Saturday, October 30, 2010

Μάριος Φυσεντζίδης

Ο γενναίος ανθυπολοχαγός που έφυγε το 1974

Ο Μάριος όπως τον γνώρισα στα μαθητικά μας χρόνια, στις γειτονιές και στις αυλές που ανέμελα παίζαμε σαν παιδιά, ήταν αξιαγάπητος. Επιμελής, άριστος μαθητής και φοιτητής, με το ήθος και τον χαρακτήρα του, ξεχώριζε εύκολα από τους άλλους.

Καλλιεργημένος πνευματικά, με ευγένεια ψυχής, μετριοπαθής και μετριόφρωνας, κέρδιζε εύκολα τους άλλους. Αυτά τα χαρακτηρηστικά δεν αποτελούν υπερβολή, αλλά αντίθετα, είναι πολύ λίγα για να τον περιγράψουν.

Ο Μάριος ήταν προικισμένος από τη φύση, ένας πραγματικά λαμπρός νέος. Με φοβερή οξυδέρκεια, ψηλός, με αθλητικό παράστημα, το όμορφο παλληκάρι από την κατεχόμενη τώρα Νεάπολη, Λευκωσίας, δεν περνούσε απαρατήρητος. Δίκαια ήταν το καμάρι των γονιών του και των δασκάλων του.

Φιλόπατρης και με αίσθημα ευθύνης, είχε πολλά να προσφέρει στην κοινωνία και στην πατρίδα του. Του έκοψαν όμως, το νήμα της ζωής οι αδυσώπητοι εισβολείς, Αττίλες.

Θα μπορούσε, εύκολα το 1974, να αποφύγει το στρατιωτικό κάλεσμα, αφού βρισκόταν στην Κύπρο για διακοπές. Όμως το χρέος προς την πατρίδα τον συνεπήρε. Χωρίς δεύτερη σκέψη, έτρεξε μαζί με άλλους, από τους πρώτους, να υπερασπιστεί την πατρίδα, που τόσο άδολα αγαπούσε.

Ο Μάριος γεννήθηκε Έλληνας στο νου. Γαλουχήθηκε Έλληνας από τους γονείς του στην ψυχή. Μορφώθηκε Έλληνας στην παιδεία. Πολέμησε υπέρ βωμών και εστιών και έπεσε ηρωικά μαχόμενος ως σύγχρονος Έλληνας πολεμιστής, ακούοντας τις φωνές της ιστορίας από αιώνων. Φάνηκε άτυχος. Ταυτόχρονα και τυχερός, να δώσει το πολυτιμότερο αγαθό, τη ζωή του για την πατρίδα.

Γι’ αυτό και η αυτοθυσία του τον κατατάσσει στους ήρωες και μάρτυρες, του Ελληνικού Πανθέου. Το φωτοστέφανο του θα φωτίζει όλους όσους τον γνώρισαν και αγάπησαν. Πάντοτε, θα θυμόμαστε το ωραίο παλληκάρι Μάριο με ιδιαίτερη αγάπη, θαυμασμό και εκτίμηση.
Φοίβος Νικολαΐδης
Ήταν γενναίο παιδί
Με τα θαμπόχρυσα κουμπιά και το πιστόλι του
Με τον αέρα του άντρα στην περπατηξιά
Και με το κράνος του, γυαλιστερό σημάδι
(Φτάσανε τόσο εύκολα μέσ’ στο μυαλό
Που δεν εγνώρισε κακό ποτέ του)
Με τους στρατιώτες του ζερβά-δεξιά
Και την εκδίκηση της αδικίας μπροστά του
- Φωτιά στην άνομη φωτιά! -
....
Πουλιά τον χαιρετούν, του φαίνονται αδερφάκια του
Άνθρωποι τον φωνάζουν, του φαίνονται συντρόφοι του
“Πουλιά καλά πουλιά μου, εδώ τελειώνει ο θάνατος!”
“Σύντροφοι σύντροφοι καλοί μου, εδώ ή ζωή αρχίζει”
Αγιάζι ουράνιας ομορφιάς γυαλίζει στα μαλλιά του

Μακριά χτυπούν καμπάνες από κρύσταλλο
Αύριο, αύριο, αύριο : το Πάσχα τού Θεού!
Οδυσσέας Ελύτης
(Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας)
Μάριος Φυσεντζίδης
΄Εφεδρος Ανθυπολοχαγός του 70 ΤΜΧ
Γεννήθηκε στις 16 Φεβρουαρίου 1950 στην κατεχόμενη σήμερα Νεάπολη Λευκωσίας.
Γονείς׃ Πατέρας – Ανδρέας Φυσεντζίδης, ο οποίος απεβίωσε το 1995. Υπήρξε από τα πλέον δραστήρια μέλη της Παγκύπριας Επιτροπής Γονέων και Συγγενών Αδηλώτων Αιχμαλώτων και Αγνοουμένων. «Κτύπησε» πόρτες σε χώρες της Ευρώπης και της Βορείου Αμερικής για να μάθει τι απέγινε ο γιος του και όλοι οι αγνοούμενοι. Έφυγε με τον πόνο στη ψυχή.

Μητέρα - Σμαράγδα Φυσεντζίδου. 82 ετών σήμερα, περίμενε,
υπέμενε και ήλπιζε βουβά, στωϊκά, ήρεμα αλλά με πολλή δύναμη και πίστη.

Αδέλφια׃ Βασίλης - μόνιμα εγκατεστημένος στην Αθήνα, παντρεμένος με δυο παιδιά. Το Μάριο και τη Δάφνη.
Στέλλα - μόνιμα εγκατεστημένη στη Λευκωσία, παντρεμένη με δυο παιδιά. Το Νικόλα και τη Μαρία. (Τηλ. 99 316 865).

Ο Μάριος - Αποφοίτησε με άριστα από το Παγκύπριο Γυμνάσιο – Κεντρικό – το Πρακτικό. ΄Εγινε δεκτός στο Πανεπιστήμιο McGill στο Μοντρεάλ του Καναδά από όπου το Μάϊο του 1974 απέκτησε το πτυχίο του στη Μηχανολογία. Το πανεπιστήμιο του παραχώρησε υποτροφία (κάτι που σπάνια συνέβαινε με μη μόνιμους κάτοικους της χώρας) για συνέχιση των σπουδών του και απόκτηση μεταπτυχιακού τίτλου. Γι’ αυτό και ήρθε στην Κύπρο για διακοπές με σκοπό τον Αύγουστο να επιστρέψει στον Καναδά.

Τα γεγονότα׃ Την παραμονή της προέλασης των Τούρκων στη Λάπηθο, άνδρες του Μηχανικού στάληκαν να ναρκοθετήσουν την εκεί περιοχή.
Ξημερώματα της 6ης Αυγούστου, η ομάδα του Μάριου της οποίας ηγείτο αφού ήταν ΄Εφεδρος Ανθυπολοχαγός, έπεσε θύμα ενέδρας που τους έστησαν οι Τούρκοι, με αποτέλεσμα έκτοτε να αγνοείτο η τύχη του, μαζί και των υπόλοιπων παιδιών της ομάδας του.

Τα λείψανα του εντοπίστηκαν σε περιβόλι που καλλιεργείτο από Τ/Κ πλησίον της περιοχής που στήθηκε η ενέδρα και αφού ταυτοποιήθηκαν, η οικογένεια ενημερώθηκε για τα κακά μαντάτα την Τρίτη, 21 Σεπτεμβρίου του 2010.

Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του Μάριου׃
΄Ηρεμος, πράος, πανέξυπνος, καλόψυχος, φιλικότατος, ο διασκεδαστικός της παρέας και με πολλές άλλες αρετές με ένα γλυκύτατο πλατύ χαμόγελο πάντα στα χείλη του.

Παγκύπριο Γυμνάσιο Νεαπόλεως 1963-64
Παγκύπριο Γυμνάσιο Νεαπόλεως 1964-65
Παγκύπριο Γυμνάσιο Λευκωσίας (Κεντρικό) 1966-67

Ανέμελες, όμορφες στιγμές με συμμαθητές σε εκδρομή.
Στη φωτογραφία ο Μάριος είναι στην πρώτη σειρά όρθιος από δεξιά, δίπλα του ο Νίκος Ζαρείφης και ο Δημήτρης Εγγλεζάκης. Πρώτος από αριστερά ο Χρύνανθος Χατζηιωάννου, ο Κουδουνάρης και τρίτος ο Σωτήρης Κωνσταντίνου, που σκωτώθηκε ηρωικά μαχόμενος το 1974. Καθήμενος τρίτος από αριστερά ο ξάδελφος του Μάριου, Γιώργος Φυσεντζίδης.

To βράδυ της 19ης Ιουλίου 1974, παραμονή του πολέμου, το 70 Τάγμα Μηχανικού πήρε εντολή να μεταβεί στην περιοχή Τρικώμου, προκειμένου να ναρκοθετήσει κάποιες παραθαλάσσιες περιοχές, οι οποίες κατά την κρίση του Γ.Ε.Ε.Φ. ήταν πιθανός τόπος απόβασης των τουρκικών στρατευμάτων. Τελικά η απόβαση έγινε στις βόρειες ακτές, δυτικά της Κερύνειας, αλλά το 70 Τάγμα Μηχανικού συνέχισε να ασχολείται με τη ναρκοθέτηση περιοχών ιδιαίτερης στρατιωτικής σημασίας, ώστε να μην είναι βατές από τις εχθρικές δυνάμεις. Ο στρατιώτης Ευριπίδης Μωσαϊκός από το χωρίο Νήσου και τώρα στον Λυθροδόντα θυμάται λεπτομέρειες:

«Το πρωί της 5ης Αυγούστου 1974, ο πρώτος λόχος του Τάγματος πήραμε εντολή να μεταβούμε στην Λάπηθο, για μια ναρκοθέτηση στην περιοχή. Επικεφαλής της αποστολής ήταν ο λοχαγός Ευστράτιος Κατσουλώτος, έχοντας ως βοηθούς τον ανθυπασπιστή Μπουντούρη και τους ανθυπολοχαγούς Κωνσταντίνο Παπαπαύλου, Μιχαήλ Σαμψών και Μάριο Φυσεντζίδη. Ανάμεσα στους 48 στρατιώτες του λόχου , που θ΄ ασχολούνταν με τη ναρκοθέτηση, ήταν και ο δεκανέας Αδάμος Αδάμου από τη Σωτήρα Αμμοχώστου. Τον θυμάμαι πολύ καλά, γιατί κάποια στιγμή που είχα κόψει σταφύλι από την κληματαριά ενός σπιτιού, έτυχε να τον δω απέναντι μου και του πρόσφερα ένα τσαμπί για να δροσιστεί.

