Saturday, November 12, 2011

Η Καστελλιώτισσα



Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας 
Γράφει από τη Λευκωσία

Αν τα κυκλικά ενετικά τείχη της Λευκωσίας και η πανέμορφη Πύλη Αμμοχώστου μας θυμίζουν την οχυρωματική Αναγέννηση, τότε η Καστελλιώτισσα σίγουρα μας θυμίζει τον επιβλητικό Μεσαίωνα. Η μεσαιωνική αίθουσα Καστελλιώτισσα, στο κέντρο της παλιάς περιτειχισμένης πόλης της Λευκωσίας, αποτελεί ένα χώρο που μας μεταφέρει με τον πιο ατόφιο και απτό τρόπο στο μυστηριώδη και σκοτεινό Μεσαίωνα. Η Καστελλιώτισσα, μια μεγάλη ορθογώνια γοτθική αίθουσα που θυμίζει οχυρό και ταυτόχρονα κελί, με διαστάσεις 26x11,50 μ., βρίσκεται στα νότια της Πύλης Πάφου, ανάμεσα στον Αστυνομικό Σταθμό της Πύλης Πάφου, το Πολιτιστικό Κέντρο και Κινηματοθέατρο «Παλλάς» και τα αντικρινά οικήματα του μαρωνιτικού σωματείου «Κορμακίτης».

Η ξύλινη θύρα της εισόδου του προαυλίου της Καστελλιώτισσας έχει χαρακτηριστική μεσαιωνική όψη, με σκουρόχρωμο και παχύ σταυρωτό ξύλο. Η καμάρα που περιβάλλει τη θύρα είναι χαρακτηριστική της μεσαιωνικής τεχνοτροπίας και βρίσκεται, σε παρόμοιο σχέδιο, σε διάφορους χώρους στην Κύπρο, όπως για παράδειγμα το αρμενικό μοναστήρι του Αγίου Μακαρίου (Αρμενομονάστηρο) στη Χαλεύκα. Τα μακρόστενα παράθυρα της αίθουσας προσθέτουν στη γοτθική βαρύτητα, σε συνδυασμό με τους παχιούς τοίχους και την οξυκόρυφη οροφή, αφού ακριβώς αναδεικνύουν άλλη μια όψη του Μεσαίωνα, όπου πρώτιστο μέλημα ήταν ανθεκτικότητα, η λειτουργικότητα και η επιβλητικότητα, σε αντίθεση με τα σημερινά πρότυπα της ομορφιάς και της φωτεινότητας.

Σύμφωνα με τις ιστορικές πληροφορίες που διαθέτουμε, ο ιστοριογράφος Στέφανος Λουζινιανός (1537-1590) αναφέρει ότι ανάμεσα στις εκκλησίες που υπήρχαν στη Λευκωσία κατά την εποχή του ήταν και η εκκλησία της Αγίας Κλάρας (Αγίας Φωτεινής), η οποία ονομαζόταν Καστελλιώτισσα και χρησιμοποιόταν επίσης ως μονή. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, «Χωρογραφία και Εκκλησιαστική Ιστορία της Κύπρου» (Νάπολη, 1570), η εκκλησία αυτή κτίστηκε στη θέση ενός κάστρου που είχαν καταστρέψει και κατεδαφίσει οι Ναΐτες Ιππότες, σε άγνωστο όμως χρόνο και χώρο.

