Monday, June 23, 2014

Με το φακό των λέξεων

Ελένης Αρτεμίου-Φωτιάδου

Καθότανε με τις ώρες μπροστά στη θάλασσα και αμολούσε όλες τις αισθήσεις του για την κατάκτησή της. Έριχνε βλέμμα παραγάδι και ανέμενε τους θησαυρούς της να πέσουν ίσια στην καρδιά του. Στέγνωνε κάθε μέρα η σκέψη του, βούλιαζε λίγο, λίγο ο ορίζοντάς του. Και μόνο ο φλοίσβος, της τραγουδούσε ένα σωσίβιο κι αρπαζόταν εκείνος από τη γενναιοδωρία της για τη συνέχειά του.

Έκλεινε ξανά και ξανά τα μάτια, μήπως και σβήσει τη φρικτή εικόνα που τον είχε στοιχειώσει. Μα εκείνη πεισματικά, γελώντας ειρωνικά, χόρευε εμπρός του σαν ξελογιάστρα νύχτα και τον τύλιγε στα σκοτάδια της. Εκείνη μαζί με τον άλλο, το φίλο που έγινε εχθρός, που έγινε λίθος για την εκτέλεση της ψυχής του σαν δημόσια ταπείνωση, σαν μαστίγωμα μιας ζωής που αλλού είχε τάξει κι αλλού τώρα θα έπρεπε να την περιμαζέψει.


Ένα σκάσιμο από κύμα έφτασε μέχρι τις πατούσες του. Ανατρίχιασε λες και τον άγγιξε κατάσαρκα η μικρή εκείνη υγρή έκρηξη. Πήρε ένα άσπρο βότσαλο, το έπαιξε για λίγο μες στην ψυχή του. Έτοιμος ήταν να πετροβολήσει την τελευταία αντοχή της. Μα κάτι έσκυψε και μουρμούρισε στο αυτί του η θάλασσα για το απέραντο και το γαλάζιο της. 

Ένας έρωτας άρρωστος, φιλάσθενος, λειψός, σαν ανάπηρη προοπτική, είχε προτιμήσει να στρίψει στη γωνία αντί να ακολουθήσει τη μεγάλη λεωφόρο της αγάπης που του είχε ανοίξει. Μα… όχι, δεν τέλειωνε ο κόσμος, όπως δεν τέλειωνε η θάλασσα. Δεν έκλεινε ο κόσμος όπως δεν έκλεινε ποτέ ο ορίζοντας απέναντί του, παρά μόνο άνοιγε ολοένα καινούριες προοπτικές μέσα στο ατέρμονο της καμπύλης του.

Ένας γλάρος τσιμπολόγησε λίγο από το παρατημένο ψωμί των παιδιών πάνω στα βότσαλα. Ύστερα, χορτάτος, σήκωσε το κεφάλι ψηλά σαν ευχαριστία στη Θεία Πρόνοια και πέταξε μακριά αφήνοντας πού και πού τα φτερά του να ερωτευτούν τα κύματα και να σκύψουν να ασπαστούν τη δροσιά τους. Kι ένα μικρό λευκό καράβι πέρασε στα ανοικτά γυρεύοντας τις συγκινήσεις του γιαλού και την ηδονή του ταξιδιού. 


Σηκώθηκε, στύλωσε τα μάτια στο βαθύ γαλάζιο που υποκλινόταν θαρρείς μπροστά του, σήκωσε κι ο ίδιος τα χέρια ψηλά λες και χαιρετούσε ξανά τη ζωή του, γύρισε την πλάτη σε δυο μικρά φλύαρα κύματα, μπήκε στο αυτοκίνητο, οδήγησε με τη σκέψη ξαλαφρωμένη μέχρι το σπίτι. Ο κήπος τον υποδέχτηκε σιωπηλός. Μπήκε μέσα με ελαφριά βήματα , με πιο ανάλαφρη καρδιά. 

Εκείνη καθόταν στο σαλόνι όπως πάντα. Με το βλέμμα καρφωμένο στην τηλεόραση, το μυαλό της ίσως καρφωμένο… στον άλλο; Δεν ένιωσε κανένα γδάρσιμο στην καρδιά, μονάχα ένα δροσάτο χάδι σαν αύρα καλοκαιρινή μετά από ένα δύσκολο, τραχύ χειμώνα. 

Ασυναίσθητα εκείνη σήκωσε το κεφάλι, σμίξαν οι ματιές τους. Ένα ποτάμι σιωπηλό παράπονο χύθηκε στη θάλασσα των ματιών της. Και μετά το ποτάμι τούτο γέμισε απόφαση κι έφτασε ορμητικό κοντά της, χαράζοντας πια ένα καινούριο δρόμο στη ζωή τους.

