Το τέταρτο μυθιστόρημα της Αντιγόνης Μοδέστου
τετραλογίζει τον κύκλο της κοινωνικής μυθιστοριογραφίας
Της Χρυσόθεμις Χατζηπαναγή Μετά τα προηγούμενα μυθιστορήματα «Ζήτημα ζωής και θανάτου»(1999), «Θέλω να ζήσω μαζί σου»(2005) και «Το κόστος της ζωής»(2010), που συνιστούν συνεκτική τριλογία με ουσιαστικούς και ρηματικούς όρους απομυθοποίησης της ζωής κάτω από το στέρεο μυθοπλαστικό προκάλυμμα της Αντιγόνης Μοδέστου, το τέταρτο μυθιστόρημά της «απαράμιλλη δύναμη», από τις ελλαδικές εκδόσεις Εξάντας το 2017, θα λέγαμε ότι τετραλογίζει τον κύκλο της κοινωνικής της μυθιστοριογραφίας. Η συγκομιδή, συμμετρικώς επαρκής για τέσσερα πολυσέλιδα, πολύπτυχα και καλογραμμένα μυθιστορήματα σε διάστημα δεκαοχτώ χρόνων, καταδεικνύει τον σεβασμό της συγγραφέως στο απαιτητικό αυτό είδος της καλής πεζογραφίας σε αντιβολή με την επιχωριάζουσα στις μέρες μας επιπόλαιη έως άτεχνη γραφή μαζικής παραγωγής.
Μια άλλη λοιπόν επάλληλη εγγραφή πληθωρικής σύλληψης στη συνεχώς διευρυνόμενη ανακύκληση της ομόκεντρης συγγραφικής της κατάθεσης με επίκεντρο και πάλι την ίδια τη ζωή του χτεσινού και σημερινού ανθρώπου στις αέναες αναζητήσεις και στις διαχρονικές διαδρομές του, αλλά και στις δαιμονικές δολοπλοκίες μέχρι τις ανενδοίαστες απανθρωπίες του. Τα αρχικά «α» και «δ» μιας διαγραμματικής θεματικής αποτίμησης, που εμφατικά σχηματοποιούν τα πρώτα γράμματα των λέξεων του τίτλου στην υπαινικτική τους πολυσημία, καθώς αποτυπώνονται με τη διχρωμία της εναλλαγής του λευκού και του κόκκινου στο μαύρο φόντο του εξωφύλλου. Η δύναμη του ανθρώπου στους κοινούς τόπους της ολέθριας και αυτοκαστροφικής της επενέργειας είτε της δημιουργικής της πρόσληψης, που αποβαίνει «απαράμιλλη» με τη νίκη εν τέλει του καλού επί του κακού, ήτοι με την παντοδυναμία της αγάπης απέναντι στις υποχθόνιες πλεκτάνες της φαυλότητας και τις φρικαλέες εκφάνσεις ενός απύθμενου ανθρωποκτόνου μίσους.
Τα 16 κεφάλαια, που συναρθρώνουν τις 407 σελίδες του βιβλίου, προϊδεάζονται με οιονεί προμετωπίδες ποιητικών και πεζών αποσπασμάτων από έργα Ελλήνων συγγραφέων· ενώ οι ενδεικτικοί του περιεχομένου τίτλοι υποτιτλίζονται με τους τόπους και τις χρονολογίες εξέλιξης των δρώμενων, που δεν ακολουθούν, ως επί το πλείστον, ευθύγραμμη τροχιά, αλλά εγκιβωτίζουν αναδρομικές αφηγήσεις από τις αρχές του περασμένου αιώνος και εντεύθεν, φωτίζοντας κομβικά σημεία μέχρι το 2011 των αληθινών ιστοριών, σύμφωνα με την εκ προοιμίου δήλωση της συγγραφέως. Ίσως, να πρόκειται όμως για αληθοφανείς πλασματικές εξιστορήσεις ή έστω έντεχνες μεταμφιέσεις πραγματικών γεγονότων, που στοιχειοθετούν τις ρεαλιστικές συνιστώσες σε ενιαία συνύφανση στον ιστό της πλοκής τους μέσα από την αυτοτέλεια των επί μέρους σκηνικών επεισοδίων με τους ρυθμούς έντονης κινηματογραφικής ροής.
