθμός αξιοπιστίας των πολιτικών και υποψηφίων, οφείλουν σεβασμό προς τον πολίτη. Οφείλουν να ορίζουν το πλαίσιο των δυνατοτήτων και να προβάλουν έστω περιορισμένης εμβέλειας όραμα, αλλά με ειλικρίνεια και εντιμότητα όταν βρίσκονται μπροστά στο λαό. Όραμα χρειάζεται ο τόπος και αξίες.
Χριστόφορος Χριστοφόρου
Πολιτικός αναλυτής
Εμπειρογνώμονας του Συμβουλίου της Ευρώπης
σε ΜΜΕ και εκλογές

No comments: