Thursday, March 19, 2009

Ο πολυτεχνίτης αλλά όχι ερημοσπίτης

Τον κύριο Αγαθοκλή Χατζηγεωργίου είχα την εξαιρετική τιμή να τον γνωρίσω μέσω της κόρης του Άντρης Λυμπουρή, παντρεμένης με τον συμμαθητής μου Κώστα Λυμπουρή, αμφότεροι εκπαιδευτικοί, με τους οποίους τυγχάνει να είμαστε γείτονες. Ο Κώστας Λυμπουρής, σήμερα υπηρετεί ως Μορφωτικός Σύμβουλος στην Κυπριακή Πρεσβεία στην Αθήνα, διευθυντής στο «Σπίτι της Κύπρου».

Ο συμπαθέστατος και αξιαγάπητος κύριος Αγαθοκλής σε κερδίζει από την πρώτη στιγμή. Η καλοσύνη που εκπέμπει, η απλότητα και καταδεκτικότητα είναι από τα κύρια χαρακτηριστικά του, που ξεχώρισα.
Άνθρωπος της βιοπάλης, αγνός μαχητής του επιούσιου από τα παιδικά του χρόνια, κατέγραψε τη μυθιστορηματική ζωή του, με ένα απλό, ευχάριστο και γλαφυρό τρόπο, που σε ελκύει να τελειώσεις το βιβλίο του έτσι και το άρχισες.

Όπως γράφει και στον πρόλογο του βιβλίου του, ο δρ Γιάννης Κατσούρης, «Το βιβλίο είναι πρώτα-πρώτα η αυτοβιογραφία ενός απλού ανθρώπου, που ξεκινώντας χωρίς ιδιαίτερα εφόδια κατάφερε όχι μόνο να επιβιώσει αλλά τελικά να ζει με άνεση μαζί με την πολυμελή οικογένειά του, δουλεύοντας πάντα σκληρά και αδιάκοπα, χρησιμοποιώντας και τα χέρια και το μυαλό και την εφευρετικότητά του αλλά κυρίως το πείσμα του. Ο ίδιος αναφέρει ότι στη ζωή του έκανε είκοσι έξι επαγγέλματα και χρησιμοποίησε ως χώρους διαμονής του τριάντα εννέα διαφορετικά καταλύματα».

Ο συγγραφέας κατάφερε να βγει νικητής από το καμίνι της ζωής. Παρά την ατυχία του να μη θητεύσει σε ανώτερα σχολεία και τα γράμματά του να είναι λιγοστά, εντούτοις έγινε στο τέλος ποιητής και συγγραφέας, ένας άνθρωπος γεμάτος πνευματικές αναζητήσεις.

Το βιβλίο του αποτελεί μια πολύτιμη προσωπική μαρτυρία, όχι μόνο για την συναρπαστική ζωή του, τα βιώματα και τις εμπειρίες του, αλλά και για τη ζωή γενικά της εποχής που περιγράφει με τόσο γλυκό τρόπο.

Ο Αγαθοκλής Χατζηγεωργίου αποτελεί το πρότυπο του σύγχρονου Οδυσσέα που
στο δύσκολο ταξίδι της ζωή, που αναγκάστηκε να κάνει μέσα από άγνωστα λιμάνια, φουρτουνιασμένες θάλασσες, κύκλωπες και Λαιστρυγόνες και απίθανες δυσκολίες, μετέτρεψε την «Οδύσσεια» του σε περίλαμπρη πορεία. Στο απάνεμο λιμάνι της προσωπικής του Ιθάκης. Είναι να μην χαίρεσαι τέτοιους ανθρώπους;

Κύριε Αγαθοκλής σου σφίγγουμε το χέρι και σε ευχαριστούμε μέσα από την καρδιά μας, γι’ αυτά που με τόση καλοσύνη μας χαράζεις.
Φοίβος Νικολαΐδης

Λόγος απλός, κατανοητός, βγαλμένος μέσα από τα σπλάχνα της καθημερινότητας, χωρίς επιτήδευση και προσπάθεια εντυπωσιασμού.

Μια σούμα με τα επαγγέλματα που ασχολήθηκε

Ορνιθοβοσκός, Σταχυοσυλλέχτης,
Καλαθοκουβαλητής, Συλλέχτης χαρουπιών,
Στην εκκοπή συκαμινοφύλλων,
Βοηθός βοθροκαθαριστής, Κουλλουράς
Πωλητής οφτών σιταροπούλλων,
Πωλητής αμυγδάλων, Μαννάβης,
Καφετζής και ταβερνιάρης,
Υπάλληλος σε ελαιοτριβείο,
Εργάτης, Ποδηλατάς, Κονικλοτρόφος,
Ιδιοκτήτης ταξί και υπάλληλος,
Καλουπτζής, Μεταλλωρύχος,
Κοτοπουλλοτρόφος και περιστεροτρόφος,
Αναβατορτζής, Πωλητής, Κτηματικά,
Πωλητής αυτοκινήτων,
Ιδιοκτήτης Λούνα Παρκ,
Πλασιέ ηλεκτρικών, Κατασκευαστής παπουτσιών,
(Σύνολο 26)

Ο Αγαθοκλής Χατζηγεωργίου είναι και ποιητής. Σωστός χείμαρρος όταν τον πιάσει ο ποιητικός του οίστρος. Απαγγέλλει εκ του προχείρου αμέτρητους στίχους των ποιημάτων του. Στο τέλος του βιβλίο του υπάρχει ανθολογία ποιημάτων του, τα οποία είναι γραμμένα όλα στην Κυπριακή διάλεκτο.

«Τα κακά της Ρωμιοσύνης»
Είμαστεν χουμισιάρηες
Στα κατορθώματά μας
Τζι εν τα βαστάχνει ο Θεός
Τούν’ τα καμώματά μας.

Είμαστεν αζολιάρηδες,
Ζηλεύκει ο ένας τ’ άλλον,
Ζηλεύκει ο μιάλος τον μιτσή
τζια ο μιτσής τον μιάλον.

Είμαστεν τετραπέρατοι
Μα τζιαι διαστρεμμένοι
Γι’ αυτόν τζιαι πάντα είμαστεν
Ούλλοι κατααστρεμμένοι

Είμαστεν ούλλοι ρήτορες,
Πολιτικοί σπουδαίοι,
Κάμνει ο βοσκός πολιτικήν
τζιαι ο λούστρος ρητορεύει.

Περί «αδρώπων» και παντελονάδων
Της Άννας Μαραγκού

Μια αυτοβιογραφία που καλό θα ήταν να τη διαβάσουν τα νεαρά βλαστάρια της κοινωνίας μας
Σε πρόσφατη εκδήλωση στην Πύλη Αμμοχώστου συνάντησα έναν περήφανο Κύπριο. Τον κύριο Αγαθοκλή Χατζηγεωργίου. Έναν άνθρωπο που έζησε μια πλέρια και περήφανη ζωή, την οποία κατέγραψε σε ένα βιβλίο του, που φέρει τον ωραίο τίτλο «Ο πολυτεχνίτης αλλά όχι ερημοσπίτης». Μια αυτοβιογραφία που καλό θα ήταν να τη διαβάσουν τα νεαρά βλαστάρια της κοινωνίας μας, που εμμένουν στη θεωρία ότι τα λεφτά οι γονείς τα βρίσκουν σε μια τρύπα κάτω από τη συτζιά του κήπου.

Ο κ. Αγαθοκλής γεννήθηκε το 1926 και κατάφερε χρησιμοποιώντας το μυαλό και τα χέρια του, κυρίως όμως το πείσμα και την εφευρετικότητά του, να επιβιώσει σε δύσκολους καιρούς, να σπουδάσει τα παιδιά του και να καταγράψει για μας όλους τους νεωτεριστές από πού πέρασε. Διάβασα το βιβλίο του σε ένα απόγευμα, σαν ένα παραμύθι με ήχους και χώρους γνώριμους, μια διήγηση απλή που περιέχει γέλιο, πόνο, ανθρωπιά, τόλμη, αλλά πάνω απ' όλα μιαν αγάπη και μια στοργή για τον τόπο του και τις δυσκολίες από τις οποίες πέρασε και δυστυχώς περνά. Από το βιβλίο του φαίνεται πόσο σημαντικό ρόλο στη ζωή του είχε η μητέρα του που ήταν το στήριγμα της οικογένειας.

Πέρασε δύσκολη ζωή. Μετακόμιζε συνέχεια «επειδή η μητέρα μου δεν είχε σπίτι δικό της, ενοικίαζε ένα δωμάτιο όπου έβρισκε στο Κτήμα, δέκα σελίνια τον μήνα και επειδή δεν τα είχε, οι ιδιοκτήτες μας έκαμναν έξωση. Στα εννιά μου χρόνια αλλάξαμε 20 σπίτια». Το καθημερινό ψωμί για τα εφτά στόματα δεν ήταν εύκολη υπόθεση. «Στην Πάφο η μητέρα μου είχε ένα πολύ μικρό μανάβικο και έβαζε εκεί τα αγριόχορτα που έβρισκε στα χωράφια και τους αγρούς και κανένα κοφίνι σταφύλι και έβγαζε κανένα σελίνι την ημέρα. Το ψωμί ήταν ενάμισι γρόσι η οκκά»". Ο κύριος Αγαθοκλής ήταν κατά σειρά «σταχυοσυλλέκτης», μάζευε δηλαδή τα στάχυα και η μάνα του έλιωνε το σιτάρι και έκαμνε πουρκούρι.

Ήταν καλαθοκουβαλητής, «πριν πάω σχολείο το πρωί, η μάνα μου με έπαιρνε στο παντοπωλείο. Εκεί ερχόντουσαν μερικοί πλούσιοι με το καλάθι τους να ψωνίσουν. Εγώ έπαιρνα το καλάθι στο σπίτι τους και μου έδιναν ένα ή δύο γρόσια. Αν έπαιρνα τρία καλάθια, έπαιρνα τεσσεράμισι γρόσια και αγοράζαμε τρία ψωμιά». Βοηθούσε τον Πάφιο τον καραγκιοζοπαίχτη στην Πάφο, ανάγιωνε τους μεταξοσκώληκες της μητέρας του, μάζευε τα «πογκλόγια», δηλαδή αυτά που έμεναν επάνω στα δέντρα μετά το μάζεμα, είτε ελιές, είτε χαρούπια, είτε σταφύλια.

Τίποτα δεν πήγαινε χαμένο. Έβοσκε τις όρνιθες, πουλούσε αυγά, οι ώρες της μέρας δεν τον έφταναν. Το 1937, δηλαδή σε ηλικία 11 χρονών τον πήραν να γίνει «άνθρωπος» σε ένα καφετζή και ταβερνιάρη στο Καϊμακλί. Έφευγε από το καφενείο στις 9 το βράδυ και ξυπνούσε πριν γεννηθεί ο ήλιος. Κοιμόταν «πάνω σε ένα παλιό μπαούλο αρχαίο με πατανίες τζαι πέφτζια που φάνισκαν με τα λουριά από ρούχο και έκλαιγα κάθε νύχτα μέχρι να με πάρει ο ύπνος γιατί είχα μείνει μακριά από την οικογένειά μου». Δούλεψε περβολάρης, κουλουράς, σκαρπάρης, συνδικαλιστής, έψηνε σιταροπούλες έξω από τον κινηματογράφο του Χατζηχαμπή στο Βαρώσι, ένα γρόσι τις αγόραζε το πρωί στο παντοπωλείο, τρία γρόσια τις πωλούσε.

Περιουσία έβγαλε ο Αγαθοκλής στα δώδεκά του «οι αστυνομικοί έπιαναν κάτω που 10 λίρες το μήνα μισθό, ενώ εγώ έβγαζα με τις σιταροπούλες 40 λίρες το μήνα». Δίπλα στο Ακταίο έσπαζε αθάσια που τα αγόραζε από την Αναφωτία. «Ενοικίαζα ένα ποδήλατο και πλήρωνα ένα σελίνι τη βδομάδα. Πήγαινα στην Αναφωτία [από το Βαρώσι] κάθε Δευτέρα και Παρασκευή αγόραζα μια σακούλα αθάσια, τα έβαλα πίσω στη σκάλα του ποδηλάτου...» Τρία γρόσια το χωνί. Απτόητος ο κύριος Αγαθοκλής συνέχισε, δούλεψε σε ελαιοτριβείο, πουλούσε πάγο και όταν έπεσε η μεγάλη πείνα το '40 λόγω του πολέμου, ο Αγαθοκλής μαζί με τον Νικόλα Φανή αγόρασε κινηματογραφική μηχανή και μερικές ταινίες και αλώνισαν την Κύπρο.

Από το Παραλίμνι, στο Λεονάρισσο, στη Γιαλούσα. Ό,τι έμενε από το μπακάλικο της μητέρας του το φόρτωνε στο «Οστιν Σέβεν» και τα πουλούσε. Οι διηγήσεις του, σπαρταριστικές, στο διάβα της ζωής του, άνδρας πια, γνωρίζει ποιητάρηδες, τσιαττίζει μαζί τους, ανακαλύπτει το ταλέντο του, μαθαίνει βιολί με τον πατέρα του Τυρίμου, γνωρίζει τη Βέμπο και τον Τραϊφόρο «στο καμπαρέ του Ζανέττου», τον Νίκο Γούναρη «στο καμπαρέ του Πέτρου του Καραπέτ από την Αίγυπτο». Γίνεται ποδηλατάς, ταξιτζής, καλουπτζής, το '51 αγοράζει αναβατόριο και η περιγραφή για το στήσιμο της μηχανής αξίζει μια περιουσία. Από τότε η ζωή του κ. Αγαθοκλή αλλάζει. Στο μεταξύ παντρεύεται, κάνει οικογένεια, 6 παιδιά, ευθύνες... Κτίζει πια βεράντες, ταράτσες πάει από τη Λεμεσό στη Λευκωσία και εκεί κάνει το όνειρό του πραγματικότητα. Το πρώτο Λούνα Πάρκ στη Λευκωσία... Στο τέλος του βιβλίου ο κύριος Αγαθοκλής αραδιάζει τα 26 του επαγγέλματα. Αυτή και αν είναι ζωή, πλέρια, γεμάτη χωρίς μουρμουρητά και μικρότητες! Στην υγειά σου κύριε Αγαθοκλή!
Εφημ. "Φιλελεύθερος" 23.11.2008

Κριτική του βιβλίου
Του Ζήνωνα Ζαννέτου

Διάβασα το γραπτό σας πόνημα «Ο Πολυτεχνίτης, αλλά όχι ερημοσπίτης» με πολύ ενδιαφέρον και μεγάλη προσοχή.

Άξιος ο μιστός σας και πολλά τα έτη σας! Το διάβασα ως μια εικονογράφηση μιας ζωής άκρως ελκυστικής και σε πολλές περιπτώσεις πρότυπης γα τους νεότερους Κύπριους. Γιατί όλη αυτή η ποικιλότροπη περιπέτεια που βιώσατε, όχι από τύχη, αλλά από αγωνιστική και κατακτητική της ζωής διάθεση, αποτελεί σε πολλά της επεισόδια, μέγιστο μάθημα αισιόδοξου αντικρίσματος του ανθρώπινου βίου και συνάμα, δημιουργικής πάλης με τις βιοτικές αντιξοότητες. Η ζωή σας αξιότιμε κ. Αγαθοκλή στάθηκε μια πεισματώδης «δουλειά για να γυρίσει ο ήλιος», όπως λέει ο ποιητής, της δικής σας μοίρας και εκείνης της οικογένειάς σας.

