Saturday, July 3, 2010

Η Αρμενική κοινότητα στην Κύπρο

Ο θεσμός του εκπροσώπου της Αρμενικής Κοινότητας στη Βουλή
Γράφει ο
Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας
Από τη Λευκωσία
katoomba@cytanet.com.cy

Στα προηγούμενα μας άρθρα αναφερθήκαμε στις συνταγματικές και νομικές διατάξεις που σχετίζονται με την αρμενοκυπριακή κοινότητα, η οποία με βάση το Άρθρο 2 § 3 του Συντάγματος αναγνωρίστηκε ως «θρησκευτική ομάδα», και επέλεξε με δημοψήφισμα (13/11/1960) να ανήκει στην ελληνοκυπριακή κοινότητα. Με βάση το Άρθρο 109, «Κάθε θρησκευτική ομάδα … αντιπροσωπεύεται στην Κοινοτική Συνέλευση … με μέλος ή μέλη της θρησκευτικής ομάδας που εκλέγονται από αυτήν». Έτσι, ένας Αρμένιος και ένας Λατίνος συμμετείχαν στα εκ Λευκωσίας μέλη της Ελληνικής Κοινοτικής Συνέλευσης, ενώ στα εκ Κυρηνείας μέλη συμμετείχε ένας Μαρωνίτης (Αποικιακός Νόμος 6/1960 και Νόμος Ελληνικής Κοινοτικής Συνέλευσης 8/1960). Οι δύο Κοινοτικές Συνελεύσεις δρούσαν ως ένα είδος Κάτω Βουλής, με αρμοδιότητα σε όλα τα θρησκευτικά, εκπαιδευτικά, μορφωτικά, διδακτικά και άλλα κοινοτικής φύσεως θέματα (Άρθρο 87).

Με την αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων από το συνεταιρισμό της Κυπριακής Δημοκρατίας και την de facto κατάργηση της Τουρκικής Κοινοτικής Συνέλευσης, η Ελληνική Κοινοτική Συνέλευση αυτοδιαλύθηκε και στις 25/03/1965 αποφασίστηκε η μεταβίβαση των νομοθετικών εξουσιών της στη Βουλή των Αντιπροσώπων και των εκτελεστικών της εξουσιών στο νεοσύστατο Υπουργείο Παιδείας, το Υπουργικό Συμβούλιο και αλλού (Νόμος 12/1965). Με βάση το άρθρο 10 του προαναφερόμενου Νόμου, οι Εκπρόσωποι των θρησκευτικών ομάδων συνέχισαν να εκπροσωπούν την οικεία τους ομάδα αναφορικά με θέματα της αρμοδιότητας της συνέλευσής τους, με δικαίωμα να θέτουν τις απόψεις τους για ζητήματα που αφορούσαν τις ομάδες τους, ενώ η Βουλή των Αντιπροσώπων ζητούσε την άποψή τους προτού νομοθετήσει επί σχετικών θεμάτων.

Η θητεία των Εκπροσώπων ανανεωνόταν ετησίως για μια πενταετία (Νόμοι 45/1965, 49/1966, 50/1967, 87/1968, 58/1969), όπως ακριβώς και με τους άλλους Βουλευτές, με αποτέλεσμα να υπηρετήσουν για δέκα (10) χρόνια. Ο Νόμος 58/1970 προβλέπει ότι τα μέλη των τριών θρησκευτικών ομάδων εκλέγουν από ένα μέλος τους που τις Εκπροσωπεί, χωρίς ωστόσο αναφορά στην ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων. Από το 1970, οι Εκπρόσωποι είναι μόνιμα μέλη της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Παιδείας, με δικαίωμα λόγου αλλά όχι ψήφου, και η διάρκεια της θητείας τους είναι πέντε (5) χρόνια. Ωστόσο, ως αποτέλεσμα τεχνικών δυσκολιών, η θητεία των Εκπροσώπων παρατάθηκε για ένα έτος (Νόμος 30/1975) και για μερικούς μήνες (Νόμος 26/1976), όπως έγινε και με τη θητεία των άλλων Βουλευτών.

Με το Νόμο 38/1976 διασφαλίστηκε ότι οι θρησκευτικές ομάδες θα εκλέγουν από ένα μέλος που θα τις εκπροσωπεί στη Βουλή, το οποίο και συμμετέχει στην ολομέλεια της Βουλής, χωρίς ωστόσο δικαίωμα ψήφου. Σύμφωνα με το Νόμο 41/1981, προνοείται ρητά ότι οι διατάξεις του εκλογικού νόμου εφαρμόζονται και στην εκλογή των Εκπροσώπων. Λόγω τεχνικών δυσκολιών στη διεξαγωγή εκλογών για την αρμενική θρησκευτική ομάδα ειδικά, είχε παραταθεί για μερικούς μήνες η θητεία του τότε Εκπροσώπου Δρ. Αντρανίκ Λ. Αστζιάν (Νόμος 53/1981). Βάσει του Νόμου 70/1986, αποφασίστηκε ότι οι εκλογές για ανάδειξη των Εκπροσώπων των θρησκευτικών ομάδων διενεργούνται ταυτόχρονα και παράλληλα με τις βουλευτικές εκλογές, και ότι η θητεία των Εκπροσώπων ταυτίζεται με τη θητεία των Βουλευτών, αρχής γενομένης από το 1991.
* * * * *
Οι Εκπρόσωποι των θρησκευτικών ομάδων δρουν ως σύνδεσμοι μεταξύ των κοινοτήτων και του κράτους, και είναι επικεφαλής όλων των σχετιζόμενων με την ομάδα τους ζητημάτων. Η συμμετοχή τους είναι πενταετούς διάρκειας και έχει συμβουλευτικό χαρακτήρα, αφού αν και μπορούν να εκφράζουν τις απόψεις τους για θέματα που σχετίζονται με την ομάδα τους, δεν έχουν δικαίωμα ψήφου και ελάχιστες είναι οι φορές τις οποίες ο Εκπρόσωπος λαμβάνει το λόγο. Ειδικά στην περίπτωση των Αρμενίων, τουλάχιστον από το 1975, ο εκάστοτε Εκπρόσωπος εκφωνεί λόγο στη συνεδρίαση κοντά στις 24 Απριλίου• μάλιστα, ο αείμνηστος Δρ. Αντρανίκ Λ. Αστζιάν κατέθεσε ο ίδιος το Ψήφισμα 36/1975, για τα 60χρονα της Γενοκτονίας, το οποίο έγινε δεκτό ομόφωνα.

Ο ρόλος, δυστυχώς, των Εκπροσώπων είναι εικονικός, και διακοσμητικός, αφού συχνά λαμβάνονται αποφάσεις αγνοώντας τους. Η μεταφορά τους στα έδρανα της Βουλής, χωρίς όμως το δικαίωμα ψήφου, υπήρξε αρνητική εξέλιξη. Κατά την άποψή μας, θα πρέπει να τους δοθεί το δικαίωμα να μπορούν να καταθέτουν και να ψηφίζουν προτάσεις νόμου για θέματα τα οποία υπάγονταν στις αρμοδιότητες της ελληνικής κοινοτικής συνέλευσης και αφορούν άμεσα και συγκεκριμένα την ομάδα τους, έτσι ώστε να αποφευχθεί η πιθανότητα θετικής διάκρισης υπέρ των μελών των θρησκευτικών ομάδων και διπλής εκπροσώπησής τους στα έδρανα της Βουλής των Αντιπροσώπων.

Οι Εκπρόσωποι απολαμβάνουν των ίδιων προνομίων με τους υπόλοιπους Βουλευτές (ανεύθυνο, ασυλία, χρηματική αποζημίωση, φοροαπαλλαγές κτλ), συμμετέχουν στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Παιδείας και παρευρίσκονται στις συνεδριάσεις της ολομέλειας. Τα απαιτούμενα κριτήρια για υπηρεσία στο θεσμό του Εκπροσώπου έχουν ως εξής: α) να είναι μέλος της αρμενικής θρησκευτικής ομάδας (άρα και μέλος της ελληνοκυπριακής κοινότητας) β) να έχει συμπληρώσει το 25ο έτος της ηλικίας του [Νόμος 96(I)1995] γ) να μην έχει καταδικαστεί για αδίκημα ατιμωτικό ή ηθικής αισχρότητας και να μην έχει στερηθεί της εκλογιμότητας από αρμόδιο δικαστήριο δ) να μην πάσχει από διανοητική νόσο που τον καθιστά ανίκανο στην εκτέλεση των καθηκόντων του ε) να μην είναι Υπουργός, Δικαστής, Βουλευτής, Δήμαρχος ή δημοτικός σύμβουλος, μέλος των ενόπλων δυνάμεων ή των δυνάμεων ασφαλείας ή της δημόσιας υπηρεσίας.

Όσον αφορά την αποζημίωση των Εκπροσώπων, αυτή πάντοτε ήταν αντίστοιχη με αυτή των υπολοίπων Βουλευτών: με βάση το Νόμο Ελληνικής Κοινοτικής Συνέλευσης 9/1960, αμείβονταν ετησίως με £600 και είχαν ετήσιο επίδομα παραστάσεως £240. Ο Νόμος 58/1970 όρισε τις μηνιαίες αποδοχές τους σε £75, χωρίς αναφορά σε επίδομα παραστάσεως και οδοιπορικών. Ο Νόμος 39/1976 όρισε ετήσιες αποδοχές £1.680 και ετήσιο επίδομα παραστάσεως και οδοιπορικών £960. Ο Νόμος 45/1983 όρισε τιμαριθμικές αναπροσαρμογές στις ετήσιες αποδοχές και το ετήσιο επίδομα, καθώς και δέκατο τρίτο μισθό ίσο με το 1/12 των αποδοχών. Ο Νόμος 230/1990 καθόρισε ετήσιες αποδοχές £7.800 (συν τιμαριθμική αναπροσαρμογή), δέκατο τρίτο μισθό και ετήσιο επίδομα παραστάσεως £5.400. Με το Νόμο 111(I)/1995 οι ετήσιες αποδοχές αυξήθηκαν σε £12.000, το ετήσιο επίδομα παραστάσεως αυξήθηκε στις £7.200 και προστέθηκε ετήσιο επίδομα £3.600 για γραμματειακές υπηρεσίες. Η τελευταία αναπροσαρμογή έγινε με το Νόμο 88(I)/2006: οι ετήσιες αποδοχές και ο 13ος μισθός παρέμειναν όπως είχαν, το ετήσιο επίδομα παραστάσεως αυξήθηκε στις £12.000/€20.503, ενώ το επίδομα γραμματειακών υπηρεσιών αυξήθηκε στις £7.200/€12.302.

Ο Εκπρόσωπος (όπως και οι υπόλοιποι Βουλευτές) δικαιούται: γραφείο στη Βουλή και κοινοβουλευτικό συνεργάτη, αφορολόγητο όχημα μέχρι είκοσι (20) άλογα, ανάλογη σύνταξη [Νόμοι 136/1990, 47(I)/1996 και 112(I)/2005], καθώς και η σύζυγός του σύνταξη χηρείας [Νόμος 39(I)/1996]. Επιπλέον, είναι ex officio μέλος της Θρονικής Συμβουλίου της Αρμενικής Εθναρχίας, διαβουλεύεται με τον Υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού σχετικά με την εισήγηση του τελευταίου στο Υπουργικό Συμβούλιο για το διορισμό του προέδρου και των μελών της Σχολικής Εφορείας Αρμενικών Σχολείων [Νόμος 103(I)/1999], και συμμετέχει στη Συμβουλευτική Επιτροπή Ιδιωτικής Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας (Νόμος 5/1971). Ωστόσο, παρά τα προνόμια που φαίνεται να απολαμβάνει ο εκάστοτε Εκπρόσωπος, θα πρέπει όλοι να θυμόμαστε και τις διάφορες καθημερινές δυσκολίες και υποχρεώσεις που έχει, τις έγνοιες και τις ανησυχίες που βιώνει, και κυρίως την ευθύνη που έχει συνεχώς προς ολόκληρη την κοινότητα.
Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας

katoomba@cytanet.com.cy
Το άρθρο αυτό αφιερώνεται στο νυν και τους πρώην Εκπροσώπους και τις οικογένειές τους. Ευχαριστίες στους κο Βαρτκές Μαχτεσιάν, Αχιλλέα Αιμιλιανίδη, Βασιλική Αναστασιάδου, Δρ. Αντρανίκ Αστζιάν και Γαβριέλλα Πετρίδου.

1 comment:

Meropi said...

Πολύ ενδιαφέρον άρθρο. Οι Αρμένιοι της Κύπρου αναπόσπαστο μέρος της κοινωνίας μας. Όταν ήμουν μικρή τους είχα συνδέσει κυρίως με τις εμπορικές δραστηριότητες. Και αυτό γιατί τους συναντούσα κυρίως ως ιδιοκτήτες καταστημάτων στη Λευκωσία, όπου μας πήγαινε η μαμά μου για ψώνια.