Ελένη Αρτεμίου-Φωτιάδου




Monday, June 16, 2014

Απογειώστε την επιχείρηση σας και αφήστε την κρίση πίσω σας

Αξιοποιήστε τη δημιουργικότητα σας τώρα
Ανοικτή πρόσκληση για παρακολούθηση ενός μοναδικού Webinar 
εντελώς ΔΩΡΕΑΝ 
                                                             με το Δρ Κώστα Γ. Κονή
                                               07/07/2014 - 19:00 (Διάρκεια: 60 λεπτά)

Το Webinar, προσφέρεται ΔΩΡΕΑΝ και θα ασχοληθεί με τη σημασία της δημιουργικότητας και της θετικής αντιμετώπισης των δυσκολιών στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων ανεξάρτητα από την οικονομική κατάσταση και το περιβάλλον. Θα γίνει αναφορά στα σημεία εκείνα τα οποία καθηλώνουν μια επιχείρηση και θα υποδειχτούν τρόποι εντοπισμού, αξιολόγηση και διόρθωσης των έτσι που η επιχείρηση να αναπτυχθεί και να γίνει κερδοφόρα. To Webinar θα απασχολήσουν επίσης θέματα στρατηγικής, συνεργειών και συνεργασιών καθώς και άλλων δημιουργικών τρόπων ανάπτυξης μιας επιχείρησης.
Παρακολουθήστε το Webinar και αποκτήστε ΔΩΡΕΑΝ το περίφημο βιβλίο του Napoleon Hill "Think and Grow Rich" (235 σελίδες).

Δείτε εδώ: Απογειώστε την επιχείρηση σας και αφήστε την κρίση πίσω σας



Costas Y. Konis Ph. D
CEO
Innovage Consulting
Tel. +357 99 697 484
Skype: costas.konis
Twitter : @cykonis  

INNOVAGE




Ο Δρ Κώστας Γ. Κονής, σπούδασε στην Ελλάδα, στις ΗΠΑ και στη Σκωτία. Είναι επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας και εξεταστής σε μεταπτυχιακά προγράμματα των Πανεπιστημίων της Μάλτας και του Middlesex. Είναι επίσης μέλος του ΔΣ της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Τεχνολογία και την Καινοτομία (TII).

Έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με θέματα ανάπτυξης επιχειρήσεων, δημιουργικότητας, καινοτομίας και στρατηγικής και έχει αρθρογραφήσει και δώσει διαλέξεις στα θέματα αυτά. Ο Δρ Κονής έχει εκπαιδεύσει εκατοντάδες στελέχη οργανισμών και επιχειρήσεων σε διάφορα θέματα της ειδικότητας του.


Κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του ως Γενικός Διευθυντής του Ιδρύματος Τεχνολογίας της Κύπρου, διεύθυνε με μεγάλη επιτυχία το Ευρωπαϊκό Κέντρο Μεταφοράς Τεχνολογίας στην Κύπρο. Ως Γενικός Διευθυντής του Ιδρύματος Τεχνολογίας της Κύπρου, διεύθυνε επίσης και διαχειρίστηκε με επιτυχία, σχέδια που βοήθησαν πρακτικά εκατοντάδες επιχειρήσεις σε ολόκληρη την Κύπρο. Πέρα από αυτά, ο Δρ Κονής συνέτεινε στην προώθηση καινοτόμων σχεδίων και στην ανάπτυξη και εμπέδωση του ρόλου των συμβούλων επιχειρήσεων στην Κύπρο.

Με το φακό των λέξεων

Ελένης Αρτεμίου-Φωτιάδου
Τριάντα ολόκληρα χρόνια, συλλογιζόταν, καθώς έδενε τη γραβάτα μπροστά στον καθρέφτη. Τι την ήθελε τη γραβάτα και παιδευόταν τόση ώρα με το δέσιμο; Την άφησε σε μια άκρη, κοίταξε το ρολόι του, είχε ακόμα αρκετό χρόνο. Νωρίς βάλθηκε να ετοιμάζεται. Πάντα ήθελε να έχει στη διάθεσή του περισσότερο χρόνο. Ένιωθε έτσι μια ασφάλεια, ένα έλεγχο σε οτιδήποτε απρόβλεπτο. 

