Saturday, July 31, 2021

Αγαπούσε ο Χο Τσι Μινχ το ηλιαστό κρασί της Σιάτιστας;

 Αλεξάνδρα Γούτα


Αγαπούσε ο Χο Τσι Μινχ το #ηλιαστό #κρασί της Σιάτιστας; Βάσει μαρτυρίας του Σιατιστινού γιατρού Κλέαρχου Θεοδώρου, για κάθε ποτήρι στατιστινού ηλιαστού που γευόταν, ο θρυλικός Βιετναμέζος επαναστάτης και πολιτικός ...χιλιοευχαριστούσε στα γαλλικά!
Ο #ΧοΤσιΜινχ, που τ' όνομά του συνοδεύεται ακόμα και σήμερα στο #Βιετνάμ από την αίγλη του μυθικού ήρωα και την αύρα του προστατευτικού συγγενή (συμπατριώτες του τον αποκαλούν συχνά «Θείο Χο»), φαίνεται πως είχε επισκεφτεί τη #Σιάτιστα κατά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, ως ιπποκόμος του Γάλλου γενικού αρχιάτρου του Μακεδονικού Μετώπου. Όπως μου είπε για το #ΑΠΕ_ΜΠΕ η φυσικός Καλλιόπη Μπόντα, η οποία τα τελευταία 11 χρόνια μελετά την ιστορία της #οινοπαραγωγής και #αμπελοκαλλιέργειας στην περιοχή, η σχετική μαρτυρία του Κλέαρχου Θεοδώρου κατεγράφη στο φύλλο Νοεμβρίου 1998 της μηνιαίας εφημερίδας «#Εφημερίς» του συλλόγου «#Μαρκίδες-Πούλιου».
«Το 1917 η Βέροια ήταν η έδρα του Γάλλου Γενικού Αρχιάτρου του Μακεδονικού Μετώπου. Ο Γενικός Αρχίατρος έπαιρνε αναφορές από τα αρχιατρεία Στρυμόνα, Λαγκαδά, Γουμένισσας, Αριδαίας και Καστοριάς. Οσάκις έβγαινε από την έδρα του προς Καστοριά, περνούσε πάντα από τη Σιάτιστα, για να δει τον καλό του φίλο, γιατρό Μηνά Θεοδώρου, επειδή ήξερε γαλλικά. Του άρεσε πάρα πολύ του Αρχιάτρου το ηλιαστό, κι έλεγε πως είναι ανώτερο κι από το κρασί της Νεάπολης της Ιταλίας, γνωστό με το όνομα "#LacrymaChristi". Το ίδιο κρασί η μάνα του Θεοδώρου το πρόσφερε και στον ιπποκόμο του αρχιάτρου, Χο Τσι Μινχ... Σε κάθε ποτήρι που του πρόσφερε εκείνος έλεγε: "Mille Merci, Madame, Mille Merci!" ("Χίλια ευχαριστώ, κυρία, χίλια ευχαριστώ"). Μάλιστα η μάνα του Θεοδώρου έλεγε "δεν έχω ξαναδεί ευγενέστερο άνθρωπο απ΄αυτό το παιδί"» αναφέρει η κ.Μπόντα, επικαλούμενη τη μαρτυρία του Κ.Θεοδώρου.
«Τη φήμη της Σιάτιστας σε λαγούς και αρνιά την ξεπερνούν μόνο τα κρασιά της»
Η γοητεία του γλυκού αυτού κρασιού, που σήμερα παράγεται σε τρία οινοποιεία της Σιάτιστας ως οίνος #ΠΓΕ (Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης), με εξαγωγές στις ΗΠΑ και δευτερευόντως στη Βρετανία, δεν είχε «κερδίσει» μόνο τον Βιετναμέζο ηγέτη, που «αναπαύεται» ταριχευμένος στο Ανόι από το 1969.
Περίπου δέκα χρόνια μετά την απελευθέρωση της Σιάτιστας (1912), ο Γερμανός εξερευνητής-ανθρωπολόγος Λέοναρντ Σούλτσε γράφει πως «τη φήμη της Σιάτιστας σε λαγούς και αρνιά την ξεπερνούν μόνο τα #κρασιά της, που σε κάθε σπίτι με ξεχωριστό τρόπο οινοποιούνται σε κρασί ηλιαστό, κατά τις τελευταίες φωτιές». Κατά την κα Μπόντα, γράφοντας «τελευταίες φωτιές» πιθανότατα εννοεί τις «#κλαδαριές» που ανάβουν στη Σιάτιστα στις 23 Δεκεμβρίου, περίοδο κατά την οποία γίνεται το πάτημα των σταφυλιών για το ηλιαστό. Πάντως, η πρώτη γραπτή μαρτυρία για το ηλιαστό είναι πολύ προγενέστερη. Την καταθέτει ο Άγγλος στρατιωτικός, τοπογράφος και διπλωμάτης Γουΐλιαμ Μάρτιν Λικ, που επισκέφτηκε τη Σιάτιστα το 1805. Στο βιβλίο του «Travels in Northern Greece» (1836), γράφει πως «οι Σιατιστινοί παρασκευάζουν ένα είδος κρασιού εκ των αρίστων της Ρουμελίας».
Το δάκρυ του μούστου στο «#κελάρι του ταπνού»
Οι «συναντήσεις» του ηλιαστού με #εξερευνητές και ιστορικές μορφές, όπως ο Χο Τσι Μινχ, δεν λείπουν. Για την οινοποιό Γεωργία Γκουτζιαμάνη, όμως, του Κτήματος «#ΔύοΦίλοι», το ηλιαστό είναι πρώτα απ' όλα μέρος της προσωπικής και οικογενειακής ιστορίας.
«Η παραγωγή ηλιαστού στο #οινοποιείο μας γίνεται απ' όταν θυμάμαι τον εαυτό μου. Έχω ακόμα στα μάτια μου εικόνες απ' όταν ήμουν παιδί. Πρώτα πατούσαμε στο "πουστάβι" (ξύλινο πατητήρι) τα σταφύλια για το ηλιαστό, πάντα μόνο οι γυναίκες, και μετά ο μούστος έμπαινε σε γίδινα "τουρβάδια" (σάκους), κρεμασμένα μέσα στο κατώγι (κελάρι). Από κάτω είχαμε τους "ταβάδες" (ανοξείδωτα σκεύη). Όλος ο μούστος περνούσε μέσα από τα τουρβάδια και στάζοντας κάτω στους ταβάδες, δημιουργούσε κάτι σαν ήλιο με ακτίνες, ένα θέαμα που ως παιδιά δεν χορταίναμε να βλέπουμε» λέει η Γεωργία Γκουτζιαμάνη, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ από τον χώρο του «κελαριού του ταπνού», ένα κατώγι με ιστορία 180-200 ετών, όπου οι προπαππούδες και παππούδες της οινοποιούσαν κρασιά. «#ΤοΚελάριΤουΤαπνού» ονομάζεται και το ηλιαστό που παράγει το οινοποιείο, με μελί-κεραμιδί χρώμα και αρώματα γλυκών κουταλιού, αποξηραμένων φρούτων, μελιού, καφέ, ξηρών καρπών, θυμαριού και κανέλας.
Όταν πριν από λίγες εβδομάδες δοκίμασα αυτο το ιδιαίτερο κρασί σε τυφλή #γευσιγνωσία κρασιών ΠΓΕ και #ΠΟΠ, που οργάνωσε η #ΕΝΟΑΒΕ και ιδίως όταν άκουσα την Αλεξάνδρα Ανθίδου να λέει «τώρα γεύεστε αιώνες», διαισθάνθηκα πως το ηλιαστό κρύβει μέσα του μια πολύ ωραία ιστορία. Ότι θα είχε μέχρι και Χο Τσι Μινχ στο υφάδι της αφήγησης, αυτό βέβαια δεν το φανταζόμουν, όχι 🙂
Διαβάστε όλη την ιστορία εδώ: http://www.amna.gr/.../To-iliasto-krasi-tis-Siatistas--o...

Wednesday, July 21, 2021

Πώς το «ΣΧΕΔΙΟ ΑΤΣΕΣΟΝ» του Ιουλίου - Αυγούστου 1964 κατέληξε από διχοτομικό σε ξεκάθαρα ενωτικό

Γράφει ο Άντης Ροδίτης 
          Γιατί αυτό το βιβλιάριο

Το βιβλίο «Κουράγιο Πηνελόπη», Αρμός 2013, αποτελείται από τρία μέρη. Επειδή το τρίτο μέρος, το οποίο περιγράφει τη μέρα με τη μέρα εξέλιξη των συνομιλιών στη Γενεύη τον Ιούλιο-Αύγουστο 1964 παίρνει 187 σελίδες από όλες τις 521 του βιβλίου, σκέφτηκα ότι μια περίληψη αυτών των 187 σελίδων σε καμιά 35ριά μόνο, που θα περιείχε μόνο σύντομες περιγραφικές φράσεις-επικεφαλίδες και την ουσία των πιο σημαντικών εγγράφων, θα ευκόλυνε τον αναγνώστη να δει τη συνολική εικόνα πολύ πιο γρήγορα και πολύ πιο εύκολα ώστε να μπορεί  μετά, αν το επιθυμεί, να πάρει ξανά από την αρχή το τρίτο μέρος στο βιβλίο για να δει όλες τις λεπτομέρειες της όλης εικόνας.

Την ανάγκη για τη συνολική εικόνα στα γρήγορα υποβάλλουν δύο λόγοι: Πρώτον, επειδή η ίδια η διαδικασία που ακολουθήθηκε στις συνομιλίες, να εκθέτει δηλαδή ο μεσολαβητής Ντην Άτσεσον προς τα δύο μέρη (τους αντιπροσώπους της Ελλάδας και της Τουρκίας) τις «ιδέες»,  εισηγήσεις και απόψεις του, να μεταφέρει μετά και στους δυο τις αντιδράσεις, τις εισηγήσεις, τις δηλώσεις, ενίοτε και τις απειλές των μεν προς τους δε και ταυτόχρονα να συντάσσει και ν’ αποστέλλει στους ανωτέρους του και στους άμεσα ενδιαφερόμενους πρέσβεις κ.α. εκθέσεις, απόψεις, εισηγήσεις, οδηγεί σε μια εικόνα που δεν γίνεται αντιληπτή από την αρχή σαν αυτό που είναι αλλά σαν κάτι που αλλάζει διαρκώς μορφή, που είναι εν πολλοίς και παραπλανητική ως προς τις προθέσεις, τις αποφάσεις και τους σκοπούς των εμπλεκομένων μερών. Από την άλλη, είναι και το πρόβλημα που δημιουργεί ο «πολιτικός» μας λόγος που «επιβάλλουν» οι ίδιοι οι πολίτες στους πολιτικούς, δηλαδή να φτάνει κοντά τους απλοποιημένος ώστε ν’ αποφασίζουν στα γρήγορα ποιο είναι το καλό και ποιο το κακό, πράγμα που αντανακλά όλων το επίπεδο μεν αλλά και που βολεύει και τους ίδιους τους πολιτικούς· άλλους -αναλόγως βαθμού τιμιότητας- να παραπλανούν και άλλους για να είναι όσο γίνεται ξεκάθαροι απέναντι στους πολίτες. Έτσι η περίληψη των 187 σελίδων σε 35 λαμβάνει υπόψη και αυτό το «αίτημα» της απλοποίησης όσο κι αν δεν συμφωνεί κανείς μαζί του.

Ένας τρίτος λόγος είναι η απόσταση που υπάρχει μεταξύ τού πατριωτικού αισθήματος των Ελλήνων και της αντίληψης που διαθέτουν (λόγω και της παιδείας που λαμβάνουν) των σκληρών πραγματικοτήτων μέσα στις οποίες «λειτουργεί» στην εποχή μας η πατρίδα Ελλάδα. Σπάνια οι πολίτες καταλαβαίνουν ή αποδέχονται το γεγονός ότι στην ουσία οι διεθνείς σχέσεις δεν διέπονται από το Δίκαιο αλλά από την ισχύ – οικονομική και στρατιωτική τού κάθε κράτους. Ειδικά στην περίπτωση των συνομιλιών της Γενεύης του 1964 ο Έλληνας αναγνώστης αποτυγχάνει να έχει συνεχώς υπόψη το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός της Ελλάδος Γεώργιος Παπανδρέου ήταν υποχρεωμένος να συζητήσει με τον Ινονού το Κυπριακό στη βάση των κεκτημένων των Τούρκων από τη Ζυρίχη, όπως και στη βάση των νατοϊκών συμφερόντων (των οποίων η Ελλάς αποτελούσε μέρος και από τα οποία εξαρτιόταν με πολλούς τροπους) κι όχι στη βάση της διακήρυξης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των αρχών του διεθνούς Δικαίου.

Απ’ ευθείας συνομιλίες Παπανδρέου-Ινονού κανονικά ήταν αναπόφευκτες κι εκεί η Ελλάς θα βρισκόταν σε μειονεκτική θέση, αφού θα ξεκινούσαν από το δεδομένο των ήδη κεκτημένων δικαιωμάτων της Τουρκίας από τις Συμφωνίες της Ζυρίχης. Για την Τουρκία υπήρχε μόνο η προοπτική κέρδους εκεί που δεν είχε κανένα δικαίωμα, και για την Ελλάδα η προοπτική ακόμα περισσότερης εθνικής ζημίας. Ότι ξεκίνησαν με αντιπροσώπους και με τη μεσολάβηση αντιπροσώπου των ΗΠΑ αποτελούσε στην ουσία ένα σημείο που βόλευε περισσότερο την ελληνική πλευρά, που ήταν η πιο αδύνατη από όλες τις απόψεις. Το «κέρδος» αυτό, που δυσκόλευε και την αμερικανική πλευρά στους κατ’ αρχάς αγγλικής «έμπνευσης» διχοτομικούς της στόχους, στοίχισε στον Παπανδρέου την αντιπάθεια του Προέδρου Τζόνσον και εκείνη του υφυπουργού των Εξωτερικών Τζωρτζ Μπωλ. (Πάντως το θέμα της ελληνικής αδυναμίας εξισορροπήθηκε κάπως με την αποστολή, με νατοϊκή έγκριση κι επιθυμία, της ελληνικής μεραρχίας στην Κύπρο). Για τον τρόπο που είχε μιλήσει στους Αμερικανούς (τον Ιούνιο 1964) ο Παπανδρέου, ο Philip Dean (Γεράσιμος Τσιγάντες, δημοσιογράφος και γερουσιαστής μετά στον Καναδά) γράφει στο βιβλίο του “I should have died”, Atheneum, New York 1977, σ. 113: «Όταν ο Έλληνας πρέσβης στην Ουάσινγκτον Αλέξανδρος Μάτσας συγχάρηκε τον Πρωθυπουργό που απέρριψε τις αμερικανικές απειλές, ο Παπανδρέου απάντησε: ‘Λυπούμαι που μίλησα με αυτό τον τρόπο. Είμαστε μικροί. Δεν μπορούμε να μιλούμε λες και είμαστε μεγάλοι. Δεν σηκώνει να έχουμε υπερηφάνεια κι όμως άφησα την υπερηφάνεια να κατευθύνει τη σκέψη μου’».

Όποιος δεν καταλαβαίνει τη δεινή θέση στην οποία βρισκόταν τότε η Ελλάδα, δεν είναι σε θέση να παρακολουθήσει τη μέθοδο που χρησιμοποίησε ο Παπανδρέου στις συνομιλίες ώστε να κερδίσει στο τέλος περισσότερα από όσα θα περίμενε κανείς. Όποιος πνίγεται μέσα στην εθνική υπερηφάνεια (την οποία χρησιμοποιεί η αντιπολίτευση ως δόλωμα για να κερδίσει την εξουσία) και αναμένει από τους ηγέτες του Ελληνισμού (ακόμα και σήμερα με τις προκλήσεις του Ερντογάν) λόγια εθνικής ικανοποίησης και υπερηφάνειας απέναντι στον εχθρό για να ικανοποιήσει το εθνικό του αίσθημα, δεν μπορεί να καταλάβει την «υποχωρητικότητα» Παπανδρέου (που «παραχώρησε» ακόμα και το Καστελόριζο σε μια στιγμή), με την οποία κατόρθωσε στο τέλος να πείσει τους Αμερικανούς ότι παρά να περάσει η Κύπρος στο κομμουνιστικό στρατόπεδο ήταν προτιμότερο να δυσαρεστηθούν προσωρινά οι Τούρκοι με μια Ένωση στην οποία δεν θα λάμβαναν τίποτε. Η «πάρε-δώσε» διαδικασία που ακολούθησε ο Παπανδρέου με τους Τούρκους δεν τους έδωσε ποτέ τίποτε που θα μπορούσαν να το δεχτούν. Το αποτέλεσμα ήταν να εκτίθενται συνεχώς ως η αδιάλλακτη πλευρά και να «χάσουν το λεωφορείο», όπως είπε στο τέλος κι ο ίδιος ο Άτσεσον. Όποιος διαβάσει ολόκληρο το βιβλίο ή μόνο αυτήν εδώ την περίληψη αναζητώντας συνεχώς ευκαιρίες για να φουσκώνει τα στήθη του από εθνική υπερηφάνεια, πολύ λίγες φορές θα ικανοποιηθεί. Όλη η εθνική υπερηφάνεια θα βρισκόταν στο τέλος των διαπραγματεύσεων αν δεν τη ματαίωνε η κυπριακή αδιαλλαξία υπέρ της «ανεξαρτησίας», άλλως «μακαριακής μονοκρατορίας».     

ΟΙ ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΤΟΝ ΙΟΥΛΙΟ-ΑΥΓΟΥΣΤΟ 1964

(Στα έγγραφα που αναφέρονται με τα στοιχεία τους στο κείμενο, π.χ. «έγγραφο D.S., C.F., POL 23-8 CYP, 92 secret – 99 Κ.Π.», η ένδειξη «Κ.Π.» στο τέλος με έναν αριθμό παραπέμπει στην αρίθμηση των εγγράφων μέσα στο βιβλίο «Κουράγιο Πηνελόπη» ώστε να μπορεί ο αναγνώστης ν’ ανατρέξει στο βιβλίο για περισσότερες πληροφορίες και στο ίδιο το έγγραφο -μέσα στο βιβλίο- μεταφρασμένο ή/και φωτοτυπημένο ολόκληρο στο πρωτότυπο. Επίσης πλείστα των εγγράφων που αναφέρονται στο κείμενο βρίσκονται και στην έκδοση Foreign Relations of the United States, 1964-1968, Volume XVI ,Cyprus; Greece; Turkey”, United States Government Printing Office, Washington 2000, όπως και στο διαδίκτυο: Foreign Relations of the United States, 1964–1968, Volume XVI, Cyprus; Greece; Turkey - Office of the Historian). 

Οι συνομιλίες μεταξύ Ελλάδος-Τουρκίας με στόχο την επίλυση του Κυπριακού υπέρ των δυτικών (νατοϊκών) συμφερόντων δια της Ενώσεως έγιναν τον Ιούλιο-Αύγουστο 1964 στη Γενεύη της Ελβετίας με αμερικανική πρωτοβουλία και μεσολάβηση. Σημειώνουμε ότι τότε στην Κύπρο βρισκόταν με ενθάρρυνση του ΝΑΤΟ μια πλήρως εξοπλισμένη μεραρχία ελληνικού στρατού.  

Στην πρώτη συνάντηση (Πέμπτη 9 Ιουλίου, έγγραφο D.S., C.F., POL 23-8 CYP, 92 secret – 99 Κ.Π.) τού μεσολαβητή Ντην Άτσεσον, με τους αντιπροσώπους της Τουρκίας  Νιχάτ Ερίμ και Αλακάμ (δεν αναφέρεται το δεύτερό του όνομα), ο Άτσεσον πρόταξε την πιθανότητα μιας τουρκικής βάσης στην Καρπασία ως αντάλλαγμα για την Ένωση Κύπρου-Ελλάδος. Ο Ερίμ απάντησε ζητώντας διχοτόμηση με όλο το βόρειο μέρος της Κύπρου για την Τουρκία ή ομοσπονδία. Ο Άτσεσον είπε ότι αυτά δεν είναι εφαρμόσιμα κι ο Ερίμ είπε «τότε η Ελλάδα ας εφαρμόσει την Ένωση ως fait accompli, η Τουρκία δεν θα την αναγνωρίσει και θα συνεχίσει να πιέζει ελπίζοντας σε αλλαγή προς το καλύτερο». Ο Άτσεσον απάντησε ότι αυτό δεν θα ήταν καλό ούτε για την Τουρκία και πρόταξε ξανά την ιδέα μιας  κυρίαρχης τουρκικής βάσης στην Καρπασία, όπου θα μπορούσαν να κατοικήσουν εκεί όσοι Τ/κύπριοι δεν ήθελαν να ζήσουν υπό ελληνική διοίκηση. Για τους υπόλοιπους εισηγήθηκε μια-δυο περιοχές ημι-αυτονομίας με τουρκική πλειοψηφία. Εκεί που θα παρέμεναν μειονότητα να είχαν μια τ/κυπριακή αρχή να αποφασίζει για τοπικά θέματα.

Ο Ερίμ είπε θα μετέφερε την πρόταση στην Άγκυρα και ζήτησε και το Καστελόριζο.

Τη Δευτέρα 13 Ιουλίου (έγγραφο D.S., C.F., POL 23-8 CYP, 96 secret – 100 Κ.Π.) ο Άτσεσον ανέφερε στο Υπ. Εξ. των ΗΠΑ (Στέητ Ντιπάρτμεντ) ότι όπως και να διαμορφώνονταν τελικά οι τ/κυπριακές εξουσίες στο σχέδιο που εισηγείτο, θα υπόκειντο στον Έλληνα Νομάρχη ή κατ’ ευθείαν στην Αθήνα.

Στις 14 Ιουλίου, Τρίτη, εξέθεσε αυτές τις «ιδέες» του (έγγραφο D.S., C.F., POL 23-8 CYP, 114 secret – 101 Κ.Π.) στον Έλληνα αντιπρόσωπο της Ελληνικής Κυβέρνησης Δημήτριο Νικολαρεΐζη. Ο Νικολαρεΐζης απάντησε πως όσα άκουσε ήταν καμπόσο μακριά από τις θέσεις της Ελληνικής Κυβέρνησης, που δεν ζητούσε την Ένωση, αλλά την πλήρη ανεξαρτησία της Κύπρου και την αυτοδιάθεση.

Το απόγευμα της ίδια μέρας ο Άτσεσον είδε ξανά τους Τούρκους (έγγραφο L.B.J Library, N.S.F., Country File, Cyprus, Vol. 9, 117 secret – 102 Κ.Π.) στους οποίους είχε προστεθεί τώρα και ο στρατηγός Τουργκούτ Σουνάλπ. Ο Σουνάλπ είπε στον Άτσεσον ότι οι ιδέες που εξέθεσε στον Ερίμ ήταν απογοητευτικές και εντελώς ανεπαρκείς από στρατιωτικής απόψεως και παρουσίασε χάρτη με 4-5 εκδοχές με μεγάλο μέρος της Κύπρου υπό τουρκική διοίκηση. Με μια από αυτές, είπε, θα μπορούσε να επιτευχθεί συμφωνία διπλής Ενώσεως.

Στις 15 Ιουλίου, Τετάρτη, με έγγραφό του προς το Υπ. Εξ. των ΗΠΑ (L.B.J Library, N.S.F., Country File, Cyprus, Vol. 9, 129 confidential – 103 Κ.Π.) o Άτσεσον διευκρίνισε πρώτα ότι δεν υπέβαλε «προτάσεις» στους Τούρκους αλλά «εισηγήσεις» προς συζήτηση  μεταξύ των Ελλήνων και των Τούρκων. Απαντώντας  σε ερωτήματα που του είχε υποβάλει γραπτώς ο Ερίμ διευκρίνισε ότι η Καρπασία αναφέρθηκε μόνο ως πιθανή περιοχή για τη βάση (για τα στρατιωτικά της πλεονεκτήματα) και το μέγεθός της ήταν διαπραγματεύσιμο. Πάντως δεν έπρεπε να είναι πολύ μεγάλη γιατί τότε θα μιλούσαμε για «διχοτόμηση» την οποία δεν επρόκειτο ν’ αποδεχθεί η Ελληνική πλευρά. Επίσης και η «κυριαρχία» της βάσης ήταν θέμα προς διαπραγμάτευση. Για διοικητικούς λόγους θα μπορούσαν να υπάρχουν και 2-3 μικρότερες γεωγραφικές περιοχές με ή χωρίς τουρκική πλειοψηφία, υπόλογες όμως σε μια Κεντρική Κυβέρνησης της Κύπρου ή σε εκείνη της Ελλάδος. Πάντως θα υπήρχε μια ιθαγένεια για όλους. Και προστασία των μειονοτικών δικαιωμάτων από τον ΟΗΕ ή το Δικαστήριο της Χάγης.

Ο Ερίμ απάντησε αμέσως (έγγραφο L.B.J Library, N.S.F., Country File, Cyprus, Vol. 9, 132 secret – 104 Κ.Π.) ότι εξακολουθούσε να θεωρεί την πλήρη διχοτόμηση ως τη μόνη ικανοποιητική λύση. Ο Άτσεσον απάντησε ότι αυτό θα το απέρριπταν οι Έλληνες. Τότε ο Ερίμ ανέφερε ξανά το θέμα της Ενώσεως που θα μπορούσε να κηρυχθεί ως fait accompli το οποίο η Τουρκία δεν θα αναγνώριζε και θα αναζητούσε πολιτική και οικονομική εκδίκηση.

Στις 19 Ιουλίου, Κυριακή, ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος Γεώργιος Παπανδρέου είπε στον Αμερικανό πρέσβη στην Αθήνα Χένρυ Λαμπουίς (έγγραφο D.S., C.F., POL 23-8 CYP, 116 secret – 106 Κ.Π.) ότι επειγόταν κι ο ίδιος για λύση του Κυπριακού κι ότι ήθελε να βοηθήσει την προσπάθεια που κατέβαλλε ο Άτσεσον στη Γενεύη. Ο Μακάριος, εξήγησε, όλο και πλησίαζε τη Σοβιετική Ένωση και την Αίγυπτο κι απόφευγε να συμβουλεύεται την Αθήνα. Το πέρασμα τού χρόνου δεν ευνοούσε την Ένωση. Έπρεπε να παρασχεθούν όλες οι αναγκαίες εγγυήσεις στην τουρκική μειονότητα. Εισηγείτο τη μετατροπή των βρετανικών βάσεων σε βάσεις του ΝΑΤΟ με τουρκικό στρατό και Τούρκο διοικητή. Ήταν θέμα τού Ηνωμένου Βασιλείου πώς θα γινόταν αυτό, είπε. Πάντως δεν συμφωνούσε με την παραχώρηση κυρίαρχης βάσης στην Τουρκία. Το Καστελλόριζο, συνέχισε, θα μπορούσε να παραχωρηθεί ως βάση.

Στις 20 Ιουλίου, Δευτέρα, ο Άτσεσον έγραφε στο Υπ. Εξ. ΗΠΑ (έγγραφο D.S., C.F., POL 23-8 CYP, 168 secret – 107 Κ.Π.), ότι ο Ερίμ και ο Σουνάλπ τον ενημέρωσαν πως η Τουρκική Κυβέρνηση δεν πίστευε ότι οι Έλληνες σκόπευαν να παραχωρήσουν οτιδήποτε. Φοβούνταν ότι οι στρατιωτικές προπαρασκευές των Ελλήνων στο νησί μπορούσαν να οδηγήσουν σε κήρυξη της Ένωσης ανά πάσα στιγμή, ως fait accompli. Παρουσίασαν ένα χάρτη, βάσει των αρχικών εισηγήσεων του Άτσεσον, με τρεις εκδοχές περιοχών για τη βάση και είπαν ότι προτιμούσαν εκείνη που άρχιζε από τα δυτικά του Καραβά, περνούσε ακανόνιστα μέσα από τη Λευκωσία κι έφτανε μέχρι το λιμάνι Αμμοχώστου (που δεν ήταν απαραίτητο να είναι τούρκικο, είπαν, αλλά ν’ ανήκει στο ΝΑΤΟ) με μια γραμμή παράλληλη στα βόρεια με τον κύριο δρόμο Λευκωσίας Αμμοχώστου. Η περιοχή κάλυπτε περίπου το 22.5 % της Κύπρου.

Στις 21 Ιουλίου, Τρίτη, ο Νικολαρεΐζης μετέφερε στον Άτσεσον τις απόψεις της Ελληνικής Κυβέρνησης (έγγραφο D.S., C.F., POL 23-8 CYP, 181 secret – 108 Κ.Π.): Ο Παπανδρέου αποδεχόταν τις εισηγήσεις Άτσεσον για δύο τ/κυπριακές περιοχές, με δικά τους δικαστήρια, νοουμένου ότι οι Τούρκοι έπαρχοι θα διορίζονταν από την Αθήνα. Αποδεχόταν επίβλεψη της διευθέτησης από τον ΟΗΕ. Μπορούσε να παραχωρήσει το Καστελόριζο σαν στρατιωτική βάση στην Τουρκία, αλλά όσον αφορά στην Κύπρο δεχόταν τουρκικές δυνάμεις μόνο στις βρετανικές βάσεις, νοουμένου ότι οι βάσεις θα παρέμειναν υπό βρετανική κυριαρχία. Με κανένα τρόπο δεν δεχόταν τουρκική βάση στην Κύπρο οποιουδήποτε μεγέθους.

Στις 27 Ιουλίου, Δευτέρα, ο Άτσεσον έγραψε στον Παπανδρέου (έγγραφο L.B.J Library, N.S.F., Country File, Cyprus, Vol. 11, airgram  A-44, Memorandum for the Greek Ambassador-Nikolareisis – 110 Κ.Π.) ότι εφόσον το εμπόδιο της κυρίαρχης βάσης φαινόταν ανυπέρβλητο πώς θα του φαινόταν η ιδέα της «ενοικίασης μιας περιοχής»;

Στις 29 Ιουλίου, Τετάρτη, ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα Χένρυ Λαμπουίς πληροφόρησε τους ενδιαφερομένους (έγγραφο L.B.J Library, N.S.F., Country File, Cyprus, Vol. 10, Box 120, 163 secret – 114 Κ.Π.) ότι οι διορθωμένες απόψεις του Άτσεσον όσον αφορά την τουρκική μειονότητα και την τουρκική απαίτηση για στρατιωτική βάση γνωστοποιήθηκαν και στον Μακάριο, ο οποίος αντιτάχθηκε και στις δυο προτάσεις κατηγορηματικά. Ούτε η Ελληνική Κυβέρνηση ήταν ευχαριστημένη, όμως η άποψή της ήταν αν η Τουρκική και η Ελληνική Κυβέρνηση έφταναν σε συμφωνία επί των βασικών σημείων, ίσως η καλύτερη τακτική να ήταν η άμεση κήρυξη της Ενώσεως και συνέχιση των διαπραγματεύσεων μετά, οι οποίες θα προνοούσαν εγγυημένη προστασία των τ/κυπρίων και για μια επί μισθώσει, περιορισμένης έκτασης τουρκική στρατιωτική βάση (επί ελληνικού εδάφους πλέον ώστε να μην έχει λόγο ο Μακάριος) πιθανόν στην Καρπασία, για περίοδο ίσως 25 χρόνων, χωρίς χώρο για μεγάλο αριθμό τουρκικών στρατευμάτων ή για καταφύγιο τουρκικής καταγωγής πολιτών.

Στις 30 Ιουλίου, Πέμπτη, (έγγραφο D.S., C.F., POL 23-8 CYP, 165 secret – 115 Κ.Π.), με την ευκαιρία ενός ρεπορτάζ περί διαρροής του «σχεδίου Άτσεσον» στον τύπο (από τους Κυπρίους μάλλον) και μετά που ο Μακάριος σε δημοσιογραφική διάσκεψη επιτέθηκε λαύρος κατά του Άτσεσον για τις προσπάθειές του να «εκτροχιάσει» το Κυπριακό από τη διεθνή του βάση, ο πρέσβης της Ελλάδος στις ΗΠΑ Αλέξανδρος Μάτσας δήλωσε ότι «από όλες τις ‘ιδέες’ μόνο εκείνη τής Ένωσης τής Κύπρου με την Ελλάδα θα εγκρινόταν από τον ελληνικό λαό, ενώ η παραχώρηση τού Καστελορίζου, η τουρκική βάση, οι οικονομικές αποζημιώσεις και τα όμοια αντιμετωπίζονταν με απέχθεια».

Στις 31 Ιουλίου, Παρασκευή,  ο Παπανδρέου είπε στον Αμερικανό πρέσβη στην Αθήνα Χένρυ Λαμπουίς (έγγραφο D.S., C.F., POL 23-8 CYP, 190 secret – 116 Κ.Π.) ότι του ήταν αδύνατο να συνεννοηθεί με τον Μακάριο. Ήταν εντελώς αδιάλλακτος και είχε «εκμεταλλευθεί» τον ελληνικό Τύπο εις βάρος τής Ελληνικής Κυβέρνησης. Ήταν ασυγχώρητος γιατί εξέθεσε την Ελληνική Κυβέρνηση ως διαλλακτική, έτοιμη να παζαρέψει, ενώ πρόβαλε τον εαυτό του ως τον ήρωα που αντιμάχεται τις δυτικές δυνάμεις. Ο Μακάριος, είπε, έπαιζε πλήρως το ‘παιγνίδι τού Νάσσερ’ κι αυτό που ήθελε ήταν μιαν ανεξάρτητη Κύπρο «στο στυλ των αραβικών κρατών». Η πρόταση τού Παπανδρέου ήταν να κηρυχθεί η Ένωση το συντομότερο δυνατό με κοινή απόφαση τού Ε/κυπριακού και του Ελληνικού Κοινοβουλίου, ενώ οι συμφωνίες θα μπορούσαν να συνομολογηθούν ‘ενδο-οικογενειακώς’ (δηλαδή μεταξύ ΗΠΑ, Αγγλίας, Τουρκίας και Ελλάδος) ώστε να προνοούν Διακήρυξη των Δικαιωμάτων τής τουρκικής μειονότητας και βάση τού ΝΑΤΟ με Τούρκο Διοικητή, η οποία θα παραχωρηθεί από την Ελλάδα στην Τουρκία. Η Ελληνική Κυβέρνηση θα ήταν επίσης πρόθυμη να αποζημιώσει όποιους Τ/κυπρίους θα επιθυμούσαν να εγκαταλείψουν την Κύπρο. Ο Λαμπουίς απάντησε ότι όλοι θα σκέφτονταν πως πρόκειται για Ελλαδο-μακαριακή μανούβρα. Αυτό ο Παπανδρέου το αρνήθηκε με πάθος και δύο φορές επανέλαβε ότι τώρα θεωρούσε τον Μακάριο «εχθρό». Ο Λαμπουίς απέδιδε την παραδοχή τού Παπανδρέου ότι δεν μπορούσε να αποσπάσει υποχωρήσεις από τον Μακάριο σε πιθανή «βυζαντινή σκευωρία». Θεωρούσε ότι ο ένας παρίστανε τον διαλλακτικό και ο άλλος τον αδιάλλακτο ώστε να προωθήσουν όσο γίνεται καλύτερα τα ελληνικά συμφέροντα.

Το Σάββατο, 1η Αυγούστου, ο Αμερικανός πρέσβης στην Άγκυρα Ρέυμοντ Χέαρ ανάφερε (έγγραφο D.S., C.F., POL 23-8 CYP, 191 secret – 117 Κ.Π.), ότι οι Τούρκοι του είπαν ότι δεν θεωρούσαν αρκετή την παραχώρηση της Καρπασίας όπως την είχε εισηγηθεί αρχικά ο Άτσεσον και ως εκ τούτου απέρριπταν την προσφορά για το Καστελόριζο.

Την ίδια μέρα, 1η Αυγούστου, ο υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ  Τζωρτζ Μπωλ, ο άνθρωπος στον οποίο είχε ευθέως ανατεθεί από τον Πρόεδρο Τζόνσον η «λύση του Κυπριακού», απευθύνθηκε στον Άτσεσον (έγγραφο N.A.R.A., R.G. 59, SNF, POL 23-8 CYP, box 2089, 291 secret – 118 Κ.Π.,), λέγοντάς του ότι συμφωνούσε μεν με την θέση του Παπανδρέου για άμεση κήρυξη της Ενώσεως με τον όρο ότι με την εφαρμογή της η Ελλάδα θα έδινε συμβόλαιο στην Τουρκία ενοικίασης της Καρπασίας από το Μπογάζι μέχρι την παραλία «περιστέρια» για 99 χρόνια. Η περιοχή να γίνει τουρκική βάση εκχωρημένη στο ΝΑΤΟ και να αποτελέσει, επίσης, «είδος καταφυγίου» για τους τ/κύπριους. Οι ΗΠΑ θα κατασκευάσουν εκεί αεροδιάδρομο και λιμάνι αλλά η βάση δεν θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ορμητήριο τουρκικής επέμβασης στο εσωτερικό του νησιού. Οι Τούρκοι να μην επέμβουν ενόσω θα εφαρμόζεται η Ένωση. Η Τουρκία ν’ αποκηρύξει τα επεμβατικά της δικαιώματα και ν’ αναλάβει να πείσει τους Τ/κυπρίους να στηρίξουν την Ένωση.

Ο Άτσεσον απάντησε την επομένη, Κυριακή 2 Αυγούστου (έγγραφο D.S., C.F., POL 23-8 CYP, 282 secret – 119 Κ.Π.), συμφωνώντας και προσθέτοντας ότι αν δέχονταν οι Έλληνες, πιθανόν να δέχονταν και οι Τούρκοι για ενοικίαση βάσης για μικρότερη χρονική περίοδο.

Στο μεταξύ στην Κύπρο είχαν αρχίσει και κορυφώνονταν μέρα με τη μέρα οι εχθροπραξίες στην Τηλλυρία, με την επιθετικότητα των Τούρκων και την προσπάθεια των Ελλήνων να ακυρώσουν το προγεφύρωμα τού Λωρόβουνου, που έφτανε ως την παραλία των Κοκκίνων, σημείο εισόδου πολεμοφοδίων και στρατιωτικού προσωπικού από την Τουρκία. Εκεί είχε αποβιβαστεί την 1η Αυγούστου και ο Ραούφ Ντενκτάς.

Στις 6 Αυγούστου, Πέμπτη, ο Άτσεσον έγραψε στο Υπ. Εξ. ΗΠΑ τις νεότερες απαντήσεις του Παπανδρέου, όπως του τις μετέφερε ο Νικολαρεΐζης (έγγραφο D.S., C.F., POL 23-8 CYP, 315 secret – 122 Κ.Π.): Ότι οι εισηγήσεις τού Άτσεσον της 27ης Ιουλίου για τα δικαιώματα των Τ/κυπρίων ήταν υπερβολικές. Η Ελληνική Κυβέρνηση δεχόταν μόνο να δώσει εγγυήσεις για τη μειονότητα. Δεν δεχόταν κανένα ξεχωριστό σύστημα διοίκησης για τους Τούρκους. Οι συνομιλίες, πάντως, μπορούσαν να συνεχιστούν όπως και η συζήτηση για παραχώρηση ελληνικού εδάφους για μια βάση του ΝΑΤΟ με ενοίκιο, με τουρκικά στρατεύματα (650 στρατιώτες, όπως ήταν οι Συμφωνίες της Ζυρίχης) και Τούρκο διοικητή, μετά την Ένωση.

Στις 7 Αυγούστου, Παρασκευή, την ελληνική σχεδόν πλήρως επιτυχή αντεπίθεση της Εθνικής Φρουράς για κατάληψη του Λωρόβουνου ακολούθησαν βομβαρδισμοί από την τουρκική αεροπορία. Την ίδια μέρα ο Άτσεσον έγραψε στο Υπ. Εξ. των ΗΠΑ Ντην Ρασκ (έγγραφο L.B.J Library, N.S.F., Country File, Cyprus, Vol. 11, Box 121, 325 secret – 127 Κ.Π.,) ότι «ο λόγος για τον οποίο δεν φτάνουμε σε συμφωνία βρίσκεται πρωτίστως στην Αθήνα κι εκεί, πρωτίστως στον Παπανδρέου. Δεν έκανε ούτε ένα βήμα στην κατεύθυνση τής συμφωνίας με την οποία θα μπορούσε να εξασφαλίσει και να πάρει τα 9/10 όλων όσα ελπίζει». Γι’ αυτό έπρεπε να βρεθεί τρόπος να πεισθεί.  Όσο για τους Τούρκους, έγραφε, οι ΗΠΑ δεν θα δοκίμαζαν να τους σταματήσουν αν προχωρούσαν σε οποιαδήποτε στρατιωτική ενέργεια κι ούτε θα τους έσωζαν από τις επιπτώσεις των ενεργειών τους, θα αφήνονταν μόνοι.

Στις 8 Αυγούστου, Σάββατο, ολοκληρώθηκε η κατάληψη του Λωρόβουνου από την Εθνική Φρουρά κι άρχισε η προέλασή της προς τη Μανσούρα, βορειοανατολικά των Κοκκίνων, παρά τις συνεχείς επεμβάσεις της τουρκικής αεροπορίας. Εν όψει του κινδύνου τουρκικής απόβασης και τερματισμού των συνομιλιών στη Γενεύη, ο Παπανδρέου έστειλε το γνωστό μήνυμα προς Μακάριο και Διγενή: «άλλα συμφωνούμε κι άλλα πράττετε – πώς μπορούμε να προχωρήσουμε στο μέλλον;» (Σπύρου Παπαγεωργίου «Τα Κρίσιμα Ντοκουμεντα του Κυπριακού», Τόμος Β΄, Επιφανίου 2000, σ. 113). Η επίθεση προς τα Κόκκινα συνεχίστηκε αλλά δεν ολοκληρώθηκε λόγω των ασταμάτητων αεροπορικών επιδρομών της Τουρκίας. Οι ΗΠΑ ζητούσαν κατάπαυση του πυρός και από τους δύο αντιμαχομένους.

Στις 9 Αυγούστου, Κυριακή,  λόγω της άρνησης Παπανδρέου να εμπλέξει την ελληνική αεροπορία, ο Μακάριος ζήτησε βοήθεια από τη Μόσχα (έγγραφο D.S., C.F., POL 23-8 CYP, 224 confidential – 134 K.Π.) και ταυτόχρονα απειλούσε με επιθέσεις της Εθνικής Φρουράς εναντίον τ/κυπριακών χωριών σε όλη την Κύπρο. Το βράδυ οι πληροφορίες ότι οι Τούρκοι θα διενεργούσαν εισβολή πλήθηναν. Η Ελλάδα αποφάσισε την εμπλοκή ενός τάγματος της Μεραρχίας με σκοπό την κατάληψη των Κοκκίνων. Με αίτημα του Διγενή έφτασαν από την Ελλάδα και προσγειώθηκαν στο αεροδρόμιο Τύμπου 5 αεροσκάφη «Χάρβαρτ», που είχαν μετατραπεί σε βομβαρδιστικά. Ήταν έτοιμα να απογειωθούν και να προσβάλουν τρία τουρκικά πολεμικά που είχαν εμφανισθεί στον όρμο Μανσούρας-Κοκκίνων και με την άδεια του Διοικητή της UNFICYP, στρατηγού Τιμάγια και του βοηθού Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, καθώς γράφει ο Διγενής ( «Τα Κρίσιμα Ντοκουμέντα του Κυπριακού», ο. π., σ. 116-117). Την γενική επίθεση ακύρωσε το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας και τα αεροπλάνα διατάχθηκαν να επιστρέψουν στη βάση τους. Η ακυρωτική διαταγή ακολούθησε την απόφαση 193 τού Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, η οποία καλούσε την Τουρκία να σταματήσει αμέσως τούς βομβαρδισμούς και την χρήση οποιουδήποτε είδους στρατιωτικών δυνάμεων εναντίον τής Κύπρου και, επίσης, καλούσε την Κυβέρνηση τής Κύπρου να διατάξει τις ένοπλές της δυνάμεις να παύσουν το πυρ αμέσως.

Στις 11 Αυγούστου, Τρίτη, ο Παπανδρέου είπε ξεκάθαρα στον πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα Χένρυ Λαμπουίς (έγγραφο D.S., C.F., POL 27 CYP, 260 secret – 141 Κ.Π.) ότι το σημείωμα τού Άτσεσον για τα δικαιώματα των τ/κυπρίων αν και είχε τίτλο «Ένωσις» στην ουσία ήταν διχοτόμηση και ομοσπονδία. Αυτό δεν ήταν δυνατό να το δεχτούν οι Κύπριοι και τα πρόσφατα γεγονότα των τουρκικών βομβαρδισμών δεν διευκόλυναν την κατάσταση. Πάντως, ο Παπανδρέου τού είπε ότι αποδεχόταν την επιτήρηση των δικαιωμάτων από τον ΟΗΕ και το δικαίωμα προσφυγής στη Χάγη, τη διευθέτηση της βάσης 20 τ. χλμ. με ενοίκιο και απέκλειε τη μεταμόρφωση των αγγλικών βάσεων ως πολύπλοκη. Ο Λαμπουίς άκουσε τα ίδια και από τον βασιλιά Κωνσταντίνο.

Στις 13 Αυγούστου, Πέμπτη, ο Άτσεσον παρουσίασε νέα τροποποιημένη πρόταση για την προστασία των δικαιωμάτων των τ/κυπρίων μετά την Ένωση και δήλωσε έτοιμος να συζητήσει και τροποποιήσεις στις αρχικές του προτάσεις (έγγραφο L.B.J Library, N.S.F., Country File, Cyprus, Vol. 12, Box 121, Airgram A-86, Second Memorandum on Turkish-Cypriot Minority Rights – 144 Κ.Π.). Δεν μιλούσε πια για πλειοψηφία των Τ/κυπρίων στις «μια ή περισσότερες περιοχές», αλλά μόνο για τουλάχιστο 30% τ/κυπριακό πληθυσμό κι έδινε περισσότερη σημασία στην εξάρτηση των Τ/κυπρίων επάρχων από την Κεντρική Κυβέρνηση.

Στις 15 Αυγούστου, Σάββατο, όταν ο Άτσεσον παρουσίασε τις νέες ελληνικές προτάσεις στον Νιχάτ Ερίμ και τον στρατηγό Σουνάλπ (έγγραφο D.S., C.F., POL 27 CYP, 383 secret – 145 Κ.Π.) και τους έδειξε πάνω στο χάρτη την προτεινόμενη από τους Έλληνες βάση (στο Κάβο Γκρέκο) με ενοίκιο για 25 χρόνια, οι Τούρκοι τράβηξαν έναν δικό τους χάρτη που παρουσίαζε την Κύπρο χωρισμένη σε τέσσερις ζώνες. Η πρώτη περιέκλειε τη χερσόνησο τής Καρπασίας και κάτι παραπάνω, η οποία, είπε ο Ερίμ, θα ήταν η τουρκική στρατιωτική βάση. Η δεύτερη περιέκλειε την περιοχή που άρχιζε από την Αμμόχωστο, τραβούσε διαμέσου τής βόρειας Λευκωσίας μέχρι τη βόρεια ακτή μεταξύ Κερύνειας και Λαπήθου· αυτή, είπε, θα ήταν η τουρκική περιοχή αλλά αποστρατικοποιημένη. Η τρίτη κάλυπτε τα πάντα νότια και δυτικά αυτής τής γραμμής μέχρι την επόμενη γραμμή που άρχιζε από τον Πωμό, περνούσε δια μέσου τού Τροόδους κι έφτανε ως κάτω στην παραλία τής Πετούντας, μεταξύ Λάρνακας και Λεμεσού. Αυτή η ζώνη θα είναι η ελληνική, είπε, αλλά αποστρατικοποιημένη. Η τέταρτη ζώνη άρχιζε από αυτή τη γραμμή και κάλυπτε το υπόλοιπο νησί, το οποίο, είπε, θα ήταν ελληνικό άνευ περιορισμών.