Πολλά και διδακτικά είναι τα συμπεράσματα που ο αναγνώστης του βιβλίου σας μπορεί α συναγάγει και να οπλιστεί θετικά για τις δυσκολίες της καθημερινότητας τους:

Πρώτο, η ασταμάτητη προσπάθεια για να νικηθεί η οικονομική φτώχεια, να υπερπηδηθούν του βίου τα αναχώματα σε κάθε περίσταση, να φωτιστούν τα σκοτάδια της οδοιπορείας για το μέλλον, να προσπελαστεί η τραχεία στενωπός της καθημερινότητας μέχρι την επιτυχία και την προκοπή.

Δεύτερο, το δημιουργικό πείσμα και τα υπερβατικά άλματα για να μη βαλτώσει η ζωή και να δυστυχεί ο άνθρωπος.

Τρίτο, η αισιόδοξη απλότητα με την οποία «διαβάζατε» τον κόσμο και ανιχνεύσατε τους μαστούς της παραγωγικότητας για να αντιμετωπίσετε την ανέχεια, την αναδουλειά, την εξεύρεση του επιούσιου, του γλυκού ψωμιού της οικογένειας.

Τέταρτο, η καθαρή διάθεση και η έντιμη προαίρεση για συνεργασία με ανθρώπους για την από κοινού κερδοφορία των αγαθών της ζωής και η συναντίληψη για την επαγγελματική πάλη και επιτυχία.

Πέμπτο, η πρωτοφανής τόλμη και το διαρκές ρίσκο για νέες περιπέτειες της επιβίωσης, για καινούριες επαγγελματικές συγκινήσεις, για πρωτόγνωρες εκμαθήσεις τεχνών, που η άσκησή τους θα ΄φερνε το μεροκάματο, για σύσταση άγνωστων ως τότε επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, που θα απέδιδαν προσφορά στο κοινό και χρήματα για τη συντήρηση της οικογένειας.

Έκτο, η αλήθεια και η απλότητα με την οποία κοινοποιούνται στον αναγνώστη τα «εν οίκω» και τα προσωπικά δρώμενα, επειδή είναι άξια επιβράβευσης και θαυμαστής μελέτης ως πεπραγμένα της ζωής με αρετή και κόπο.

Θα ΄λεγα πως η καταγραφή της αεικίνητης βιοτικής σας περιπέτειας αποτελεί ένα ελκυστικό σενάριο τηλεοπτικής ή κινηματογραφικής αποτύπωσης, ένα σχεδόν παραμύθι με τη ρώμη και την πειθώ της παιδικής αγνότητας και αφηγηματικής αλήθειας.

Υπάρχουν βέβαια και άλλα πολλά δωρήματα του βιβλίου σον αναγνώστη: Είναι η γνωριμία με την ανάσα της προπολεμικής, αλλά και μεταπολεμικής κοινωνίας της Κύπρου, μέχρι την ανεξαρτησία, ο ρυθμός της ζωής της, το καθημερινό ειδοποιό βίωμα του κόσμους της.

Αρετή της γραφής σας είναι η απροσποίητη αφήγηση, ο ειλικρινής και φιλαλήθης διάλογος με τα προβλήματα της διαβίωσης, η παντελής απουσία ωραιοποίησης καταστάσεων ή εκλογισμού της ατμόσφαιράς τους. Όλα προσφέρονται με μοναδική απλότητα ως εξομολογητική κουβέντα προς τον αναγνώστη. Το μόνο που προστίθεται στη ροή της αντικειμενικής καθημερινότητας είναι το άρωμα της προσωπικής ανάσας του συγγραφέα, η ψυχική του δύναμη στην άλωση και μηδένιση των εμποδίων της στράτας της χωής.

