Tuesday, November 28, 2017

Η αβάσταχτη ελαφρότητα ενός Πρωθυπουργού

Γράφει ο Χαρίδημος Κ. Τσούκας*
Ο Αλ. Τσίπρας χωρίς γραβάτα 

Ο Αλέξης Τσίπρας χωρίς γραβάτα στο Λευκό Οίκο.
Τη θεωρεί πολύ «bourgeois», αλλά, κατά τα άλλα, λέει ότι εκπροσωπεί τη χώρα.
ΙΝΤΙΜΕΝΕWS/ΓτΠ/Andrea Bonetti

Τίποτα δεν θα μπορούσε να αποδώσει ακριβέστερα τη σοβαροφανή αμορφωσιά, την καφενόβια φρασεολογία και την παρεΐστικη νοοτροπία που δίνουν τον τόνο και σηματοδοτούν την κατάντια της χώρας, από το να έχει έναν άνθρωπο σαν τον Τσίπρα να την εκπροσωπεί διεθνώς

Πηγαίνει σε συναντήσεις κορυφής με άλλους ηγέτες χωρίς γραβάτα, σα να επισκέπτεται κομματική εκδήλωση, δεξίωση βάπτισης ή δείπνο φιλικού ζευγαριού.

Αδυνατεί να κάνει τις απαραίτητες διακρίσεις μεταξύ κοινωνικών συμφραζομένων (social contexts) και την ανάγκη που προκύπτει για διαφορετική ενδυμασία.

Δεν καταλαβαίνει ο κακόμοιρος ότι (και) το ρούχο σηματοδοτεί – δεν τους τα έμαθαν ποτέ στην ΚΝΕ αυτά, ενώ η «πολιτική επανάσταση» του Μάο, που τόσο θαύμαζε εκ τους ασφαλούς, του δίδαξε ότι η γραβάτα είναι αστική πολυτέλεια. (Οι «ταξικές» του αντιλήψεις δεν τον αποτρέπουν να στέλνει τα παιδιά του στο ακριβότερο ιδιωτικό σχολείο της χώρας, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία).

Ανοίγει το στόμα του να μιλήσει αγγλικά και ντρέπεσαι για λογαριασμό του – πρόκειται για εκείνο το συναίσθημα ντροπής (embarrassment για την ακρίβεια) που νοιώθεις όταν ένας στενός συγγενής σου είναι μισομεθυσμένος ή πέρδεται σε μια κοινωνική εκδήλωση.

Ο αμοραλιστής εαυτός του δεν φαίνεται μόνο από τα αναρίθμητα ψέματα που έχει πει και την ασύστολη δημαγωγία του, αλλά και από την απουσία του αισθήματος ντροπής. (Η βίωση της ντροπής δηλώνει άτομο με στοιχειώδη ηθική συγκρότηση, λένε οι ηθικοί φιλόσοφοι). Ο Τσίπρας δεν δείχνει να έχει μάθει να βιώνει αυτό το συναίσθημα (πρόκειται για ένα «bourgeois feeling»), γι’ αυτό και δεν κοκκινίζει ούτε, έστω, αυτοσαρκάζεται, όπως θα κάναμε οι περισσότεροι αν λέγαμε το απίστευτο «we have eaten the camel, now we must eat the queue». Δεν γνωρίζουμε την οικογενειακή ανατροφή του, αλλά η πολιτική αγωγή του δεν έχει καλλιεργήσει τέτοιου είδους συναισθηματική ευφυία.

Δεν απέκτησε τη μετα-γνωστική (meta-cognitive) ικανότητα να ξέρει ότι δεν ξέρει. Επιμένει να συνδιαλέγεται στα αγγλικά σε διεθνείς εκδηλώσεις, χωρίς να τον ενοχλεί η αυτο-γελοιοποίησή του, αν και, ομολογουμένως, παρέχει πολύτιμο παιδαγωγικό υλικό σε δασκάλους και γονιούς. (Οταν θέλω να πειράξω τις κόρες μου για τα Αγγλικά τους, με την προσδοκία ότι θα φιλοτιμηθούν να τα βελτιώσουν, τους λέω «ελάτε τώρα, αυτά είναι αγγλικά Τσίπρα, μπορείτε πολύ καλύτερα». Σε ευχαριστώ Αλέξη.).

Η συναισθηματική ακηδία του δεν παράγει έπαρση αλλά, εδώ είναι το ενδιαφέρον, συνοδεύεται με εκείνη τη γλώσσα του σώματος που προδίδει είτε υπερβολική χαλαρότητα (ελαφρά πλήξη και αδιαφορία – π.χ. συνάντηση με τον Ομπάμα), είτε το διαρκές χαμόγελο του ανθρώπου που θέλει να αρέσει στο συνομιλητή του (συνάντηση με Τραμπ).

Ο άνθρωπος που κατέχει το σημαντικότερο αξίωμα στη χώρα αισθάνεται άνετα στην καφετέρια (ή στην καντίνα του κόμματός του, καλύτερα), να κάνει πλάκα με την παρέα του (ή τους «συντρόφους» του), και να παπαρολογεί περί παντός απλωμένος σε τέσσερεις καρέκλες. Δυσκολεύεται, όμως, να αναπτύξει ένα συγκροτημένο επιχείρημα με βάθος, να πάρει συνεπείς αποφάσεις, να σταθεί με κύρος (πόσο μάλλον να διαλεχθεί και να διαπραγματευθεί) απέναντι στους ομοτέχνους του, στο αυστηρώς χορογραφημένο περιβάλλον της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής.

Φαντάζεστε πώς τον βλέπουν οι υπόλοιποι; Αν είσαι η Λαγκάρντ λ.χ. δεν θα νοιώσεις ότι έχεις απέναντί σου έναν γραφικό ανατολίτη που τα μισά που του λες δεν τα καταλαβαίνει, αλλά κουνά συγκαταβατικά το κεφάλι, μιλά πεζοδρομιακά αγγλικά που δεν κατανοείς, και, για να κρύψει την άγνοιά του, διαρκώς χαμογελά;

Η ηγεσία αποτυπώνεται τόσο στη γλώσσα όσο και στην εκφραστική του σώματος. Δεν είναι τυχαίο ότι μιλάμε μεταφορικά για ηγετικό ανάστημα. Τίποτα δεν θα μπορούσε να αποδώσει ακριβέστερα τη σοβαροφανή αμορφωσιά, την καφενόβια φρασεολογία και την παρεϊστικη νοοτροπία που δίνουν τον τόνο στα πανεπιστήμια, τα κόμματα, και τους δημόσιους οργανισμούς, σηματοδοτώντας, εν τέλει, την κατάντια της χώρας, από το να έχει έναν άνθρωπο σαν τον Τσίπρα να την εκπροσωπεί διεθνώς.
Μην θυμώνετε, όμως, συμπολίτες μου: όσοι τον ψηφίσατε (δύο φορές μάλιστα…) είδατε στην εικόνα του κάτι από τον δικό σας εαυτό… Ελπίζω, εσείς τουλάχιστον, να ντρέπεστε!

* Ο Χαρίδημος Κ. Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στα Πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick

Αλμπέρ Καμύ: Η Τέχνη δεν αντέχει τη λογική

Ιδρυτής του Theatre du Travail (1935), o Γάλλος φιλόσοφος, συγγραφέας και δημοσιογράφος, Αλμπέρ Καμύ χρωστά σχεδόν εξίσου τη φήμη του στα μυθιστορήματά του «Ο Ξένος» και «Η Πανούκλα», στα θεατρικά του έργα «Καλλιγούλας» και «Οι δίκαιοι» αλλά και στα φιλοσοφικά του δοκίμια «Ο Μύθος του Σίσυφου» και «Ο επαναστατημένος άνθρωπος». Έγραψε για την αναζήτηση του νοήματος στη ζωή και για την ανάγκη της εξέγερσης και τιμήθηκε με το Βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας το 1957.

Για τον βιογράφο του, Ολιβιέ Τοντ, ήταν ένας «επικίνδυνος συγγραφέας» αμφισβητώντας το ιδεολογικό δόγμα ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Ο Καμύ δεν αποδέχεται τον σουρεαλισμό, χαρακτηρίζοντάς τον παρωχημένο πνευματικό κίνημα, αλλά, αντιθέτως, αντιλαμβάνεται το παράλογο με την έννοια του αντιφατικού, του μη λογικού. Δεν θεωρεί λογικό εκείνον που σκέφτεται, αλλά εκείνον που αισθάνεται λογικά, αναφέροντας σ' ένα από τα πρώτα του άρθρα ότι «η Τέχνη δεν αντέχει τη λογική».

Από τα 47 χρόνια της ζωής του τα 27 τα έζησε στην Αλγερία και τα 20 στη Γαλλία. Γεννήθηκε 7 Νοεμβρίου 1913 και συστηνόταν ως «γιος ενός οιναποθηκάριου και μιας παραδουλεύτρας, ανιψιός βαρελοποιού». Ο πατέρας του, Λουσιάν, τραυματίστηκε στη μάχη της Μαρν κατά τη διάρκεια του ‘Α Παγκοσμίου Πολέμου και λίγο αργότερα πέθανε. Με τη μητέρα του είχε μία πολύ ιδιαίτερη σχέση. Χαρακτηριστικό είναι ότι της αφιέρωνε τα βιβλία του με την επισήμανση «σ΄ αυτήν που δεν θα μπορέσει να το διαβάσει ποτέ», γιατί ήταν αγράμματη.

Ο Καμύ ξεκινάει να γράφει πολύ νέος και τα πρώτα του κείμενα δημοσιεύονται στο περιοδικό Sud το 1932. Πήρε πτυχίο ανωτάτων σπουδών στη φιλολογία αλλά εξαιτίας της φυματίωσης δεν κατάφερε να περάσει τον διαγωνισμό πιστοποίησης που θα του επέτρεπε να ασχοληθεί με την εκπαίδευση (agrégation). Δύο χρόνια μετά την εγγραφή του στο κομουνιστικό κόμμα, το εγκαταλείπει, προσάπτοντάς του «ιδεολογικό απολυταρχισμό». Εκείνη την εποχή γράφει στα σημειωματάριά του: «Όσοι έχουν κάποιο μεγαλείο μέσα τους δεν κάνουν πολιτική». Εργάζεται στην εφημερίδα Front populaire (Το λαϊκό μέτωπο), του Πασκάλ Πια, όμως η έρευνά του με τίτλο «Μιζέρια της Καμπυλίας», συναντά αντιδράσεις και το 1940 η κυβέρνηση της Αλγερίας θα απαγορεύσει την εφημερίδα και θα φροντίσει να μη ξαναβρεί δουλειά ο Καμύ.

Τότε είναι που εγκαθίσταται στο Παρίσι και εργάζεται ως γραμματέας σύνταξης στην εφημερίδα Paris-Soir. Εκείνη την περίοδο θα δημοσιεύσει και τον «Ξένο» (1942) και τον «μύθο του Σίσυφου» (1942). «Ο Ξένος», η ιστορία ενός άντρα που δεν δείχνει κανένα συναίσθημα για το θάνατο της μητέρας του, που στη συνέχεια σκοτώνει έναν Άραβα, έγινε παγκόσμια εκδοτική επιτυχία. Σύμφωνα με την δική του άποψη περί ταξινόμησης του έργου του, αυτά τα έργα υπάγονται στον «κύκλο του παραλόγου», ο οποίος θα συμπληρωθεί με τα θεατρικά έργα «Η παρεξήγηση» και ο «Καλλιγούλας».

Το 1943 προσλαμβάνεται ως αναγνώστης από τον εκδοτικό οίκο Gallimard. Κατά την κατοχή της Γαλλίας από τους Ναζί, ο Καμύ υπήρξε ενεργός στην αντίσταση, γράφοντας και έχοντας την αρχισυνταξία για την παράνομη εφημερίδα Combat. Το λογοτεχνικό του έργο συνεχίζεται με τον «κύκλο της εξέγερσης», στον οποίο περιλαμβάνεται η «Πανούκλα» (1947) αλλά και άλλα έργα όπως «Οι δίκαιοι» (1949) και «Ο επαναστατημένος άνθρωπος» (1951).

Ο βιογράφος του γράφει για τη σχέση του με τη δημοσιογραφία: «Πολλοί συγγραφείς γεννιούνται από τη δημοσιογραφία. Αλλοι τόσοι θάβονται απ΄ αυτήν. Ο Καμύ ξεκινάει μια αντίστροφη κίνηση. Ξέρει ήδη να στήνει το σκηνικό, να τοποθετεί τα πρόσωπα. Το δίπλωμα της φιλοσοφίας του είναι χρήσιμο: αναζητεί το νόημα κάτω από τα γεγονότα».

Πολιτική και δημοσιογραφία έχουν αξίες ασύμβατες κατά τον Καμύ, καθώς ο πολιτικός αποκρύπτει την αλήθεια, ενώ ο δημοσιογράφος οφείλει να την ξεσκεπάσει, χαρακτηρίζοντας τον δημοσιογράφο «ιστορικό τού άμεσου».

Επισκέφθηκε την Ελλάδα στις 28 Απριλίου 1955 και είχε δώσει διάλεξη στο Γαλλικό Ινστιτούτο της Αθήνας. Τη συζήτηση αποτύπωσε στο μαγνητόφωνο ο ποιητής Ανδρέας Εμπειρίκος.

Εκείνη την εποχή, οι μνήμες του Εμφυλίου στη χώρα μας ήταν ακόμα νωπές, ενώ ο Καμύ είχε ήδη συνυπογράψει επιστολή συμπαράστασης στους αριστερούς που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο (1949), ενώ αργότερα κράτησε την ίδια στάση και για τους αγωνιστές της Κύπρου. «Πράγματι», παραδεχόταν, «υπήρξε μια γαλλική εθνική αλληλεγγύη και υπήρξε και μια ελληνική εθνική αλληλεγγύη: η αλληλλεγγύη της οδύνης. Αυτή την αλληλεγγύη μπορούμε να την ξαναβρούμε κάθε στιγμή και όχι μόνο με το ένδυμα της οδύνης».

Κατά τη συζήτηση αυτή, απάντησε και στην ερώτηση «πού είναι η ελευθερία την οποία διεκδικείτε;», που του έθεσε μια μαθήτρια: «Η άνευ όρων ελευθερία είναι το αντίθετο της ελευθερίας. Την άνευ ορίων ελευθερία μόνον οι τύραννοι μπορούν να την ασκούν. Ο Χίτλερ ήταν ένας σχετικά ελεύθερος άνθρωπος, ο μόνος άλλωστε από όλη την Αυτοκρατορία του. Αλλά αν θέλουμε να ασκήσουμε μια αληθινή ελευθερία, αυτή δεν μπορεί να ασκηθεί μόνο προς το συμφέρον τού ατόμου που την ασκεί. Η ελευθερία είχε πάντα ως όριο την ελευθερία των άλλων».

Ο συγγραφέας έφυγε από τη ζωή στις 4 Ιανουαρίου 1960 σε ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα, όταν ο οδηγός, εκδότης Μισέλ Γκαλιμάρ, παρέκκλινε της πορείας του και χτύπησε σε ένα δέντρο. Ο Γκαλιμάρ τραυματίστηκε σοβαρά και πέθανε πέντε ημέρες αργότερα στο νοσοκομείο. Ο Καμύ σκοτώθηκε επί τόπου. Ο ίδιος έλεγε στους φίλους του ότι «δεν υπάρχει τίποτα πιο σκανδαλώδες από τον θάνατο ενός παιδιού και τίποτα πιο παράλογο από το θάνατο σε τροχαίο δυστύχημα». Η σορός του ενταφιάστηκε στην Lourmarin, στη Νότια Γαλλία, όπου διέμενε τα τελευταία χρόνια της ζωής του.