Έξω ο Ιούνης δάκρυζε με φθινοπωρινούς λυγμούς. Λες και δίσταζε να ανοίξει ορθάνοικτη την πόρτα στο καλοκαίρι . Μέρα που διάλεξαν γι΄αυτή τη συνεστίαση! Κι ο καιρός ακόμα συνηγορούσε σε αυτή τη θλίψη που τον κατέτρωγε από την ώρα που πήρε την πρόσκληση. 

Τριάντα χρόνια μετά την αποφοίτηση από το Λύκειο, το παρόν ήθελε να επαναφέρει το παρελθόν. Κι όσοι χαθήκανε με τα χρόνια, όσοι τραβήξανε δρόμους παράλληλους που δεν συναντήθηκαν ποτέ, θα μπορούσαν τώρα να πάρουν μια μικρή στροφή και να βρεθούν σε μια γωνία αναμνήσεων. Θα’ τανε … κι εκείνη! Μαζί του! Με το πλουσιόπαιδο της τάξης. Με τον καλύτερο μαθητή. Με αυτόν που του πήρανε μηχανή οι γονείς του λίγο πριν την αποφοίτηση. 

Απρίλη είχε κλείσει τα δεκαοχτώ, Μάιο του την αγόρασαν και πηγαινοερχότανε στο σχολείο καμαρωτός. Κι ήτανε τόσο το μεγαλείο του επάνω στη σέλα που θάμπωσε κι εκείνη. Κι ας είχε μάτια που πνίγονταν μέσα όλα τα ναυάγιά του. Κι ας έκανε κρυφά τα βράδια όνειρα πως γινότανε μια μέρα μέγας και τρανός, ξέφευγε από τα χωράφια και τη στάνη των γονιών του, κατέβαινε στην πόλη με την καινούρια πια ζωή του, φανερωνόταν ξαφνικά μπροστά της και της έλεγε όσα κουβέντιαζε μονάχα με τα αστέρια. Όχι, δεν ήταν ένα παιδί που μέτραγε τα άστρα. 

Ήταν ένας νέος που ήθελε ο ίδιος να γίνει άστρο και να πέσει μια μέρα στην καρδιά της πραγματοποιώντας την πιο τρελή ευχή του: Να την έχει μια ζωή δίπλα του, κυρά της καρδιάς του και μοίρα του κόσμου του. Δεν πρόλαβε. Σπούδαζε στην Αθήνα όταν έμαθε τυχαία τον αρραβώνα τους. 

Εκείνος, το πλουσιόπαιδο της τάξης, εκείνη, η άριστη μαθήτρια με τον μπαμπά ανώτατο στέλεχος στην Τράπεζα και τη μαμά , κόρη σπουδαίου γιατρού, να ακολουθεί με επιτυχία τα βήματά του. Μια χαρά ταίριαξαν τα τζάκια τους. Η δική του, όμως, φωτιά φούντωσε και τον έκαψε καταμεσήμερο στην Πανεπιστημίου σαν άγονη βάτο χωρίς Θεού φωνή για μια αποκάλυψη του μέλλοντος.

Βάλθηκε ξανά να περνάει τη γραβάτα γύρω από το γιακά. Τα δάχτυλά του, τρεμάμενα, πασκίσανε να φτιάξουνε πάλι τον κόμπο. Του’ ρθε μάλλον μεγάλος και σκληρός. Αλλιώς γιατί πνιγότανε έτσι λες και υπέφερε από χρόνιο άσθμα συναισθήματος; Ω ναι, θα΄τανε κι εκείνη εκεί. Μια ώριμη πλέον κυρία, στο πλάι του επιτυχημένου, επιχειρηματία συζύγου της. 


Με τον αέρα της ευτυχίας να της σιγοπαίρνει τα μαλλιά και τις λέξεις. Ω ναι, εκεί θα ήταν, όμορφη όπως πάντα. Ποτέ δεν γερνάει και ποτέ δεν ασχημαίνει η αληθινή αγάπη. Μονάχα η απουσία της μεγάλωνε , διογκωνόταν, έπαιρνε μετά τη γραβάτα, την έκανε χοντρό σκοινί και την πέρναγε θηλιά γύρω από τη ζωή του. 

Σπαρτάρησε εκείνη στην εμμονή του, διεκδίκησε τη συνέχειά της. Ασυναίσθητα πέταξε πέρα τη γραβάτα, άνοιξε το παράθυρο, άπλωσε τα χέρια σαν ικέτης του ουρανού και αφέθηκε στην κάθαρση της σιγανής βροχής ενός Ιούνη που θα έπρεπε να είναι καλοκαίρι.

Ελένη Αρτεμίου-Φωτιάδου