Το νομικό καθεστώς της Αρμενικής θρησκευτικής ομάδας (Μέρος 2ο)
Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας
Γράφει από τη Λευκωσία
katoomba@cytanet.com.cy
Στο προηγούμενο μας άρθρο αναφερθήκαμε στις συνταγματικές διατάξεις που σχετίζονται με την αρμενική κοινότητα της Κύπρου, που με βάση το Άρθρο 2 § 3 αναγνωρίζεται ως «θρησκευτική ομάδα», η οποία επέλεξε με δημοψήφισμα (13/11/1960) να ανήκει στην ελληνοκυπριακή κοινότητα. Το Σύνταγμα αναγνωρίζει τη διοικητική αυτονομία της Αρμενικής Αποστολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας (Άρθρα 110 § 3 και 111), η οποία είναι και μία από τις πέντε μεγαλύτερες θρησκείες με προνομιακό και ιδιόρρυθμο νομικό καθεστώς. Τέλος, η εκπροσώπηση των Αρμενίων στους θεσμούς της Δημοκρατίας καθορίζεται από το Άρθρο 109, και με νομοθεσία, σύμφωνα με την οποία ένας Αρμένιος συμμετείχε στα εκ Λευκωσίας μέλη της Ελληνικής Κοινοτικής Συνέλευσης. Με βάση το Νόμο 12/1965, μετά την αυτοδιάλυση της Ε.Κ.Σ. οι Εκπρόσωποι των θρησκευτικών ομάδων συνέχισαν να εκπροσωπούν τις ομάδες τους για θέματα αρμοδιότητας της συνέλευσής τους, με δικαίωμα άποψης σε ζητήματα που αφορούσαν τις ομάδες τους.
Αν και με το θεσμό του Εκπροσώπου θα ασχοληθούμε στο επόμενο μας άρθρο, να αναφέρουμε μόνο ότι με το Νόμο 58/1970 ρυθμίζεται μεν η εκπροσώπευση των θρησκευτικών ομάδων, χωρίς αναφορά πως αυτή γίνεται στην ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων. Με το Νόμο 38/1976 διασφαλίζεται ότι οι θρησκευτικές ομάδες θα εκλέγουν από ένα μέλος που θα τις εκπροσωπεί στη Βουλή, ενώ σύμφωνα με το Νόμο 41/1981 προνοείται ρητά ότι οι διατάξεις του εκλογικού νόμου εφαρμόζονται και στην εκλογή των Εκπροσώπων των θρησκευτικών ομάδων. Βάσει του Νόμου 70/1986, αποφασίστηκε ότι οι εκλογές για ανάδειξη των Εκπροσώπων των θρησκευτικών ομάδων διενεργούνται ταυτόχρονα και παράλληλα με τις βουλευτικές εκλογές, και ότι η θητεία των Εκπροσώπων ταυτίζεται με τη θητεία των Βουλευτών, αρχής γενομένης από το 1991.
Στα σχεδόν 50 χρόνια ζωής της Βουλής των Αντιπροσώπων, μόνο ένας Αρμενοκύπριος Βουλευτής έχει καθήσει στα έδρανά της: ο Μάριος Καρογιάν, που εξελέγη Βουλευτής Λευκωσίας με το ΔΗ.ΚΟ. (21/05/2006). Με την εκλογή του Δημήτρη Χριστόφια στο ύπατο αξίωμα (24/02/2008), ο κος Καρογιάν εξελέγη Πρόεδρος της Βουλής στις 06/03/2008.
Μεταξύ 1998-2007, η Κυπριακή Δημοκρατία μέσω του Υπουργού Εσωτερικών κατέβαλλε ετησίως από £25.000 προς την Αρμενική Μητρόπολη Κύπρου. Με την Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου 66.589/19-12-2007, το ποσό αυξήθηκε σε £35.000/€59.801. Επιπλέον, από την 01/01/1999 άρχισαν να καταβάλλονται οι μισθοί των κληρικών των θρησκευτικών ομάδων, ενώ από την 01/01/2006 καταβάλλονται ετησίως £30.000/€51.258 και προς τις τρεις θρησκευτικές ομάδες μαζί για την ενίσχυση των έντυπων μέσων ενημέρωσης. Το Νοέμβριο του 2007 διατέθηκαν από £5.000/€8.543 σε κάθε θρησκευτική ομάδα για τη δημιουργία επίσημης ιστοσελίδας, ενώ τον Οκτώβριο του 2008 διατέθηκαν από €8.000 στην κάθε θρησκευτική ομάδα για τη συντήρηση της ιστοσελίδας της.
Σύμφωνα με Άρθρο 8 § 3 του Νόμου 118(Ι)/2002, το εισόδημα των θρησκευτικών, φιλανθρωπικών ή εκπαιδευτικών ιδρυμάτων απολαμβάνει απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος. Επιπλέον, με βάση το Άρθρο 3 (κλάση Ρ του παραρτήματος Ι) της Κ.Δ.Π. 380/2004, οι εκκλησιαστικές και θρησκευτικές αρχές εξαιρούνται από διάφορους δασμούς και φόρους κατανάλωσης επί διαφόρων ειδών (υλικά οικοδομής, εξαρτήματα και έπιπλα για εκκλησίες, ενδύματα και άλλα είδη για θρησκευτικούς σκοπούς κτλ). Εξάλλου, με βάση το Άρθρο 23 § 9 του Συντάγματος, οι εκκλησιαστικοί οργανισμοί δεν υπόκεινται σε οποιουσδήποτε περιορισμούς ως προς την κινητή ή ακίνητη ιδιοκτησία.
Όσον αφορά την εκπαίδευση, τα Αρμενικά Σχολεία Ναρέκ (Λευκωσία, Λάρνακα, Λεμεσός) τελούν υπό την επίβλεψη της αυτόνομης Εφορείας Αρμενικών Σχολείων, τα μέλη της οποίας διορίζει το Υπουργικό Συμβούλιο, ύστερα από εισήγηση του Υπουργού Παιδείας και Πολιτισμού, ο οποίος διαβουλεύεται με τον Εκπρόσωπο. Ο κοινός Διευθυντής και οι δάσκαλοι του Δημοτικού διορίζονται και πληρώνονται από την Εφορεία, με εξαίρεση τους φιλόλογους, τους οποίους διαθέτει με απόσπαση το Υπουργείο και πληρώνονται από την Εκπαιδευτική Υπηρεσία. Οι καθηγητές του Γυμνασίου παρέχονται/πληρώνονται από το Υπουργείο. Όπως και με τα δημόσια σχολεία, τα ελληνόφωνα βιβλία παρέχονται δωρεάν από το Υπουργείο, το οποίο και καταβάλλει το κόστος των αρμενόφωνων βιβλίων που αγοράζονται από το εξωτερικό, καλύπτει ολόκληρο τον προϋπολογισμό των σχολείων Ναρέκ, και έχει αναλάβει την ανέγερση και συντήρηση και των τριών σχολικών κτιρίων.
Η κυβέρνηση επιχορηγεί τη φοίτηση Αρμενίων μαθητών που φοιτούν στην Αγγλική Σχολή ή σε ιδιωτικά δευτεροβάθμια σχολεία (και μεταξύ 1996-2005 κάλυπτε πλήρως τη φοίτηση Αρμενοκυπρίων στο Μελκονιάν). Ωστόσο, η επιχορήγηση αυτή γίνεται μέχρι και την έκτη τάξη (ως γνωστό, τα σχολεία αυτά συνήθως έχουν και εβδόμη τάξη) και, παρά τη σημαντική αύξηση των διδάκτρων τα τελευταία χρόνια, το ποσό αυτό παραμείνει αμετάβλητο από το Μάιο του 1996 στα £450/€769 (προηγουμένως ήταν £360). Όσον αφορά τη δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση (Πανεπιστήμιο Κύπρου και Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου) υπάρχει ποσόστωση εισδοχής 3% για τους Αρμενοκύπριους που εισάγονται με πτυχία GCE, και 1% για όσους παρακάθονται στις παγκύπριες εξετάσεις.