Ο Άτσεσον είπε ότι επρόκειτο για διαμελισμό που ανέτρεπε όσα είχαν συζητηθεί μέχρι στιγμής. Τότε ας πάμε πίσω στη Ζυρίχη, είπαν οι Τούρκοι. Ο Άτσεσον τους προειδοποίησε ότι οι Έλληνες θα μπορούσαν να κερδίσουν την πλήρη ανεξαρτησία της Κύπρου στον ΟΗΕ. Οι Τούρκοι απάντησαν ότι αυτό ήταν προτιμότερο παρά να δεχτούν τις προτάσεις των Ελλήνων· κι αν παρουσιάζονταν ξανά προβλήματα θα επενέβαιναν στρατιωτικά. Ο Άτσεσον τους επισήμανε τον κίνδυνο σοβιετικής επέμβασης και τους είπε ωμά ότι απέμειναν μόνο δυο επιλογές. Από τη μια η βία κι ο πόλεμος και από την άλλη η αποδοχή αυτού που περίπου προτείνουν οι Έλληνες. «Πρέπει να καταλάβετε ότι από τούς Έλληνες ούτε κάτι που να μοιάζει με διχοτόμηση δεν μπορείτε να πάρετε», είπε. «Ούτε κι αυτοί από μας την Ένωση», απάντησε ο Σουνάλπ.

Το βράδυ τής ίδιας μέρας, 15 Αυγούστου, ο Άτσεσον έγραψε (D.S., C.F., POL 27 CYP, 385 secret – 146 Κ.Π.) στο Στέητ Ντιπάρτμεντ: «Έδειξα στους Έλληνες τον καινούριο χάρτη των Τούρκων. Η αντίδρασή τους ήταν αρνητική. Το μόνο που μπορούσαν να κάμουν, είπαν, ήταν να μεγεθύνουν την περιοχή στο Κάβο Γκρέκο. Τίποτε περισσότερο. Ρώτησα αν υπήρχε περίπτωση να σκεφτεί η Ελληνική Κυβέρνηση το θέμα τής Καρπασίας, ενός μέρους της ή τού όλου με μακρόχρονη ενοικίαση. Απάντησαν ότι δεν υπήρχε περίπτωση να παραχωρηθεί κάτι περισσότερο στην Καρπασία από εκείνο που προσφερόταν στο Κάβο Γκρέκο. «Υπό αυτές τις συνθήκες», είπε ο Σωσσίδης (Ιωάννης Σωσσίδης, νέος αντιπρόσωπος του Παπανδρέου στις συνομιλίες), «με τη Γενεύη να έχει φτάσει στο τέλος της, η Ελληνική Κυβέρνηση είναι αναγκασμένη να εγκαταλείψει τις προσπάθειές της για την Ένωση και να υποστηρίξει τον Μακάριο στην κατεύθυνση τής πλήρους και αδέσμευτης ανεξαρτησίας». Όταν τον ρώτησα γιατί αυτό, η απάντηση ήταν επειδή η Ελλάδα δεν θα είχε πια βάση να συνεχίσει την καμπάνια για την Ένωση χωρίς συμφωνία με την Τουρκία. Κι αν προχωρούσε σε πραξικόπημα, αυτό θα επίσπευδε τον πόλεμο με την Τουρκία. Ο Μακάριος μάλλον θα απέφευγε τις  προκλήσεις σε βάρος των Τούρκων και θα κέρδιζε την υιοθέτηση τής πλήρους ανεξαρτησίας από τα Ηνωμένα Έθνη.

Αργά την ίδια νύχτα ο Μπωλ παραδέχτηκε στον Άτσεσον (D.S., C.F., POL 27 CYP, 418 secret – 147 Κ.Π.) ότι η αντι-πρόταση των Τούρκων ήταν ακόμα πιο ακραία από τις αρχικές τους προτάσεις αλλά επέμενε ότι αν πείθονταν για την επί μισθώσει βάση, οι Έλληνες θα πείθονταν να παραχωρήσουν περισσότερο έδαφος κι ότι αυτός ο τουρκικός στρατιωτικός αναβρασμός ήταν καιρός να χαλιναγωγηθεί και παράλληλα θα έπρεπε να σπρωχθεί και ο Παπανδρέου σε σοβαρές διαπραγματεύσεις. Στο μεταξύ διαπίστωνε πως η κατάσταση ήταν άκρως επικίνδυνη. Οι Τούρκοι, έγραφε, γεύτηκαν αίμα, είναι γεμάτοι υπεροψία και πρεμούρα να τελειώσουν τη δουλειά που άρχισαν με τους βομβαρδισμούς. «Τα πολεμικά τους σχέδια», συνέχισε, «είναι φρικιαστικά. Περιλαμβάνουν, ανάμεσα σ’ άλλα, την εξάλειψη όλων των αεροδρομίων τής Ελλάδας. Κι αν οι Τούρκοι κινηθούν, αυτή τη φορά οι Έλληνες δεν θα κρατηθούν πίσω. Κι οι Τ/κύπριοι είναι σε κατάσταση ‘τέλους τού κόσμου’, έτοιμοι για όλα.»

Την επομένη, Κυριακή 16 του μηνός, ο ίδιος ο Πρόεδρος Τζόνσον έγραψε στον Παπανδρέου (D.S., C.F., POL 27 CYP, 306 secret – 148 Κ.Π.) στο πλαίσιο της προσπάθειας να τον πείσει για περισσότερες παραχωρήσεις. Το απόγευμα της ίδιας μέρας ο Άτσεσον είπε στην ελληνική αντιπροσωπεία ότι τελικά οι Τούρκοι, ο Ερίμ, έδωσε ενδείξεις προθυμίας να συζητήσει μακροπρόθεσμη  ενοικίαση βάσης στην Καρπασία (όλη την χερσόνησο) νοουμένου ότι θα είχαν το δικαίωμα να κάνουν ό,τι θέλουν εκεί (D.S., C.F., POL 27 CYP, 389 secret – 149 Κ.Π.). Οι Έλληνες (Σωσσίδης) είπαν ότι το θέμα μπορούσε να συζητηθεί νοουμένου ότι θα υπήρχε αντικειμενική θεώρηση των στρατιωτικών αναγκών των Τούρκων (όχι ολόκληρη η Καρπασία).

Στις 17 και 18  Αυγούστου (έγγραφο N.A.R.A., R.G. 59, SNF, POL 27 CYP, box 2090, 403 secret – 150 Κ.Π., και D.S., C.F., POL 27 CYP, 408 secret – 151 Κ.Π.) ο Άτσεσον εισηγήθηκε στον Μπωλ ένα «σενάριο» που προνοούσε  σύγκληση μιας εξ υπουργών Επιτροπής του ΝΑΤΟ η οποία θα ανέθετε στην Ελλάδα την άμεση κατάληψη της Κύπρου από τον ελληνικό στρατό με την ιδιότητα «ειρηνευτικής δύναμης» με εγγύηση και προστασία από το ΝΑΤΟ (6ος στόλος), την τοποθέτηση του Μακαρίου υπό περιορισμό ή απομάκρυνση και την υπό την επίβλεψη της Ελλάδος αντικατάσταση της ΤΟΥΡ.ΔΥ.Κ., έτσι ώστε «όλοι θα πάρουν κάτι αλλά θα πληρώσει ο καθένας γι’ αυτό που θα πάρει και ταυτόχρονα θα απειλείται αν αρνηθεί την ευθύνη που του ανατίθεται ή αν σκεφθεί ν’ ανακατευθεί στο έργο τού άλλου». Η Επιτροπή θα έκαμνε επίσης, βάσει συμβουλών τού Άτσεσον, τέτοιες σοφές και δίκαιες τροποποιήσεις στις Συμφωνίες τής Ζυρίχης, ώστε να διασφαλιζόταν η ειρήνη, η πρόοδος και η ευτυχία των πολιτών όσο ήταν δυνατό στη βάση των επιθυμιών τους, στο μέτρο που οι επιθυμίες τους είναι συμβιβάσιμες και εφαρμόσιμες.

Επίσης στις 17 Αυγούστου, Δευτέρα, ο Παπανδρέου ειδοποιούσε τους Αμερικανούς μέσω του πρέσβη Λαμπουίς (Έγγραφο L.B.J Library, N.S.F., Country File, Cyprus, Vol. 13, Box 122, 327 secret – 152 Κ.Π.) ότι στις 21 θα αναχωρούσε ο Υπ. Εξ. της Κύπρου Σπύρος Κυπριανού για τη Μόσχα με σκοπό τη σύναψη Συνθήκης Συμμαχίας της Κ.Δ. με την ΕΣΣΔ. Μόνο με την άμεση κήρυξη της Ενώσεως χωρίς όρους, είπε ο Παπανδρέου, μπορούσε να τραβηχτεί το χαλί κάτω από τα πόδια τού Μακαρίου. Αν έμπαιναν όροι, οποιεσδήποτε δεσμεύσεις της Ελληνικής Κυβέρνησης προς την Τουρκική, δεν θα το δεχόταν η Κυπριακή Βουλή και δεν θα μπορούσε ν’ ακολουθήσει η Ελληνική Βουλή στην κήρυξη της Ένωσης. Ήταν ο μόνος τρόπος, είπε, να σωθεί η Κύπρος από το να γίνει άλλη Κούβα. Πάντως, αν η Κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν ενέκρινε την πρότασή του και ήθελε συνέχιση των συνομιλιών στη Γενεύη ήταν πρόθυμος να συζητήσει για βάση μεγέθους 60 τ. μιλίων ή του μεγέθους της μεγαλύτερης των αγγλικών  βάσεων.

Το βράδυ της 18ης Αυγούστου ο Λαμπουίς απευθύνθηκε σε όλους τους ενδιαφερομένους (D.S., C.F., POL 27 CYP, 337 secret – 154 Κ.Π.) τονίζοντας ότι δεν δόθηκε η αναγκαία σκέψη στην εισήγηση του Παπανδρέου για άμεση Ένωση και επίλυση των λεπτομερειών μετά. Κι ότι, επίσης, δεν μπορούσε να υπάρξει λύση του Κυπριακού χωρίς να λαμβάνει υπόψη τη θέληση και τα αισθήματα του λαού της Κύπρου. Ούτε να παρακαμφθούν μπορούν ούτε να εκβιαστούν. Μετά τις τουρκικές αεροπορικές επιδρομές τώρα γινόταν ακόμα πιο δύσκολο να συμφωνήσει ο κυπριακός λαός σε τουρκική βάση στο νησί. Οι ΗΠΑ όφειλαν να εγγυηθούν τη λύση της άμεσης Ένωσης αφήνοντας τις λεπτομέρειες μιας ελληνοτουρκικής συμφωνίας να επιλυθούν σε μεταγενέστερο στάδιο. Είναι ο μόνος τρόπος πρόληψης μιας σοβιετικής διείσδυσης στο νησί.

Την ίδια μέρα 18 Αυγούστου, ο Ειδικός Βοηθός τού Προέδρου σε θέματα Εθνικής Ασφάλειας Μακτζώρτζ Μπάντυ και ο Ρόμπερτ Κόμερ, μέλος τού Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας ΗΠΑ, συνέταξαν ένα «Μνημόνιο για τον Πρόεδρο Τζόνσον» (L.B.J. Library, N.S.F., Memos to the President, McGeorge Bundy, Vol. 6. Secret – 155 Κ.Π.) στο οποίο υποδείκνυαν στον Πρόεδρο ότι δεν μπορούσε πλέον, λόγω των εξελίξεων, να εφαρμοσθεί το σχέδιο Άτσεσον. Απέρριπταν στην ουσία το «σενάριο» Άτσεσον της προηγούμενης ως «ευφυές μεν αλλά πολύπλοκο και αρκετά προβληματικό» και κατέληγαν στο σχέδιο Παπανδρέου το οποίο χαρακτήριζαν ως «απλούστερο και πιο άμεσο για να βραχυκυκλωθεί η καρποφορία τού άξονα Λευκωσίας-Μόσχας». Εισηγούνταν την άμεση επιβολή της Ένωσης και μετά να έκαμναν οι Έλληνες τη συμφωνία με τους Τούρκους. Απαραίτητη προϋπόθεση ήταν οι όροι να προ-συμφωνηθούν.

Το πρωί της Τετάρτης, 19ης Αυγούστου, ο Αμερικανός πρέσβης στη Λευκωσία  Τέυλορ Μπέλτσερ απευθυνόταν στους γνωστούς ενδιαφερομένους, αλλά και στο Υπουργείο Άμυνας και στην C.I.A. (L.B.J. Library, N.S.F., Country File, Box 122, Cyprus, Vol. 13, 345 secret – 156 Κ.Π.) για να τους πει ότι δεν υπήρχε περίπτωση να επιβληθεί στους Κυπρίους συμβιβαστική λύση με παραχώρηση βάσης στο ΝΑΤΟ κι ούτε μπορούσε το ΝΑΤΟ να βασιστεί στην ελληνική μεραρχία για να πολεμήσει τούς Ελληνοκυπρίους για χάρη μιας τέτοιας βάσης και βέβαια ούτε για χάρη μιας έστω συμβολικά τουρκικής βάσης. Όλα συνηγορούν, κατέληγε, υπέρ τής «άμεσης Ένωσης» όπως προτάθηκε από τον Παπανδρέου, χωρίς όρους ή εκ των προτέρων δεσμεύσεις.

Τα ίδια, την ίδια μέρα, έγραψε προς το Στέητ Ντιπάρτμεντ και τους άλλους ο πρέσβης στην Αθήνα Χένρυ Λαμπουίς (έγγραφο L.B.J. Library, N.S.F., Country File, Box 122, Cyprus, Vol. 13, 343 secret – 157 Κ.Π.): «Αυτή τη στιγμή η ελληνική λύση είναι η ‘άμεση Ένωση’ χωρίς δεσμεύσεις εκτός από μια υπόσχεση προς την Κυβέρνηση των ΗΠΑ από τον Παπανδρέου ότι, μετά την Ένωση, θα διαπραγματευθεί με την Τουρκική μια συμφωνία για ενοικιασμένη βάση 50 τ.μ., πιθανόν στην Καρπασία,  και εγγυήσεις για τα δικαιώματα τής μειονότητας, περίπου στις γραμμές των ιδεών τού Άτσεσον». 

Σχολιάζοντας το ίδιο βράδυ ο Άτσεσον τις εισηγήσεις των πρεσβευτών Κύπρου και Αθηνών για την «άμεση Ένωση και μετά συζητάμε» έγραφε (D.S., C.F., POL 27 CYP, 425 secret – 158 Κ.Π.) προς το Στέητ Ντιπάρτμεντ ότι χωρίς διαβεβαιώσεις εκ των προτέρων ότι θα ικανοποιούνταν οι απαιτήσεις των Τούρκων η τουρκική επέμβαση θα ήταν αναπόφευκτη. Η γνώμη του ήταν να αποτραπεί ο Παπανδρέου προς το παρόν και να γίνει προσπάθεια να μείνει στο μονοπάτι τής Γενεύης.