Η ναρκοθέτηση είχε αρχίσει γύρω στις δέκα το πρωί και συμπληρώθηκε στις πέντε περίπου το απόγευμα, καλύπτοντας τα νότια σύνορα της Λαπήθου που γειτνίαζαν με την τουρκοκρατούμενη ορεινή περιοχή της. Από τη θέση που εργαζόμασταν, βλέπαμε ολοκάθαρα τους Τούρκους να κινούνται πίσω από τους βράχους της οροσειράς και να μας παρακολουθούν. Εκείνο το βράδυ διανυκτερεύσαμε στη Λάπηθο, επειδή την επόμενη μέρα θα ναρκοθετούσαμε περιοχές του Καραβά, που γειτνίαζαν με τα βουνά και τα χωριά Παλαιόσοφος, Μοτήδες και Ελιά…».

Χαράματα της 6ης Αυγούστου 1974, οι Τούρκοι άρχιζαν ένα ανελέητο σφυροκόπημα των φυλακίων της Εθνικής Φρουράς που βρίσκονταν στον περίγυρο του Καραβά και της Λαπήθου, ευάλωτα μέσα σ΄ ένα εχθρικό πέταλο. Στόχος των εισβολέων ήταν η κατάληψη των δύο κωμοπόλεων και για τον σκοπό αυτό θα χρησιμοποιούντο χιλιάδες στρατιώτες που βρίσκονταν οχυρωμένοι στα γύρω βουνά. Προς ενίσχυση του πεζικού , οι Τούρκοι είχαν κινητοποιήσει και άρματα από την περιοχή Πέντε Μίλι, ενώ τα πλοία τους, που βρίσκονταν στη θαλάσσια περιοχή των δύο κωμοπόλεων, τα κανόνια κτυπούσαν ασταμάτητα, δημιουργώντας μια κόλαση πυρός.

Από τη μια στιγμή στην άλλη, ο λόχος του Μηχανικού είχε βρεθεί σε δεινή θέση, γιατί οι άντρες του που βρίσκονταν εκεί για μια αποστολή μερικών ωρών, ήταν οπλισμένοι με ελαφρά όπλα, κυρίως με μαρτίνια, ενώ παράλληλα ήταν εκτεθειμένοι στα αδέσποτα πυρά του εχθρού, δίχως να έχουν ασφαλισμένα καταφύγια για προστασία. Κι ενώ η κατάσταση παρουσίαζε μια συνεχή επιδείνωση, ο λοχαγός Κατσουλώτος αποφάσισε την αποχώρηση του λόχου πεζή, γιατί η χρήση των αυτοκινήτων της μονάδας, που ήταν φορτωμένα με νάρκες, ισοδυναμούσε με πράξη αυτοκτονίας. Κάλεσε, λοιπόν τους τρεις ανθυπολοχαγούς κι αφού τους υπέδειξε να οδηγήσουν τους άντρες εκτός Λαπήθου, χωρίζοντάς τους σε τρεις διμοιρίες, εκείνος μαζί με τον ανθυπασπιστή Μπουντούρη μπήκαν στο λαντροβέρ κι αναχώρησαν. Ως τόπος ανασυγκρότησης του λόχου είχε οριστεί ένα φυλάκιο, που βρισκόταν στα σύνορα της κωμόπολης, στον δρόμο προ τη Βασίλεια. Ο στρατιώτης Παναγιώτης Αλεξάνδρου από το χωριό Νήσου θυμάται πολύ έντονα τις κρίσιμες εκείνες ώρες:

«Νοιώθαμε τον κίνδυνο να μας απειλεί από την περιοχή των βουνών, στα νότια της Λαπήθου, γιατί οι Τούρκοι που ήταν οχυρωμένοι εκεί ψηλά, μετά το έντονο σφυροκόπημα της κωμόπολης με όλμους, θα επιχειρούσαν κάποια στιγμή την κατάληψή της. Αρχίσαμε, λοιπόν, ν κατηφορίζουμε προς τη θάλασσα, με στόχο να φτάσουμε στον παραλιακό δρόμο Καραβά-Λαπήθου. Σε κάποιο σημείο εκείνου του δρόμου, δυτικά της Λαπήθου, οι τρεις διμοιρίες θα συναντούσαμε τη διοίκηση του λόχου, θα γινόταν ανασυγκρότηση και θα αναχωρούσαμε για Λευκωσία.
Επικεφαλής της διμοιρίας μου που την αποτελούσαμε 16 ή 17 άτομα ήταν ο ανθυπολοχαγός Μάριος Φυσεντζίδης. Προχωρώντας αργά και με πολλές προφυλάξεις, φτάσαμε χωρίς απώλειες μέχρι τον κεντρικό δρόμο γύρω στις 7.30 περίπου και σταθήκαμε για λίγα λεπτά κάτω από μερικά πλατάνια, για να ανασυνταχθούμε και να πάρουμε μια ανάσα. Λίγο πιο κάτω ξεπρόβαλλε ένας καλαμιώνας, που έφτανε μέχρι τα σύνορα του δρόμου, ενώ μέσα από το πυκνό φύλλωμα του ακούονταν αδιευκρίνιστες ομιλίες. Ο ανθυπολοχαγός έστειλε τότε δύο στρατιώτες με την εντολή «να δουν τι συνέβαινε και να μας ενημερώσουν». Κι όταν εκείνοι δεν επέστρεψαν, εμείς νομίσαμε πως είχαν συναντηθεί με δικούς μας και είχαν μείνει εκεί. Αποφασίσαμε, λοιπόν να προχωρήσουμε. Μπροστά πήγαινε ο Φυσεντζίδης κι εμείς τον ακολουθούσαμε, περπατώντας ο ένας πίσω από τον άλλο. Πλησιάζοντας τον καλαμιώνα, είδα τον ανθυπολοχαγό να γυρίζει ξαφνικά το κεφάλι του προς το μέρος μας, φωνάζοντας δυνατά:

- Τούρκοι, καλυφθείτε…

Σχεδόν ταυτόχρονα με την προειδοποίηση του Φυσεντζίδη, άρχισαν να πέφτουν πυκνοί πυροβολισμοί μέσα από τον καλαμιώνα, ανάμεικτοι με άγριες τουρκικές φωνές. Χωμένοι μέσα στην πυκνή βλάστηση, Τούρκοι στρατιώτες είχαν στήσει μια καλοσχεδιασμένη ενέδρα, που θα αποδεκάτιζε τη διμοιρία μας. Ελάχιστοι από εμάς, που είχαμε τρέξει προς την ακρογιαλιά , καταφέραμε τελικά να σωθούμε. Οι υπόλοιποι, εκείνοι που αναζήτησαν προστασία στους λεμονόκηπους της περιοχής, χάθηκαν τα ίχνη τους».

Στα πυρά εκείνης της ενέδρας θα έπεφταν και οι στρατιώτες των άλλων διμοιριών, ανάμεσα στους οποίους βρισκόταν κι ο Αδάμος. ΄Οσοι κατάφεραν να ξεφύγουν από τον καλαμιώνα, βρέθηκαν μέσα σε μια κόλαση, που τη δημιουργούσαν οι βολές των όλμων, διαμελίζοντας τα σώματα παιδιών του Μηχανικού, κάτω από τα λεμονόδεντρα. Από τα 51 μέλη του λόχου, 28 στρατιώτες καθώς και οι τρεις ανθυπολοχαγοί τους είναι αγνοούμενοι.

Ο Αδάμου Αδάμος του Κυριάκου δεν κατάφερε να ξεφύγει από την ενέδρα. ΄Εμεινε εκεί στην Αϊρκώτισσα μαζί με αρκετούς από τους συναδέλφους τους, γράφοντας από κοινού τα ονόματά τους σε μια δακρύβρεκτη, αλλά ηρωική σελίδα της Ιστορίας. Παρ΄ όλο που ο χαμός του παλικαριού θα πότιζε με άφατη θλίψη του γονείς και τ’ αδέλφια του η θυσία του θα γινόταν κάποια στιγμή άσμα ηρωικό και πένθιμο, για να θυμίζει εσαεί τον αξιαγάπητο δεκανέα του Μηχανικού…


Αποχαιρετιστήριο στο Μάριο
εκ μέρους των συμμαθητών του από τον
Δημήτρη Εγγλεζάκη
Χρέος ιερό, χρέος εθνικό, χρέος τιμής οδήγησε τα βήματά μας σήμερα στην εκκλησία της Παναγίας του Τράχωνα στην προσφυγιά, για ν’ αποτήσουμε τον οφειλόμενο φόρο τιμής κι΄ ευγνωμοσύνης στο συμμαθητή, το φίλο και αδελφό μας Μάριο Φυσεντζίδη, του οποίου η τύχη αγνοείτο από τον προδομένο πόλεμο του 1974 με τα Τούρκικα στρατεύματα εισβολής.

Με αισθήματα βαθιάς συγκίνησης ανακαλούμε στη μνήμη μας την ευγενική, την ταπεινή και γενναιόψυχη φυσιογνωμία του Μάριου, όπως τον ζήσαμε στα εφηβικά μας χρόνια και όπως έμεινε βαθιά χαραγμένος στη μνήμη μας παρά τα τόσα πολλά χρόνια που πέρασαν.

Ο Μάριος είναι ο πρωτότοκος γιος του Αντρέα και της Σμαράγδας Φυσεντζίδου. Η οικογένεια έχει άλλα δύο παιδιά, το Βασίλη και τη Στέλλα. Ο Βασίλης ζει μόνιμα στην Αθήνα όπου δημιούργησε τη δική του οικογένεια και έχει αποκτήσει μαζί με τη σύζυγό του Νέλλη δυο παιδιά, το Μάριο και τη Δάφνη. Η Στέλλα, ζει στη Λευκωσία, και μαζί με το σύζυγό της Φαίδρο απέκτησαν το Νικόλα και τη Μαρία.

Η οικογένεια του Μάριου ζούσε στη Νεάπολη Λευκωσίας, η οποία βρέθηκε στο επίκεντρο των διακοινωτικών συγκρούσεων του 1963 με την εκδήλωση της Τουρκοανταρσίας. Φοιτούσαμε όλοι τότε, μαζί με το Μάριο, στο Γυμνάσιο Νεαπόλεως μέσα σε συνθήκες κινδύνου και ανασφάλειας αφού το σχολείο μας θύμιζε στρατιωτική εγκατάσταση από τα προστατευτικά έργα που έγιναν γύρω από αυτό για προστασία μας. Ήταν τότε, που ενώ η οικογένεια αναγκάστηκε να μετακομίσει προσωρινά σε άλλη πιο ασφαλή περιοχή της Λευκωσίας, ο Μάριος αρνήθηκε έντονα να μετεγγραφεί σε άλλο Γυμνάσιο, και προτίμησε να πηγαινοέρχεται με λεωφορείο στο Γυμνάσιο Νεαπόλεως και ας χρειαζόταν πολύς χρόνος γι’ αυτές τις μετακινήσεις.

Στο Γυμνάσιο Νεαπόλεως οι καθηγητές μας τότε, είτε νέοι και ενθουσιώδεις στο επάγγελμα, είτε παλιοί και έμπειροι εκπαιδευτικοί, κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες μας άνοιξαν ορίζοντες και μας καθοδήγησαν στο δρόμο της αρετής και της προόδου.

Αργότερα, ο Μάριος και πολλοί από τους συμμαθητές μας μεταφερθήκαμε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο για να φοιτήσουμε στο Πρακτικό Τμήμα. Εκεί, μέσα σ’ ένα περιβάλλον πνευματικό, ανδρωθήκαμε με τις αξίες του ανθρωπισμού και της αγάπης προς την Πατρίδα και το συνάνθρωπο. Από όλους μας ξεχώριζε ο Μάριος:

Ο Μάριος ήταν σπάνιο άτομο, και αυτό δεν είναι σχήμα λόγου χάριν της σημερινής μέρας. Ο Μάριος ήταν αξιαγάπητος σε όλους όσοι τον γνώρισαν. Ήταν παιδί προικισμένο από τη φύση με ψηλή ευφυΐα, αλλά ταυτόχρονα και με πολλές αρετές: Ήθος, καλοσύνη, ευαισθησία, φιλομάθεια, μετρημένα και μεστά λόγια, αίσθηση του λεπτού χιούμορ, ενασχόληση με τον αθλητισμό. Τα ηθικοπλαστικά διδάγματα της οικογένειάς του και του σχολείου έγιναν γι’ αυτόν τρόπος ζωής. Πάντα μιλούσε για ψηλά ιδανικά και ευγενικούς στόχους.

Το 1968, ο Μάριος τέλειωσε με άριστα το Πρακτικό Τμήμα του Παγκυπρίου Γυμνασίου και αφού υπηρέτησε στην Εθνική Φρουρά ως Δόκιμος Ανθυπολοχαγός, έγινε δεκτός στο Πανεπιστήμιο McGill στο Μοντρεάλ του Καναδά από όπου το Μάϊο του 1974 απέκτησε το πτυχίο του στην Ηλεκτρολογία. Το πανεπιστήμιο του παραχώρησε υποτροφία για συνέχιση των σπουδών του και απόκτηση μεταπτυχιακού τίτλου, κάτι που σπάνια συνέβαινε με μη μόνιμους κατοίκους της χώρας.

Γι’ αυτό και ήρθε στην Κύπρο για διακοπές το καλοκαίρι του 1974, με σκοπό τον Αύγουστο να επιστρέψει στον Καναδά για να συνεχίσει τις σπουδές ου.

Μεσολάβησε όμως το σάλπισμα για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην Πατρίδα. Χωρίς δισταγμό, κατατάγηκε με ενθουσιασμό για να υπερασπισθεί τα πάτρια εδάφη από τη βάρβαρη εισβολή. Πίστευε ότι δεν υπήρχε άλλος τρόπος να αντιμετωπίσουμε τον πολυάριθμο εχθρό, από το να υπερβάλει ο καθένας τον εαυτό του, ώστε να κρατήσουμε κάθε σπιθαμή της γης μας. Ήξερε, ότι ως αξιωματικός ήταν παράδειγμα στα μάτια των στρατιωτών του και ότι από τη γενναιότητά του που θα έδειχνε εξαρτιώνταν πολλά.

Οι μαρτυρίες που έχουμε καταδεικνύουν ότι ο Μάριος ήταν άψογος, όπως πάντα. Εξεπλήρωσε στο ακέραιο το καθήκον του προς την Πατρίδα χωρίς να δειλιάσει ούτε μια στιγμή. Δεν σκέφτηκε τη ζωή που τον περίμενε μπροστά με τις καλύτερες προοπτικές. Έβλεπε μπροστά και θυσιάστηκε ενσυνείδητα ώστε εμείς οι υπόλοιποι να ζήσουμε σ΄αυτό τον τόπο που μας κληροδότησαν οι πρόγονοί μας ελεύθεροι. Ο Μάριος δε σκέφτηκε τη δική του ζωή, αλλά τη ζωή όλων μας.

Χάθηκε στις 6 Αυγούστου του 1974, όταν οδηγώντας τη διμοιρία του, που ανήκε στο 70ό Τάγμα Μηχανικού, στην περιοχή της Λαπήθου, μετά από ναρκοθέτηση της περιοχής, έπεσε σε ενέδρα του τούρκικου στρατού. Στην άνιση μάχη που ακολούθησε έπεσαν ηρωικά, εκτός από το Μάριο και άλλα πολλά παλικάρια.

Ο Μάριος ήταν αγνοούμενος, μέχρι την πρόσφατη ταυτοποίηση των λειψάνων του. Στα χρόνια που πέρασαν ο πόνος των γονιών, των αδελφιών και των άλλων συγγενών του ήταν βαρύς και ανείπωτος.

Ο πατέρας του, που δεν βρίσκεται δυστυχώς σήμερα στη ζωή λυγίζοντας πρόωρα από τον άδικο χαμό του Μάριου, υπήρξε ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Παγκύπριας Επιτροπής Γονέων και Συγγενών Αδηλώτων Αιχμαλώτων και Αγνοουμένων, και συνέβαλε τα μέγιστα στη δημιουργία αρχείου με στοιχεία για όλες τις περιπτώσεις των αγνοουμένων, ενώ παράλληλα ανέπτυξε πολλές άλλες δραστηριότητες σχετικές με το θέμα. Ανακίνησε το θέμα των αγνοουμένων της Κυπριακής τραγωδίας του 1974 σε διάφορες οργανώσεις σε χώρες της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής, διεκδικώντας το δικαίωμα των γονέων και των συγγενών των αγνοουμένων να γνωρίζουν για την τύχη των προσφιλών τους προσώπων.

Η μητέρα του Μάριου στο πλευρό του συζύγου της σήκωνε μαζί του το βαρύ σταυρό της αβεβαιότητας για την τύχη του παιδιού της και αγωνίστηκε με θάρρος, αξιοθαύμαστη υπομονή και καρτερία για τον εντοπισμό οποιωνδήποτε στοιχείων.

Ταυτόχρονα δραστηριοποιήθηκε σε διάφορες φιλανθρωπικές οργανώσεις όπως στο Μέλαθρο Αγάπης Αγίων Ομολογητών, στη Φιλόπτωχο Αγίων Ομολογητών και στην Επιτροπή του Συνδέσμου Ευημερίας Τυφλών, κλιμάκιο Αγίων Ομολογητών.

Ακριβέ μας φίλε,
Σε μένα έλαχε ο βαρύς αλλά τιμητικός τίτλος να σου απευθύνω εκ μέρους των αγαπημένων σου προσώπων, της οικογένειάς σου, των συμμαθητών και των φίλων σου το ύστατο χαίρε, τόσα χρόνια μετά τον ηρωικό θάνατό σου, που τόση θλίψη έφερε σε όλους μας, ιδιαίτερα στην οικογένειά σου.

Νοιώθω δέος, όταν αναλογίζομαι την ηρωική σου θυσία και νοιώθω να λυγίζω μπροστά στο αξόφλητο χρέος που μας κληροδότησες. Σε διαβεβαιώνω ότι η θυσία σου δεν πήγε χαμένη. Θα βρίσκεσαι πάντα στις καρδιές και τη σκέψη μας όπως βρισκόσουν όλα αυτά τα χρόνια, και θα είσαι φάρος καθοδηγητικός, για να μας φωτίζεις στο δρόμο του χρέους και του καθήκοντος απέναντι στη μοιρασμένη μας Πατρίδα.
Αιωνία σου η μνήμη.
Για τους συμμαθητές σου, Δημήτρης Εγγλεζάκης


Επικήδειος λόγος για τον έφεδρο ανθυπολοχαγό Μάριο Φυσεντζίδη
Ελένης Θεοχάρους
Ευρωβουλευτής
Όπου κύθε γαία και ον τίνα πότμον επέσπεν,
-Έφεδρε Ανθυπολοχαγέ Μάριε Φυσεντζίδη, ολόκληρο το νησί μας γονατίζει σήμερα στο πέρασμα των ιερών σου λειψάνων, γονατίζει μπροστά στ αχνάρια που άφησες σε γνώριμους τόπους και σε οικείους ουρανούς,
κι επάνω στις ψαλμουδιές που χαράζουν το πέτρινο χρώμα των ψυχών, αυτών που έφυγαν χωρίς να τους αποχαιρετίσει η πατρίδα,
και που φωτίζουν τις θελκτήριες ρυτίδες που έσκαψε στο πρόσωπο σου η αντρειοσύνη .

- Ωραίε Έλληνα της Κύπρου Μάριε Φυσεντζίδη,

Ο Κυπριακός Ελληνισμός σε αποχαιρετά, μόλις σήμερα, 36 ολόκληρα χρόνια αφ ότου κίνησες για το μεγάλο ταξίδι προς την αιωνιότητα, καβάλα στο ατίθασο άτι της αυταπάρνησης και της περηφάνιας και της διαρκούς πάνσεπτης και σφριγηλής νιότης.

Ο Κυπριακός λαός αλλά και το Έθνος ολόκληρο, σου κουνά το μαντήλι της αγάπης και της ευγνωμοσύνης του, σήμερα που καλπάζεις προς την αιωνιότητα αφήνοντας πίσω τον κόσμο των εφήμερων και των βιαστικών, των νόθων και των ασύντακτων.

-Διέπλευσες την Αχερουσίαν της εθνικής τιμής, ανήλθες πιο πέρα κι απ τις νεφέλαις των δυνάμεων ασωμάτων για να κοσμείς εις το διηνεκές το πάνθεον των Ηρώων , ανήλθες την Σκάλα της Βαιθήλ πορευόμενος την Μακαρίαν Οδόν.

-Μάριε για σένα έγραψε τους υπέροχους στίχους του ο Βιργίλιος,
" EXORIARE ALIQUIS NOSTRIS EX OSSIBUS ULTRA"
Που στέλνουν το μήνυμα πως απ τα κόκαλα σου θα βγει η Ελευθερώτρια Σπάθα, απ τα κόκαλα σου θε να βγει η λευτεριά,
Ο μετεωρισμός της Δόξας επάνω από το κατεχόμενο προάστιο της Νεάπολης , αυτό ορίζει. Το δράμα να βρει την έξοδο, και να χυθεί το φως από τα μάτια σου μες την Μεσόγειο.

Το φως που καίει στον τόπο της θυσίας σου να καταυγάσει την Κερύνεια, την Λάπηθο, τον Καραβά την Αϊρκώτισσα, όλη την σκλαβωμένη γη μας, το φως της αντρειοσύνης σου Μάριε να μας οδηγήσει στην Λευτεριά για την οποία έδωσες το αίμα σου, την νιότη και την ζωή σου.

Μάριε σε αποχαιρετούμε καθώς ταιριάζει στους γενναίους, στους ωραίους, στους δυνατούς, στους μάρτυρες και στους πατριώτες που συναριθμούνται μετά των Δικαίων και των Αγίων του Ελληνισμού.

Ακολούθησες τις προσταγές της Φυλής μας και έσπευσες να υπερασπιστείς τα χώματα μας, την αξιοπρέπεια και την τιμή μας. Αυτή ήταν η φωνή της πατρίδας στην οποία αυθόρμητα, ανταποκρίθηκαν όσοι έφεραν τον βαρύτατο τίτλο του Έλληνα, την βαρύτατη ευθύνη απέναντι στα περασμένα και τα μελλούμενα. Το Συλλείτουργο των Αθανάτων είχε αρχίσεις, το χρέος ανάγλυφο όρθωνε αγκωνάρια και βάθαινε τα λόγια, το πνεύμα πρόβαλλε απόκρυφο, ο θρύλος γνώριζε πως η επόμενη ριπή θα ήταν για σένα.

Μάριε, ήξερες ότι μας είχαν προδώσει. Γνώριζες ότι ο αγώνας ήταν άνισος αλλά έσπευσες να δώσεις το βροντερό παρόν σου στο κάλεσμα της πατρίδας. Δεν σκέφτηκες ούτε λεπτό , δεν δείλιασε ούτε λεπτό.

Έχοντας υπηρετήσει από τα 18 σου χρόνια με συνέπεια και προσήλωση στην Εθνική Φρουρά επανήλθες πάραυτα στις τάξεις της, τον Ιούλιο του 1974, που διαλυμένη έσπευδε να αποκρούσει τον Τούρκο εισβολέα.

Μόλις είχαν αρχίσει να πραγματοποιούντα τα μεγάλα σου όνειρα για την ζωή και οι υψηλές ενατενίσεις και προσδοκίες σου. Είχες ανοίξει τα φτερά σου και πετούσες λεύτερα στους ουρανούς του κόσμου. Ήσουν το καμάρι των γονιών σου, του Ανδρέα και της Σμαράγδας που σε γέννησαν το 1950 στην Νεάπολη της Λευκωσίας και έγινες ο μεγάλος και αβάστακτος καημός τους .

Ήσουν το καμάρι των δασκάλων σου και απεφοίτησες με ΑΡΙΣΤΑ από το Παγκύπριο Γυμνάσιο το τιμημένο σκολειό της Πατρίδας μας. Μετά την θητεία σου στην Εθνική Φρουρά όπου υπηρέτησες ως έφεδρος ανθυπολοχαγός, σπούδασες στο φημισμένο Πανεπιστήμιο McGill στο Μόντρεαλ του Καναδά και απεφοίτησες τον Μάιο του 1974. Επέστρεψες στην Κύπρο στην οικογένεια σου και σκόπευες μετά το καλοκαίρι να συνεχίσεις μεταπτυχιακές σπουδές με την υποτροφία που κέρδισες επάξια.

Είχε καταρδεύσει την ζωή σου η γνώση και η ευθύνη των ιδανικών του Ανθρωπισμού και της πραότητας των καλών Ελλήνων. Γι αυτό, από την πρώτη μέρα της εισβολής έθεσε τον εαυτό σου στην υπηρεσία της Πατρίδας και βρέθηκες στην πρώτη γραμμή. Δεν δίστασες ούτε δευτερόλεπτο.

Στις 5 Αυγούστου του 1974 κατά την διάρκεια της εκεχειρίας εκδηλώθηκε η μεγάλη επιθετική ενέργεια των δυνάμεων της Τουρκίας εναντίον της περιοχής Καραβά -Λαπήθου. Οι άντρες της προδομένης Εθνοφρουράς αντιστάθηκαν σθεναρά στην προελαύνουσα στρατιά. Εσύ λεβέντη μας ανέλαβες με τους φαντάρους του μηχανικού την ναρκοθέτηση της περιοχής. Εκεί στα καθαγιασμένα κράσπεδα της Λαπήθου.

Στις 4.30 την αυγή της Τρίτης 6ης Αυγούστου 1974, η σιδηρόφρακτη 28η Μεραρχία του Αττίλα, εξαπέλυσε την επίθεσή της, για την άλωση της περιοχής . Οι γραμμές έσπασαν. Δεν άντεξαν την προδοσία.

Την ίδια ώρα, ξημερώματα της 6ης Αυγούστου, ηγήθηκες Μάριε μιας απέλπιδος προσπάθειας για την ναρκοθέτηση της περιοχής και την διάσωση της Πατρίδας, αλλά πέσατε σε ενέδρα των εισβολέων.

Εκεί Μάριε, θυσιάστηκες μαχόμενος, αφού οι ελάχιστες Δυνάμεις της Εθνοφρουράς εγκλωβίστηκαν στον φρικτό κλοιό των δυνάμεων του Αττίλα, και έκτοτε χάθηκαν τα ίχνη σου.

-Μαζί σου χάθηκαν 31 άντρες του 70 τάγματος μηχανικού, 48 πολεμιστές του 256 Τάγματος Πεζικού και 6 άντρες του 286 Μηχανοκίνητου Τάγματος Πεζικού.

Όλοι όσοι υπερασπίζονταν την Λάπηθο και τον Καραβά αντιμετώπισαν ασυγκρίτως υπέρτερες εχθρικές δυνάμεις, υποστηριζόμενες από καταιγιστικό όγκο πυρός όλμων, πυροβολικού και ναυτικού και αεροπορίας και πανίσχυρες επιλαρχίες αρμάτων μάχης. Και έπεσαν όλοι. Ελάχιστοι διέφυγαν κολυμπώντας.

Οι Μεχμετζίκ παραβιάζοντας κάθε κανόνα πολέμου κάθε κανόνα δικαίου εξαφάνισαν τους ηρωικούς νεκρούς μας σε ομαδικό τάφο και δεν έδιδαν καμιά πληροφορία για την τύχη των στρατιωτών μας, ενώ πολλούς τους εκτέλεσαν εν ψυχρώ.

Αγαπημένες μας Μάριε, χάθηκες μαζί με τους άλλους λεβέντες της Κύπρου εκεί στην ακτή της Αϊρκώτισσας, και ο τραγικός σου πατέρας κίνησε γη και ουρανό για να σε βρει, για να βρεθούν όλα τα αγνοούμενα βλαστάρια της πατρίδας μας.

Και έφυγε με τον αγιάτρευτο καημό και την άγνοια για την τύχη σου. Η Ηρωίδα Μάνα σου σε περίμενε παίρνοντας δύναμη κι απαντοχή από το Πνεύμα της. Τελέσιλλας και της Κρατισείκλιας και της Ελληνίδας Πορφυρογέννητης. 

Τα άχραντα κόκαλα σου εντοπίστηκαν πρόσφατα σε περιβόλι κοντά στην περιοχή της ενέδρας. Την Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου του 2010 ενημερώθηκε η Οικογένεια σου.

Καλώς όρισες Μάριε ξανά κοντά μας. Κοντά στην περήφανη Μητέρα σου , τον αδελφό σου Βασίλη, την αδελφή σου Στέλλα, τ ανίψια σου Μάριο, Μαρία, Νικόλα και Δάφνη, που με δύναμη, πίστη, στωικότητα και λεβεντιά υπέμεναν και ήλπιζαν αγωνίζονταν και καρτερούσαν.

Αγαπημένε μας Μάριε, είναι η αγάπη για τον τόπο σου, την φιλτάτη πατρίδα, που σου έδωσε φτερά και σε οδήγησε στον τραχύ και δύσκολο δρόμο της αρετής. Και είναι χρέος μας απέναντι στην θυσία σου και στην θυσία όλων των παλικαριών να μάθει όλος ο κόσμος για τον τιτάνιο αγώνα σας να σώσετε τον τόπο μας. Είναι υποχρέωσή μας να θυμόμαστε συνεχώς την προδοσία της χούντας, αλλά και τα εγκλήματα των εισβολέων. Είναι χρέος μας να απολογηθούμε για την αδράνεια μας τόσα χρόνια, να ψάξουμε τα χαμένα και αγνοούμενα παιδιά μας. Που πιστεύαμε μαζί με τις τραγικούς γονείς τους πως μας περίμεναν στα κάτεργα των Τούρκων στις φυλακές, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, σε μέρη ανήλιαγα και σκοτεινά.

Μετέωρος παραμένει η ιστορική επιβεβαίωση στην τρέχουσα πολιτική ηθική. Εγκάθετος και στην παραφροσύνη των συμβιβασμών, των αριθμών , των διαχρονικών και συνεχών συγκαταβάσεων και ελλειμμάτων. Γιατί ολιγωρήσαμε και εκπέσαμε. Και φανήκαμε πολύ μικροί .
Ωστόσο, σήμερα ολόκληρο το Έθνος των Ελλήνων στέκει περιδεές μπροστά σ εκείνο το ανέσπερο και έκπαγλο φως που εκπέμπει η θυσία σου Ανθυπολοχαγέ Μάριε Φυσεντζίδη και όλοι γονατίζομε περιδεείς μπροστά στον ηρωικό θάνατο σου.

Οι μεγάλες ψυχές δεν χάνονται. Τις παίρνει στα φτερά της η δόξα. Ήσουν μια μεγάλη ψυχή. Που αγάπησε αυτό το πολύπαθο νησί, λάτρεψες τους ανθρώπους μας, την λευτεριά τους, την τιμή τους, την αξιοπρέπεια τους. 
Βοήθησες την πατρίδα μας για να ζήσει, αγωνίστηκες μέσα στο πρόσκαιρο και το παγανιστικό, μέσα στην ουτοπία των γενναίων που πολεμάνε στις όχθες του Σκάμανδρου κραδαίνοντας το στερνό σπαθί ενός Αίαντα και γνωρίζοντας πως οι μάχες χαμένες.

Γι αυτό το όραμα έζησες και πέθανες. Για μια Πατρίδα κραταιά, για την δικαιοσύνη και τα δικαιώματα του ανθρώπου. Για λεύτερους ανθρώπους, όρθιους , που δεν θα σέρνονται γονατιστοί μπροστά στον φονιά του παιδιού τους, ζητώντας δικαιοσύνη.

Για τούτο το όραμα πολέμησες και έδωσες την ζωή σου. δεν απόκαμες την ώρα της μάχης , δεν γονάτισες, δεν λύγισες, δεν είπες φτάνει, δεν έφυγες, ποτέ δεν κιότεψες. Συνέχεια μαχόσουν στις πολεμίστρες και στα μετερίζια, εκεί ανάλωνες τις τελευταίες μέρες της ζωής σου.

Ανέδειξες το Ήθος και τον Ακάθιστο Ανθρωπισμό που χαρακτηρίζει τους Έλληνες και φώτισες τους κυπριακούς ουρανούς από την αναλλοίωτη ιστορία του ανθρώπου. Πολέμησες μέσα στην θλίψη του λαού μας που απλώθηκε σαν την αχλή του κάμπου στις χαράδρες των ψυχών και μέσα στην πίκρα της προδοσίας και της ήττας του 1974.

Έκτοτε, ο κυπριακός ουρανός αναλύει την μελαγχολία της πατρίδας μας σε μια ατέρμονη σιωπηλή βροχή αλλά και άσβηστος παραμένει ο φάρος που άναψε η θυσία σου και καταυγάζει την αλώβητη δια των αιώνων ταυτότητα και ιστορία μας.

Σήμερα, μέσα στις οιμωγές της τραγωδίας και τους θρήνους των Μανάδων, φτερουγίζει λευτερωμένη η ψυχή σου και περιμένει το θαύμα της Ανάστασης που θα ακολουθήσει τον Γολγοθά της δικής σου σταύρωσης.
Εμείς θα σε θυμόμαστε για πάντα. Η δόξα των Ελλήνων θα σε σκεπάζει για πάντα.

Εσένα και το αγαπημένο σου χωριό την Νεάπολη. Αυτή η Δόξα μας γεμίζει ευθύνες και βαρύτατο χρέος. Για την Απελευθέρωση του τόπου μας, για την απελευθέρωση του χώρου της ηρωικής σου θυσίας, για την δικαίωση του Αγώνα σου. Αιωνία σου η Μνήμη Έφεδρε Ανθυπολοχαγέ Μάριε Φυσεντζίδη.
Ελένη Θεοχάρους
Ευρωβουλευτής
Δείτε την ιστοσελίδα : Έφεδροι Μηχανικού Ε.Φ.

Friday, October 29, 2010

Η σφραγίδα του ρόδου


Η σφραγίδα του ρόδου
Συγγραφέας: Βίκυ Στουφή
Εκδόσεις: Α.Α. Λιβάνη
Οπισθόφυλλο:
Στην Αγγλία του 16ου αιώνα, μια μαία καταδιώκεται από έναν αδυσώπητο άρχοντα, καθώς το βρέφος που προσπαθεί να προστατέψει, η Ελοΐζ, φέρει εκ γενετής ένα σημάδι που μοιάζει με τριαντάφυλλο και κληρονομείται από γενιά σε γενιά στις γυναίκες του ίδιου γενεαλογικού δέντρου. Σύμφωνα με μια προαιώνια προφητεία, κάθε γυναίκα με αυτό το σημάδι έχει την ικανότητα να προλέγει το μέλλον, γι' αυτό και η Ελοΐζ αποσπάται βίαια από την αγκαλιά της προστάτιδάς της και καταλήγει στα χέρια του άρχοντα.

Στο παρόν πια, στο Ηράκλειο της Κρήτης, μια εικοσάχρονη κοπέλα ανασύρεται ημιθανής από τη θάλασσα και μεταφέρεται στο νοσοκομείο, όπου ξεψυχά. Λίγο πριν, αποκαλύπτει στον Άγγλο γιατρό που προσπαθούσε να τη σώσει ότι κάποιος Ντάντε την κρατούσε αιχμάλωτη σε ένα κότερο και ότι η αδερφή της, η Δάφνη, που ζει στη Βενετία, κινδυνεύει. Η Δάφνη φέρει το σημάδι του τριαντάφυλλου και βρίσκεται στο στόχαστρο μιας ισχυρής αδελφότητας που καθορίζει τις τύχες του κόσμου…

Οι δρόμοι των ηρώων του δράματος αρχίζουν να διασταυρώνονται, μέσα από ανατροπές, συνωμοσίες, δολοφονίες, έρωτες, σε μια ιστορία που εκτυλίσσεται κυρίως στη Βενετία.

«Όλα όσα είχε ονειρευτεί και είχε ποθήσει βρίσκονταν μπροστά του, δε χρειαζόταν να ψάξει πιο μακριά. Σήμερα άνοιγε μια καινούρια σελίδα στο βιβλίο της ζωής του και, για να είναι σίγουρος ότι το βιβλίο του θα έμενε καθαρό από εδώ και στο εξής, έσκισε όλες τις προηγούμενες, μουντζουρωμένες σελίδες και τις πέταξε στο καλάθι των αχρήστων. Και μαζί τους πέταξε τη Δάφνη Ηλιάδη, τον Φράνκο Ντονατσάν, τον Ρίτσαρντ Έρλιν και την καταραμένη αδελφότητα• κράτησε μόνο μία σελίδα, εκείνη του Ντάντε, του χαϊδεμένου του, που θα ήταν για πάντα το φως των ματιών του».

Λίγα λόγια για τη συγγραφέα
H Βίκυ Στουφή γεννήθηκε στα Γιάννενα, αλλά, λόγω του επαγγέλματος του πατέρα της, που ήταν στρατιωτικός, πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής της ηλικίας σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας.

Σπούδασε Οικονομικά στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και όταν επέστρεψε στην Ελλάδα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου διαμένει έκτοτε. Είναι παντρεμένη και μητέρα δύο παιδιών.

Η συγγραφέας, με πολύ έξυπνο τρόπο δημιουργεί ήρωες καλούς αλλά και κακούς. Με εντυπωσίασε η γραμμή που χρησιμοποιεί σε όλο το βιβλίο και διαχωρίζει τη φαντασία από την καθημερινότητα. Το ενδιαφέρον του αναγνώστη παραμένει αμείωτο μέχρι το τέλος, καθαρή γραφή, συγκίνηση, περιπέτεια, μυστήριο, έρωτας …
Αποσπάσματα από το βιβλίο
• Η Μάριον, όπως ονομαζόταν αυτή η γυναίκα, ήταν τελείως μόνη στον κόσμο μέχρι τη στιγμή που ο δρόμος της διασταυρώθηκε με της Ελοΐζ. Κάποτε είχε ερωτευτεί με όλο το πάθος της νεανικής της καρδιάς, αλλά εκείνος ο έρωτας δεν έμελλε να έχει αίσιο τέλος. Ο περιπλανώμενος τροβαδούρος που την είχε μαγέψει με τη γλυκιά φωνή και τα υπέροχα τραγούδια του δε συμπεριλαμβάνονταν στα σχέδια του πατέρα της, που προσδοκούσε μια καλύτερη τύχη για τη θυγατέρα του. Έτσι, οι δύο νέοι αποφάσισαν να κλεφτούν, κι ένα βράδυ έφυγαν από το χωριό γεμάτοι όνειρα για τη κοινή τους ζωή. Όταν το έμαθε ο πατέρας της, πείσμωσε και ρίχτηκε στο κατόπι τους με πρωτοφανή μανία, σέρνοντας μαζί του πέντε έξι άντρες που διψούσαν για περιπέτεια και αίμα. Βρήκαν το ζευγάρι και σκότωσαν τον τροβαδούρο, αφού πρώτα τον βασάνισαν και τον εξευτέλισαν. Η Μάριον αναγκάστηκε να επιστρέψει στην πατρική εστία περισσότερο νεκρή παρά ζωντανή. Όμως τα πράγματα δε σταμάτησαν εκεί. Ο τροβαδούρος είχε προλάβει να σπείρει τον σπόρο του στη μήτρα της και τα σημάδια της εγκυμοσύνης δεν άργησαν να φανούν. Ο πατέρας της έγινε έξαλλος και την ξυλοκόπησε άγρια, με αποτέλεσμα εκείνη να χάσει το μωρό και παραλίγο τη ζωή της. Χάρη στις φροντίδες της μητέρας της, μιας άβουλης και πειθήνιας γυναικούλας, κατάφερε να σταθεί στα πόδια της έπειτα από ένα μήνα.

• Όταν ορκιζόταν στην ετοιμοθάνατη μάνα του μωρού ότι θα το προστάτευε με τη ζωή της, το εννοούσε απόλυτα. Τώρα καταλάβαινε ότι δεν απείχε και πολύ αυτή η στιγμή, αλλά σε τι θα ωφελούσε η αυτοθυσία της; Ένας νεκρός δεν μπορεί να προσφέρει και πολλά πράγματα. Το μυαλό της ταξίδεψε μερικούς μήνες πίσω, τη μέρα που κράτησε το μωρό για πρώτη φορά στα χέρια της. Ήταν παρούσα στο θαύμα της γέννησής του, αφού στην ουσία η ίδια το είχε ξεγεννήσει. Η μητέρα του, μια φτωχή χωριατοπούλα που είχε την τύχη ή την ατυχία να το φέρει στη ζωή – ανάλογα από ποια σκοπιά το έβλεπε κανείς – δεν άντεξε την ταλαιπωρία της γέννας και πέθανε αμέσως μετά. Εκείνη άρπαξε το νεογέννητο κοριτσάκι κι έφυγε αλαφιασμένη, αναζητώντας κάποιο σίγουρο μέρος για να κρύψει το θησαυρό της.
Βρήκε ένα ασήμαντο χωριό και πίστεψε πως θα την προστάτευε για πάντα το πέπλο της ανωνυμίας.

• «Θα την προσέχω εγώ», της υποσχέθηκε αυθόρμητα η μαμή. Το θέαμα μιας ετοιμοθάνατης μητέρας που κρατούσε με δυσκολία στην αγκαλιά της το νεογέννητο παιδί της ήταν από μόνο του αρκετό για να συγκινήσει ακόμα και μια άσπλαχνη καρδιά… «Φοβάμαι ότι ο λόρδος θα θελήσει να τη βλάψει …». Οι συντοπίτες της κρατούσαν το στόμα τους κλειστό και δεν είχαν επεκταθεί σε λεπτομέρειες. Την είχαν πληροφορήσει ότι το πολυπόθητο μωρό θα έφερε το σημάδι, αλλά δεν της είχαν εξηγήσει τι ακριβώς σήμαινε αυτό.

• «Πιστεύω ότι θα τα καταφέρουμε, αγάπη μου», είπε τελικά. Την πλησίασε και την έσφιξε απαλά στην αγκαλιά του. Φίλησε διαδοχικά τα μάτια της και ένιωσε στη γλώσσα του την αλμύρα από τα δάκρυά της. «Σε λατρεύω», ψιθύρισε. «Σήμερα μου έκανες το ωραιότερο δώρο της ζωής μου κι εγώ φέρθηκα σαν γάιδαρος. Θα με συγχωρέσεις;»

• Ήταν περασμένα μεσάνυχτα και η Βενετία κοιμόταν νανουρισμένη από τον παφλασμό της λιμνοθάλασσας, ονειροπολώντας τις παλιές δόξες της. Κι αν τότε κρατούσε σφιχτά στη στιβαρή γροθιά της τον κόσμο, τώρα τον μάγευε με την εξαίσια ομορφιά της και το μεγαλείο της ιστορίας της. Τη νυχτερινή σιωπή έσπαγε το απαλό γουργουρητό από τη μηχανή μιας βάρκας που γλιστρούσε επιδέξια ανάμεσα στα δαιδαλώδη κανάλια, σχεδόν αθέατη κάτω από τις σκιές των μεγαλόπρεπων μεγάρων. Ο παράταιρος ήχος ακουγόταν οικείος και καθησυχαστικός, απόλυτα συνυφασμένος με τη ζωή των κατοίκων.

• Ήταν ένα στρουμπουλό κοριτσάκι γύρω στο δέκα, με ροδαλά μάγουλα και κοντά σγουρά μαλλιά που πλαισίωναν ένα αρκετά συνηθισμένο πρόσωπο, αν και φάνταζε υπερβολικά σοβαρό για αυτή την ηλικία. Είχε, όμως, τα πιο απίθανα μάτια που είχε δει ποτέ ο Φράνκο. Ένιωσε να μαγνητίζεται από αυτά τα μάτια, που τον κάρφωναν αλύπητα και έφταναν μέχρι τα κατάβαθα της ψυχής του, λες και προσπαθούσαν να την ξεγυμνώσουν. Όταν εκείνος πλησίασε επικίνδυνα, τα δύο κορίτσια έτρεξαν μέσα στο σχολείο και στην ασφάλεια που τους παρείχε. Ο Φράνκο δεν τόλμησε να τα ακολουθήσει.

• Η Δάφνη αρκέστηκε σε ένα καταφατικό κούνημα του κεφαλιού. Ο πόνος ήταν τόσο μεγάλος, ώστε αδυνατούσε να αρθρώσει έστω μία λέξη ή να κλάψει. Ένιωθε το κορμί της εντελώς παραλυμένο, το ίδιο νεκρό με τα υπόλοιπα κορμιά που αναπαύονταν ολόγυρά της, μέσα στους ψυκτικούς θαλάμους της απρόσωπης αίθουσας. Έσκυψε και φίλησε το πρόσωπο της Σαβίνας και μετά κόλλησε το μάγουλο της πάνω στο παγωμένο μάγουλο της αδερφής της, λες κι αυτό μπορούσε να της μεταφέρει λίγη από τη δική της ζεστασιά και να την κάνει να ξαναζωντανέψει. Έμεινε έτσι αρκετή ώρα, χαϊδεύοντας τα μαλλιά της και ψιθυρίζοντας τρυφερές κουβέντες στο αφτί της. Όταν σηκώθηκε, ήταν γαλήνια, κυρίαρχη και πάλι του εαυτού της.

• Το πρώτο πράγμα που έκανε γυρίζοντας στο Λονδίνο ήταν να κολλήσει στον τοίχο του δωματίου του όλες τις φωτογραφίες που είχε τραβήξει κατά τη διάρκεια των διακοπών του. Κάθε φορά που έβλεπε από το παράθυρο του τον γκρίζο ουρανό και τη μουντή πόλη, άχρωμη σαν ασπρόμαυρη ταινία, έστρεφε το βλέμμα στις φωτογραφίες και χόρταινε ήλιο και χρώματα. Χάιδευε με τα ακροδάκτυλά του τους φοίνικες στο Βάι και του φαινόταν πως άκουγε τα κλαριά τους να θροΐζουν στο απαλό μελτέμι που φυσούσε από τη μεριά του Αιγαίου. Ρουφούσε αχόρταγα τα κρυστάλλινα, δροσερά νερά στο Φραγκοκάστελο και λίγο πιο δυτικά, στο Ελαφονήσι, έβλεπε το κορμί του να γλιστράει με τη χάρη του ψαριού στην καταπράσινη θάλασσα. Ακολουθούσε τα βήματά του στα στενά σοκάκια της παλιάς πόλης των Χανιών και καθόταν να ξεκουραστεί στα γραφικά καφενεία του λιμανιού, πίνοντας παγωμένο καφέ και νιώθοντας στο πρόσωπό του τις ζωογόνες σταγόνες των κυμάτων που χτυπούσαν στην προκυμαία. Βούλωνε τα αφτιά του στη φασαρία του Λονδίνου και διέσχιζε νοερά το φαράγγι της Σαμαριάς ή περιφερόταν στα άγρια και μεγαλόπρεπα βουνά της ενδοχώρας.

• «Αν ήμαστε πραγματικά αδέρφια, θα ήμουν πολύ ευχαριστημένος. Τώρα, όμως, εγώ δεν τη θέλω αυτή την αγάπη. Είναι λειψή και ασήμαντη … Είναι σταγόνα στο δικό μου ωκεανό»….. Δε φταις εσύ, απλώς η αγάπη έρχεται μόνη της και σου χτυπάει την πόρτα, χωρίς να την ενδιαφέρει αν είναι σωστό ή λάθος».

• Οι γιατροί είχαν την καλοσύνη να με ενημερώσουν διεξοδικά για όλες τις φάσεις της αρρώστιας μου. Είναι αρκετά δυσάρεστο, ομολογώ. Αποφάσισα, όμως, να μην πάω σε κανένα νοσοκομείο. Κανείς δεν μπορεί να μου στερήσει το δικαίωμα να πεθάνω με αξιοπρέπεια στο σπίτι μου. Σταμάτησε για λίγο να πάρει ανάσα και συνέχισε πιο ζωηρά. «Άλλωστε, εμείς οι μεγαλύτεροι ξέρουμε καλά το μάθημά μας: η ζωή είναι εντελώς απρόβλεπτη και τα πράγματα συχνά εξελίσσονται πολύ διαφορετικά απ’ ότι έχουμε υπολογίσει».

• Τελικά, η Ελοΐζ γέννησε τα ξημερώματα της επόμενης μέρας και αφού πρώτα κινδύνεψε η ζωή της. Λάτρεψε το γιο της την ίδια στιγμή που το είδε να αποσπάται από το κορμί της, μια μελανιασμένη και ματωμένη μπαλίτσα που έκλαιγε γοερά. Όταν τον κράτησε στην αγκαλιά της και του πρόσφερε το άγουρο στήθος της, ένιωσε πως το κάθε λαίμαργο ρούφηγμα της θηλής δεν έτρεφε μόνο το μωρό της, αλλά κι εκείνη την ίδια. Η ζωή της αποκτούσε για πρώτη φορά νόημα, γιατί ήταν η πρώτη φορά που είχε στην κατοχή της κάτι ολόδικό της.

• Η Τάνια κοίταζε αχόρταγα γύρω της, καθώς το ταχύπλοο έσκιζε τα θολά νερά. Μαούνες φορτωμένες με κάθε λογής εμπορεύματα, από λαχανικά μέχρι υλικά οικοδομών, βαπορέτα που εκτελούσαν χρέη αστικών λεωφορείων, πηγαίνοντας από το ένα νησί στο άλλο, πλωτά ταξί και ασθενοφόρα περνούσαν δίπλα τους σε απόσταση αναπνοής και πολλές φορές εκείνη έκλεινε τα μάτια από φόβο, περιμένοντας την αναπόφευκτη σύγκρουση. Όλα τα πλεούμενα κυκλοφορούσαν στους υδάτινους δρόμους όπως ακριβώς τα αυτοκίνητα στη ξηρά. Ηρέμησε μόνο όταν μπήκαν στο Μεγάλο Κανάλι, όπου η κίνηση φαινόταν να διεξάγεται κάπως πιο ομαλά. Έτσι, μπόρεσε να θαυμάσει απερίσπαστη τα υπέροχα παλάτια που δέσποζαν και στις δύο πλευρές του. Τα δαντελωτά παράθυρα, οι αψίδες, τα γοτθικά τόξα και τα λαξεμένα διακοσμητικά στοιχεία αποτελούσαν ένα αρμονικό πάντρεμα ανατολίτικης και δυτικής τεχνοτροπίας, αφήνοντάς την άφωνη με την ομορφιά τους.