Αναφορικά με τη στράτευση, στο παρελθόν η εφαρμογή του Νόμου για τους στρατεύσιμους των θρησκευτικών ομάδων γινόταν με ελαστικότητα και χαλαρώσεις, αφού σε σημαντικό αριθμό τους χορηγείτο αναστολή για σπουδές ή απαλλαγή. Το 1980 αποφασίστηκε να μην τους επιβληθεί υποχρεωτική στράτευση, η οποία όμως επιβλήθηκε μεταξύ 1989-1994• λόγω πολιτικών και άλλων κινήτρων, το 1994 καθιερώθηκε η κατάταξή τους σε καθαρά εθελοντική βάση, ρύθμιση που συνιστούσε κατάφωρη παραβίαση της αρχής της ισότητας, όπως εξάλλου ορίζει το Άρθρο 28 του Συντάγματος. Μετά από την παρέμβαση της Επιτρόπου Διοικήσεως, με την Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου 65.732/19-06-2007 καθιερώθηκε η υποχρεωτική κατάταξη των στρατευσίμων των θρησκευτικών ομάδων, ξεκινώντας με την κλάση του 2008. Σήμερα υπηρετούν κανονικά περίπου 10 Αρμενοκύπριοι, χωρίς προβλήματα.
Με Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου 20.0809/26-02-1981, για αιτητές θέσεων στη δημόσια υπηρεσία που προέρχονται από τις θρησκευτικές ομάδες, με μητρική γλώσσα άλλη της Ελληνικής και χωρίς απολυτήριο ελληνικού σχολείου μέσης εκπαίδευσης, απαιτείται μόνο η καλή γνώση της Ελληνικής γλώσσας, νοουμένου ότι θα έχουν άριστη γνώση της Αγγλικής. Η πρόνοια αυτή, που βρίσκει εφαρμογή κυρίως στους Αρμενοκύπριους, υπήρξε ανενεργή μέχρι και περίπου το 1999.
Από το 1953 μεταδίδονται εκπομπές στην Αρμενική από το β’ ραδιοφωνικό πρόγραμμα του ΡΙΚ (σήμερα καθημερινά μεταξύ 17:00-18:00), ενώ από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 το πρωί των Αρμένικων Χριστουγέννων γίνεται άμεση μετάδοση στο β’ ραδιόφωνο του ΡΙΚ της Θείας Λειτουργίας από το ναό της Σουρπ Αστβατζατζίν και το απόγευμα η τηλεόραση του ΡΙΚ1 μεταδίδει ψυχαγωγικό πρόγραμμα με αρμένικη μουσική και αρμένικους χορούς. Τέλος, με τροποποίηση που έγινε στο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 300Α με το Νόμο 116(Ι)/2003, το ΡΙΚ οφείλει να διασφαλίζει την προβολή και των θρησκευτικών ομάδων.
Η Κυπριακή Δημοκρατία ήταν ανάμεσα στις 21 χώρες που πρώτες υπέγραψαν τη Σύμβαση-Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων (Framework Convention for the Protection of National Minorities) την 01/02/1995, η οποία εγκρίθηκε από τη Βουλή [Νόμος 28(III)/1995], κατατέθηκε για επικύρωση στις 04/06/1996 και τέθηκε σε εφαρμογή την 01/02/1998. Επίσης πρωτοπόρα ήταν η Κύπρος στην υπογραφή στις 12/11/1992 του Ευρωπαϊκού Χάρτη Περιφερειακών ή Μειονοτικών Γλωσσών (European Charter for Regional or Minority Languages), ο οποίος εγκρίθηκε από τη Βουλή [Νόμος 39(III)/1993], κατατέθηκε για επικύρωση στις 26/08/2002, και τέθηκε σε εφαρμογή στις 01/12/2002. Στην αρχική επικύρωση του Χάρτη, ως μειονοτική ή περιφερειακή γλώσσα της Κύπρου ορίστηκε η Αρμενική. Στις 04/08/2005 έγινε διευκρίνιση πως πρόκειται για μη-περιφερειακή γλώσσα και στις 27/09/2006 πως πρόκειται για τη Δυτική Αρμενική. Με την Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου 67.823/17-10-2008 αναγνωρίστηκε η Κυπρομαρωνιτική Αραβική ως η δεύτερη μειονοτική γλώσσα της Κύπρου.
Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας
katoomba@cytanet.com.cy
Ευχαριστίες στους Αχιλλέα Αιμιλιανίδη, Δρ. Αντρανίκ Αστζιάν, Ευρυδίκη Ζησίμου και Γαβριέλλα Πετρίδου.