Πηγή: tvxs.gr/news

Οι 200 τούρκικες λέξεις που χρησιμοποιούμε καθημερινά και δεν το ξέρουμε

Καθημερινά χρησιμοποιούμε πολλές δεκάδες λέξεις οι οποίες είναι τουρκικές και έχουν παρεισφρύσει στη γλώσσα μας χωρίς να γνωρίζουμε την προέλευσή τους και την αντίστοιχη ελληνική έννοια.

Γράφει ο συγγραφέας Νίκος Σαραντάκος στο ιστολόγιό του sarantakos.wordpress.com:
Οι λέξεις του καταλόγου είναι 220 αλλά δύο από αυτές (μπόρα και ταπί) δεν έχουν τουρκική προέλευση, επομένως ο κατάλογος κανονικά έχει 218 λέξεις -το άφησα 220 στον τίτλο για να είναι πιο στρογγυλό. Όταν λέμε "τουρκική προέλευση" συνυπολογίζουμε και την απώτερη αραβική ή περσική προέλευση των λέξεων.
Βέβαια, λείπουν πολλές λέξεις που λέμε συχνά, αλλά αφού ο συντάκτης ήθελε να διαλέξει περίπου 200 λέξεις, κάποιες έπρεπε να αφήσει έξω. Μοιραία προκύπτει το ερώτημα, πόσα είναι τα τουρκικά δάνεια της ελληνικής γλώσσας ή (αν δεν μας ενοχλεί η ανακρίβεια), "πόσες είναι οι τουρκικές λέξεις της ελληνικής γλώσσας". Δεν είναι εύκολες τέτοιες μετρήσεις, γιατί υπάρχουν λέξεις ξεχασμένες και λέξεις ζωντανές, όπως επίσης υπάρχουν αρχικές λέξεις και παράγωγες-σύνθετες λέξεις. Για παράδειγμα, από τη λέξη 'γλέντι' έχουμε και το ρήμα γλεντάω, έχουμε τον γλεντζέ και τη γλεντζού, που μας δίνουν το επίθετο 'γλεντζέδικος' και το επίρρημα 'γλεντζέδικα'. Έχουμε το υποριστικό "γλεντάκι", ενώ στον Μπαμπινιώτη υπάρχει και ο ημιλόγιος τύπος 'γλεντιστής'. Έχουμε τέλος και τον γλεντοκόπο, το γλεντοκόπι ή γλεντοκόπημα, το ρήμα γλεντοκοπώ. Η μια "αρχική" λέξη δίνει δώδεκα μαζί με τα παράγωγά της. Δεν είναι όλες τόσο παραγωγικές, αλλά κάποιες είναι περισσότερο.
Πλάι σε κάθε "τούρκικη" λέξη, ο αρχικός συντάκτης δίνει, σε παρένθεση, ένα συνώνυμο ή μια εξήγηση με "αμιγώς ελληνικές" λέξεις. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι μπορούμε να αντικαταστήσουμε τις "τούρκικες" λέξεις με τις "εγχώριες", όπως επιχείρησαν κάποιοι σε ένα μαζικό ηλεμήνυμα, που χρησιμοποιεί αυτόν τον κατάλογο λέξεων, και που το κοροϊδεύει δεόντως ο Γιάννης Χάρης σε πρόσφατο σχόλιό του, δίνοντας μερικά παραδείγματα τέτοιας (υποθετικής και αγλωσσολόγητης) αντικατάστασης:
«Το βράδυ τρώω μόνο ένα πηγμένο γάλα» (γιαούρτι)
«Θα μας τρελάνουν πάλι οι ετησίες άνεμοι» (μελτέμια)
«Κάναμε πολλή ευδιαθεσία χτες στου Νίκου» (κέφι)
«Με τη ζέστη ένα υδροπεπόνι είναι ό,τι πρέπει» (καρπούζι)
«Οι φοιτητές στη Λάρισα πήγαν από πύραυνο» (μαγκάλι)
«Τον κοιτούσε κι έτρεχαν τα πυκνόρρευστα διαλύματα ζάχαρης» (σιρόπια).
 Οι 218 (220-2) τουρκικής προέλευσης λέξεις του καταλόγου είναι:

1. Αγάς (δεσποτικός-αυταρχικός),
2. Αγιάζι (πρωινό ή νυχτερινό κρύο),
3. Αλάνα (ανοιχτός χώρος),
4. Αλάνι (αλήτης)
5. Γιακάς (περιλαίμιο),
6. Γιαπί (οικοδομή),
7. Γιαρμάς (ροδάκινο),
8. Γιαούρτι (πηγμένο γάλα)
9. Γιλέκο (περιθωράκιον)
10. Γινάτι (πείσμα),
11. Γιουρούσι (επίθεση)
12. Γκάιντα (άσκαυλος),
13. Γκέμι (χαλινάρι)
14. Γλέντι (διασκέδαση)
15. Γούρι (τύχη),
16. Γρουσούζης (κακότυχος),
17. Δερβένι (κλεισούρα),
18. Εργένης (άγαμος),
19. Ζαμάνια (μεγάλο χρονικό διάστημα),
20. Ζαρζαβατικά (λαχανικά),
21. Ζόρι (δυσκολία),
22. Ζουμπούλι (υάκινθος),
 23. Καβγάς (φιλονικία),
24. Καβούκι (καύκαλο),
25. Καβουρδίζω (φρυγανίζω-ξεροψήνω),
26. Καζάνι (λέβητας),
27. Καΐκι (βάρκα)
28. Καλέμι (γραφίδα),
29. Καλούπι (μήτρα-πρότυπο),
30. Κάλπικος (κίβδηλος),
31. Καπάκι (σκέπασμα- κάλυμμα),
32. Καραούλι (φρουρά-σκοπιά),
33. Καρπούζι (υδροπέπων),
34. Κασμάς (αξίνα-σκαπάνη)
35. Κατσίκα (ερίφι-γίδα)
36. Καφάσι (κιβώτιο),
37. Κελεπούρι (ανέλπιστο εύρημα)
38. Κέφι (ευδιαθεσία)
39. Κιμάς (ψιλοκομμένο κρέας),
40. Κιόσκι (περίπτερο),
41. Κολάι (ευκολία-άνεση),
42. Κολαούζος (οδηγός),
43. Κόπιτσα (πόρπη),
44. Κοτζάμ (τεράστιος-πελώριος),
45. Κοτσάνι (μίσχος),
46. Κότσι (αστράγαλος),
47. Κουβαρντάς (γενναιόδωρος-ανοιχτοχέρης)
48. Κουβάς (κάδος-αγγείο),
49. Κουμπαράς (δοχείο χρημάτων),
50. Κουσούρι (ελάττωμα-μειονέκτημα),
51. Κουτουρού (ασύνετα-απερίσκεπτα),
52. Λαγούμι (υπόνομος-οχετός),
53. Λαπάς (χυλός),
54. Λεβέντης (ανδρείος-ευσταλής),
55. Λεκές (κηλίδα),
56. Λελέκι (πελαργός),
57. Λούκι (υδροσωλήνας),
58. Μαγιά (προζύμη-ζυθοζύμη),
59. Μαγκάλι (πύραυνο),
60. Μαγκούφης (έρημος),
61. Μαϊντανός (πετροσέλινο-μακεδονίσι)
62. Μαντζούνι (φάρμακο),
63. Μαούνα (φορτηγίδα)
64. Μανάβης (οπωροπώλης),
65. Μαράζι (φθίση),
66. Μαραφέτι (μικρό εργαλείο),
67. Μασούρι (μικρό ξύλο),
68. Μαχαλάς (συνοικία),
69. Μεζές (ορεκτικά),
70. Μελτέμι (άνεμος ετησίας),
71. Μενεξές (εύοσμο λουλούδι),
72. Μεντεσές (στρόφιγγα),
73. Μεράκι (πόθος),
74. Μερεμέτι (επισκευή-επιδιόρθωση)
75. Μουσαμάς (κερωμένο-αδιάβροχο ύφασμα),
76. Μουσαφίρης (φιλοξενούμενος-επισκέπτης),
77. Μπαγιάτικο (μη νωπό),
78. Μπαγλαρώνω (δένω-φυλακίζω),
79. Μπαϊράκι (σημαία)
80. Μπακάλης (παντοπώλης),
81. Μπαλτάς (πελέκι),
82. Μπάμια (ιβίσκος ο εδώδιμος),
83. Μπαμπάς (πατέρας),
84. Μπάμπαλης (ο πολύ γέρος),
85. Μπαξές (περιβόλι-κήπος),
86. Μπαρούτι (πυρίτιδα),
87. Μπατζάκι (κνήμη-σκέλη),
88. Μπατζανάκης (σύγαμπρος-συννυφάδα),
89. Μπατίρισα (πτωχεύω-χρεοκοπώ),
90. Μπαχαρικό (αρωματικό άρτυμα),
91. Μπεκρής (μέθυσος),
92. Μπελάς (ενόχληση),
93. Μπινές (κίναιδος-ασελγής)
94. Μπογιά (βαφή-χρώμα),
95. Μπογιατζής (ελαιοχρωματιστής)
96. Μπόι (ανάστημα-ύψος),
97. Μπόλικος (άφθονος)
98. Μπόρα (καταιγίδα)
99. Μπόσικος (χαλαρός),
100. Μποστάνι (λαχανόκηπος),
101. Μπούζι (πάγος-ψύχρα),
102. Μπουλούκι (στίφος-άτακτο πλήθος),
103. Μπουλούκος (καλοθρεμμένος-παχουλός),
104. Μπουνταλάς (κουτός-ανόητος),
105. Μπουντρούμι (φυλακή),
106. Μπουρί (καπνοσωλήνας),
107. Μπούτι (μηρός),
108. Μπούχτισμα (κορεσμός),
109. Νάζι (κάμωμα-φιλαρέσκεια),
110. Νταβαντούρι (σύγχυση)
111. Νταμάρι (φλέβα-λατομείο),
112. Νταμπλάς (αποπληξία),
113. Νταντά (παραμάνα-τροφός),
114. Νταραβέρι (συναλλαγή-αγοραπωλησία) *** Λάθος, το νταραβέρι είναι ιταλικής προέλευσης (dare e avere, δούναι και λαβείν). Το τουρκογενές αντίστοιχο είναι το αλισβερίσι.
115. Ντελάλης (διαλαλητής),
116. Ντελής (παράφρονας),
117. Ντέρτι (καημός)
118. Ντιβάνι (κρεβάτι)
119. Ντιπ για ντιπ (ολωσδιόλου),
120. Ντουβάρι (τοίχος),
121. Ντουλάπι (ιματιοθήκη),
122. Ντουμάνι (καταχνιά-καπνός),
123. Ντουνιάς (κόσμος-ανθρωπότητα),
124. Παζάρι (αγορά-διαπραγμάτευση),
125. Παντζάρι (κοκκινογούλι-τεύτλο),
126. Πατζούρι (παραθυρόφυλλο),
127. Παπούτσι (υπόδημα),
128. Περβάζι (πλαίσιο θυρών),
129. Πιλάφι (ρύζι),
130. Πούστης (κίναιδος-ασελγής)
131. Ραχάτι (ησυχία)
132. Ρουσφέτι (χαριστική εξυπηρέτηση),
133. Σακάτης (ανάπηρος),
134. Σαματάς (θόρυβος),
135. Σεντούκι (κιβώτιο),
136. Σέρτικο (τσουχτερό, βαρύ),
137. Σινάφι (συντεχνία, κοινωνική τάξη),
138. ΣιντριβάνιΙ(πίδακας),
139. Σιρόπι (πυκνόρρευστο διάλυμα ζάχαρης),
140. Σαΐνι (ευφυής),
141. Σοβάς (ασβεστοκονίαμα),
142. Σόι (καταγωγή-γένος),
143. Σοκάκι (δρόμος),
144. Σόμπα (θερμάστρα),
145. Σουγιάς (μαχαιράκι),
146. Σουλούπι (μορφή-σχήμα)
147. Ταβάνι (οροφή),
148. Ταμπλάς (αποπληξία-συγκοπή),
149. Ταπί (χωρίς χρήματα)
150. Ταραμάς (αυγοτάραχο),
151. Τασάκι (σταχτοδοχείο),
152. Ταχίνι (αλεσμένο σουσάμι),
153. Ταψί (μαγειρικό σκεύος),
154. Τεκές (καταγώγιο)
155. Τεμπέλης (οκνηρός-ακαμάτης),
156. Τενεκές (δοχείο),
157. Τερτίπι (τέχνασμα-απάτη),
158. Τεφαρίκι (εκλεκτό-αριστούργημα),
159. Τεφτέρι (κατάστιχο)
160. Τζάκι (παραγώνι),
161. Τζάμι (υαλοπίνακας-γυαλί),
162. Τζάμπα (δωρεάν),
163. Τζαναμπέτης (κακότροπος-δύστροπος),
164. Τόπι (σφαίρα),
165. Τουλούμι (ασκός),
166. Τουλούμπα (αντλία),
167. Τουμπεκί (σιωπή),
168. Τράμπα (ανταλλαγή),
169. Τσαίρι (λιβάδι-βοσκοτόπι),
170. Τσακάλι (θώς),
171. Τσακίρης (γαλανομάτης),
172. Τσακμάκι (αναπτήρας),
173. Τσάντα (δερμάτινη θήκη),
174. Τσαντίρι (σκηνή),
175. Τσαπατσούλης (ανοικοκύρευτος-άτσαλος),
176. Τσάρκα (επιδρομή-περιπλάνηση),
177. Τσαντίζω (εξοργίζω-προσβάλω),
178. Τσαχπίνης (κατεργάρης-πονηρός),
179. Τσέπη (θυλάκιο)
180. Τσιγκέλι (αρπάγη-σιδερένιο άγκιστρο),
181. Τσιγκούνης (φιλάργυρος)
182. Τσιμπούκι (καπνοσύριγγα),
183. Τσιράκι (ακόλουθος),
184. Τσίσα (ούρα)
185. Τσίφτης (άψογος-ικανός) **αυτό είναι μάλλον λάθος, διότι ο τσίφτης πρέπει να πρόερχεται από τα αλβανικά• αντικαταστήστε το με το "τσιφλίκι"
186. Τσιφούτης (φιλάργυρος),
187. Τσομπάνης (βοσκός-ποιμένας)
188. Τσουβάλι (σακί),
189. Τσουλούφι (δέσμη μαλλιών),
190. Τσογλάνι (νέος)
191. Τσοπάνης (βοσκός) Υπάρχει και πιο πάνω, ας βάλω στη θέσητου το τσουρέκι να μη χαλάσει η αρίθμηση
192. Φαράσι (φτυάρι-σκουπιδολόγος),
193. Φαρσί (τέλεια-άπταιστα),
194. Φιντάνι (φυτώριο),
195. Φιστίκι (πιστάκη),
196. Φιτίλι (θρυαλλίδα),
197. Φλιτζάνι (κύπελλο),
198. Φουκαράς (κακομοίρης-άθλιος),
199. Φουντούκι (λεπτοκάρυο-λεφτόκαρο),
200. Φραντζόλα (ψωμί),
201. Χαβάς (μουσικός σκοπός)
202. Χαβούζα (δεξαμενή νερού),
203. Χάζι (ευχαρίστηση),
204. Χαλαλίζω (συγχωρώ),
205. Χάλι (άθλιο),
206. Χαλί (τάπητας),
207. Χαλκάς (κρίκος),
208. Χαμάλης (αχθοφόρος)
209. Χαμπάρια (αγγελία-νέα),
210. Χάνι (πανδοχείο),
211. Χάπι (καταπότι),
212. Χαράμι (άδικα),
213. Χαρμάνης (χασισοπότης),
214. Χαρτζιλίκι (μικρό χρηματικό ποσό),
215. Χασάπικο (κρεοπωλείο),
216. Χατίρι (χάρη),
217. Χαφιές (καταδότης),
218. Χουζούρεμα (ανάπαυση),
219. Χούι (ιδιοτροπία),
220. Χουνέρι (πάθημα-εξαπάτηση

Πηγή:iefimerida

Monday, November 20, 2017

Απαράμιλλη Δύναμη, Αντιγόνης Μοδέστου

Το νέο βιβλίο της Αντιγόνης Μοδέστου
«Ο χρόνος μόνο εξωτερικά έχει ευθεία κίνηση. Μέσα μας είναι αλλιώς. Κάνει κύκλους, μας γυρνά πίσω ξανά και ξανά, εφάπτεται στους αέναους κύκλους της ψυχής μας, των ψυχών που μας καθορίζουν την ύπαρξη…».

Ο τίμιος Θεοδόσης που τα έβαλε τον Θεό, ο καζανόβας Ιωάννης που άντεξε τα βασανιστήρια των Άγγλων, ο Τζο, ο στιγματισμένος Αμερικανός που περίμενε την αποδοχή μια αιωνιότητα, ο Αλέξης, όμορφος σαν άγγελος, στα μαύρα ντυμένος σαν διάβολος, που έφτασε μέχρι τον θάνατο.

Ένας ολόκληρος αιώνας… Τέσσερις άντρες… Τέσσερις ιστορίες… Αναμοχλεύονται βαθιά μίση και πάθη που ήταν κρυμμένα για δεκαετίες. Εχθρότητες που επηρέασαν οικογένειες από γενιά σε γενιά. Ανεκπλήρωτοι έρωτες που άφησαν βαθιές πληγές και αγεφύρωτους διχασμούς. Αντιπαλότητες για τεράστια οικονομικά συμφέροντα. Και στο επίκεντρο γυναίκες μοιραίες, ψυχές τρυφερές μα κι απροσκύνητες, που πορεύονται με απαράμιλλη δύναμη, τη δύναμη της αγάπης.

Μια φεγγαρόλουστη οπτασία τυλιγμένη σε μεταξένια πέπλα στην Αίγυπτο του 1900 που συνδύαζε την πολυμάθεια και την εξελιγμένη κοινωνική μόρφωση μιας Ευρωπαίας με τον αισθησιακό ερωτισμός μιας ανατολίτισσας. Μια αρχόντισσα από τη Χώρα που αψήφησε τα ταμπού της κλειστής κοινωνίας για ‘κείνον, τον ένα και μοναδικό. Μια άβγαλτη νεαρή που με θάρρος ακολούθησε τον άντρα της στη φωτιά εμπόλεμων ζωνών. Μια αντάρτισσα δημοσιογράφος αποφασισμένη πω το παιδί της θα γεννηθεί από άνθρωπο ελεύθερο…

Ένα βιβλίο δημιουργείται μέσα στο μυθιστόρημα… Πώς πείσθηκε ο μηχανόβιος Αλέξης να το γράψει;

Η Αντιγόνη έδωσε ένα πολύ ενδιαφέρον, με πλούσια γλώσσα και γλαφυρό ύφος μυθιστόρημα, το οποίο, σίγουρα είναι αξιανάγνωστο.
Το μυθιστόρημα έχει έκταση 367 σελίδων και χωρίζεται σε 16 κεφάλαια, όλα προλογισμένα με αποσπάσματα από ποιητικά έργα, τα οποία μας εισάγουν στο κυρίως θέμα του κεφαλαίου.
Η Αντιγόνη Μοδέστου υφαίνει, με πεζογραφική δεξιοτεχνία, μια πολυδαίδαλη και τρικυμιώδη ιστορία, της οποίας το ενδιαφέρον κλιμακώνεται από κεφάλαιο σε κεφάλαιο και στην πραγματικότητα, υπογράφει ένα συγκλονιστικό ανάγνωσμα χαρακτήρων οι οποίοι, άλλωστε, κυριαρχούν εδώ πέρα, πότε με την αξεπέραστη καλοσύνη τους και πότε με την ανεκδιήγητη κακία τους…
 

Αντιγόνη Μοδέστου (Facebook)

Η Αντιγόνη Μοδέστου γεννήθηκε στη Λευκωσία. Σπούδασε λογιστικά και διοίκηση επιχειρήσεων στο Λονδίνο. Είναι εγκεκριμένος λογιστής/ελεγκτής και έχει μεταπτυχιακό στη διοίκηση επιχειρήσεων. Έχει δώσει διαλέξεις για θέματα της ειδικότητάς της σε χώρες της Ευρώπης και στον Καναδά. Είναι η Ανώτερη Διευθύντρια Χρηματοοικονομικά και Διοίκηση της Cyta (Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου).

Είναι αντιπρόδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εθνικής Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, Κύπρου.

Το μυθιστόρημα «Απαράμιλλη Δύναμη» είναι το τέταρτο μυθιστόρημά της. Τα προηγούμενα μυθιστορήματά της «Ζήτημα ζωής και θανάτου» 1999, «Θέλω να ζήσω μαζί σου» 2005, «Το κόστος της ζωής» 2010, κυκλοφόρησαν με μεγάλη επιτυχία. Το μυθιστόρημα «Απαράμιλλη Δύναμη» απέσπασε έπαινο στον 33ο διαγωνισμό της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών.

Τα μυθιστορήματά της «Το κόστος της ζωής» και «Απαράμιλλη Δύναμη» απέσπασαν Πρώτο Βραβείο (Grand Prix) στην κατηγορία Μυθιστόρημα στο Διεθνές Φεστιβάλ Λογοτεχνίας Appel, Biscarrosse, της Γαλλίας.

Sunday, November 19, 2017

Νερό και Χώμα, της ΠαναγιώταςΤσορού

Ποίημα, της Παναγιώτας Τσορού

ΝΕΡΟ ΚΑΙ ΧΩΜΑ

Κοίταξε τη βροχή 

πόσο σοφά κυλάει στη γη 

άλλοτε ανταριασμένη 

και άλλοτε στωική, 

πώς ενώνεται με το χώμα 

σε λάσπη θρεπτική, 

για καρπούς και ζωή, 

κοίταξε τη βροχή 

στο μάγουλο ενός παιδιού μικρού 

που στερήθηκε γονείς και πατρίδα, 

στα μάτια μιας ωραίας που θρηνεί 

για μιαν αγάπη ξεχασμένη, 

στα υγρά κουρέλια ενός απόκληρου του δρόμου 

που μάταια προσπαθεί να ζεσταθεί. 

Σ’αέναους κύκλους, βαρύ το υγρό στοιχείο 

εξαγνίζει, ξεδιψά, ατμός στον ήλιο, 

δροσοσταλίδα στη γη. 

Νιώσε τη βροχή κι αφέσου στο χορό της 

κι αν δάκρυα σε κεράσει, αν την ψυχή σου 

πλημμυρίσει νοσταλγία, 

στο τέρμα της διαδρομής θα σου χαρίσει 

ένα εξαίσιο ουράνιο τόξο. 