Μια άλλη, επίσης, αρετή που προκύπτει από την ανάγνωση του βιβλίου είναι η πίστη και ευαισθησία του συγγραφέα προς το θεσμό της οικογένειας, έτσι όπως ο θαυμαστός κόσμος της Κύπρου τη διαμόρφωσε και ως φυλακτό της κράτησε μέχρι την αποφράδα συμφορά του 74, οπότε, μαζί με τον πλάνητα βίο των ανθρώπων της προσφυγιάς άρχισε και η προϊούσα διάλυση της Κυπριακής οικογένειας. Η ευλάβεια με την οποίαν αναφέρεστε στο θεσμό της οικογένειας, μπορεί να λειτουργήσει στο σημερινό νέο αναγνώστη, ως ηθικό παρακέλευμα για τη δημιουργία της δικής του οικογένειας.

Η συχνή φράση με ην οποία εισάγονται πολλά κεφάλαια του βιβλίου: «Τώρα θα σας πω για…» μας πάει στην εξομολογητική κουβέντα που συχνά ακούεται στις αντροπαρέες της Κύπρου, καθώς νιώθουν την ανάγκη να αδειάσουν την ψυχή τους και να παραθέσουν το εμπειρικό της περιεχόμενο στην ομήγυρη τράπεζα των συνδαιτημόνων και συμποσιακών. Πνευματικό έδεσμα η αφήγηση σας κ. Αγαθοκλή, που ωθεί τον ακροατή αναγνώστη της να ονειροπολήσει, να θαυμάσει, να επικροτήσει, να διαλεχθεί με τον εαυτό του και να αυτοσκοπηθεί. Επί πλέον δεν είναι λίγες οι γνώσεις που αποκομίζει ο αναγνώστης γύρω από επαγγέλματα που έπαψαν πια να ασκούνται. Είναι ακόμα και χρήσιμη πληροφόρηση για την κοινωνική εικόνα της χειρωνακτικής εργατιάς της Κύπρου του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, για την αγωνία της εξασφάλισης του καθημερινού για την οικονομική μιζέρια στην οποία έριξε την Κύπρο η Αγγλοκρατία στα πρώτα 70 χρόνια της Αγγλοκατοχής.

Ο σύγχρονος αναγνώστης των βιβλίων, αξιότιμε κ. Αγαθοκλή κατακλύζεται από γραφές σκοτεινές με ψυχεδελικά καμώματα από δυσνόητες σουρεαλιστικές διατυπώσεις και αποκάμνει και αγανακτεί από το διάβασμά τους , επειδή συχνά δεν αποκομίζει καμιά εσωτερική ευφορία, κανένα πνευματικό πλούτο. Αντίθετα, το βιβλίο σας με την ειλικρίνεια της κατάθεσης των βιωμάτων και των περιστατικών του βίου, με την απλότητα και την αμεσότητα της γραφής τους προσφέρει ένα ευχάριστο ανάγνωσμα, ένα ξεκούραστο πνευματικό οδοιπορικό, που το συνοδεύουν συγκινήσεις, όπως η νοσταλγία και ο θαυμασμός και συνάμα, χρήσιμα και διδακτικά πορίσματα της ζωής και κεντρίσματα για τον αναστοχασμό της.

Φίλε κ. Αγαθοκλή,
Καθώς διάβαζα το βιβλίο σας στο μυαλό μου γυρόφερνε η εξής εικόνα: Το σύνολο πληροφοριακό του υλικό μου φάνταζε σα μια σκάφη γεμάτη από μια ζύμη μυρωδάτη, από την οποία σ΄ όλη σας τη ζωή πλάθατε άοκνα τον εφτάζυμο άρτο του βίου σας και το ψωμί της οικογένειας σας. Και ο άρτος και το ζυμωτό αυτό ψωμί ήταν γλυκάνισος και μοσκοκάρυδο, ήτανε μάννα από μυαλό και νέκταρ από ιδρώτα.