Στο μεταξύ με τη σύμφωνη γνώμη τής αντιπολίτευσης (Παναγιώτη Κανελλόπουλου) και του βασιλιά Κωνσταντίνου, ο Παπανδρέου είχε πάρει την απόφαση και την ώρα που την  επομένη (Πέμπτη, 20 Αυγούστου) ο Άτσεσον τού έγραφε ένα γράμμα (με αντίγραφο και στον Βασιλιά), ο Γαρουφαλιάς ήδη καθόταν στο γραφείο τού Μακαρίου στο Προεδρικό Μέγαρο στη Λευκωσία (Πέτρου Γαρουφαλιά «Ελλάς και Κύπρος – τραγικά σφάλματα ευκαιρίες που χάθηκαν», Μπεργαδής, Αθήνα 1982), προσπαθώντας να τον πείσει ότι έφτασε η ώρα τής Ένωσης κι αν βαστούσε στους Τούρκους (κι αν τους άφηναν οι Αμερικανοί) ας δοκίμαζαν να τα βάλουν με μιαν πανέτοιμη ΕΛ.ΔΥ.Κ./Μ και την Εθνική Φρουρά, με γενικό αρχηγό τον Διγενή· αλλά και με τον Μακάριο αρχηγό, που θα μπορούσε να συνεγείρει μισό εκατομμύριο Έλληνες Κυπρίους να τρέξουν να υπερασπιστούν με κάθε μέσο την Ένωση. Οι Αμερικανοί, πάντως, άλλο που δεν ήθελαν παρά μια Κύπρο πλήρως ενταγμένη στο ΝΑΤΟ.

Στην επιστολή του προς τον Παπανδρέου ο Άτσεσον (D.S., C.F., POL 27 CYP, 97 secret – 159 Κ.Π.) ζητούσε επιτάχυνση τής διαδικασίας επίτευξης μιας δίκαιης συμφωνίας. Υποσχόταν παραίτηση των Τούρκων από την απαίτηση τής κυρίαρχης βάσης και σημαντική μείωση των διαστάσεων τής περιοχής που θα παραχωρείτο με ενοίκιο 50 χρόνων μετά την Ένωση. Αυτό που ζητούσε τώρα ήταν μια διαβεβαίωση από την Ελλάδα ότι θα δεχόταν το όριο της βάσης που θα αποφασιζόταν από τους στρατιωτικούς του συμβούλους μετά από μελέτη τού Ανώτατου Διοικητή Συμμαχικών Δυνάμεων Ευρώπης. Όσον αφορούσε τα μειονοτικά δικαιώματα για τους Τ/κυπρίους θα ήταν πάνω στη βάση εκείνων που είχε συζητήσει με τον Σωσσίδη. Η Ελλάδα, κατέληγε ο Άτσεσον, έπρεπε απλώς να εκδηλώσει την προθυμία της γι’ αυτή τη συμφωνία «χωρίς ν’ αναλάβει προς το παρόν άμεση δέσμευση προς την Τουρκική Κυβέρνηση. Κι εγώ θα καταβάλω», συνέχισε, «κάθε προσπάθεια και πιστεύω θα τα καταφέρω, να εξασφαλίσω τη σύμφωνη γνώμη τής Τουρκικής Κυβέρνησης ώστε να μην επέμβει για να εμποδίσει ή ν’ απαιτήσει εκ των προτέρων διακυβερνητική συμφωνία πριν την πραγματοποίηση τής Ενώσεως Ελλάδος–Κύπρου.»

Επίσης στις 20 Αυγούστου ο Μπωλ έγραφε (D.S., C.F., POL 27 CYP, 327 secret – 160 Κ.Π.)  στον Λαμπουίς: «Η λύση που προτείνει ο Άτσεσον δεν είναι προς διαπραγμάτευση. Αυτά είναι τα ελάχιστα που μπορούν να δοθούν στην Τουρκία χωρίς να προκληθεί έκρηξη στην εσωτερική της κατάσταση, πράγμα που θα είχε καταστροφικές συνέπειες για όλους. Η υπόθεση πρέπει να κλείσει τώρα, μέσα στις επόμενες 48 ώρες. Υπάρχει πλεονέκτημα στο να ληφθεί ελληνική απόφαση σήμερα με την παρουσία τού Γαρουφαλιά στο νησί. Ο Κυπριανού δεν έφυγε ακόμα για τη Μόσχα. Όλοι θα χάσουν αν καθυστερήσουμε».

Την ίδια μέρα, Πέμπτη 20 Αυγούστου, ο Παπανδρέου απαντούσε σε μήνυμα της 10ης Αυγούστου τού ιδίου του Προέδρου των ΗΠΑ Τζόνσον ο οποίος εισηγείτο την αποδοχή της πρότασης για παραχώρηση βάσης με ενοίκιο στην Τουρκία ως αντάλλαγμα για την Ένωση, ώστε επιτέλους να επέλθει ειρήνευση ανάμεσα στις δύο χώρες του ΝΑΤΟ και ν’ ακυρωθούν οι σχεδιασμοί της Μόσχας. Στην απαντητική του επιστολή ο Παπανδρέου (Lyndon B. Johnson Library, Special Head of State Correspondence, Box 19, Greece Presidential Correspondence, με τον τίτλο Αρ. 30. 8/20/64 Msg fm Papandreou responding to above [tab 29] re Cyprus situation – το έγγραφο αυτό δεν αναφέρεται στο Κ.Π. επειδή παραλείφθηκε μετά την έκδοση του Κ.Π.), αναφερόταν στην επίσκεψη  Γαρουφαλιά στη Λευκωσία την ίδια μέρα, η οποία αποσκοπούσε, έλεγε στον Τζόνσον, στο να επιστήσει την προσοχή της Κυπριακής Κυβέρνησης στην ανάγκη διατήρησης της κατάπαυσης του πυρός και στην εδραίωση της ειρήνης. Στη συνέχεια  εξηγούσε στον Τζόνσον τη δεινή θέση στην οποία βρέθηκε η Ελλάς να μην μπορεί να προστατέψει τον κυπριακό πληθυσμό από τους βομβαρδισμούς της τουρκικής αεροπορίας. Ζητούσε την παρέμβαση του Τζόνσον ώστε να σταματήσουν οι ανεύθυνες προκλήσεις των Τούρκων, οι οποίες αν επαναλαμβάνονταν θα ανάγκαζαν την Ελλάδα να λάβει μέρος στην άμυνα της Κύπρου. Διαβεβαίωνε, πάντως, τον Τζόνσον ότι η Ελλάς εξακολουθούσε να στηρίζει τις προσπάθειες τού Άτσεσον. Αναφορικά με την εισήγηση του Προέδρου για αποδοχή της πρότασης για παραχώρηση βάσης με ενοίκιο ορισμένου χρόνου, ο Παπανδρέου ξεκαθάριζε ότι αυτό που ήταν πολύ δύσκολο να γίνει αποδεχτό πριν τους βομβαρδισμούς τής τουρκικής αεροπορίας, τώρα γινόταν ακόμα πιο δύσκολο και, εξάλλου, έπρεπε να ληφθούν υπόψη και οι επιθυμίες των κατοίκων της Κύπρου: «Your suggestion concerning the lease of a base in Cyprus to Turkey is a most delicate and intricate problem. We have to take into account the inhabitants of the island. What would have been very difficult to accept before the air-raids has become even more difficult now». Και ότι η Ελλάς μελετούσε όλες τις πλευρές του ζητήματος και θα κατέβαλλε κάθε προσπάθεια  ώστε  να  εξευρεθεί μια δίκαιη λύσηWe are studying all aspects of this question and we shall make every possible efforts for finding a fair solution. With personal regards, Sincerely yours, GEORGE A. PAPANDREOU»)

Επίσης στις 20 Αυγούστου, με επιστολή του ο Άτσεσον προς τον Μπωλ (D.S., C.F., POL 27 CYP, 439 secret – 161 Κ.Π.) εισηγείτο, σε περίπτωση απόρριψης εκ μέρους των Ελλήνων του σχεδίου Άτσεσον, περίπου τα ίδια που εισηγήθηκε και στις 17 Αυγούστου (POL 27 CYP, 403 secret – 150 Κ.Π.), δηλαδή ν’ αναλάβει ο ελληνικός στρατός, υπό την προστασία του ΝΑΤΟ κατά οποιασδήποτε εξωτερικής, σοβιετικής ή τουρκικής παρέμβασης την τήρηση της τάξης σε ολόκληρη την Κύπρο, την απομάκρυνση του Μακαρίου από την εξουσία και αλλαγές στο Σύνταγμα ώστε να είναι λειτουργήσιμο.  Η Ελλάδα να δηλώσει ότι η αναζήτηση λύσης συνεχίζεται για όσο χρειαστεί, μήνες ή χρόνια, μέχρι ν’ αποφασισθεί και το πόση θα είναι η τουρκική δύναμη και πού θα σταθμεύει ως νατοϊκή, να εγγυηθεί τα  δικαιώματα της μειονότητας και σε κάποια στιγμή να κηρυχθεί και η Ένωση. 

Στο Προεδρικό Μέγαρο, στη Λευκωσία, ο Γαρουφαλιάς (πάντα στις 20 Αυγούστου) εξηγούσε στον Μακάριο το ελληνικό σχέδιο. Του είπε πως κι αν ακόμα αντιδρούσαν με επέμβαση οι Τούρκοι, πράγμα που δεν αναμενόταν, θα αποκρούονταν από τις ελληνικές δυνάμεις στο νησί  και η Ένωση θα σφραγιζόταν και με στρατιωτική νίκη. Ο Μακάριος (που ήδη είχε πληροφορηθεί την πρόταση από τον Σπύρο Κυπριανού και είχε ήδη ειδοποιήσει τον Παπανδρέου να την αποσύρει αλλιώς θα αποκάλυπτε στον λαό ότι ήταν ελληνοαμερικανική πρόταση διχοτόμησης) προσπάθησε να καθυστερήσει τη συζήτηση μέχρι να πάρει το μήνυμα ο Γαρουφαλιάς από την Ελλάδα και να φύγει, προβάλλοντας διάφορες «απαιτήσεις» πριν πει το αναμενόμενο τελικό «ναι», όπως να μπουν φράσεις στο κείμενο της διακήρυξης της Ενώσεως από την κυπριακή Βουλή περί «κατάργησης και των βρετανικών βάσεων» και αποκλεισμού ανταλλαγμάτων με βάσεις προς την Τουρκία και όταν πήρε για όλα απαντήσεις από τον Γαρουφαλιά, ερώτησε και αν θα μπορούσε να γίνει αντιβασιλεύς μετά την Ένωση! Η απάντηση του Γαρουφαλιά ήταν αρνητική. Την επομένη, Παρασκευή 21 Αυγούστου, μη μπορώντας να διώξει τον Γαρουφαλιά (που επέμενε παρά την οδηγία που πήρε από τον Παπανδρέου να τα παρατήσει και να επιστρέψει στην Αθήνα), είπε ότι ως ιερωμένος, δεν δεχόταν να χυθεί αίμα σε περίπτωση εισβολής και άρα απέρριπτε το σχέδιο! Την τηλεφωνική  συνδιάλεξη όπου ο Γαρουφαλιάς αφηγείται στον Παπανδρέου από τη Λευκωσία τις διάφορες αντιδράσεις και το «αίτημα» του Αρχιεπισκόπου περί αντιβασιλείας άκουσε και το μαρτυρά σε βιντεογραφημένη συνέντευξη ο πρώην υπάλληλος της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, πρώην αγωνιστής της ΕΟΚΑ, Λουκής Καρανίκκης.

Η απειλή Μακαρίου προς Παπανδρέου ότι θα αποκάλυπτε την «αλήθεια» για την πρόταση Ένωσης («συμπαιγνία Ελλάδας-ΗΠΑ για επιβολή διχοτόμησης») διαβιβάστηκε μέσω Λυσσαρίδη και Ανδρέα Παπανδρέου. Αυτό λέει στο βιβλίο του ο Γαρουφαλιάς και το επιβεβαιώνει ο Νίκος Κρανιδιώτης στο βιβλίο του «Ανοχύρωτη Πολιτεία», Εστία 1985, Πρώτος τόμος, σ. 228. Για τις υπηρεσίες του ο Ανδρέας προς τον Μακάριο,  προσκλήθηκε αργότερα στη  Λευκωσία, στις 20 Νοεμβρίου 1964, κι ενώ δεν είχε καμία επίσημη ιδιότητα, τού έγιναν μεγάλες τιμές ως επισήμου προσκεκλημένου τής Κυπριακής Κυβέρνησης. Για τον Ανδρέα ως πληροφοριοδότη τού Μακαρίου και «σωτήρα» τής Κύπρου έγραψε η οικονομικώς ενισχυόμενη από τον Μακάριο εφημερίδα «Τελευταία Ώρα» τής Λευκωσίας στις 14.2.1966 ότι «επληροφόρησεν εγκαίρως τον Πρόεδρον Μακάριον» για τη «συνωμοσία ανακήρυξης τής Ενώσεως πραξικοπηματικώς». Νεότερο έγγραφο δικαιολόγησης της άρνησης στην Ένωση ήρθε στο φως μόλις πρόσφατα (Απρίλιος 2021) με την έκδοση των αρχείων Τάσσου Παπαδόπουλου από το Κέντρο Ερευνών Τάσσος Παπαδόπουλος. Στις σελίδες 174-175 του πρώτου τόμου παρουσιάζεται έγγραφο με τα στοιχεία ΚΜΤΠ/ΑΤΠ, 68264, με ημερομηνία 28 Αυγούστου 1964 με τίτλο «Οικονομική βιωσιμότητα της ένωσης Κύπρου-Ελλάδος», το οποίο με διάφορα «επιχειρήματα» απορρίπτει την Ένωση ως οικονομικά ασύμφορη.

Ταυτόχρονα με την ανάκληση της πρότασης για άμεση Ένωση ο Παπανδρέου απάντησε θετικά (L.B.J. Library, N.S.F., Country File, Box 122, Cyprus, Vol. 14, 381 secret – 169 Κ.Π.) στην επιστολή Άτσεσον της 20ης Αυγούστου (D.S., C.F., POL 27 CYP, 97 secret – 159 Κ.Π.), ότι  αποδεχόταν τελικά τις προτάσεις για βάση επί ενοικίω 50 χρόνων κ.λπ. Πράγμα που αποδεικνύει την πρόταση Γαρουφαλιά ειλικρινή, αφού μόνο μετά την άρνηση Μακαρίου ο Παπανδρέου δέχτηκε επίσημα την τελική πρόταση των Αμερικανών για 5% έδαφος για 50 χρόνια. Η «αποδοχή» διαβιβάστηκε  στον Άτσεσον και από τους Σωσσίδη και Νικολαρεΐζη στις 18.00 της 21ης Αυγούστου (Σπύρου Παπαγεωργίου «Τα Κρίσιμα Ντοκουμέντα», Τόμος Β΄, σ. 311-314). Η «αποδοχή» συμπεριλάμβανε και μερικά «αιτήματα»-τροποποιήσεις του Παπανδρέου για τον επαναπατρισμό των ομογενών τής Κωνσταντινούπολης, το καθεστώς Ίμβρου και Τενέδου, τη μετακίνηση τού συνόρου τής βάσης στην Καρπασία 15 μίλια ανατολικότερα από την Κώμη Κεπήρ, εξαίρεση Γιαλούσας-Ριζοκαρπάσου κ.λπ., που θα διευκόλυναν το έργο τού Πρωθυπουργού στο να πείσει τον Μακάριο να δεχθεί την Ένωση-και-συζητούμε-μετά. Ο Άτσεσον ήταν θετικός στα αιτήματα και υποσχέθηκε να καταβάλει κάθε προσπάθεια ακόμα και στο θέμα της Γιαλούσας.

Την ίδια μέρα, 21 Αυγούστου, οι Τούρκοι ανακοίνωναν στον Άτσεσον (D.S., C.F., POL 27 CYP, 445 secret – 167 Κ.Π.) ότι απέρριπταν όλα όσα τους είχε προτείνει την προηγούμενη (όλα όσα υποσχέθηκε στους Έλληνες ότι θα έπειθε τους Τούρκους) κι επέμεναν σε κυρίαρχη βάση ικανοποιητικού μεγέθους ή ομοσπονδία, με την οποία, του είπαν, δεν διαφωνούσε η Σοβιετική Ένωση. Στη διαφωνία του Άτσεσον απάντησαν με εισήγηση επιστροφής στη Ζυρίχη!

Τις ίδιες ώρες ο πρέσβης στη Λευκωσία Τέϋλορ Μπέλτσερ υποδείκνυε στο Στέητ Ντιπάρτμεντ (D.S., C.F., POL 27 CYP, 357 secret – 168 Κ.Π.) ότι στην Κύπρο δεν είχε καμιά πέραση η ιδέα οποιουδήποτε είδους τουρκικής βάσης και ότι δεν υπήρχε, όπως το είπε και πριν, περίπτωση να συνεργούσε ο ελληνικός στρατός (η Μεραρχία) στην επιβολή με τη βία τουρκικής βάσης. Η άποψη του ήταν να κηρυχθεί αμέσως η Ένωση και το θέμα της βάσης να συζητηθεί μετά. Η αντίδραση του Τζωρτζ Μπωλ (D.S., C.F., POL 27 CYP, 335 secret – 163 Κ.Π.) ήταν να πάει ο πρέσβης στην Άγκυρα Ρέυμοντ Χέαρ στον Ινονού σε μια τελευταία προσπάθεια να τον πείσει για τη βάση με ενοίκιο.

Στο μεταξύ έχοντας επιστρέψει στην Αθήνα την επομένη, 22 Αυγούστου, ο Γαρουφαλιάς ζήτησε, παρόντος και του Λουκή Ακρίτα, τον λόγο από τον Πρωθυπουργό γιατί ανακλήθηκε και διακόπηκε άδοξα η αποστολή του στην Κύπρο. (Πέτρου Γαρουφαλιά «Ελλάς και Κύπρος», ό. π.). Ο Παπανδρέου που δεν μπορούσε να τού πει ότι εκβιάστηκε από τον Μακάριο μέσω του υιού του, έδωσε τη γνωστή σε όλους δικαιολογία,  «γιατί να μη δώσεις ένα διαμέρισμα όταν είναι να λάβεις μία πολυκατοικία;». Οπότε, «κι αν οι Τούρκοι το δεχθούν», είπε ο Ακρίτας, «και ο Μακάριος αρνηθεί, όπως είναι και βέβαιο, τι θα κάνεις; Πώς θα το εφαρμόσεις; Θα το επιβάλεις στον Μακάριο και στον κυπριακό λαό με την βία; Είσαι αποφασισμένος να έρθεις σε σύγκρουση μαζί τους, σύγκρουση που μπορεί να είναι και αιματηρή;» Τότε, κατά τον Γαρουφαλιά, πήρε ο πατέρας Παπανδρέου τον Σωσσίδη στη Γενεύη τηλέφωνο και άκυρο, τού είπε, να πας να πεις στον Άτσεσον ότι δεν ισχύει το περιεχόμενο τής επιστολής μου, λόγω ισχύος Μακαρίου.

Όταν ο Άτσεσον άκουσε τη νέα απόφαση εξέφρασε την απογοήτευσή του για την κατάσταση όπως είχε καταλήξει και είπε στους Σωσσίδη και Νικολαρεΐζη  (Παπαγεωργίου «Τα Κρίσιμα Ντοκουμέντα», ό. Π. , σ. 313-314) ότι και οι Τούρκοι είχαν απορρίψει την πρότασή του και συνέχισε λέγοντάς τους ότι καλό θα ήταν «να καταλάβη ο Ελληνικός Στρατός άπαντα τα στρατηγικά σημεία τής νήσου και να αποδείξη εν συνεχεία δια τής στάσεώς του τα πλεονεκτήματα τα οποία θα συνεπήγετο δια τούς Τουρκοκυπρίους η Ένωσις τής Κύπρου με την Ελλάδα… Να εγκαθιδρυθή βαθμιαίως de facto καθεστώς Ελληνικής Διοικήσεως εις την Κύπρον, ώστε να καταστή δυνατή, βραδύτερον, η κήρυξις τής Ενώσεως και επισήμως, χωρίς να χρειασθεί προγενεστέρα συνεννόησις μετά των Τούρκων και παρά την αντίδρασιν τού Αρχιεπισκόπου…»

Αναφέροντας στο Στέητ Ντιπάρτμεντ (L.B.J. Library, N.S.F., Country File, Box 122, Cyprus, Vol. 13, 363 secret – 170 Κ.Π.) ο Αμερικανός πρέσβης στην Άγκυρα Ρέϋμοντ Χέαρ την απόρριψη εκ μέρους των Τούρκων της τελικής πρότασης Άτσεσον γράφει ότι ο Ινονού τού είπε ότι δεν δεχόταν την πρόταση χωρίς μεγαλύτερη βάση και χωρίς πλήρη κυριαρχία. Παρών στη συνάντηση ήταν και ο Φεριντούν Ερκίν, υπ. Εξ. της Τουρκίας, ο οποίος ήταν πιο εκδηλωτικός και είπε στον Χέαρ: «Περιμένετε πάντα από τούς Τούρκους να κάμνουν παραχωρήσεις· η πρόταση για τη βάση δεν αξίζει τίποτε· κι αν σαν Τούρκος πολίτης την υποστήριζα, αυτό θα συνιστούσε προδοσία κατά τού λαού μου· καλύτερα ν’ αφήσουμε τα πράγματα όπως είναι ή ακόμα καλύτερα να γίνει η Ένωση χωρίς συμφωνία«better let things go on as they are or even have enosis with no arrangement». Και συμπλήρωσε: «Ό,τι και να συμβαίνει τώρα φαίνεται να πέφτει φως στην ελπίδα για ομοσπονδία». Όταν έκπληκτος ο Χέαρ τον ερώτησε από πού τού γεννήθηκε τέτοια ιδέα, η πρώτη του αντίδραση ήταν ότι δεν επρόκειτο για αποτέλεσμα συνομιλιών με τους Ρώσους, «πράγμα που εγώ», γράφει ο Χέαρ, «δεν είχα καθόλου υπονοήσει».

Επίσης, την Παρασκευή 22 Αυγούστου, ο πρέσβης στην Αθήνα Χένρυ Λαμπουίς έγραψε στο Στέητ Ντιπάρτμεντ (D.S., C.F., POL 27 CYP, 378 secret – 171 K.Π.) ότι εφόσον η Ελληνική Κυβέρνηση δεν μπορούσε ν’ ανακοινώσει επίσημα ότι ο Μακάριος ήταν το εμπόδιο, γιατί τότε θα έπρεπε να φύγει από την Κύπρο ο ελληνικός στρατός και να εγκαταλειφθεί το νησί στη μοίρα του, δηλαδή σε ακόμα πιο στενές σχέσεις τού Μακαρίου με τη Μόσχα και τον Νάσσερ, ο μόνος τρόπος με τον οποίο θα μπορούσε ο Παπανδρέου να επιβληθεί στην Κύπρο ήταν να εφαρμοσθεί η άμεση Ένωση χωρίς δεσμεύσεις εκ των προτέρων, με πλήρεις εγγυήσεις για τη μειονότητα. Έτσι θα επιτυγχανόταν η άμεση απαλλαγή από τον Μακάριο και η αποκοπή τής Κύπρου από τους Σοβιετικούς.

Επίσης, θεωρώντας ο Άτσεσον, στις 22 Αυγούστου, ότι λόγω των τελικών αρνητικών απαντήσεων Ελλάδος και Τουρκίας έφτασε η ώρα να κλείσει η Γενεύη έγραψε τις τελευταίες τους απόψεις και συμβουλές στον Μπωλ (D.S., C.F., POL 27 CYP, 462 secret – 173 Κ.Π.) και στους άλλους. Ότι, εφόσον δεν μπορούσε να υπάρξει συμφωνημένη λύση, η προτεραιότητα τώρα ήταν να ματαιωθεί ο άξονας Κύπρου-Μόσχας και η μετατροπή της Κύπρου σε ρωσικό δορυφόρο. Η άποψη του ήταν ότι η Ελλάδα έπρεπε ν’ αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο της Κύπρου (ώστε δια της Ενώσεως να αφαιρεθεί η Κύπρος από τον Μακάριο) κι αυτό μπορούσε να γίνει με τη Μεραρχία υπό τον Διγενή, η οποία θ’ αντικαθιστούσε σταδιακά την Εθνική Φρουρά στα σημεία πιθανής σύγκρουσης με τους Τούρκους -ώστε να μην μπορεί ο Μακάριος να δημιουργήσει νέο επεισόδιο- και «θα μπορούσε να συνεργαστεί με την ΤΟΥΡ.ΔΥ.Κ., μέσω τού Διοικητή τής UNFICYP, ώστε ν’ ανοίξουν οι κλειστοί δρόμοι και ν’ αρχίσουν ξανά οι εμπορικές σχέσεις μεταξύ των αντιμαχομένων». Έτσι, πάντα κατά την άποψή του, παράλληλα με τη  σταδιακή διάλυση τής Εθνικής Φρουράς, ο Ελληνικός Στρατός θα μπορούσε ακόμα και να βοηθήσει στην αντικατάσταση τής ΤΟΥΡ.ΔΥ.Κ. Οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου θα μπορούσαν να πουν στους Τούρκους ότι οι νατοϊκές δυνάμεις (δηλαδή οι ελληνικές) που βρίσκονταν στο νησί έχουν αναλάβει ειρηνευτική αποστολή μεταξύ των αντιμαχομένων ώστε ν’ αποφευχθεί εξωτερική (σοβιετική) επέμβαση και βρίσκονται υπό την προστασία του ΝΑΤΟ. Αυτό δεν ήταν ανάγκη να ανακοινωθεί δημοσίως, αλλά να λεχθεί στους Τούρκους μυστικά, ώστε να μην εξευτελιστούν και να μη δοθεί ευκαιρία στους Έλληνες  να επιχαίρουν. «Κι όταν οι Έλληνες θα είναι έτοιμοι να εφαρμόσουν την Ένωση, να πουν ότι είναι χωρίς όρους, όπως πράγματι και θα είναι, αφού οι Τούρκοι θα έχουν χάσει το λεωφορείο». Ν’ ανακοινώσουν, επίσης, οι Έλληνες «ότι είναι έτοιμοι να συναντηθούν με τους Τούρκους υπό την αιγίδα του SACEUR (Supreme Allied Commander, Europe – Ανωτάτου Συμμαχικού Διοικητή Ευρώπης), να εξετάσουν μαζί την όλη κατάσταση τής στρατιωτικής ασφάλειας στη Μεσόγειο, να δημιουργήσουν νέους θεσμούς και να λύσουν όλα τα προβλήματα με αδελφικό πνεύμα ενόψει των μεγάλων κοινών συμφερόντων τους. Σε όλες τις περιπτώσεις, πριν και μετά την Ένωση, η Ελλάδα να δείξει με συγκεκριμένες ενέργειες την αποφασιστικότητά της να περιφρουρήσει την ασφάλεια και την ευημερία των Τουρκοκυπρίων. Προς τούτο, οι Αμερικανοί θα έπρεπε συνεχώς να υπενθυμίζουν στους Τούρκους ότι κατ’ επανάληψη δήλωσαν ότι προτιμούσαν τη μη λύση παρά εκείνη που οι Αμερικανοί έκριναν ως την πιο βιώσιμη. Αυτό, τώρα, θα είναι το μόνο κέρδος τους, λόγω της απόρριψης των προτάσεών μας και από τα δύο μέρη. Η πολιτική τώρα ήταν η παρεμπόδιση τής κομμουνιστικοποίησης τής Κύπρου κι όχι η υπογραφή συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, όσο κι αν αυτό είναι επιθυμητό, πριν ή μετά την Ένωση».

Σε μια ύστατη προσπάθεια ο Μπωλ να επιτύχει συμφωνία με παραχωρήσεις στους Τούρκους, έστειλε στον Λαμπουίς, με ενημέρωση στον Άτσεσον και τους άλλους άμεσα ενδιαφερομένους τηλεγράφημα (L.B.J. Library, N.S.F., Country File, Box 122, Cyprus, Vol. 14, Box 122, 347 secret – 174 Κ.Π.), στο οποίο έλεγε ότι οι HΠA δεν επρόκειτο να δεχθούν τις  αμφιταλαντεύσεις τού Παπανδρέου και θα προχωρήσουν με βάση την αποδοχή και όχι την απόρριψη των τελευταίων προτάσεών τους. Προς τούτο ο Βασιλιάς, με την έγκριση τού Παπανδρέου και κατ’ ευχήν και του Κανελλόπουλου, να ανακοινώσει στον Στρατηγό Γρίβα (στην παρουσία τού Παπανδρέου και του Κανελλόπουλου) ότι η Ελληνική Κυβέρνηση αποφάσισε την εφαρμογή της πρότασης των ΗΠΑ, η οποία αποτελεί τη μοναδική ευκαιρία λύσης που θα παρεμποδίσει την κομμουνιστικοποίηση τής Κύπρου χωρίς τουρκική επέμβαση. Οι Αμερικανοί κάμνουν πολύ μεγάλη προσπάθεια στην κατεύθυνση ειρηνικής συμφωνίας με τους Τούρκους και θα προσφέρουν αμέσως ουσιαστική βοήθεια για την ανοικοδόμηση τής Κύπρου και την ανάπτυξη των πλουτοπαραγωγικών πηγών της. Στους στόχους των ΗΠΑ είναι και η δημιουργία περισσότερης ξηράς για την Κύπρο από όση περιλαμβάνει η προτεινόμενη τουρκική βάση. Ο Στρατηγός Γρίβας πρέπει να κατανοήσει ότι η αμερικανική πρόταση τού προσφέρει την ευκαιρία να εκπληρώσει τον ρόλο που ανέλαβε ως Διγενής: Nα ενώσει την Κύπρο με την Ελλάδα και να τη σώσει από τον κομμουνισμό στον οποίο την οδηγεί ο Μακάριος. Θα δώσει, επίσης, την ευκαιρία στον λαό τής Κύπρου να κάμει το νησί του ν’ ανθίσει σαν τριαντάφυλλο.

Το Σάββατο, 23 Αυγούστου 1964, (D.S., C.F., POL 27 CYP, 466 secret – 175 Κ.Π.) πήγαν να δουν τον Άτσεσον ο Νικολαρεΐζης και ο Σωσσίδης για να του πουν ότι ο Παπανδρέου σκεφτόταν ξανά να προχωρήσει με την πραγματοποίηση τής «άμεσης Ένωσης» ως μέσου παρεμπόδισης Σοβιετικού ελέγχου τής Κύπρου κι ότι θα μπορούσε να φέρει εις πέρας ένα coup detat εντός τής εβδομάδος, νοουμένου ότι θα μπορούσε να κηρυχθεί η Ένωση χωρίς όρους. Μετά την εφαρμογή της θα ήταν πρόθυμος να συνεχίσει τις συνομιλίες, με στόχο να συμφωνήσει με τους Τούρκους στη βάση τού «Σχεδίου Άτσεσον», τροποποιημένου, όμως, ώστε η βάση που θα παραχωρηθεί να είναι στην περιοχή τού ακρωτηρίου Γκρέκο και όχι στη χερσόνησο τής Καρπασίας. Ο Παπανδρέου θα ήταν επίσης πρόθυμος να δώσει διαβεβαιώσεις στους Τούρκους μέσω ΗΠΑ, ότι θα συναντηθεί με τον Ινονού αμέσως μετά το coup για διαπραγμάτευση τού θέματος τής βάσης και των μειονοτικών δικαιωμάτων. Σ’ αυτά ο Άτσεσον απάντησε τα γνωστά, ότι η Κυβέρνηση των ΗΠΑ ήταν πεπεισμένη πως κάθε απόπειρα για Ένωση χωρίς να έχει προηγηθεί συμφωνία θα κατέληγε σε τουρκική επέμβαση, την οποία δεν θα μπορούσε να συγκρατήσει με διπλωματικά μέσα ή να σταματήσει με τη χρήση βίας (τον Έκτο Στόλο). «Πάντως», συνέχισε ο Άτσεσον «ήταν σημαντικό η Ελληνική Κυβέρνηση να αποκτήσει τον de facto έλεγχο στο νησί. Αυτό θα μπορούσε να αρχίσει με συνεργασία τού Γρίβα και του Έλληνα Στρατηγού Διοικητή, ώστε ν’ αντικατασταθούν τα στρατεύματα τής Εθνικής Φρουράς με στρατεύματα τού τακτικού Ελληνικού Στρατού, που ήδη βρίσκονταν στο νησί (ΕΛ.ΔΥ.Κ./Μ.), σε επικίνδυνα σημεία όπως τα Κόκκινα και τον Άγιο Ιλαρίωνα» κ.λπ., για εφαρμογή τής σταδιακής Ένωσης υπό την αιγίδα του SACEUR. Έτσι θα επιλύονταν όλα τα προβλήματα ασφάλειας τής συμμαχίας στη Μεσόγειο με «αδελφικό πνεύμα» ενόψει των μεγάλων κοινών συμφερόντων τής Ελλάδας και της Τουρκίας. «Από τη στιγμή που θα γινόταν αυτό», συνέχισε, «η Ελληνική Κυβέρνηση  θα μπορούσε μετά να προχωρήσει στην τελική συμφωνία με την Τουρκική Κυβέρνηση. Αν, όμως, δεν έφθαναν σε συμφωνία, τότε ο Παπανδρέου θα μπορούσε να εφαρμόσει την ‘άμεση Ένωσή’ του και να ελπίζει ότι οι Τούρκοι δεν θα αναμιγνύονταν». Ο  Σωσσίδης, πάντα κατά τον Άτσεσον, επέμενε στην ιδέα ότι οι ΗΠΑ θα μπορούσαν και έπρεπε να κρατήσουν τούς Τούρκους ακίνητους ενώ η Ελλάδα θα προχωρούσε στην εφαρμογή τής Ένωσης, πράγμα που θα εξυπηρετούσε στο να κρατηθούν και οι Ρώσοι μακριά από την Κύπρο. Η απάντηση του Άτσεσον ήταν ότι πιθανόν αυτό να μην ήταν δυνατό και ότι οι διαβεβαιώσεις τής Ελλάδας προς την Τουρκία ότι θα ήταν πρόθυμη να συνομιλήσει μετά την Ένωση θα ήταν άχρηστες εκτός κι αν περιλάμβαναν τουλάχιστο προθυμία αποδοχής τού τελικού του σχεδίου, περιλαμβανομένης τής βάσης στην Καρπασία.

 

Αυθημερόν ο ίδιος ο Υπουργός Εξωτερικών Ντην Ρασκ απευθυνόταν (D.S., C.F., POL 27 CYP, 479  secret – 176 Κ.Π.) προς τον Ντην Άτσεσον στη Γενεύη με ενημέρωση στους πρέσβεις Αθηνών, Άγκυρας και Λονδίνου: «Μετά από μια μακρά τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ρέυμοντ Χέαρ σήμερα στις 4.00 το πρωί και το αβέβαιο αποτέλεσμα τής τελειωτικής του προσπάθειας με τον Ινονού, συμπέρανα με λύπη μου ότι, ο σκοπός για τον οποίο βάλαμε μπροστά τις συνομιλίες τής Γενεύης, έχει ολοκληρώσει τον κύκλο του.

          »Για να διασωθούν οι οποιεσδήποτε εναπομείνασες δυνατότητες,  προτείνω την ακόλουθη σειρά ενεργειών και θα ήθελα τα σχόλιά σας:

          1. Ο Λαμπουίς στην Αθήνα να πει στην Ελληνική Κυβέρνηση ότι στάθηκε αδύνατο να πεισθούν οι Τούρκοι να δεχθούν οτιδήποτε λιγότερο από τη Βάση στη Χερσόνησο τής Καρπασίας και είναι, μάλιστα, αμφίβολο αν τη δέχονται με ενοίκιο.

          2. Πάντως, δεν είμαστε διατεθειμένοι να αφήσουμε τα πράγματα να παρασυρθούν μέχρι τού σημείου όπου η Κύπρος θα μετατραπεί σε ακόμα μια Κούβα, πράγμα που είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα συμβεί αν το καθεστώς Μακαρίου συνεχίσει να ελέγχει μιαν ανεξάρτητη Κύπρο.

          3. Ως εκ τούτου, σκεφτόμαστε να πούμε στην Ελληνική Κυβέρνηση ότι, θα πρέπει να προχωρήσει με τα σχέδια της για την πραγματοποίηση τής Ενώσεως, κι ότι εμείς  αναλαμβάνουμε την ευθύνη, αν το κατορθώσει μέσα σε λογικά σύντομο χρονικό διάστημα, ώστε ούτε οι Τούρκοι ούτε οποιαδήποτε άλλη εξωτερική δύναμη  να επέμβει με στρατιωτική ενέργεια.

          4. Οι όροι γι’ αυτή την προσφορά είναι:

          (α) Να αναλάβει η Ελληνική Κυβέρνηση, μετά την ολοκλήρωση τής Ενώσεως, να διαπραγματευθεί ταχέως και με καλή πίστη την αμοιβαία ακύρωση των Συμφωνιών Εγγυήσεως και Συμμαχίας.

          (β) Στη διάρκεια αυτής τής διαπραγμάτευσης, η Ελληνική Κυβέρνηση θα πρέπει ν’ αναλάβει ως ελάχιστη προσφορά στους Τούρκους και ως αντάλλαγμα για την κατάργηση των Συμφωνιών, δύο σημαντικές παραχωρήσεις.

          (γ) Η πρώτη είναι να διαβεβαιώσει τον Τ/κυπριακό πληθυσμό για τα μειονοτικά του δικαιώματα στη μορφή που τα έχει αναπτύξει ο Ντην Άτσεσον.

          (δ) Η δεύτερη είναι να αναλάβει η Ελληνική Κυβέρνηση να παραχωρήσει στην Τουρκική Κυβέρνηση ένα συμβόλαιο ενοικίασης 50 χρόνων μιας κατάλληλης περιοχής, η οποία αμοιβαίως θα συμφωνηθεί με τη συμβουλή τού Ανωτάτου Αρχηγείου Συμμαχικών Δυνάμεων Ευρώπης.

          5. Εφόσον η Ελληνική Κυβέρνηση θα είναι, ίσως, απρόθυμη να διαπραγματευθεί τώρα αυτές τις παραχωρήσεις ενόψει απουσίας ταυτόχρονης τουρκικής συναίνεσης, μπορούμε να τους υποδείξουμε ότι, χωρίς συνεννόηση με την Τουρκική Κυβέρνηση, μια μετα-ενωσιακή Κύπρος θα έχει να αντιμετωπίσει δύσκολα προβλήματα. Για παράδειγμα, θα είναι αντιμέτωπη με την παρουσία τής ΤΟΥΡ.ΔΥ.Κ., την οποία αναμφίβολα η Τουρκική Κυβέρνηση θα επιμένει να διατηρήσει με τους όρους τής Συμφωνίας Συμμαχίας, εκτός κι αν η νομικίστικη πλευρά μπορεί να διευθετηθεί με κάποια συμφωνία. Η μονάδα αυτή, τα δικαιώματα που απορρέουν από το άρθρο 4 τής Συνθήκης Εγγυήσεως και άλλα προβλήματα που απορρέουν από άλλες πρόνοιες, μπορούν να κάμουν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις πολύ δύσκολες. Αυτή θα ήταν η πραγματικότητα, αν και η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών θα μπορούσε να περάσει ένα ψήφισμα που να καλεί τούς Τούρκους να εγκαταλείψουν τα δικαιώματά τους και να φύγουν από την Κύπρο.

          »Όσον αφορά την Άγκυρα η εισήγηση είναι να γίνουν οι ακόλουθες ενέργειες:

          (1) Ο Χέαρ να πει στον Ινονού ότι, λυπάται που η Τουρκική Κυβέρνηση δεν δέχθηκε την πρότασή μας και ότι η Τουρκία πιθανόν δεν θα μπορέσει ποτέ ξανά να εξασφαλίσει μια τέτοια συμφωνία.

          (2) Η κυβέρνηση των ΗΠΑ, πάντως, δεν είναι διατεθειμένη ν’ αφήσει την Κύπρο να γίνει ακόμα μια Κούβα.

          (3) Ειδοποιούμε, λοιπόν, την Τουρκική Κυβέρνηση, ότι ενθαρρύνουμε την Ελληνική Κυβέρνηση να πραγματοποιήσει την Ένωση και προτιθέμεθα να τούς εγγυηθούμε ότι αυτό θα επιτευχθεί χωρίς εξωτερική επέμβαση από πουθενά.

          (4) Την ίδια στιγμή επιμένουμε και το θέτουμε ως όρο γι’ αυτή την εγγύηση προς την Ελλάδα, ότι η Ελληνική Κυβέρνηση θα πρέπει να συμφωνήσει με το περιεχόμενο τής παραγράφου 4 πιο πάνω.

          »Το πλεονέκτημα αυτής τής γραμμής δράσης για την Τουρκική Κυβέρνηση είναι ότι δεν απαιτείται από αυτή να συμφωνήσει σε τίποτε. Θα τής κοινοποιηθεί απλώς ότι αναμένουμε να αποσυρθεί από την υπόθεση τής Κύπρου και ότι προτιθέμεθα να συγκεντρωθούμε ξανά στα μεγάλα θέματα που συνδέουν την Τουρκία με τη Δυτική Συμμαχία. Θα έχουμε μιαν ιδέα των κινδύνων που υπάρχουν με την παραχώρηση εγγυήσεων προς τούς Έλληνες ότι θα αποσυρθούν οι Τούρκοι, μετά την επίσκεψη τού στρατηγού Πόρτερ στην Άγκυρα μέσα στις επόμενες δυο-τρεις μέρες. Ιδιαίτερα θα ήθελα τα σχόλια τού Ρέυμοντ Χέαρ πάνω σε αυτό.

          »Για τον επιμερισμό αυτών των κινδύνων και για να υπογραμμίσουμε με αποφασιστικότητα την πρόταση αυτή, θα μπορούσαμε να σκεφτούμε και τη σύνδεση των κυβερνήσεων τού Ηνωμένου Βασιλείου, της Γερμανίας και της Ιταλίας με αυτή μας την ενέργεια.

          »Αν η απάντηση των Ελλήνων είναι θετική και οι Τούρκοι συναινέσουν σιωπηρώς, ίσως θα ήθελες να σταματήσεις στη Ρώμη, τη Βόνη και το Λονδίνο επιστρέφοντας στις ΗΠΑ και να προσπαθήσεις να τούς φέρεις μαζί μας.

          »Στο μεταξύ, πιστεύουμε πως θα βοηθούσε αν μπορούσες να μείνεις ακόμα λίγες μέρες στη Γενεύη, μέχρι να επεξεργαστούμε πλήρως όλες τις δυνατότητες αυτής τής λύσης. Αυτό θα μείωνε στο ελάχιστο τις δυνατότητες μιας ξαφνικής  αίσθησης συναγερμού, ως αποτέλεσμα τού τερματισμού των συνομιλιών στη Γενεύη. Επιπλέον, η αναχώρησή σου σε αυτό το σημείο από τη Γενεύη, θα μπορούσε σε μεγάλο βαθμό να ενθαρρύνει τον Μακάριο και τους Έλληνες να πάρουν μια θέση ακόμα πιο κωλυσιεργό. Η συνέχιση τής παρουσίας σου, από την άλλη, θα μπορούσε να ενισχύσει τη γενική κατάσταση ενώ οι Έλληνες και οι Τούρκοι ασχολούνται με τις τελικές τους διευθετήσεις.

          »Για την ετοιμασία των ανωτέρω εισηγήσεων προφανώς λάβαμε υπόψη την επιστολή Παπανδρέου προς Άτσεσον (L.B.J. Library, N.S.F., Country File, Box 122, Cyprus, Vol. 14, 381 secret – 169 Κ.Π.), η οποία ενθαρρύνει κάπως τη σειρά ενεργειών που προτείνουμε.

          »Θα το εκτιμούσα πολύ να έχω τις αντιδράσεις όλων των παραληπτών πάνω σε αυτή την πρόταση.»  

Την επομένη το πρωί, Κυριακή 24 Αυγούστου, ο Λαμπουίς από την Αθήνα όχι μόνο συμφώνησε, αλλά και υπερθεμάτισε (L.B.J. Library, N.S.F., Country File, Box 122, Cyprus, Vol. 14, 387 secret – 178 Κ.Π.), λέγοντας πως «για να αντιμετωπισθεί η σκληρή αντίσταση τού Μακαρίου και των οπαδών του -ΕΣΣΔ, κομμουνιστών, δημοσίων υπαλλήλων, συμφέροντα ορισμένων εμπόρων- και για να κερδηθεί το δημοψήφισμα υπέρ τής Ενώσεως, ο Παπανδρέου δεν έπρεπε ν’ αναλάβει καμμία δέσμευση απέναντι στους Τούρκους εκτός από προσφορά καταλλήλων εγγυήσεων για τη μειονότητα και υπόσχεση συζητήσεων με στόχο την αναθεώρηση τού συνόλου των ελληνοτουρκικών σχέσεων, περιλαμβανομένης τής ασφάλειας τής ανατολικής Μεσογείου.» Θα έπρεπε, μάλιστα, κατά τον Λαμπουίς να σταματήσει αμέσως ο Ρέυ Χέαρ -γνωστός για τις διπλωματικές του ικανότητες- να προσπαθεί να πείσει τους Τούρκους να δεχτούν βάση με ενοίκιο στην Καρπασία, γιατί θα ήταν τρομερό να… δέχονταν επιτέλους! Οι συνέπειες θα ήταν απρόβλεπτες. Όλες οι προσπάθειες και οι πιέσεις στην Ελλάδα θα έπρεπε να αρχίσουν ξανά μετά τη χωρίς όρους Ένωση!

Η εισήγηση τού Λαμπουίς ήταν, επίσης, ν’ αργήσουν όσο γίνεται να ειδοποιηθούν οι Τούρκοι (ο Παπανδρέου και ο Γαρουφαλιάς τού είπαν ότι θα έπαιρνε λίγες μέρες να πραγματοποιηθεί η Ένωση χωρίς όρους), και από τούς άλλους ήταν καλό να συμμετάσχουν ενεργώς μόνο οι Βρετανοί! Και τελειώνοντας επαναλάμβανε: «Εν ολίγοις, αν πρόκειται ν’ αποκλείσουμε την ΕΣΣΔ από την Κύπρο, πιστεύω θα ήταν άσοφο εκ μέρους μας να πιέσουμε τον Παπανδρέου να αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις, που το μόνο που θα κατάφερναν είναι να μειώσουν τις πιθανότητες επίτευξης τής Ένωσης. Δεδομένων των σημερινών συνθηκών, μόνο η ‘άνευ όρων Ένωση’ σε συνδυασμό με τις ελληνικές δυνάμεις και τους ενωτικούς στην Κύπρο, είναι σε θέση να νικήσουν την πιθανόν εις μεγάλο βάθος προετοιμασμένη άμυνα τού Μακαρίου.»