Την τριτοπρόσωπη αφήγηση ζωντανεύουν οι κατά εποχές και τόπους κοινωνικο-ιστορικές αναφορές και οι ψυχογραφικές περιγραφές των χαρακτήρων στη γενεαλογική πολυπροσωπία τεσσάρων γενεών, όπως και οι ασθματικοί τους διάλογοι, ενίοτε στο κυπριακό ιδίωμα. Η προώθηση επίσης της δράσης, που απηχεί σε πολλά σημεία της εκτύλιξής της τεχνικές αστυνομικού θρίλερ, επιτυγχάνεται με την αγωνιώδη αναμονή της ανατρεπτικής συνέχειας μέσα από το ευρηματικό τέχνασμα της ανάγνωσης μιας αινιγματικής επιστολής, διακριτής στο παρένθετο κείμενο της πλαγιογράμματης απόδοσής του.
Τη φιλοσοφία, ωστόσο, του μυθιστορηματικού πυρήνα ως προς τη ζωή και τις αλλεπάλληλες ιστορίες των ανθρώπων διατυπώνει η ίδια εντός του μυθιστορήματος: «Όλοι μας έχουμε δεχθεί το μεγαλύτερο δώρο: τη ζωή. Και γι’ αυτήν είσαι υπόλογος. Γι’ αυτό και η ζωή του καθενός είναι ένας αγώνας. Οι παλιές ιστορίες μάς δίνουν την ευκαιρία να δούμε τα αποτελέσματα των επιλογών του κάθε ανθρώπου και να διαμορφώσουμε τη δική μας κατεύθυνση»(σ.264). Πολυδαίδαλες οι κατευθύνσεις των ηρώων/ηρωίδων εδώ και το διακύβευμα των πολλαπλών επιλογών τους είναι η ενσυνείδητη κατάκτηση της μιας και μόνης οδού, της ορθοκρισίας και της λυτρωτικής πίστης στη δύναμη του καλού καγαθού είτε, κατά τη μυθιστοριογράφο μας, στην «απαράμιλλη δύναμη». Προφανής η παραλληλία στο περίφημο απόφθεγμα του Αντόρνο «δεν υπάρχει σωστή ζωή στη λάθος», που συνοψίζει την άλλη προσφυή ετυμηγορία του: «Η μόνη φιλοσοφία, για την οποία, μπροστά στην απόγνωση, μπορεί ακόμη να αναληφθεί η ευθύνη, θα ήταν η απόπειρα να θεωρεί κανείς τα πράγματα έτσι, όπως θα παρουσιάζονταν από τη σκοπιά της λύτρωσης». Οι υπό τύπον γραμματοσήμου πίνακες στο εξώφυλλο, που απεικονίζουν παλαιότερα ή νεότερα εμβληματικά σημεία αναγνώρισης τεσσάρων πόλεων, της Αθήνας, της Λευκωσίας, της Αλεξάνδρειας και του Τελ Αβίβ, πυροδοτούν το έναυσμα σε περισσότερους προορισμούς περιήγησης, όπου εκδιπλώνεται η δράση, όπως σε διάφορες άλλες περιοχές της Κύπρου, στο Κάιρο, το Λονδίνο, το Πορτ Ελίζαμπεθ, στο Βερολίνο, σε νοερές ακόμη περιδιαβάσεις ώς τα πέρατα του κόσμου. Έτσι, το μυθιστόρημα-ποταμός της Α.Μ. δεν αποτελεί μόνο παλίμψηστο συνημμένων αφηγηματικών διαστρωματώσεων με αναπόσπαστους μα και απρόβλεπτους κρίκους συγγενικών ή ερωτικών δεσμών· οι πολυφωνικοί κελαρυσμοί του σε αντιστικτική συνήχηση μεταδίδουν ταυτόχρονα το στίγμα της οικουμενικής του διάστασης.
Σημειολογικά συγκεφαλαιώνουμε τους κυριότερους σταθμούς της υπόθεσης, επισημαίνοντας ορισμένους πυλώνες σε νευραλγικούς άξονες καίριων νοημάτων: Ο Αμερικανός Τζο, επιτυχημένος και βραβευμένος επιχειρηματίας στα ΜΜΕ, βρίσκεται ξανά από τη Νέα Υόρκη στην Αθήνα το 1996, μεταφέροντας εκεί τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες και επεκτείνοντάς τις μέχρι το Βερολίνο. Εμφανής η υπόμνηση των μιντιακών κολοσσών κατά τις προ κρίσεως δεκαετίες στην ευημερούσα ελλαδική πρωτεύουσα, όπου εντούτοις δεν εξέλιπε η φτώχια μέχρις επαιτείας. Παράδειγμα το θυματοποιημένο φτωχό κοριτσάκι από τις ζητιάνες θείες του, που ο Τζο το γνοιάζεται με αλτρουιστικά χριστιανικά αισθήματα, υποκατάστατα ως ένα βαθμό της στερημένης πατρότητάς του, καθώς στον γιο του Αλέξη δεν τολμά να φανερώσει τη σχέση τους, αφού βρέφος αναγκάστηκε να τον εγκαταλείψει στα χέρια της γιαγιάς του Αναστασίας. Η κόρη της Φωτεινή και γυναίκα του Τζο είχε τραυματιστεί θανάσιμα, ακολουθώντας τον σε μιαν επικίνδυνη δημοσιογραφική αποστολή του στα Ιεροσόλυμα. Ο έρωτας και η συζυγική πίστη εξυμνείται και στο πρόσωπο της δημοσιογράφου Γιούλης, της στενής συνεργάτιδας και δεύτερης συντρόφου του Τζο, που τον συντρέχει και τον εμψυχώνει, όταν κατηγορείται για παιδεραστία από τους συνωμοτικούς πλοκάμους του Καραμιχάλη, ο οποίος για ευνόητους λόγους επιζητεί την εξόντωσή του. Στον αντίποδα των ανθρωπιστικών και αγαπητικών αισθημάτων ο αδίστακτος αυτός Καραμιχάλης, που θέλει με κάθε δόλιο μέσο να οικειοποιηθεί την περιουσία της συζύγου του Αναστασίας, σπρώχνοντας κακόβουλα τον Αλέξη στις διασκεδάσεις της έκλυτης ζωής, με αποτέλεσμα να βιώσει τις συνέπειες ενός τραγικού συμβάντος με τη μεγάλη κυβισμού μοτοσυκλέτα του. Το αφυπνιστικό μήνυμα της συγγραφέως, χωρίς διδακτισμό στα σχετικά συμφραζόμενα, είναι εμφανές για την άσωτη ζωή μερικών νέων, τις εξαρτησιογόνες ουσίες, τα τροχαία δυστυχήματα και τις απαξιωτικές συμπεριφορές τους σε αρχές και ιδανικά· παρά τις στοργικές νουθεσίες, όπως ενσαρκώνονται στο πρόσωπο της μυθιστορηματικής της ηρωίδας, της τραγικής Αναστασίας. Ο ανεκπλήρωτος έρωτάς της είναι ο Γιάννης, ο βιολογικός παππούς του Αλέξη, που κατά τον Απελευθερωτικό μας Αγώνα του 1955-59 τον είχε προδώσει στους Άγγλους ο Καραμιχάλης όχι απλώς από αντιζηλία αλλά και εξ αιτίας εκδικητικού πατρογονικού μίσους.
Άκρως ενδιαφέρουσες οι σελίδες γύρω από τον περιπετειώδη βίο του πατέρα του Θεοδόση, που μεταναστεύει για μιαν καλύτερη τύχη στην Αλεξάνδρεια, τους δύσκολους εκείνους καιρούς στην αγγλοκρατούμενη Κύπρο. Αξιοσημείωτα επίσης και τα κεφάλαια που αφορούν στις ταξιδιωτικές εξορμήσεις του Αλέξη, όταν πεθαίνοντας η γιαγιά του τού αναθέτει μέσα από τη μυστηριώδη επιστολή. Για να είναι επάξιος κληρονόμος της σεβαστής περιουσίας, πρέπει ν’ αναζητήσει τις αληθινές καταβολές της ταυτότητας και της αυτοσυνειδησίας του. Όροι εντολής της διαθήκης είναι η συγγραφή του βιβλίου, όπου θα συνεχίσει ως οικογενειακή παρακαταθήκη την εξιστόρηση της γιαγιάς και της μητέρας του, με την ολοκλήρωση μιας σειράς ταξιδιών και συγκλονιστικών ανακαλύψεων στην Κύπρο και τη Μέση Ανατολή. Τα πραγματοποιεί με την Κατερίνα, τη στρατευμένη στο καθήκον της μάχιμης και ριψοκίνδυνης δημοσιογραφίας, αλλά και την ανυποχώρητη αγωνίστρια της ζωής, που παραδίδει στον Αλέξη μαθήματα ήθους και υπευθυνότητας. Η μεταμόρφωσή του είναι δεδομένη με τα θαυματουργικά γονίδια της καλής ανατροφής, προπάντων με τη μαγική δύναμη του έρωτα και την «απαράμιλλη δύναμη» της πραγματικής αγάπης. Χρυσόθεμις Χατζηπαναγή
Εφημερίδα "Ο Φιλελεύθερος" 18/6/2018
Αντιγόνη Μοδέστου