Μπράβο, πάλι μπράβο σας αγαπητέ κ. Αγαθοκλή! Μπράβο για την πλουσιόμοχθη ζωή σας, μπράβο και την απλή και όμορφη καταγραφή της στο βιβλίο. «Ο πολυτεχνίτης, αλλά όχι ερημοσπίτης».

Άξιος, λοιπόν, για τούτο ο μιστός σας και πολλά να ΄ναι τα χρόνια σας μαζί με τη ζηλευτή σας οικογένεια. Σας ευχαριστώ από καρδιάς για το βιβλίο.
Με κάθε τιμή και εκτίμηση.

Ζήνων Ζαννέτος
Ρέθυμνο, Κρήτη

7 comments:

ΕΛΕΝΑ said...

Τι να πεις για τέτοιους ανθρώπους? Τους θαυμάζεις και τους ευχαριστείς για όσα σε διδάσκουν μέσα από τα βιώματά τους!!
Εύχομαι στον κ.Αγαθοκλή να ζήσει πολλά πολλά χρόνια ακόμα, χρόνια καλά και ξεκούραστα πλέον:))

jf said...

Συγκίνηση και Σεβασμός!
Είναι από μόνος του μια ιστορία… μια ιστορία του τόπου μας…

Phivos Nicolaides said...

@ ΕΛΕΝΑ. Μακάρι να σκέφτοναταν πολλοί σαν κι εσένα. Δες γύρω σου, στη γειτονιά σου, στη δουλειά σου, στη μπλοκόσφαιρα και θα καταλάβεις, πόσοι άνθρωποι δεν... καταλαβαίνουν και πολλά πράγματα!
Όταν θα έρθεις Κύπρο, θα τον γνωρίσεις τον κ. Αγαθοκλή. Να 'σαι πάντα καλά και σ' ευχαριστώ για την ξεχωριστή και αξιόλογη πάντα παρέμβασή σου.

@ JamanFou. Έτσι, όπως το λες. Είναι όντως από μόνος του μια ιστορία… μια ιστορία που θα πρέπει πολλοί να μάθουν για να διδακτούν! Αλλά, δεν βαριέσαι βρε αδελφέ... Σ' ευχαριστώ πάρα πολύ για τις εύστοχες πάντοτε παρατηρήσεις σου, γεμάτες έγνοιες για τα κοινά.

Eva Stamou said...

Πολύ ωραία η παρουσίασή σου Φοίβο. Απίστευτο πόσα επαγγέλματα άλλαξε ο κ. Χατζηγεωργίου προκειμένου να εξασφαλίσει τα απαραίτητα στην οικογένειά του. Σίγουρα αξίζει τον σεβασμό και τον θαυμασμό μας.

Καλό σαββατοκύριακο.

Phivos Nicolaides said...

Eva Stamou. Ευχαριστώ Εύα για το ευγενικό σου σχόλιο. Τέτοιοι λαμπροί άνθρωποι σαν τον κ. Αγαθοκλή, θα πρέπει να μας δίνουν κεντρίσματα και ερεθίσματα για την καθημερινή πορεία μας, που άλλοι λίγο κι άλλοι περισσότερο, έχουμε ξεστρατίσει... Καλό σαββατοκύριακο.

stalamatia said...

Μπράβο του κυρίου Αγαθοκλή!!Παράδειγμα προς μίμηση στους δύσκολους καιρούς που έρχονται.

Phivos Nicolaides said...

Stalamatia. Μπράβο σου και σε σένα, που ξέρεις να ξεχωρίζεις αυτούς που μας τιμούν και είναι παράδειγμα προς μίμηση.