Julie Tsorou (ΠαναγιώταΤσορού)

Thursday, November 16, 2017

Οι δημοσκοπήσεις – αποθέωση και κενά ερμηνείας, του Χριστόφορου Χριστοφόρου

Στοιχεία της δημοσιεύτηκαν σε ρεπορτάζ 
στην εφημερίδα «Ο Φιλελεύθερος» 12.11.2017 
Οι δημοσκοπήσεις βρίσκονται στο επίκεντρο κάθε αναμέτρησης, σε κάθε χώρα. Δοξάζονται από όσους “ευνοούν” τα αποτελέσματα τους ή δαιμονοποιούνται αν δεν είναι τα αναμενόμενα. Και στις δυο περιπτώσεις, είμαστε μπροστά σε μια κατάχρηση, γιατί αποδίδεται σε αυτές υπόσταση και ιδιότητες που δεν έχουν. Οι δημοσκοπήσεις δεν είναι το αποτέλεσμα και, στις πλείστες περιπτώσεις, δεν είναι ούτε αυτό που πολλοί λένε συχνά, “αποτύπωση των τάσεων της στιγμής”. Η κατάχρηση πάει ακόμα πιο μακριά με τον ισχυρισμό πως “διαμορφώνουν” το αποτέλεσμα των εκλογών! Γι' αυτό, ανοήτως, μερικές χώρες απαγορεύουν δημοσίευση αποτελεσμάτων δημοσκοπήσεων. Εδώ βρίσκεται και η Κύπρος με εφταήμερη απαγόρευση, που είναι καιρός να καταργηθεί. Αναφέρω τα πιο πάνω για να γίνει κατανοητό το επόμενο σημείο, και οι μεγάλες αντιφάσεις, σε βαθμό παράλογου: Στη γενική αντίληψη, οι δημοσκοπήσεις απέτυχαν σαν “εργαλείο πρόβλεψης” και κηρύχτηκαν αναξιόπιστες. Και όμως, παρά την επικρατούσα αντίληψη, παρά τη δυσπιστία έναντι των αποτελεσμάτων τους, οι ίδιοι οι επικριτές ή αφορίζοντες συνεχίζουν δοξολογίες και, νέους, αφορισμούς!

Για να πάρει κάποιος θέση για τις δημοσκοπήσεις χρειάζεται να δει στοιχεία και διαδικασίες πραγματοποίησης τους. Ακόμα πιο δύσκολο είναι το επόμενο βήμα, η ερμηνεία των αποτελεσμάτων τους. Στις έρευνες των τελευταίων δέκα χρόνων στην Κύπρο, έχουμε αυξανόμενο αριθμό ατόμων που αρνούνται συμμετοχή, κλείνουν το τηλέφωνο. Το αποτέλεσμα “προβάλλει” εικόνα για το σύνολο των ψηφοφόρων και επομένως αν ένα μεγάλο μέρος λείπει γιατί αρνείται συμμετοχή, οδηγούμαστε σε πιθανό λάθος. Λέω “πιθανό” γιατί θα μπορούσαν οι απόντες να έχουν παρόμοια χαρακτηριστικά με τους μετέχοντες. Όμως, η πληροφορία σε πρόσφατη έρευνα ότι εννιά στους δέκα ήταν απόντες, γιατί αρνήθηκαν να απαντήσουν, μειώνει τη δυνατότητα να έχουμε αντιπροσωπευτική εικόνα. Η πρόθεση ψήφου, ο όγκος αποχής και οι συσχετισμοί υποψηφίων που καταγράφονται, πολύ πιθανόν να είναι σε μεγάλο βαθμό διαφορετικοί από την πραγματικότητα. Φυσικά, και χωρίς αυτό το φαινόμενο, αρκετοί άλλοι παράγοντες επηρεάζουν την αξιοπιστία των δημοσκοπήσεων. Πώς εξηγείται για παράδειγμα ότι έρευνες δίνουν στο Ν. Αναστασιάδη από 23 μέχρι 39%, και παρουσιάζουν τον Στ Μαλά να προηγείται του Ν. Παπαδόπουλου κατά δυο μονάδες ή να βρίσκεται πίσω έξι μονάδες; Παρόμοιες απορίες εγείρονται σε σχέση με πιθανή αποχή, λευκό κλπ.

Στην ίδια λογική των αποκλίσεων εντάσσεται και το πιθανό στατιστικό σφάλμα που εξαρτάται από πολλά στοιχεία, την αληθή ή ψευδή δήλωση των μετεχόντων, την απόκρυψη και στη σύγκριση προεδρικών με βουλευτικές. Στις βουλευτικές του 2016 είχαμε 33% αποχή, στις προεδρικές του 2013 ήταν 17%, που σημαίνει διαφορετικό σώμα ψηφοφόρων. Πρόσθετα με αυτά είναι το δείγμα, που στις πρόσφατες έρευνες κυμαινόταν από 600 μέχρι 1040 πρόσωπα και που παραπέμπει σε απόκλιση +-4 και +-3. Πχ το 17% του Στ. Μαλά και το 23% του Ν. Παπαδόπουλου στην έρευνα Σίγμα μπορεί να γίνει 20-20!

Επιβάλλεται να προσθέσω πως τα πιο πάνω δεν είναι φαινόμενα της Κύπρου. Ήδη από δεκαετίες τώρα υπήρξαν διεθνώς δημοσκοπήσεις με παταγώδη αποτυχία πρόβλεψης. Όσα αναφέραμε μέχρι τώρα οδηγούν σε μια απλή πρόταση, να δούμε τις δημοσκοπήσεις σαν εργαλεία που δίνουν κάποιες ενδείξεις και την ίδια ώρα να διατηρούμε τις αμφιβολίες μας. Προσωπικά, με βάση όσα γνωρίζουμε μέχρι τώρα δεν μπορώ να εκφράσω οποιαδήποτε βεβαιότητα για τον επόμενο πρόεδρο. Κάνω μια εξαίρεση, ακριβώς για την αποχή που ουδεμία δημοσκόπηση μπορεί να προβλέψει, απλούστατα γιατί το κύριο μέγεθος της απουσιάζει από τους μετέχοντες στην έρευνα. Με βάση την πείρα μου σε θέματα εκλογικής συμπεριφοράς, τοποθετώ την αποχή, τουλάχιστον, κοντά στο 28%.

Θα μπορούσε να εγερθεί το ερώτημα, κατά πόσο είμαστε κοντά στο τέλος των δημοσκοπήσεων ή των εργαλείων μέτρησης της κοινής γνώμης. Μάλλον όχι, και μάλιστα το αντίθετο συμβαίνει: Παρατηρούμε στα κοινωνικά δίκτυα και γενικά σε διαδικτυακά μέσα την τάση για διεξαγωγή ερευνών ανάμεσα σε χρήστες των μέσων αυτών. Πρόκειται για παραφθαρμένες μορφές έρευνας που έχουν εξαρχής το στίγμα της παρέκκλισης, μια και το κοινό που μετέχει δεν είναι με κανένα τρόπο, δεν μπορεί να είναι αντιπροσωπευτικό. Μόνο με επιλογή και στρωματοποίηση μπορεί να επιτευχθεί αξιόπιστο δείγμα. Ακριβώς, πριν λίγες μέρες, παρατηρήθηκε στη Γαλλία ότι η τηλεοπτική παρέμβαση του Προέδρου Μακρόν σε κάποιο κανάλι αξιολογήθηκε με διαμετρικά αντίθετο αποτέλεσμα σε έρευνες που έκαμε το ίδιο το κανάλι, αλλά με διαφορετικές μεθόδους. Σύμφωνα με τη μια ο Πρόεδρος ήταν πειστικός για 70% των μετεχόντων, ενώ, στη δεύτερη, 70% των μετεχόντων είπαν πως δεν ήταν πειστικός!

Αυτό που άλλαξε στην Κύπρο είναι ο περιορισμός του αριθμού δημοσκοπήσεων και των μέσων που χρησιμοποιούν, για λόγους κυρίως οικονομικούς.

Πέρα από τα πιο πάνω στοιχεία που μπορούν να αλλοιώσουν το αποτέλεσμα, είναι ανάγκη να έχουμε υπόψη πως το μέγεθος του δείγματος, ο αριθμός μετεχόντων παρουσιάζει περιθώρια λάθους. Έτσι, έρευνες με δείγμα 1067 άτομα έχουν πιθανή απόκλιση συν-πλην 3, δηλαδή το 20% μπορεί να είναι από 17 μέχρι 23% ενώ υπάρχει πιθανότητα 5% το αποτέλεσμα να είναι έξω και από την απόκλιση.

Ταυτόχρονα, επιβάλλεται επιφύλαξη στα αποτελέσματα, όχι κατ' ανάγκη εξαιτίας λάθους των ερευνών, αλλά εξαιτίας της στάσης των ψηφοφόρων. Άρνηση συμμετοχής, λάθος ή ψευδείς απαντήσεις, απόκρυψη ψήφου ή το κλίμα γενικά οδηγούν σε παραμόρφωση αποτελεσμάτων. Για παράδειγμα, διαχρονικά, από τη δεκαετία του 1980, η ισχύς του ΔΗΣΥ υπερεκτιμάται, συνήθως, στις έρευνες.
Η πολιτική επικοινωνία και η σχέση ψηφοφόρων και κομμάτων
Με αφετηρία την πρόνοια του σχετικού νόμου που θέτει στην εκλογική δαπάνη υποψηφίων για την προεδρία της δημοκρατίας “όριο” στο ένα εκατομμύριο ευρώ, ναι! ένα εκατομμύριο, εύλογα προβάλλει το ερώτημα: Σε ποιο βαθμό το ποσό της δαπάνης επηρεάζει την επιτυχία του υποψηφίου; Απλώς μπορεί να αυξήσει τις δυνατότητες επαφής και επικοινωνίας. Το αποτέλεσμα εξαρτάται από το περιεχόμενο και την ποιότητα της επικοινωνίας, που είναι σήμερα το πιο δύσκολο εγχείρημα για κάθε υποψήφιο σε εκλόγιμο αξίωμα. Τα δεδομένα στα τελευταία είκοσι περίπου χρόνια έχουν αλλάξει δραστικά, τόσο αναφορικά με τα χαρακτηριστικά του πολίτη όσο και στα μέσα επικοινωνίας, αλλά προπάντων στη σχέση κομμάτων με τον πολίτη.

Βρισκόμαστε σε ένα σκηνικό όπου η πολιτική /κομματική επικοινωνία δεν επικεντρώνεται στις προεκλογικές περιόδους, αλλά είναι φαινόμενο καθημερινό και διαρκές, με συνεχή παρουσία. Μέσα από τη συνεχή παρουσία των πολιτικών και υποψηφίων στο προσκήνιο, σε αυτό που επικρατεί να καλείται 'δημόσια σφαίρα', κάθε άτομο που ενδιαφέρεται μπορεί να μαθαίνει και να γνωρίζει τη ζωή και τις απόψεις των πολιτικών. Εδώ, όμως έγκειται το σημαντικό πρόβλημα: Τι απομένει να γνωρίσει ο ψηφοφόρος για τον κ. Αναστασιάδη ή τον κ Παπαδόπουλο ή τον κ. Μαλά. Υπάρχει κάτι που δεν λέχθηκε μέχρι σήμερα, μια υπόσχεση που ξέκοψε και δεν δόθηκε στο εκλογικό σώμα; Μετά από το ερώτημα αυτό, όταν οι πολίτες τοποθετήσουν τους υποψήφιους στο ευρύτερο πολιτικό και κομματικό τους περιβάλλον, δεν μπορεί να τους διαφεύγει ότι όλες οι πολιτικές δυνάμεις κυβέρνησαν τον τόπο. Αυτό που ζήσαμε και ζούμε σήμερα είναι αποτέλεσμα της διακυβέρνησης, των έργων και των παραλείψεων των κομμάτων αυτών. Του Δημοκρατικού Συναγερμού (15 χρόνια εξουσία), του ΑΚΕΛ (πέντε χρόνια εξουσία, τέσσερα και μισό συγκυβέρνηση και άλλα κοντά στην εξουσία), του ΔΗΚΟ (16 χρόνια εξουσία και 9 1/2 συγκυβέρνηση) και των άλλων δυνάμεων που συμπορεύονταν. Επομένως, πέρα από τα αποτελέσματα των διακυβερνήσεων τους, έχει μήπως κάτι άλλο, κάτι νέο να προτείνει κάθε υποψήφιος; Σε αυτό ακριβώς το σημείο παρεμβαίνει η δυσκολία των υποψηφίων: Απέναντι τους έχουν πολίτες πιο ενημερωμένους, οι οποίοι, σε μεγάλους αριθμούς δεν δεσμεύονται πλέον από ιδεολογίες και κομματικές εξαρτήσεις. Την ίδια ώρα, πολλαπλασιάστηκαν τα κανάλια ενημέρωσης και, προπάντων επικοινωνίας με άλλους. Με τα νέα μέσα, πριν το κόμμα ή ο υποψήφιος δώσουν γραμμή, ο πολίτης έχει κάνει τις ανταλλαγές ιδεών και απόψεων και, σε αρκετές περιπτώσεις διαμόρφωσε γνώμη πριν δεχθεί το μήνυμα του υποψήφιου ή του κόμματος. Βρισκόμαστε στην εποχή που η αυθεντία της κομματικής γραμμής και άποψης έχει εξασθενίσει σε βαθμό κατάρρευσης.

Φυσικά, παρά τα πιο πάνω, οι υποψήφιοι έχουν τη δυνατότητα να περάσουν το μήνυμα τους σε ευρύτερο κοινό πέρα από όσους έχουν πεισθεί εκ προοιμίου. Στερούνται όμως της ικανότητας, γιατί πάσχουν σε σχέση με το κρίσιμο στοιχείο, την ουσιαστική επικοινωνία και προβολή πειστικών προτάσεων.


Η συμμετοχή, η αποχή και οι επιδράσεις στο αποτέλεσμα
Στη σχέση πολιτών και κομμάτων, και των πολιτικών προσώπων παρατηρούμε μια παραδοξότητα: Αντί να επιτυγχάνεται επαφή μέσω της πολιτικής επικοινωνίας συμβαίνει το αντίθετο. Ο πολιτικός λόγος έφτασε στο σημείο να απωθεί. Πού έγκειται το πρόβλημα; Απλώς, το περιτύλιγμα έχει υποκαταστήσει το περιεχόμενο, με ωραία λόγια που επεξεργάζονται επικοινωνιολόγοι, αλλά με μικρή ή καθόλου σχέση με την αντιμετώπιση προβλημάτων. Το σύνθημα δεν αποτελεί απάντηση στις ανάγκες της κοινωνίας για λύσεις. Και η απουσία απαντήσεων προς το εκλογικό σώμα, κυρίως από αυτό που παρουσιάζεται απαιτητικό, οδηγούν απλώς σε αποξένωση και αποστροφή από την πολιτική συμμετοχή και δράση.

Φυσικά, η κρίση έχει σχέση με βαθύτερα αίτια, την απουσία οράματος, προτάσεων που θα πετύχουν την υλοποίηση συγκεκριμένου στόχου, για την κοινωνία ολόκληρη. Πέρα από αυτή την απουσία, η απομάκρυνση μεγάλου μέρους των πολιτών από την πολιτική και γενικά τη συλλογική δράση συνδέεται επίσης με την αποτυχία υλοποίησης μεγάλων υποσχέσεων και επαγγελιών. Στη δεκαετία του 1990 και αρχές του 2000 είχαν κυρίαρχη θέση προσδοκίες σχετικά με το κυπριακό, τα οφέλη σε διάφορα επίπεδα από την αναμενόμενη ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και άλλα. Οι προσδοκίες παραχώρησαν τη θέση τους σε μια κρίση που η κυρίαρχη άποψη χαρακτηρίζει οικονομική. Στην ουσία όμως, είναι κρίση αξιών που μαζί με άλλα προβλήματα οδήγησε την οικονομία σε σημείο κατάρρευσης. Δεν έχει σημασία αν στην πενταετία Τάσσου Παπαδόπουλου ή αν σήμερα η οικονομία παρουσίαζε /-άζει ψηλούς δείκτες. Η τιμή του πετρελαίου στις αρχές του 2003 ήταν κάτω από $30 και τον Ιούνιο του 2008 έφτασε το πιο ψηλό σημείο, πάνω από $140. Ποιες επιπτώσεις είχε αυτό στις τιμές και στην καθημερινή ζωή του πολίτη; Και σήμερα, με την ανάπτυξη να πλησιάζει το 3%, τίθεται το ερώτημα: Σε ποια βαλάντια συσσωρεύεται ο πλούτος που εισρέει στον τόπο; Γιατί αυξάνεται το ποσοστό ατόμων στο όριο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού; Κάποιοι θα πουν “ιδού ένας λόγος για να μετάσχει στις εκλογές και στα πολιτικά δρώμενα ο πολίτης, να αλλάξει την κατάσταση”. Όσο και αν φαίνεται παράδοξο, σε περιόδους κρίσης μειώνεται η συμμετοχή. Μειώνεται γιατί η φτώχεια ή ο κοινωνικός αποκλεισμός οδηγούν το άτομο στο περιθώριο και το αποκόπτουν από το σύνολο. Αυτός είναι ένας από τους λόγους της αποχής, όπως επίσης οι διαψεύσεις προσδοκιών που ανέφερα πιο πάνω. Οι βαθύτεροι λόγοι όμως, η πραγματική αιτία βρίσκεται στα αίτια των πιο πάνω προβλημάτων, στο φτώχεμα των αξιών, στην κρίση αξιών, που είναι ο ουσιαστικός λόγος της κατάρρευσης της οικονομίας. Η γενικευμένη διαφθορά απομάκρυνε τον πολίτη από την πολιτική και την κοινωνική παρουσία.

Θα αντιτάξει κάποιος: Μα δεν βλέπετε, βελτιώνονται οι δείκτες “κάνουμε βήματα μπροστά” (sic)! Για ποιους δείκτες μιλούμε και για ποιο στόχο; Προς τα πού είναι το “μπροστά”; Γιατί δεν πείθονται οι πολίτες και τέσσερις στους πέντε δικαιούχους ψήφου δεν εγγράφονται στους εκλογικούς καταλόγους, γιατί ένας στους τρεις ψηφοφόρους αναμένεται να μην προσέλθει στις κάλπες τον Ιανουάριο; Απλούστατα, οι 'αξίες' της διαφθοράς αλλά και της εξυπηρέτησης ορισμένων μόνο συμφερόντων σε βάρος του συνόλου των πολιτών παραμένουν αλώβητες.

Ποιο αποτέλεσμα θα έχει λοιπόν η αυξανόμενη αποχή; Κατ' αρχή, όλο και πιο μικρό μέρος του εκλογικού σώματος υπερψηφίζει Πρόεδρο. Τον Χριστόφια ψήφισε το 46,5% των εκλογέων, τον Αναστασιάδη το 43,5% και τον επόμενο Πρόεδρο σίγουρα λιγότερο από 40%. Αυτό, συνδυασμένο με πολιτικές που ευνοούν τους λίγους κάνει όλο και πιο πολύ κόσμο να λέει “δεν είναι ο Πρόεδρος μου”, άρα δεν μπορώ να συστρατευθώ μαζί του. Αυτό θέτει στο περιθώριο δυναμικά στελέχη της κοινωνίας, φτωχαίνει τον τόπο.

Το σκηνικό και οι υποψήφιοι
Το προεκλογικό σκηνικό παρουσιάζει τη συνήθη εικόνα των αναμετρήσεων στα τελευταία χρόνια, με παρόντες τους πολιτικούς και υποψηφίους επί σκηνής μπροστά σε ένα τουλάχιστον αδιάφορο εκλογικό σώμα. Μπροστά στην κατάσταση, η συνήθης ισχύς των κομματικών μηχανισμών έχει εξασθενίσει εδώ και αρκετά χρόνια. Οι αδυναμίες στο εσωτερικό των κομμάτων και η απόσταση που τηρούν οι εκλογείς αλλά και στελέχη είναι πολύ εμφανείς και καταγράφονται στο αποτέλεσμα. Μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα αντιμετωπίζει το ΑΚΕΛ, χωρίς να σημαίνει ότι ο ΔΗΣΥ ή και οι άλλες δυνάμεις βρίσκονται σε σαφώς καλύτερη κατάσταση. Το ΑΚΕΛ όμως αντιμετωπίζει θέμα ύπαρξης, την ίδια ώρα που η πολωτική προσέγγιση που λειτουργούσε σε παρόμοιες αναμετρήσεις και συσπείρωνε τους δυο πόλους δεν φέρει πλέον ιδιαίτερα σημαντικό αποτέλεσμα. Η πρόκριση Μαλά στο δεύτερο γύρο εξαρτάται όχι από τη συσπείρωση του κόμματος, αλλά από την ικανότητα του να πάρει τις ψήφους του 2013. Πήρε 118.000 ενώ το ΑΚΕΛ πήρε μόνο 90.000 το 2016.

Φυσικά, δεν είναι μέρος της δικής μου παρέμβασης να υποδείξω ή να εισηγηθώ σε υποψήφιους οτιδήποτε. Αναλύω και παίρνω θέση, όπως οφείλει και έχει δικαίωμα κάθε πολίτης. Όπως ανέφερα ήδη, ένα κενό σύνθημα ή το ωραίο περίβλημα του κενού ουδέν ενδιαφέρον δημιουργούν. Για παράδειγμα, αρκετοί το πρόσεξαν, χωρίς να πάνε λίγο πιο πέρα στο συλλογισμό τους: Τα βασικά συνθήματα και τα χρώματα των Ν. Παπαδόπουλου και του Ν. Αναστασιάδη είναι πιστά αντίγραφα από κόμματα της Αθήνας. Πάω ένα βήμα πιο πέρα, υποδεικνύοντας ότι αυτό παραπέμπει στην απουσία έστω στοιχειώδους δημιουργικού ενστίκτου. Αντί να έχουμε παραγωγή ιδεών, ακόμα και στο κύριο σύνθημα αρκούμαστε στην αντιγραφή. Την ίδια ώρα, ο καθένας αναμένει ότι έστω και συνθήματα έχουν τουλάχιστον νόημα, διαγράφουν το βασικό στόχο, περιέχουν όραμα για τον τόπο, ορισμένο και συγκεκριμένο. Είναι καλές οι 'νέες στρατηγικές', μόνο με ορισμό σαφούς στόχου, τα 'βήματα μπροστά' επικροτούνται όταν βελτιώνουν δείκτες αλλά δεν αφήνουν πίσω ή φτωχαίνουν σημαντικό μέρος των πολιτών. Σε ότι αφορά στο 'μας ενώνει το αύριο', ισχύει πάντα, σε καλά και συμφορές, γιατί εκόντες – άκοντες υφιστάμεθα τα αποτελέσματα αποφάσεων και ενεργειών.

Όπως συνήθως, φυσικά, οι μεγάλες προκλήσεις και η αξιοπιστία βρίσκονται στις λεπτομέρειες ή κρυμμένες στη “φυσικότητα” της έκφρασης. Διαφεύγει των υποψηφίων πως τα μέσα σήμερα δίνουν πιο πολλές δυνατότητες ελέγχου από τους πολίτες ή μήπως ελπίζουν πως η πλειοψηφία δεν παραμένει σε 'δευτερεύοντα'; Εντάσσω σε αυτό το πλαίσιο την περίφημη δήλωση Ν Παπαδόπουλου πως ψήφισε Αναστασιάδη το 2013(!), όπως μια αξιοσημείωτη παράγραφο στην αναγγελία υποψηφιότητας του Ν Αναστασιάδη, πως θα αποφύγει αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις όπως έκανε σε όλη την πενταετία! Σε παρόμοιο πλαίσιο τοποθετείται και η 'διευκρίνιση' του Σταύρου Μαλά σχετικά με τη δήλωση του για την παρουσία ελληνικών F16 στην παρέλαση της ανεξαρτησίας. 

Για να επανέλθει έστω στοιχειωδώς κάποιος βαθμός αξιοπιστίας των πολιτικών και υποψηφίων, οφείλουν σεβασμό προς τον πολίτη. Οφείλουν να ορίζουν το πλαίσιο των δυνατοτήτων και να προβάλουν έστω περιορισμένης εμβέλειας όραμα, αλλά με ειλικρίνεια και εντιμότητα όταν βρίσκονται μπροστά στο λαό. Όραμα χρειάζεται ο τόπος και αξίες.
Χριστόφορος Χριστοφόρου
Πολιτικός αναλυτής
Εμπειρογνώμονας του Συμβουλίου της Ευρώπης
σε ΜΜΕ και εκλογές