Διαφορετική, αν και όχι πλήρως αρνητική απάντηση (αφού η Κυβέρνησή του σκεφτόταν αλλιώς) θέλησε να εκφράσει ο Αμερικανός πρέσβης στην Άγκυρα, Ρέυμοντ Χέαρ, επίσης στις 24 Αυγούστου (L.B.J. Library, N.S.F., Country File, Box 122, Cyprus, Vol. 1, 370 secret – 179 Κ.Π.). ΄Εδειξε να διαφωνεί με την ιδέα τής «άμεσης Ένωσης» και να προσπαθεί να δικαιολογήσει τούς «αδικημένους» Τούρκους, οι οποίοι, προειδοποιούσε «θα έρθει η στιγμή που θ’ αντιδρούσαν βίαια αν τους πλησιάζαμε ξανά με τη μάσκα τού χλωροφόρμιου»! («…patient will react violently when he sees chloroform mask being prepared again»). Από την άλλη κατηγορούσε την Ελληνική Κυβέρνηση ότι δεν ήταν σε θέση να  εφαρμόσει την Ένωση, επιβεβαιώνοντας έτσι ότι επρόκειτο για άνευ όρων Ένωση. Οι Τούρκοι, συμπλήρωνε, υποψιάζονταν την Αμερικανική Κυβέρνηση ως «μεσίτη των συμφερόντων τής Ελλάδας», («brokers for Greece») εφόσον υπήρχε και θέμα παραβίασης τής «νομιμότητας», κατά τον Ινονού, επειδή ενθάρρυνση τής Ένωσης αποτελούσε και «παραβίαση των Συμφωνιών τής Ζυρίχης»! Όσο δε αφορά την πρόθεση των ΗΠΑ να εγγυηθούν την επίτευξη τής Ένωσης «χωρίς εξωτερική επέμβαση από πουθενά», αυτό αποτελούσε σκέτη απειλή ότι πιθανόν να χρησιμοποιείτο εναντίον τής Τουρκίας ο 6ος Στόλος! Περίπου απολογούμενος για την  φιλοτουρκική, απρόσμενη αντίδρασή του, ο Χέαρ, χαρακτήρισε ο ίδιος το τηλεγράφημά του ως προϊόν «άμεσης αντανακλαστικής σκέψης», που αποτελούσε, όμως, δείγμα, έγραφε, τής ίδιας αντίδρασης στο πολλαπλάσιο σε τουρκικά μυαλά. Τέλειωσε, πάντως, το τηλεγράφημά του με την παρατήρηση ότι, «οι Τούρκοι δεν θα αλλάξουν βέβαια στρατόπεδο από τη μια στιγμή στην άλλη, αλλά δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι στόχος των Σοβιετικών δεν είναι ακριβώς η Κύπρος, αλλά να χρησιμοποιήσουν την Κύπρο σαν μέσο αποσύνδεσης τής Τουρκίας από τη Δύση, ώστε να απαλλαγούν από τις αμερικανικές εγκαταστάσεις στην Τουρκία».

Το γεγονός παρέμενε ότι ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Ντην Ρασκ αποφάσισε, με την συγκατάθεση τού Προέδρου των ΗΠΑ, Λύντον Τζόνσον, να επιτρέψουν στην Ελλάδα να προσαρτήσει αμέσως την Κύπρο (ήδη κατειλημμένη και οχυρωμένη από τα ελληνικά στρατεύματα και την Εθνική Φρουρά με Ανώτατο Διοικητή τον Γεώργιο Γρίβα-Διγενή), και μετά να επιδιώξει μια συμφωνία με την  Τουρκία παραχώρησης επί ενοικίω βάσης για κάποια χρόνια. Κι επειδή η απάντηση τής Τουρκίας είχε ήδη γίνει γνωστή και ήταν αρνητική, το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ έδωσε και σε αυτό το σημείο συμβουλές στην Ελλάδα και πήρε αποφάσεις ώστε να μην υπάρξει περαιτέρω σύγκρουση.

Την άποψή του εξέφρασε και ο Αμερικανός πρέσβης στο Λονδίνο Ντέηβιντ Μπρους το απόγευμα τής 24ης Αυγούστου (L.B.J. Library, N.S.F., Country File, Box 122, Cyprus, Vol. 14, 911 secret – 180 Κ.Π.). Ανησυχούσε βαθύτατα, έγραψε, «από τις επιπτώσεις πιθανής χρήσης αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων εναντίον των Τούρκων» και για το γεγονός ότι ο Ινονού θα έμενε εκτεθειμένος απέναντι στους στρατιωτικούς και στον λαό του. Παραδεχόταν, όμως, πως ό,τι ήταν δυνατό να γίνει από διπλωματικής απόψεως για να εξευρεθεί μια λογική διευθέτηση, είχε γίνει. Η διπλωματική διαπραγμάτευση που προηγήθηκε δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερη και παραδεχόταν ότι θα πρέπει να απαλλαχθούν οι ΗΠΑ από τον Μακάριο με οποιοδήποτε τρόπο και να επιτύχουν την Ένωση. Τελειώνοντας επαναλάμβανε ότι οι Βρετανοί μπορεί να θωρούσαν την Ένωση επιθυμητή αλλά όχι τόσο σημαντική όσο τη διατήρηση τής Τουρκίας στο ΝΑΤΟ. Πάντως, εφόσον οι Αμερικανοί θα προχωρούσαν με το σχέδιο τους, το καλύτερο που θα μπορούσαν να περιμένουν από τούς Άγγλους, που ανησυχούσαν και για το μέλλον των βάσεών τους στο νησί, ήταν μια «δύσπιστη αδράνεια» («sceptical inaction»). Και εισηγείτο, στον δρόμο του για τις ΗΠΑ ο Άτσεσον να περάσει από το Λονδίνο για να κατευνάσει τις αγγλικές αμφιβολίες για τη «σοφία τού εγχειρήματος.»

Ακόμα μια έγκυρη επιβεβαίωση τής αμερικανικής απόφασης για άμεση Ένωση χωρίς όρους και χωρίς δεσμεύσεις υπό την προστασία τού 6ου Στόλου, αποτελεί η πιο κάτω επίσημη, γραπτή αντίδραση των Άγγλων. Το έγγραφο του Φόρεϊν Όφφις  nο. 10368 – 181 Κ.Π. της Δευτέρας 25 Αυγούστου 1964 δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο βιβλίο Fanoula Argyrou «Conspiracy or Blunder», Nicosia 2000, σ. 196. Μεταφράζεται στα ελληνικά ολόκληρο εδώ:

          «Επείγον. Προς Ουάσινγκτον, προς την βρετανική αποστολή στη Γενεύη (Λόρδο Χούντ) και, επίσης, προς στους πρέσβεις Αθηνών, Άγκυρας, Λευκωσίας, Βρετανό Αντιπρόσωπο στο ΝΑΤΟ και βρετανική αποστολή στη Νέα Υόρκη (ΟΗΕ).

          »Παρακαλώ να πείτε στον κ. Μπωλ ότι βλέπουμε σοβαρούς κινδύνους στην επιμονή πραγματοποίησης τής Ενώσεως τώρα χωρίς να προηγηθεί τουρκική συμφωνία ως προς τούς όρους. Η Κυβέρνηση τής Αυτής Μεγαλειότητος δεν θα μπορούσε, σε καμία περίπτωση, να συνδεθεί με μια τέτοια κίνηση ή να λάβει μέρος σε οποιαδήποτε προσπάθεια να πεισθεί η Τουρκία να συμφωνήσει. Οι λόγοι που έχουμε γι’ αυτό είναι: -

          (α) Είμαστε συν-εγγυητές με την Ελληνική και την Τουρκική Κυβέρνηση των Συμφωνιών για την Κύπρο και, έχοντας υπογράψει αυτές τις Συμφωνίες, δεν μπορούμε να συνδεθούμε με την ενθάρρυνση τού ενός ή του άλλου από τα άλλα δύο μέρη να ανατρέψει μονομερώς τις Συμφωνίες εις βάρος τού άλλου. Προς τούτο, στη διάρκεια τής επισκέψεως τού κ. Ινονού τονίσαμε στο κοινό ανακοινωθέν, ότι ‘οι υπάρχουσες Συμφωνίες εξακολουθούν να ισχύουν, όπως και οι ‘ευθύνες μας… βάσει τής Συνθήκης Εγγυήσεως. Το γεγονός ότι η Κύπρος ανήκει στην Κοινοπολιτεία υπογραμμίζει ακόμα περισσότερο την ευθύνη μας.

          (β) Ενόψει των προηγούμενών μας πρωτοβουλιών για να μεταπείσουμε την Τουρκία από το να ασκήσει εκείνα που θεωρεί δικαιώματά της βάσει τής Συνθήκης Εγγυήσεως, αδυνατούμε να δούμε πώς θα ήταν δυνατό να δικαιολογήσουμε στους Τούρκους τη σειρά ενεργειών που τώρα σχεδιάζει ο κ. Μπωλ. Δικαιολογημένα οι Τούρκοι μπορούν να ισχυρισθούν ότι έχουν ήδη προχωρήσει πολύ στην οδό τού συμβιβασμού επιδεικνύοντας διάθεση αποδοχής τής Ενώσεως υπό συγκεκριμένους όρους. Δεν θα είχαν λόγους να υποθέσουν ότι από τη στιγμή που θα πραγματοποιηθεί η Ένωση με τον τρόπο που σχεδιάζεται τώρα, θα είχαν οποιαδήποτε λογική πιθανότητα να εξασφαλίσουν τις ελάχιστες από τις απαιτήσεις τους σε απευθείας διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα. Αν, λοιπόν, η Ελλάδα ενθαρρυνόταν τώρα να προχωρήσει με τον τρόπο που σχεδιάζεται και ασκείτο πίεση πάνω στην Τουρκία να μην επέμβει, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα το θεωρούσε ως πράξη προδοσίας εκ μέρους τής Δύσεως.

          (γ) Κάτω από τέτοιες συνθήκες κρίνουμε ότι, το ελάχιστο που θα έκαμνε η Τουρκία είναι να επανεξετάσει τη σχέση της με το ΝΑΤΟ, το ΣΕΝΤΟ και τη Δύση. Οποιαδήποτε φυσική απόπειρα (π.χ. από τον 6ο Στόλο) να παρεμποδισθεί μια τουρκική επέμβαση, θα ήταν, βέβαια, πιθανόν να έχει ακόμα σοβαρότερες επιπτώσεις. Αν, από την άλλη, ο κ. Ινονού έμενε εντελώς αδρανής, είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα ανατρεπόταν και είναι αδύνατο να υπολογίσει κανείς τι είδους σχήμα θα είχε ένα διάδοχο καθεστώς. Ενώπιον αυτών των κινδύνων, όσον αφορά εμάς, δεν θεωρούμε ότι η Κύπρος αποτελεί ένα ‘υπερέχον μέλημα’, αν και είναι σημαντικό.

          2. Για όλους αυτούς τούς λόγους ελπίζουμε ότι ο Στρατηγός Πόρτερ θα είναι ιδιαίτερα διακριτικός στις βολιδοσκοπήσεις του με τους Τούρκους στρατιωτικούς. Αν τους κάμει νύξη των τελευταίων σκέψεων τού κ. Μπωλ αυτό είναι πολύ πιθανόν ν’ αυξήσει τις δυσκολίες τού κ. Ινονού στις προσπάθειες που καταβάλλει να διατηρήσει μια πολιτική μετριοπάθειας.

          3. Ο Λόρδος Χουντ θα πρέπει να μιλήσει σύμφωνα με τα πιο πάνω στην πρώτη παράγραφο στον κ. Άτσεσον.

          4. Επειδή υπάρχει κάποιος κίνδυνος αποσυγχρονισμού μας με τις ΗΠΑ επί των βασικών μας στόχων και μεθόδων, θα πρέπει να εισηγηθείτε στον κ. Μπωλ ότι δυνατόν να υπάρχει πλεονέκτημα σε μια συνάντηση μεταξύ μας, αν μπορεί να διευθετηθεί.»

Αυτοί ήταν οι δισταγμοί των Άγγλων στις 25 Αυγούστου, όταν από τις 20 Αυγούστου η Ελλάδα είχε εισηγηθεί την άμεση κήρυξη της Ένωσης στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο. Αν ο Αρχιεπίσκοπος συναινούσε αμέσως, όπως είχε υποχρέωση να κάμει απέναντι στην Ιστορία και στους αγώνες του Κυπριακού Λαού και καλούσε τον λαό και την Εθνική Φρουρά σε παλλαϊκή ετοιμότητα μαζί με τις ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις για αντιμετώπιση οποιασδήποτε τουρκικής ενέργειας, το πιο πάνω έγγραφο 10368 τού Φόρεϊν Όφφις δεν θα συντασσόταν ποτέ. Η Ένωση θα ήταν ένα τετελεσμένο γεγονός, ένα fait accompli, όπως το έλεγαν και το περίμεναν οι Τούρκοι, η Κύπρος σήμερα θα ήταν ακόμα ένα νησί μιας πολύ πιο ισχυρής Ελλάδος και δεν θα ακολουθούσαν όλα τα δεινά που ακολούθησαν με μεγαλύτερο απ’ όλα τον κίνδυνο κατά της επιβίωσης τού ελληνισμού στην Κύπρο.

 

Εργογραφία Άντη Ροδίτη

"4 διηγήματα", 1972, κρατικό βραβείο νέου λογοτέχνη.

"Νουβορδία", νουβέλα, 1975.

"Το Δένδρο, η Συνωμοσία και Άλλα", Αιγαίον 1983.

"Και Ψάλλει Έ και ψάλλει ΝΩ", ποιήματα 1994.

"Την Ελλάδα θέλομεν και ας τρώγωμεν πέτρες", χρονικό-μαρτυρία, ΕΣΤΙΑ 2006.

"Το Εφαλτήριο", ποιήματα, Αιγαίον 2007.

"Ο Συγγραφέας", μυθιστόρημα 2008.

"Coco-de-mer", ποιήματα 2008.

"Δέκα χιλιάδες μέλισσες", μυθιστόρημα αληθινών γεγονότων, Αρμός 2010, κρατικό βραβείο πεζογραφίας.

"Κουράγιο Πηνελόπη", έρευνα-χρονικό, Αρμός 2013.

"Γκρόσσκνεχτ", θεατρικό, 2014.

"Φράνκ και Στάιν", θεατρικό, 2014.

"Τα Γράμματα στη Μητέρα του Κώστα Μόντη", λογοτεχνική μελέτη, Αρμός 2015.

"Οι Σκαλαπούνταροι της Στέλλας", λογοτεχνική μελέτη, Αρμός 2016.

"Ω, Έρημος", ποιήματα, 2016.

«Εγκώμια στην παρακμή των Ελλήνων του πνεύματος», άρθρα, μελέτες, δοκίμια, Αρμός, 2018. 

"ΜΥΘΟρΗΜΑ", μυθιστόρημα αληθινών γεγονότων, Αρμός 2019, βιβλίο της χρονιάς ΕΠΟΚ.

"Διαβάζοντας τη συλλογή του Στέφανου Παντελίδη 'Εκεί που δεν με σπέρνουν'», λογοτεχνική μελέτη, Λευκωσία 2019.

"Το Χάσμα", κριτική αρθρογραφία, 2019

"Το κατά Λουκάν ευαγγέλιο", μεταγραφή στη νεοελληνική του Ευαγγελίου τού Αποστόλου Λουκά, Αρμός 2020.

«Ο Βράχος και τα Τέσσερα Κουαρτέτα τού T.S. Eliot» στα ελληνικά, Αρμός 2021.

 Λευκωσία, Ιούλιος 2021

Τίτλος: ΠΩΣ ΤΟ «ΣΧΕΔΙΟ ΑΤΣΕΣΟΝ» ΤΟΥ ΙΟΥΛΙΟΥ-ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1964

                 ΚΑΤΕΛΗΞΕ ΑΠΟ ΔΙΧΟΤΟΜΙΚΟ ΣΕ ΞΕΚΑΘΑΡΑ ΕΝΩΤΙΚΟ

© Άντης Ροδίτης

Τ.Θ. 20651, 1661 Λευκωσία.

Ηλεκτρονική διεύθυνση: a.r@eleftherianews.net

                                                                    ISBN 978-9925-7599-1-0