Σύμφωνα με πληροφορίες του Willebrand του Oldenburg, το 1211 έγιναν εργασίες με σκοπό την επανοικοδόμηση του κάστρου της Λευκωσίας, με αποτέλεσμα η Καστελλιώτισσα να κτιστεί αργότερα πάνω στο παλαιότερο καστέλλι (κάστρο). Σύμφωνα με τον Cavaliere Cornelio Desimoni, η εκκλησία υπήρχε ήδη από το 1300. Την αναφέρει ξανά ο Φλώριος Βουστρώνιος στο «Χρονικό της νήσου Κύπρου», γράφοντας πως το 1368 ο Βασιλιάς Πέτρος Α’ υποχρέωσε την ερωμένη του Jeanne Laleman να εγκαταλείψει την Καστελλιώτισσα και υποχρέωσε τη Marie Gibelet να καταφύγει στη μονή. Σύμφωνα με το Jacques Le SaigeΤαξίδι στη Ρώμη, τη Notre-Dame de Lorette, τη Βενετία, την Ιερουσαλήμ και σε άλλους άγιους τόπους»), το 1518 η μονή της Αγίας Κλάρας διέθετε μια μικρή εκκλησία, η οποία όμως ήταν πλουσιοπάροχα διακοσμημένη και διέθετε μεγάλο κήπο.

Επί Τουρκοκρατίας, η Καστελλιώτισσα ήταν γνωστή με το τουρκικό όνομα «Τοπ Χανέ» (οπλοστάσιο), αφού βρισκόταν μέσα στο στρατόπεδο του οθωμανικού πυροβολικού. Ο κόμης Louis de Mas Latrie, στο βιβλίο του «Ιστορία της νήσου Κύπρου» (Παρίσι, 1852), περιγράφει την αίθουσα, που την εποχή εκείνη είχε μετατραπεί σε μύλο σιταριού, ως εξής: «η καμάρα, τα τόξα και οι νευρώσεις είναι οξυκόρυφα· οι τοίχοι είναι εξαιρετικά παχιοί και στήριζαν έναν ή περισσότερους ορόφους που είναι πλήρως κατεδαφισμένοι. Μια στενή σκάλα είναι η μόνη πρόσβαση στην καμαροσκέπαστη αυτή υπόγεια αίθουσα». Σύμφωνα με τον Camille Enlart, στο βιβλίο του «Η γοτθική τέχνη και η Αναγέννηση στην Κύπρο» (Παρίσι, 1899), η Καστελλιώτισσα είχε ήδη ξανακτιστεί στα τέλη του 19ου αιώνα.

Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και της Αγγλοκρατίας (1570-1878-1960) η Καστελλιώτισσα δέχθηκε αρκετές παρεμβάσεις. Μια σταυρόσχημη επιγραφή στην πάνω δεξιά πλευρά της εισόδου του προαυλίου της Καστελλιώτισσας, η οποία γράφει IC XC NI KA (Ιησούς Χριστός Νικά) με την ημερομηνία 1787, αποτελεί ισχυρή ένδειξη πως πιθανότατα για κάποια περίοδο χρησιμοποιόταν ως εκκλησία, κάτι που ενισχύεται από προφορικές και άλλες μαρτυρίες για την Παναγία Καστελλιώτισσα. Αργότερα, όπως προαναφέραμε, χρησιμοποιόταν ως αποθήκη πυρομαχικών του πυροβολικού και μύλος σιταριού. Καθώς στα τέλη του 19ου αιώνα χρησιμοποιόταν ως αλευρόμυλος, οι τετραγωνισμένοι πωρόλιθοι των εσωτερικών επιφανειών της αίθουσας καλύφθηκαν με στρώμα γύψου.