• Ο άντρας άφησε κάτω το πιρούνι και την κοίταξε. Όταν η Δάφνη γελούσε, γινόταν ακόμα πιο όμορφη. Το πρόσωπό της έλαμπε, λες και κάποιο εσωτερικό φως έβγαινε στην επιφάνεια.

• Οι Έλληνες ζουν σε μία από τις ομορφότερες χώρες του κόσμου, αλλά δυστυχώς αγνοούν την ομορφιά της ή την καταστρέφουν, χωρίς να αντιλαμβάνονται πόσο τυχεροί είναι που μπορούν να συνδυάσουν τα πάντα, οποιαδήποτε εποχή του χρόνου.

• Κοιμήθηκε βαριά και, όταν το πρωί σηκώθηκε και άνοιξε το παράθυρό της, έμεινε άφωνη από το θέαμα που αντίκρισε. Από κάτω απλώνονταν οι κήποι και τα φυτά που νόμισε πως την απειλούσαν το προηγούμενο βράδυ είχαν αποκτήσει την πραγματική τους μορφή κάτω από το φως της μέρας. Τα λουλουδιασμένα παρτέρια, το καταπράσινο γρασίδι και τα αιωνόβια δέντρα συνέθεταν ένα αρμονικό σύνολο, αποπνέοντας μια αίσθηση ηρεμίας και γαλήνης. Την τελευταία πινελιά σε αυτό τον αριστουργηματικό πίνακα πρόσθετε η λιμνούλα στο κέντρο του κήπου, με τις ιτιές να γέρνουν πάνω από το νερό, σε μια προσπάθεια να ενωθούν και να γίνουν ένα μαζί του. Ο φρέσκος αέρας όρμησε στο δωμάτιο, κουβαλώντας τις μοσχοβολιές των λουλουδιών και της πρωινής δροσιάς.

• Η Σοφία είχε τα μάτια κλειστά, αλλά φαίνεται πως τον ένιωσε να έρχεται, γιατί τα άνοιξε απότομα και τον κοίταξε. Αυτός εδώ ήταν ο δολοφόνος της, όμως τώρα που ήξερε πως πλησίαζε το τέλος ένιωσε μια ανείπωτη γαλήνη και σταμάτησε ξαφνικά να τον φοβάται. Λυπόταν μόνο για τον πόνο που θα προκαλούσε άθελά της στους ανθρώπους που την αγαπούσαν. Οι μορφές του Μαρτσέλο, της Δάφνης και του Λεονάρντο πέρασαν από μπροστά της, χαρίζοντας καθένας τις πλέον πολύτιμες στιγμές της κοινής τους ζωής. Ήταν δικαίωμά της να πάρει κάτι στο μεγάλο ταξίδι προς το άγνωστο και η Σοφία ένιωσε απέραντη ανακούφιση στη σκέψη ότι κανείς δεν μπορούσε να της το στερήσει αυτό.

• Ήταν, λοιπόν, τόσο απελπισμένος ώστε να καταστρέψει τη ζωή ενός αθώου νέου προκειμένου να ικανοποιήσει τις δικές του ρηχές φιλοδοξίες; Σε αυτή την ερώτηση η απάντηση ήταν «όχι». Η συνείδηση του δεν άντεχε να σηκώσει το αβάσταχτο βάρος των τύψεων, γιατί ο Κωνσταντινίδης ήταν κατά βάση ένας έντιμος άνθρωπος. Καμιά φορά ενεργούσε απερίσκεπτα, αλλά γι’ αυτό έφταιγε το άγχος και η ανασφάλεια, που θολώνουν την κρίση και γίνονται οι χειρότεροι συμβουλάτορες για τους ανθρώπους. Όμως δεν ήθελε να οδηγήσει κανέναν αθώο στη φυλακή. Το «φύτεμα» των ψευδών ενοχοποιητικών στοιχείων και η παραποίηση της δικής του αναφοράς αυτό έδειχναν: πως ο Μαρτσέλο Καβαλιέρι ήταν αθώος. Κάποιοι στην Ιταλία, θέλοντας να παρουσιάσουν έναν ένοχο, ενήργησαν με γνώμονα το προσωπικό τους συμφέρον, αδιαφορώντας για την αλήθεια. Ακριβώς όπως έκανε και ο ίδιος. Αν έπρεπε να καταδικάσει κάποιον, έπρεπε να αρχίσει πρώτα από τον εαυτό του και μετά να επιρρίψει ευθύνες στους άλλους, εκείνοι απλώς τέλειωσαν τη δουλειά που είχε αρχίσει ο ίδιος.

• Και ξαφνικά συνειδητοποίησε πως είχε επιτρέψει στην καθημερινότητα να τον πάρει από κάτω και πως η ίδια η ζωή τον είχε προσπεράσει χωρίς να της δώσει την ευκαιρία να τον κεράσει ούτε με χαρές ούτε με λύπες. Είχε αναπτύξει ένα μοναδικό ταλέντο να αδιαφορεί και για τα δύο, με την δικαιολογία πως δεν είχε χρόνο. Έλαμπε δια της απουσίας του απ’ όλα τα σημαντικά οικογενειακά γεγονότα, όπως γάμοι, γεννήσεις, κηδείες. Οι ερωτικές του σχέσεις λιγοστές, μετρημένες στα δάχτυλα, δεν κρατούσαν παραπάνω από μερικούς μήνες και διαλύονταν πάντα με πρωτοβουλία της άλλης πλευράς. Δε στάθηκε, όμως, ποτέ να αναλύσει τι έφταιγε και δεν ευδοκιμούσαν οι σχέσεις του με το άλλο φύλο. Σήμερα, όμως, κοιτάζοντας πίσω στο παρελθόν, καταλάβαινε ποιος ήταν ο φταίχτης. Είχε αναλώσει τη ζωή του ανάμεσα σε τέσσερις τοίχους, κυνηγώντας χίμαιρες και θερίζοντας εφήμερη δόξα. Και είχε αποκομίσει μόνο μοναξιά και εσωστρέφεια. …. Είχε αποφασίσει πως η ζωή του δε γινόταν να συνεχίσει εσαεί στο ίδιο τροπάρι και πως έπρεπε να λάβει κάποια δραστικά μέτρα για να την αλλάξει. Δεν ήξερε ακόμα με τι τρόπο θα το κατόρθωνε, αλλά και μόνο αυτή η σκέψη τόνωσε το ηθικό του, κάνοντάς τον να χαμογελάσει στο είδωλό του στον καθρέφτη.

• Η σημερινή μέρα υπήρξε καταλυτική για τον Γκουερίνι: ήταν μέρα απολογισμού. Και ανακάλυψε σωρεία ανομημάτων. Για να κατοχυρώσει τη θέση του στην κορυφή είχε πατήσει επί πτωμάτων, είχε κλείσει τα αφτιά στη φωνή της συνείδησής του, έγινε σκληρός και αδιάφορος στον ανθρώπινο πόνο. Δεν αναρωτήθηκε ποτέ τι είχαν απογίνει εκείνοι που αδίκησε, που άρπαξε τις δουλειές τους και τους πέταξε στο δρόμο. …. Ξαφνικά ένιωσε έντονη δυσφορία και έναν οξύ πόνο στο στήθος. Ήταν σύμπτωμα καρδιακής προσβολής ή μήπως η πάλαι ποτέ ξεχασμένη συνείδησή του επαναστατούσε ενάντια στη φοβερή αδικία που ετοιμαζόταν να γίνει σε βάρος ενός νέου ανθρώπου, του οποίου το μόνο κακό ήταν ότι βρέθηκε σε λάθος μέρος τη λάθος στιγμή;

• «Δεν βρίσκω λόγια να σας ευχαριστήσω», είπε συγκινημένος ο Λεονάρντο. «Όχι εμένα, σινιόρ Πελιτσάρο. Αν νιώθετε την ανάγκη να ευχαριστήσετε κάποιον, τότε να ευχαριστήσετε το Θεό. Εκείνος συγχωρεί την αδικία και έχει τον τρόπο Του για να την επανορθώνει».

• Ο Τζέιμς στράφηκε μουδιασμένος προς τον περικαλλή ναό και έπειτα από μικρή σκέψη παραμέρισε του ενδοιασμούς του και, αφήνοντας μόνο του τον Μαρτσέλο, προχώρησε προς τα εκεί. Μπαίνοντας, τον υποδέχτηκε αρχικά μια ψαλμωδία στα ελληνικά, προφανώς μαγνητοφωνημένη. Στο εσωτερικό επικρατούσε μισοσκόταδο και η ανεπαίσθητη ευωδία από λιβάνι που πλανιόταν στον αέρα προσέδιδε στο χώρο μια μυστηριακή νότα. Τα καντήλια του τέμπλου ήταν όλα αναμμένα και οι άγιες μορφές που δέσποζαν δεξιά και αριστερά της Ωραίας Πύλης γλύκαιναν κάτω από τον αμυδρό φωτισμό και έπαιρναν μια ανθρώπινη υπόσταση. Ο Τζέιμς ένιωσε τα μάτια του να υγραίνονται από τη συγκίνηση. Σε σύγκριση με τις τεράστιες καθολικές εκκλησίες, που μάλλον τον απωθούσαν με την παγωμάρα τους, έβρισκε πως οι ορθόδοξες ήταν πιο φιλόξενες. Εξέπεμπαν μια περίεργη ζεστασιά και γαλήνευαν την ψυχή του, αλλά ταυτόχρονα τον έκαναν να τρέμει από ιερό δέος.

• Η Δάφνη αντιλήφθηκε τον παιχνιδιάρικο τόνο στη φωνή του και στράφηκε προς το μέρος του, νιώθοντας τα μάγουλά της να φλογίζονται. Εκείνη τη μαγική ώρα, που το βελούδινο σούρουπο κρύβει έντεχνα με τις σκιές του οτιδήποτε άσχημο, το πρόσωπο της κοπέλας αχνόφεγγε σαν θαμπό μαργαριτάρι, θυμίζοντας κάτι από τον παλιό καλό εαυτό της.
• Η φωτιά είχε περάσει και από εδώ, αλλά αυτή τη φορά είχε έρθει να ευεργετήσει αντί να καταστρέψει, χαράζοντας με εκπληκτική ακρίβεια ένα μικρό κόκκινο κύκλο, στο μέγεθος κέρματος, στο σημείο που άλλοτε βρισκόταν το εκ γενετής σημάδι της Δάφνης. Το άγγιγμά της είχε, θαρρείς, ένα και μοναδικό σκοπό: να διορθώσει αυτό που είχε κάνει η φύση πάνω σε μια στιγμή ιδιοτροπίας και να αποθέσει το δικό της ανεξίτηλο ίχνος, σβήνοντας μια και καλή το λευκό τριαντάφυλλο... Πνιγμένος από συγκίνηση, έσκυψε και απίθωσε ένα ευλαβικό φιλί στην καμένη σάρκα, εκεί όπου κάποτε υπήρχε η σφραγίδα του ρόδου.
Ναταλία Ιωαννίδου

Thursday, October 28, 2010

Διαγωνισμoύ Συγγραφής Ραδιοφωνικού Θεατρικού ΄Εργου 2010

Τελετή απονομής βραβείων
Ο πρόεδρος του Διοικητικού Συβουλίου του ΡΙΚ κ. Μάκης Συμεού, απονέμει το πρώτο βραβείο στην κα. Πόπη Κόντου.
 


Πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 20 Οκτωβρίου στο Θεατράκι του ΡΙΚ «Ανδρέας Χριστοφίδης», η τελετή απονομής των βραβείων του διαγωνισμού συγγραφής ραδιοφωνικού θεατρικού έργου 2010. Χορηγός του διαγωνισμού, τον οποίον προκήρυξε το Τμήμα Ραδιοφωνικών και Μουσικών Προγραμμάτων του ΡΙΚ, ήταν η ΣΠΕ Καϊμακλίου.

Στο διαγωνισμό υποβλήθηκαν 35 έργα από τα οποία οκτώ από την Ελλάδα. Η υποβολή συμμετοχών από Ελλαδίτες και Κύπριους που ζουν εκτός Κύπρου, άρχισε πέρσι.

Τα μέλη της κριτικής επιτροπής του διαγωνισμού αποφάσισαν να απονείμουν τρία βραβεία και δύο επαίνους.

Το πρώτο βραβείο απονεμήθηκε στην Πόπη Κόντου για το έργο «Ζητείται οικιακή βοηθός, αλλοδαπές αποκλείονται» , το δεύτερο στην Ηλιάνα Φωτίου για το έργο της «΄Ερεβος». Και το τρίτο στον Κυριάκο Ορφανού για το έργο «Το στοίχημα». ΄Επαινος απονεμήθηκε στον Ανδρέα Κουκκίδη για το έργο «Μέσα στα πεύκα και στο Νικόλαο Σίσκα για το έργο «΄Ενας φόνος παραπάνω».

Τα βραβεία απένειμαν ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΡΙΚ κ. Μάκης Συμεού, η Αντιπρόεδρος κυρία Μαρία Βασιλειάδου, ο Γενικός Διευθυντής κ. Θέμης Θεμιστοκλέους και ο Εκπρόσωπος της ΣΠΕ Καϊμακλίου κ. Ανθος Μωυσέως.

Στο χαιρετισμό του κατά την τελετή, ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΡΙΚ κ. Μάκης Συμεού, εξέφρασε τη στήριξη του Συμβουλίου σε τέτοιου είδους εκδηλώσεις. Ο πολιτισμός είναι επένδυση, σημείωσε, και τόνισε ότι στόχος του Διοικητικού Συμβουλίου είναι η περαιτέρω ενίσχυση του πολιτισμού μέσα από τις ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές συχνότητες του ΡΙΚ.

Στο δικό του χαιρετισμό, ο Γενικός Διευθυντής κ. Θέμης Θεμιστοκλέους, ανέφερε πως σκοπός του ΡΙΚ παραμένει η ενθάρρυνση της παραγωγής θεατρικών έργων στο πλαίσιο της γενικότερης συγγραφικής λογοτεχνικής δραστηριότητας την οποία η δημόσια ραδιοτηλεόραση της Κύπρου στηρίζει και προβάλλει μέσω των προγραμμάτων της, ως βασικό στοιχείο της αποστολής της για προαγωγή του πολιτισμού. Το ΡΙΚ, κατέληξε, είναι στη διάθεση των συγγραφέων για να ακούσει και να συζητήσει σκέψεις και προτάσεις που να οδηγούν στην περαιτέρω ενθάρρυνση της λογοτεχνικής και εν γένει της πνευματικής δημιουργίας και για αναβάθμιση του διαγωνισμού αυτού.

Μετά την τελετή απονομής των βραβείων, ακολούθησε ανάγνωση αποσπάσματος από το έργο που πήρε το πρώτο βραβείο. Ερμήνευσαν οι ηθοποιοί Ιωάννα Καμένου, Νάντια Χαραλάμπους και Νίκος Νικολαϊδη.

Η τελετή ολοκληρώθηκε με μουσικό πρόγραμμα από το Μουσικό ΄Ομιλο του ΡΙΚ και τους ηθοποιούς ΄Ολγα Ποταμίτου, Ιωάννα Καμένου και Αντώνη Λαπηθιώτη, οι οποίοι ερμήνευσαν θεατρικά τραγούδια.

Την εκδήλωση παρουσίασαν η Λίτσα Μαυρίδου και ο Κώστας Μιχαηλίδης.

Wednesday, October 27, 2010

Αγκαλιά με τον Ήλιο – Πρέπει και θέλω

Τίτλος: Αγκαλιά με τον Ήλιο – Πρέπει και θέλω
Συγγραφέας: Σύλβια Οκαλιόβα
Εκδότης: οσελότος
Έκδοση: Ιούλιος 2010
Σελίδες: 144
Τιμή: 14 Ευρώ

H Sissi Soko είναι διπολική προσωπικότητα. Με το ένα πόδι στην Ελλάδα, με το άλλο στη Σλοβακία. Με το αριστερό ημισφαίριο γυναίκα, με το δεξί άνδρας. Με σπουδές δημοσιογραφίας, με δουλειές ό, τι προκύψει… μισή σώμα, μισή ψυχή…

Στην Ελλάδα κυκλοφορούν άλλα τέσσερα βιβλία της. Συγνώμη, το πρώτο «Ο καινούργιος άνθρωπος είναι βαθειά ερωτευμένος» εξαντλήθηκε. Το δεύτερο «Περιπέτειες στο φανταστικό κάστρο» (εκδόσεις Ελληνικά γράμματα) είναι για αγόρια και κορίτσια από 10 ετών, για να αγαπήσουν την ανάγνωση. Το τρίτο «Ζάπινγκ στις ιδέες του μέλλοντος» (εκδόσεις ΚΨΜ) είναι για όλους που θέλουν να κατανοήσουν την σχέση του χάους με τη διαλεκτική, και να δουν φως στο βάθος του τούνελ της κοινωνικής κρίσης. Το τέταρτο «Πρώτη φορά…» (εκδόσεις Σύγχρονοι ορίζοντες) είναι για κορίτσια από 14 ετών.
Κυκλοφορεί επίσης μία από της μεταφράσεις της «Παραμύθια από τη Σλοβακία» (Εκδόσεις Απόπειρα).
Από το ρυάκι των παιδικών αναμνήσεων για καλοκαίρια γεμάτα κεράσια, διαμέσου του καταρράκτη των πρώτων ερώτων του πράσινου καρυδιού, και ύστερα του ποταμού της ώριμης πάλης του ΠΡΕΠΕΙ και του ΘΕΛΩ ως αντίθετα στην Ιστορία, τη δημιουργία και τον έρωτα. Τον έρωτα σαν το ζουμερό πορτοκάλι γεμάτο κουκούτσια εμπειριών.
Για να ενωθείς με τον ωκεανό της φωτεινής αγκαλιάς του.
Xάρη στις αντιθέσεις κινείται ο κόσμος…
Στην αρχή ήταν το χάος.

Η κοινωνία της Δημιουργίας δεν μπορεί να υπάρξει, αν…
Ένα βιβλίο για το ΠΡΕΠΕΙ και ΘΕΛΩ ως τη μεγαλύτερη αντίθεση στην Ιστορία, τη δημιουργία και το Σύμπαν.

Και μετά έρχεται η αρμονία.
περιεχόμενα:
Όλοι θέλουμε ενέργεια…
Πρόπερσι χωρίσαμε με τον Νίκο
Η ανατροπή στο μυαλό του Νίκου
Παραδόξως στο Σύμπαν σαν να μην υπήρχε κανένα ΘΕΛΩ
Όλη η Ιστορία είναι μία ιστορία των αντιθέσεων ΠΡΕΠΕΙ και ΘΕΛΩ
Θα ήθελα μόνο να γράφω
Ο Μπόρια μπήκε στη ζωή μου πολύ αθώα
Πάντα ήμουνα ναζιάρα και χαδιάρα
Η πρώτη μου αγάπη εκτός από την μαμά μου ήταν τα κεράσια
Χάρη στις αντιθέσεις κινείται ο κόσμος
Που να φανταστώ ότι ο εφιάλτης θα γίνει τόσο γρήγορα πραγματικότητα!
Μία θαυμάσια τεχνητή λίμνη
Ο Νίκος μάλωσε με την μάνα του λόγο εμένα ακριβώς δύο φορές
Όταν στην εφηβεία λέγαμε με τις φίλες μου
Στην ζωή μου συνάντησα περισσότερες μεγάλες προσωπικότητες
Με τον Νίκο άρχισαν όλα από τα κυδώνια
Κάποτε θεωρούσα το σαρκικό έρωτα ανήθικο
ΘΕΛΩ να σε κρατάω στην τροχιά μου - ΘΕΛΩ να με κρατάς αγκαλιά
Όσο μεγάλωνα…
Τύχη ή τάξη;
Η ζωή είναι υπέροχη και τέλεια
Ζητώ ο εγωισμός…
«Να συνηθίζω να κάνω αυτό που ΘΕΛΩ. Που πραγματικά ΘΕΛΩ»
Η ισορροπία, η συμμετρία, η ισότητα του ζευγαριού
Άρχισα να θέλω να μείνω για όλη μου τη ζωή στο περιοδικό
Ο έρωτας και η δημιουργία είναι σφιχτά ενωμένα
Ο μεγαλό-κεφάλας μεγαλοφυής προϊστάμενος
Γιατί δημιουργεί ο Θεός;
Θα μπορούσα να πετάω από τη χαρά
Τα δικά μας παιδιά θα σταθούν στην ουρά για γενετικές επεμβάσεις!
Μας βλέπει ο Ήλιος, μας βλέπει το φως…