Γύρω στα 1920, χρησιμοποιείτο ως αποθήκη πετρελαιοειδών. Το 1938 περιήλθε στη δικαιοδοσία του Τμήματος Αρχαιοτήτων, το οποίο ανέλαβε τη συντήρηση της Καστελλιώτισσας και διενέργησε, παράλληλα, μικρής έκτασης ανασκαφές. Κατά την περιορισμένης κλίμακας έρευνα που έγινε στο χώρο, ήρθαν στο φως τα θεμέλια κάποιου μεγάλου κτιριακού συμπλέγματος. Το σύμπλεγμα αυτό είναι πιθανότατα το β’ ανάκτορο των Λουζινιανών (1376-1427), το οποίο ξεκινούσε από το δυτικό τμήμα της αίθουσας και συνέχιζε μέχρι το κτίριο «Ηλέκτρα» της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, στα δυτικά του τείχους και της Πύλης Πάφου. Εξάλλου, η ονομασία της περιοχής (Ρογιάτικο) δεν μπορεί να είναι τυχαία. Κατά την ανασκαφική έρευνα, αφαιρέθηκε η μεγάλη επίχωση που καθιστούσε την Καστελλιώτισσα υπόγεια, και έφερε στο φως τα δυτικά θεμέλια του αρχικού κτιρίου. Εδώ να αναφέρουμε πως η αίθουσα αυτή, αν και δεν είναι υπόγεια σήμερα, βρίσκεται σε αρκετά χαμηλότερο υψόμετρο σε σχέση με την οδό Ρηγαίνης παρά σε σχέση με την οδό Αγίου Μάρωνα (παλαιότερα Φαβιέρου).
Στη συνέχεια, η ιστορία της Καστελλιώτισσα διασταυρώθηκε με αυτήν της μαρωνιτικής κοινότητας: γύρω στα 1955 συγκροτήθηκε εκκλησιαστική επιτροπή δίπλα στο Βικαριάτο των Μαρωνιτών. Τότε έγιναν σκέψεις για να κτιστεί μια νέα μαρωνιτική εκκλησία, επειδή η υφιστάμενη ήταν πολύ μικρή και στεγαζόταν σε παλαιό κτίριο, κι έτσι ο Γενικός Βικάριος Ιωάννης Φοραδάρης είχε την έμπνευση να ζητήσουν από τον κυβερνήτη Sir John Harding την αίθουσα της Καστελλιώτισσας - η οποία τότε ήταν σκεπασμένη με χώματα και στην αυλή της οποίας διέμεναν κάποιοι Μαρωνίτες. Μετά από προσωπική επίσκεψη του κυβερνήτη αποφασίστηκε πως κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο, αφού ήταν αρχαίο μνημείο, με αποτέλεσμα ο μαρωνιτικός καθεδρικός ναός της Παναγίας των Χαρίτων να κτιστεί μεταξύ 1958-1960 λίγα μέτρα μακριά από την Καστελλιώτισσα…

Το 1960 η Καστελλιώτισσα στέγασε, για λίγα μόνο χρόνια, ένα μεσαιωνικό μουσείο, αλλά λόγω της υγρασίας του χώρου και της εγγύτητας με την πράσινη γραμμή, τα εκθέματα αφαιρέθηκαν από το χώρο, καθιστώντας την Καστελλιώτισσα αποθήκη του Τμήματος Αρχαιοτήτων. Από το 1992 το χώρο του μνημείου διαχειρίζεται το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού ως πολιτιστικό χώρο και εδώ διοργανώνεται πληθώρα εκδηλώσεων: συναυλίες, προβολές ταινιών, εικαστικές εκθέσεις, χορευτικές και θεατρικές παραστάσεις, απαγγελίες ποιημάτων, διαλέξεις, παρουσιάσεις βιβλίων, επιστημονικές ημερίδες, συνέδρια κτλ. Μάλιστα δε, η Καστελλιώτισσα είναι ένας από τους χώρους στους οποίους λαμβάνει χώρα το φεστιβάλ «Γαλλοφωνία 2011», το οποίο συνδιοργανώνουν το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, το Υπουργείο Εσωτερικό και το Γαλλικό Πολιτιστικό Κέντρο Κύπρου μεταξύ 21/02/2011-08/04/2011.
 Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας 
ΠΗΓΕΣ: Enlart, Camille: «Gothic Art and the Renaissance in Cyprus» (Trigraph Ltd, London: 1987), Μαραγκού, Άννα Ν. & Κούτας, Ανδρέας Γ.: «Λευκωσία, η ιστορία της πόλης» (Λευκωσία: 2009), Παυλίδης, Άντρος: «Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια» (Εκδόσεις Φιλόκυπρος, Λευκωσία: 1984-1996).

No comments: